ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 2 Ιούνη 2013
Σελ. /24
ΠΑΙΔΕΙΑ
Με αφορμή τις πανελλαδικές εξετάσεις

Eurokinissi

Ολοκληρώθηκε τη βδομάδα που μας πέρασε ο βασικός κορμός των πανελλαδικών εξετάσεων, ενώ παράλληλα φούντωσαν οι συζητήσεις γύρω από τις εξετάσεις, με αφορμή τη δυσκολία των θεμάτων που επιλέχτηκαν. Η Φυσική και τα Μαθηματικά γενικής παιδείας ήταν μαθήματα που απασχόλησαν τις αντίστοιχες επιστημονικές ενώσεις για τη δυσκολία των θεμάτων, αλλά και για κάποιες αστοχίες, ενώ το αποκορύφωμα ήταν τα θέματα των Μαθηματικών κατεύθυνσης, που χαρακτηρίστηκαν τα δυσκολότερα των τελευταίων ετών και εκτός του πνεύματος του μαθήματος που είχαν διδαχθεί οι υποψήφιοι.

Είναι επόμενο, για μια διαδικασία που απασχολεί πάνω από 100.000 και τις οικογένειές τους, τέτοιου είδους θέματα να προκαλούν ανησυχία, αγωνία, να προκαλούν συζητήσεις.

Ομως, όταν οι συζητήσεις μένουν στο αν τα θέματα ήταν λιγότερο ή περισσότερο δύσκολα, αν ήταν εντός ή εκτός ύλης, αν έμοιαζαν ή όχι με τα θέματα που έδωσε το «χ» ή το «ψ» φροντιστήριο... τότε μένουν πραγματικά, πολύ μακριά από την ουσία που θα έπρεπε να απασχολεί την εκπαιδευτική κοινότητα και τους γονείς. Και η ουσία είναι το ίδιο το Λύκειο, ο χαρακτήρας και ο ρόλος του. Η ουσία είναι η μόρφωση που λαμβάνει και που πρέπει να λαμβάνει ο μαθητής στο σχολείο.

Οι εξετάσεις καθορίζουν το τι θα διδάσκεται;

Ομως, ολόκληρο το Λύκειο πια έχει μετατραπεί σε προγυμναστήριο για τις εξετάσεις και ειδικά η Γ' Λυκείου έχει χάσει κάθε άλλη μορφωτική έννοια πέρα από την προετοιμασία για τις πανελλαδικές. Κι ενώ κατά καιρούς, στα λόγια, πολλοί επικρίνουν αυτήν την κατάσταση, στην πράξη την παίρνουν ως δεδομένη χωρίς καμιά διάθεση να παλέψουν για να την αλλάξουν.

Λέει για παράδειγμα η ΟΛΜΕ, μεταξύ διαφόρων ερωτημάτων, σε μια μακροσκελή ανακοίνωσή της για τα δύσκολα θέματα των πανελλαδικών εξετάσεων: «Ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη της δυσφήμισης και ουσιαστικά της ακύρωσης του δημόσιου σχολείου, σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς, όταν εμφανίζεται ως ανίκανο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της προετοιμασίας των μαθητών/μαθητριών για τις πανελλαδικές εξετάσεις;». Σύμφωνα με αυτό το σκεπτικό όμως, ο ρόλος και η λειτουργία του σχολείου μοιάζει να καθορίζεται από τις εξετάσεις. Η αξία του σχολείου μετριέται με το πόσο καλά ανταποκρίνεται στην προετοιμασία των μαθητών για τις εξετάσεις! Κι αυτό είναι μια στρέβλωση που, δυστυχώς, θεωρείται δεδομένη και σχεδόν έχει γίνει αποδεκτή.

Και συνεχίζει με άλλο ερώτημα στο ίδιο πνεύμα η ανακοίνωση της ΟΛΜΕ: «Πώς μπορεί ο καθηγητής / η καθηγήτρια να επιτελέσει το διδακτικό έργο, σύμφωνα με τις ισχύουσες παιδαγωγικές και διδακτικές αρχές, όταν με τέτοια θέματα ανατρέπεται το αναλυτικό πρόγραμμα διδασκαλίας; Με ποιες αρχές και κατευθύνσεις θα επιχειρήσει το επόμενο σχολικό έτος να διδάξει, π.χ., τα "Μαθηματικά και Στοιχεία Στατιστικής" σε μια τάξη Γενικής Παιδείας; Θα τηρήσει τις επίσημες οδηγίες, που απευθύνονται στο σύνολο των παιδιών, αλλά δεν τα προετοιμάζουν κατάλληλα για τέτοια θέματα στις πανελλαδικές εξετάσεις; `Η θα παραβιάσει ουσιαστικά τις αρχές του λειτουργήματός του, απευθυνόμενος σε μια μικρή μερίδα παιδιών, επικεντρώνοντας σε θέματα αντίστοιχα αυτών των Πανελλαδικών Εξετάσεων και αγνοώντας τις ανάγκες των υπολοίπων;». Εχουμε φτάσει δηλαδή στο σημείο, όπου ο καθηγητής έχει αποδεχτεί πλήρως το ρόλο του προγυμναστή για τις εξετάσεις, ο μαθητής κι ο γονιός αυτή την απαίτηση έχουν πια από τον καθηγητή και η συζήτηση κι ο προβληματισμός κινούνται γύρω από το πώς τα φετινά θέματα θα επηρεάσουν τη διδασκαλία του επόμενου έτους!

Ολα κινούνται γύρω από τον αστερισμό των εξετάσεων κι όχι γύρω από το αν μαθαίνουν τα παιδιά μαθηματικά ή το πώς μαθαίνουν μαθηματικά... Φτάσαμε στο σημείο να κρίνεται και να αξιολογείται το σχολείο, συγκρινόμενο με τα φροντιστήρια, για το ποιος κάνει καλύτερη προετοιμασία των μαθητών!

Για το μορφωτικό ρόλο του Λυκείου

Είναι γεγονός, βέβαια, ότι και η ΟΛΜΕ και πολλοί άλλοι φορείς μιλούν στα λόγια για την ανάγκη αποδέσμευσης του Λυκείου από τις εξετάσεις, για την ανάγκη αυτονόμησής του. Ακόμα και όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις, τις όποιες αλλαγές έφερναν στο εξεταστικό σύστημα, στο όνομα της αυτονόμησης του Λυκείου τις έφερναν! Καλλιεργούσαν συνειδητά αυταπάτες. Γιατί δεν μπορεί να αλλάξει ο χαρακτήρας του σχολείου μέσα από τεχνικές αλλαγές στο σύστημα πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση.

Το Λύκειο δεν μπορεί να αποκτήσει το πραγματικό μορφωτικό του ρόλο και να αυτονομηθεί από την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση, όσο παραμένει μια διακριτή βαθμίδα έξω από την υποχρεωτική εκπαίδευση, μια βαθμίδα επιλεκτική που διαιρείται σε γενική και τεχνική - επαγγελματική, πραγματοποιώντας έτσι το διαχωρισμό των μαθητών με κριτήρια τη δυνατότητά τους να συνεχίσουν στην ανώτατη βαθμίδα και το είδος των σπουδών που θα ακολουθήσουν. Και μόνο αυτός ο διαχωρισμός του Λυκείου ως χωριστής βαθμίδας σε γενικό και τεχνικό, οδηγεί αυτόματα στην πρόσδεση του γενικού με το σύστημα πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση, είναι το πρώτο βήμα στην υποβάθμιση του αυτοτελούς μορφωτικού του χαρακτήρα ως σχολείου.

Επιπλέον, παράγοντας υποταγής του Λυκείου στις εξετάσεις και παράγοντας υπερτίμησης επίσης των πανελλαδικών εξετάσεων στις συνειδήσεις των μαθητών και των γονιών είναι η ουσιαστική απουσία επαγγελματικής εκπαίδευσης μετά το σχολείο πέραν του συστήματος της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Παρά τις αναδιαρθρώσεις που έχουν υποστεί τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ τα τελευταία χρόνια, παρά την άνοδο του κόστους σπουδών και την απουσία φοιτητικής μέριμνας, η ανώτατη εκπαίδευση αποτελεί μια βαθμίδα επαγγελματικής μόρφωσης που, από τη μια, είναι υψηλού επιπέδου και, από την άλλη, είναι ακόμα προσβάσιμη και προσιτή για τα παιδιά της εργατικής τάξης (ειδικά αν καταφέρουν να περάσουν σε κάποια σχολή στην πόλη που μένουν και δε χρειαστεί να μεταναστεύσουν).

Πέρα από την ανώτατη εκπαίδευση όμως τι υπάρχει; Οι όποιες επαγγελματικές σχολές υπάρχουν, δεν ανήκουν καν στο εκπαιδευτικό σύστημα, είναι στην πλειοψηφία τους ιδιωτικές και πανάκριβες. Οι δημόσιες επαγγελματικές σχολές (ΕΠΑΣ) είναι τραγικά υποβαθμισμένες από πλευράς υποδομών, προσωπικού κ.τ.λ. και επιπλέον το περιεχόμενό τους είναι προσανατολισμένο σε ειδικότητες πρόσκαιρης κατάρτισης. Αυτή η κατάσταση υπερτιμά ακόμα περισσότερο το σύστημα πρόσβασης στην Ανώτατη Εκπαίδευση, μεγαλώνει τον ανταγωνισμό μεταξύ των υποψηφίων και συμβάλλει στην υποταγή του Λυκείου στην υπόθεση της πρόσβασης. Η πάλη λοιπόν, για την αποδέσμευση του Λυκείου από την πρόσβαση είναι άρρηκτα δεμένη με τη διεκδίκηση ενός συστήματος Δημόσιων και Δωρεάν Επαγγελματικών Σχολών υψηλού επιπέδου, για τα επαγγέλματα εκείνα που δεν απαιτούν επιστημονική μόρφωση.

Για να αποκτήσει, λοιπόν, το σχολείο στις τελευταίες του τάξεις ξανά, το μορφωτικό του ρόλο, δεν αρκεί σε καμιά περίπτωση μια αλλαγή στο εξεταστικό σύστημα. Δεν αρκεί καν μια αναμόρφωση του ίδιου του Λυκείου όπως αυτή που αναμένεται να φέρει ως πρόταση η κυβέρνηση αμέσως μετά τις πανελλαδικές εξετάσεις, αφού από την αρχή έχει διακηρύξει ότι θα διατηρήσει το Λύκειο ως χωριστή βαθμίδα και διαιρεμένη σε γενική και τεχνολογική κατεύθυνση.

Ούτε, από την άλλη, μπορεί να υπάρξει λύση με το εύηχο αίτημα - παγίδα περί «ελεύθερης πρόσβασης», που πρότεινε ο ΣΥΡΙΖΑ και το υιοθετεί και η ΟΛΜΕ. Γιατί, πολύ απλά, αυτή η πρόταση μεταφέρει ένα χρόνο μετά τον ανταγωνισμό, τα φροντιστήρια και όλα τα άλλα στοιχεία που συνεπάγονται οι εξετάσεις.

Μπορεί να υπάρξει πραγματική λύση

Λύση στο Εξεταστικό μπορεί να έρθει μόνο με τη δημιουργία Ενιαίου δωδεκάχρονου σχολείου γενικής μόρφωσης, που θα μορφώνει και θα καλλιεργεί πολύπλευρα την προσωπικότητα κάθε μαθητή έως την ενηλικίωσή του, ώστε να μπορεί «ελεύθερα» να επιλέξει αν θα συνεχίσει στην ανώτατη ή στην επαγγελματική εκπαίδευση ή αν άμεσα θα εργαστεί. Με τη συγκρότηση συστήματος δημόσιας και δωρεάν επαγγελματικής μόρφωσης μετά τη δωδεκάχρονη εκπαίδευση με κατάργηση των φτηνών υποκατάστατων της κατάρτισης (ΙΕΚ, ΚΕΚ, ΚΕΣ κ.λπ.) Με αναδιαμόρφωση πραγματικά Ενιαίας Ανώτατης Εκπαίδευσης αποκλειστικά δημόσιας και δωρεάν, χωρίς διάσπαση των προπτυχιακών σπουδών σε κύκλους, «σύντομους» ή δήθεν «μεταπτυχιακούς», και κατηγοριοποίηση, πολυτυπία των ιδρυμάτων. Λύση στο Εξεταστικό δεν μπορεί να υπάρξει προς όφελος του λαού, αν δεν εξαλειφθεί η ανεργία και δεν εξασφαλιστεί πλήρης και σταθερή εργασία για όλους.

Μόνο, λοιπόν, σε έναν άλλο δρόμο ανάπτυξης της κοινωνίας μπορεί να υπάρξει οριστική λύση που να απαντάει στην αγωνία των παιδιών και των γονιών τους, τόσο για την ουσιαστική τους μόρφωση, όσο και για την επαγγελματική τους αποκατάσταση.


Γιάννα ΣΤΡΕΒΙΝΑ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ