ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 19 Δεκέμβρη 2020 - Κυριακή 20 Δεκέμβρη 2020
Σελ. /40
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΚΟΡΥΦΗΣ ΤΗΣ ΕΕ - ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΗΠΑ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ
Αποκαλυπτήρια ξανά για τα αδιέξοδα και τους κινδύνους από την πολιτική εμπλοκής στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια

Ο ΥΠΕΞ της Τουρκίας απευθύνεται σε Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

INTIME NEWS

Ο ΥΠΕΞ της Τουρκίας απευθύνεται σε Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Αποκαλυπτήρια για μια ακόμη φορά του επικίνδυνου «παραμυθιού» που διακινούν η κυβέρνηση και τα άλλα αστικά κόμματα ότι οι Ευρωατλαντικοί τους σύμμαχοι είναι «εγγυητές» τάχα των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας και της ειρήνης στην περιοχή αποτέλεσε η πρόσφατη Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ (10 - 11/12).

Οι πολυδιαφημισμένες από την κυβέρνηση και πολυαναμενόμενες από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους άλλους «κυρώσεις κατά της Τουρκίας» δεν ήταν μόνο κενές ουσίας και «χάδι» στην επιθετικότητα της τουρκικής κυβέρνησης, αλλά συνοδεύτηκαν κι από νέες επισημάνσεις για τη «στρατηγική αλληλεξάρτηση» Ευρώπης και Τουρκίας (όπως σημείωσε η Γερμανία) και για το «χρόνο που πρέπει να δοθεί στην Αγκυρα» (όπως τοποθετήθηκε ακόμα και η Γαλλία).

Η στάση αυτή της ΕΕ αναγνωρίστηκε και από την κυβέρνηση Ερντογάν, που παρά τη διπλωματική έκφραση δυσαρέσκειας, είπε ότι «λογικές χώρες στην ΕΕ απέτρεψαν αυτό το παιχνίδι» (επιβολής ουσιαστικών κυρώσεων). Λίγα 24ωρα μετά, έσπευσε να επαναλάβει ότι επιθυμεί «νέα σελίδα» στις σχέσεις της με την ΕΕ «με βάση τα κοινά συμφέροντα» (βλέπε συνομιλία Μισέλ - Ερντογάν).

Δίνει ώθηση στο παζάρι

Ετσι, η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ δεν έκανε τίποτα περισσότερο από το να δώσει νέα ώθηση στο ευρω-τουρκικό παζάρι, μέρος του οποίου αποτελούν και τα Ελληνοτουρκικά.

Το πλαίσιο μέσα στο οποίο διεξάγεται αυτή η σύνθετη διαπραγμάτευση για μια σειρά από θέματα (Μεταναστευτικό, τελωνειακή ένωση, οικονομικές - στρατιωτικές συμφωνίες κ.ά.) καθορίζεται από τα ισχυρά νήματα που «δένουν» τις δύο πλευρές, κυρίως τα ισχυρότερα κράτη της ΕΕ με την Τουρκία.

Καθορίζεται επίσης από τον αδιαπραγμάτευτο στόχο της «διατλαντικής συνοχής», την παραμονή δηλαδή της Τουρκίας στο δυτικό στρατόπεδο και την υπονόμευση των σχέσεων που αναπτύσσει με τη Ρωσία, ενώ κεντρικό στοιχείο είναι και η αξιοποίηση των υδρογονανθράκων στην Ανατ. Μεσόγειο, που τροφοδοτεί τη συζήτηση για συνεκμετάλλευση, στο έδαφος μιας συνολικότερης διευθέτησης των ανοιχτών ζητημάτων στην περιοχή.

Με τους στόχους αυτούς συντάσσονται πλήρως η ελληνική αστική τάξη, η κυβέρνηση και τα κόμματά της, επιδιώκοντας την αναβάθμιση του ρόλου της στην περιοχή με βαθύτερη εμπλοκή στον αμερικανοΝΑΤΟικό σχεδιασμό, ανταγωνιστικά με τη «σύμμαχο» Τουρκία. Αυτή η πολιτική είναι που βάζει σε μεγάλο κίνδυνο το λαό και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, τα οποία παραμένουν ως «αντάλλαγμα» στο τραπέζι των ευρωατλαντικών συμβιβασμών με την αστική τάξη και την κυβέρνηση της Τουρκίας.

Δεν είναι τυχαίο ότι αμέσως μετά τη Σύνοδο ανακοινώθηκε η εκταμίευση 6 δισ. ευρώ από την ΕΕ προς την Τουρκία για τη διαχείριση του Μεταναστευτικού, ενώ οι δύο πλευρές συμφώνησαν να επιταχύνουν τις επαφές για την «υπεύθυνη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών», το Κυπριακό και τα άλλα ανοιχτά ζητήματα, επαναφέροντας το ζήτημα της διοργάνωσης μιας κοινής Διάσκεψης για την περιοχή.

Οι κυρώσεις των ΗΠΑ

Η άλλη σοβαρή εξέλιξη τη βδομάδα που πέρασε ήταν οι κυρώσεις που ανακοίνωσαν οι ΗΠΑ σε βάρος στελεχών της πολεμικής βιομηχανίας της Τουρκίας για την προμήθεια των «S-400» από τη Ρωσία.

Οι ανακοινώσεις αυτές της αμερικανικής κυβέρνησης συνοδεύτηκαν από τις διαβεβαιώσεις προς την Τουρκία ότι «είναι πολύτιμος σύμμαχος και σημαντικός περιφερειακός εταίρος ασφάλειας για τις ΗΠΑ», εκφράζοντας παράλληλα την προσδοκία «η τουρκική κυβέρνηση να δεσμευτεί μαζί για να βρεθεί μια λύση», χαρακτηρίζοντας τη σχέση ΗΠΑ - Τουρκίας «περίπλοκη και δύσκολη» αλλά «σημαντική».

Στο ίδιο πνεύμα, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, διευκρίνισε σε τηλεφωνική συνομιλία με τον Τούρκο ομόλογό του, Μ. Τσαβούσογλου, ότι «σκοπός των κυρώσεων είναι να εμποδιστεί η Ρωσία να εξασφαλίσει έσοδα, πρόσβαση και επιρροή» και όχι «να εξασθενίσουν τις στρατιωτικές δυνατότητες ή το επίπεδο ετοιμότητας και το αξιόμαχο της Τουρκίας ή άλλων συμμάχων και εταίρων των ΗΠΑ».

Αντίστοιχα, η Αγκυρα εξέφρασε μεν οργή αλλά και προθυμία για «εξομάλυνση των σχέσεων», ζητώντας, για παράδειγμα, την «εκπλήρωση των προσδοκιών μας στη Συρία» και επιμένοντας στις διχοτομικές προτάσεις για την Κύπρο.

Ενδεικτική είναι και η στάση του γγ του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, ο οποίος εξέφρασε τη λύπη του «γιατί είμαστε σε μία κατάσταση κατά την οποία σύμμαχοι του ΝΑΤΟ πρέπει να επιβάλουν κυρώσεις ο ένας στον άλλον», καλώντας «την Τουρκία και τους άλλους συμμάχους να βρουν τρόπους προς μία θετική λύση».

Είναι φανερό επομένως ότι και αυτή η απόφαση των ΗΠΑ, που έχει ξεκάθαρα στο στόχαστρο τη Ρωσία, εντάσσεται στο παζάρι με την Τουρκία για το ρόλο της στην περιοχή και έχει στον «παρονομαστή» την επιδίωξη να παραμείνει με κάθε τρόπο η Τουρκία στο ΝΑΤΟ και στις άλλες ευρωατλαντικές δομές.

Χαρακτηριστική είναι και η τελευταία παρέμβαση του Τσαβούσογλου στην τουρκική Βουλή: «Μπορεί να αντιμετωπίζουμε επιβολές και δυσκολίες αλλά σήμερα κανείς δεν μπορεί να πετύχει τίποτα λυγίζοντας το χέρι της Τουρκίας. Ισα ίσα, εμείς αλλάζουμε τη ρότα στην Ανατολική Μεσόγειο (...) Δεν περιμένουμε από όλους να μας αγαπήσουν αλλά περιμένουμε να σεβαστούν τα δικαιώματα της Τουρκίας. Η Τουρκία είναι πλέον παγκόσμιος παίκτης (...) Πάντοτε η επιθυμία μας είναι να λύνουμε τα προβλήματα με διαπραγματεύσεις και στο πλαίσιο της αρχής του "win win" (...) Δεν κάνουμε αισθητή την παρουσία μας στο πεδίο της δράσης για να μείνουμε στο τραπέζι αλλά διασφαλίζουμε την επιστροφή όλων στο τραπέζι».

Επικίνδυνος εφησυχασμός

Με δεδομένα τα παραπάνω, η προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να παρουσιάσει τις κυρώσεις των ΗΠΑ ως «ψήφο εμπιστοσύνης» στις ελληνικές θέσεις για τα Ελληνοτουρκικά, καλλιεργώντας ξανά εφησυχασμό για το ρόλο του ευρωατλαντικού άξονα, είναι πέρα για πέρα επικίνδυνη.

Οπως είναι προκλητική η προσπάθεια να αξιοποιηθούν αυτές οι κυρώσεις ως επιβεβαίωση της «σωστής» τάχα επιλογής όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, και της σημερινής, να μετατρέψουν τη χώρα σε πολεμικό ορμητήριο των ΑμερικανοΝΑΤΟικών, αναβαθμίζοντας διαρκώς τις στρατιωτικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ και την ιμπεριαλιστική εμπλοκή της χώρας.

Ο ευρωατλαντικός σχεδιασμός, που επιβάλλει το παζάρι με την Τουρκία, προκειμένου να θωρακίζεται η ΝΑΤΟική «ασφάλεια και σταθερότητα» στην περιοχή, είναι ο ίδιος που μετατρέπει τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα σε «καύσιμη ύλη» για την επίτευξη ενός συμβιβασμού ανάμεσα σε ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ και Τουρκία, με μόνους χαμένους τον ελληνικό και τους άλλους λαούς.


Α.


Συσκοτίζουν την αλήθεια για τους εξοπλισμούς

Καθώς η κυβέρνηση ετοιμάζεται τις επόμενες μέρες να ολοκληρώσει την αγορά 18 μαχητικών αεροσκαφών τύπου «Rafale», με κόστος κοντά στα 2,3 δισεκατομμύρια ευρώ, η όλη συζήτηση ξεκινάει και τελειώνει στο «αν η Ελλάδα θα πρέπει να εξοπλίζεται». Το ερώτημα αυτό από μόνο του δεν μπορεί να δώσει απάντηση, γιατί συσκοτίζεται το γεγονός ότι η Ελλάδα συμμετέχει στους ΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς από τη Μέση Ανατολή έως τα Βαλκάνια, για τα συμφέροντα της αστικής τάξης και με τη συμφωνία όλων των αστικών κομμάτων και κυβερνήσεων. Βασικό στοιχείο αυτών των σχεδιασμών, όπου εμπλέκονται στρατιωτικές δυνάμεις και οπλικά συστήματα των κρατών - μελών του ΝΑΤΟ, μέσα απ' την ενίσχυση της ΝΑ πτέρυγάς του, είναι η ανάσχεση των ανταγωνιστών Κίνας και Ρωσίας. Αυτό το πλαίσιο προσπαθούν απεγνωσμένα να αφαιρέσουν από την συζήτηση για το νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα η κυβέρνηση και τα άλλα αστικά κόμματα, όπως και το γεγονός ότι αυτοί οι εξοπλισμοί συνδέονται πρωτίστως με τις ανάγκες του ΝΑΤΟ και όχι με την υπεράσπιση των συνόρων και των κυριαρχικών δικαιωμάτων του λαού.

Για παράδειγμα, ποια αμυντική θωράκιση της Ελλάδας διακυβεύεται στη Σαουδική Αραβία, όπου στέλνονται συστοιχίες «Patriot» μαζί με προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων; Τι δουλειά έχουν μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού σε περιπολίες στον Περσικό Κόλπο; Ποια συμφέροντα υπηρετεί η μετατροπή στρατιωτικών εγκαταστάσεων και υποδομών της Ελλάδας σε πολεμικά ορμητήρια των ΑμερικανοΝΑΤΟικών, όπως προβλέπει η ελληνοαμερικανική Στρατιωτική Συμφωνία; Τι προσφέρει στην ασφάλεια του λαού η διάθεση κάθε χρόνο 2% του ΑΕΠ για το ΝΑΤΟ; Τι δουλειά έχουν πολιτικό προσωπικό και στελέχη των ΕΔ σε αποστολές εκτός συνόρων, τη στιγμή που η τουρκική επιθετικότητα αναβαθμίζεται; Σε αυτές και σε άλλες αποστολές, όπως αυτή που ετοιμάζεται τώρα στο Μάλι της Δυτικής Αφρικής (!), συμμετέχουν μέσα και συστήματα των Ενόπλων Δυνάμεων, τα οποία όταν αγοράζονταν, οι αντίστοιχες κυβερνήσεις έλεγαν πάλι ότι «πρέπει να προτιμήσουμε κανόνια αντί για βούτυρο» λόγω της τουρκικής προκλητικότητας... Αυτές οι αγορές έγιναν, αλλά η τουρκική επιθετικότητα δεν κάμφθηκε.

Χαρακτηριστικό είναι και το εξής παράδειγμα: Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - με τη συμφωνία και των άλλων αστικών κομμάτων - έλεγε το 2017 ότι η «αναβάθμιση των "F-16"», που «έκλεισε» ο τότε πρωθυπουργός στο ταξίδι του στις ΗΠΑ, εξασφαλίζει «αεροπορική υπεροχή στο Αιγαίο». Ο,τι λέει δηλαδή και η κυβέρνηση της ΝΔ τώρα για τα «Rafale». Τι έλεγε τότε το υπ. Αμυνας των ΗΠΑ; «Η αναβάθμιση των αεροσκαφών (...) θα ενισχύσει την ικανότητα της ελληνικής ΠΑ να υποστηρίζει το ΝΑΤΟ και να παραμένει διαλειτουργική με τις ΗΠΑ και τη συμμαχία του ΝΑΤΟ». Τι έλεγαν τότε η κυβέρνηση και τα αστικά κόμματα για τη στάση του ΚΚΕ να καταψηφίσει την αναβάθμιση των «F-16»; Τα ίδια που λένε και τώρα. Δεν έλειπαν βέβαια και οι ακροδεξιές φωνές (ένα τμήμα τους εκφραζόταν από τους τότε συγκυβερνώντες ΑΝΕΛ) με αβάσιμους αντιΚΚΕ ισχυρισμούς. Ομως η θέση του ΚΚΕ είναι φιλική για τον ελληνικό λαό και εχθρική για τους σχεδιασμούς της άρχουσας τάξης και του ΝΑΤΟ. Αν κάποιοι πρέπει να δώσουν εξηγήσεις είναι η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙΝΑΛ που αναγορεύουν τους Ευρωατλαντικούς σε παράγοντες ασφάλειας.

Πώς δικαιολογούν για παράδειγμα το γεγονός ότι μία ΝΑΤΟική χώρα, η Γαλλία, εξοπλίζει μία άλλη ΝΑΤΟική χώρα, την Ελλάδα, για να αντιμετωπίσει υποτίθεται μία τρίτη ΝΑΤΟική χώρα, την Τουρκία; Με βάση ποια πραγματικότητα λένε στον ελληνικό λαό ότι π.χ. αύριο Γαλλία και Τουρκία δεν θα «διορθώσουν» τις σχέσεις τους; Ποιος αλήθεια εγγυάται ότι, ακόμα και αν κατακτηθεί προσωρινά το «αεροπορικό πάνω χέρι στο Αιγαίο», αυτό δεν θα ανατραπεί από ένα νέο οπλικό σύστημα που θα αγοράσει η τουρκική κυβέρνηση; Επί της ουσίας, ο αδιέξοδος χαρακτήρας των εξοπλιστικών ανταγωνισμών επιβεβαιώνεται για δεκαετίες. Οι εξοπλισμοί στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ σημαίνουν περαιτέρω εμπλοκή σε ένα περιβάλλον όλο και πιο οξυμένων ανταγωνισμών. Αυτές οι ανάγκες καθορίζουν το περιεχόμενο των εξοπλισμών, αλλά και τα «όριά» τους. Μόνο κάποιος αφελής δεν μπορεί να εντοπίσει ότι το ΝΑΤΟ, επί των οπλικών συστημάτων κάθε χώρας - μέλους, έχει αποφασιστικό λόγο για τη λειτουργία, τη χρήση και τον προσανατολισμό τους. Η κούρσα των εξοπλισμών «τρέχει» και εγγυάται μόνο τα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια και τα κέρδη των πολεμικών βιομηχανιών που τις χρυσοπληρώνουν οι λαοί, ακόμα και με το αίμα τους.


Ρ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ