ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 17 Απρίλη 2005
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
«ΣΥΜΠΡΑΞΕΙΣ» ΔΗΜΟΣΙΟΥ - ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ
Στόχος η κερδοφορία πολλών δεκαετιών

Ακόμα ένα εργαλείο στην υπηρεσία της τυφλής εξυπηρέτησης της οικονομικής ολιγαρχίας

Με συνταγματικές προσαρμογές, ειδικό νόμο και νομοθετικά πλαίσια και πλήθος κανονιστικών ρυθμίσεων, με τη δημιουργία μηχανισμών προπαγάνδας, ακόμα και με αλλαγές στη δομή του ίδιου του κυβερνητικού σχήματος μεθοδεύει η κυβέρνηση να προωθήσει τα σχέδια για την ολόπλευρη νομοθετική κατοχύρωση της πολιτικής που αφορά στις λεγόμενες «συμπράξεις του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα». Μέσα στο επόμενο διάστημα, όπως πριν από ένα δεκαήμερο δήλωσε ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, αναμένεται να κατατεθεί το σχετικό νομοσχέδιο, ωστόσο το θέμα των «συμπράξεων» δουλεύεται στο παρασκήνιο εντατικά εδώ και αρκετό καιρό.

Αυτό που οι κυβερνώντες αρέσκονται να ονομάζουν «συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα» μπορεί να ήρθε, τελευταία, με επείγοντα τρόπο στην επικαιρότητα από την κυβέρνηση της ΝΔ και τον Γ. Αλογοσκούφη, ωστόσο ως θέμα απασχολεί την οικονομική ολιγαρχία της ΕΕ από την προηγούμενη δεκαετία. Στην πραγματικότητα, πίσω από τα εύηχα της ...σύμπραξης και της συνεργασίας του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα βρίσκεται η επιδίωξη των εκπροσώπων του κεφαλαίου, σε επίπεδο ΕΕ, να αποκτήσουν ένα, ακόμα πιο αποτελεσματικό και ανταποκρινόμενο στα σύγχρονα συμφέροντά τους, κανονιστικό πλαίσιο για την ανάληψη έργων και υπηρεσιών που μέχρι σήμερα εκτελούνταν από το δημόσιο. Ενα κανονιστικό πλαίσιο, που, επιπλέον, θα είναι ενιαίο σε ολόκληρη την ΕΕ, εξουδετερώνοντας έτσι προβλήματα και δυσκαμψίες που προέκυπταν από τα διαφορετικά νομοθετικά πλαίσια των χωρών-μελών. Ακόμα, και εδώ είναι ένα από τα σημαντικότερα κλειδιά της όλης υπόθεσης, με αυτού του είδους τις «συμπράξεις» το κεφάλαιο πέρα από τα εφάπαξ κέρδη που μπορεί να αποσπάσει από την εκτέλεση και παράδοση ενός έργου, αποκτά αντικείμενο επιχειρηματικής δράσης για μια πολύ μεγαλύτερη χρονική περίοδο.

Ολα ανοιχτά

Επίσημα, ορίζουν τη «σύμπραξη» σαν «μορφές συνεργασίας των δημοσίων αρχών με τον κόσμο των επιχειρήσεων, που αποσκοπούν στην εξασφάλιση της χρηματοδότησης, της κατασκευής, της ανακαίνισης, της διαχείρισης και της συντήρησης μιας υποδομής ή στην παροχή μιας υπηρεσίας σε τομείς της εθνικής οικονομίας, όπου η απελευθέρωση της αγοράς είναι είτε ανέφικτη είτε μη επιθυμητή». Είναι κατανοητό ότι στις σημερινές συνθήκες «απελευθέρωσης» των πάντων και θεοποίησης της αγοράς και της κυριαρχίας της υποτιθέμενης «ιδιωτικής πρωτοβουλίας», σε αυτή τη διατύπωση χωράει ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς. Μπορεί να ενταχθεί ό,τι είναι δυνατόν να ανοίγει την όρεξη του μεγάλου κεφαλαίου για να καταβροχθίσει, αφού, όπως ομολογούν οι αρμόδιοι, στα πλαίσια των αποφασιστικών μεταρρυθμίσεων που πρέπει να γίνουν, δεν υπάρχουν ταμπού και δεδομένα και - πολύ περισσότερο - το δημόσιο οφείλει να αποχωρεί σταδιακά από όποια δραστηριότητα είναι δυνατόν να υλοποιηθεί από τον ιδιωτικό τομέα.

Τα πάντα που αφορούν στο πλαίσιο για τις «συμπράξεις», τα όρια και οι τομείς που μπορεί να φτάσει η λεγόμενη συνεργασία δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, οι κανόνες και οι προϋποθέσεις, είναι εντελώς ανοιχτά. Οπως προκύπτει μάλιστα από την ανάλυση των δεδομένων, επιδιώκεται να μένουν ανοιχτά, αφού μια τέτοια τακτική διευκολύνει το πολιτικό προσωπικό της ολιγαρχίας να κάνει το κουμάντο του ανάλογα με τους συσχετισμούς δυνάμεων που θα διαμορφώνονται στις χώρες-μέλη. Αλλωστε, είναι κατανοητό ότι ανάλογα με τις συνθήκες που υπάρχουν στις διάφορες κοινωνίες, ανάλογα με το επίπεδο, τη δύναμη και την αγωνιστικότητα του λαϊκού κινήματος, ανάλογος θα είναι και για τους κυβερνώντες ο ...«βαθμός δυσκολίας» να επιβάλουν και να επεκτείνουν την πολιτική της σύμπραξης σε διάφορους οικονομικούς και κοινωνικούς τομείς. Ετσι, θα πρέπει να θεωρείται πολύ πιθανό ότι η διαχείριση, ας πούμε, των σχολικών μονάδων από ιδιωτικές εταιρίες είναι ένα μέτρο που εύκολα μπορεί να περάσει στη Γερμανία σε σχέση με την Ελλάδα, όπως, για παράδειγμα, πιο δύσκολο είναι να παραδοθούν οι αρχαιολογικοί χώροι της Ιταλίας σε ιδιώτες, σε σχέση με τη Γερμανία ή την Ισπανία.

Το τυπικό μέρος

Σε ό,τι αφορά στο τυπικό μέρος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ασχολήθηκε και τοποθετήθηκε για τις «συμπράξεις» με Ερμηνευτική Ανακοίνωση το 2000. Πέρσι το Μάρτη εκδόθηκε σχετική Οδηγία για το «συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών», ενώ ένα μήνα αργότερα δημοσιοποιήθηκε και το «πράσινο βιβλίο για τις Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα». Οπως εκτιμούν οι αρμόδιοι παράγοντες του υπουργείου Οικονομίας, με τις παρεμβάσεις αυτές «ορίσθηκε η έννοια της σύμβασης παραχώρησης δημοσίων έργων, ως μια σύμβαση, που παρουσιάζει τα ίδια χαρακτηριστικά με μια δημόσια σύμβαση έργων, εκτός του γεγονότος ότι το εργολαβικό αντάλλαγμα συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης του έργου, είτε στο δικαίωμα αυτό σε συνδυασμό με καταβολή αμοιβής». Με βάση αυτή την Οδηγία επιχειρείται ήδη να αναπτυχθεί ο τομέας των «Συμπράξεων Δημόσιου- Ιδιωτικού Τομέα», που μεταξύ των μυημένων εμφανίζεται με τη συντομογραφία ΣΔΙΤ, ωστόσο απαιτείται ένα ολόκληρο νομοθετικό πλαίσιο, αφού η πολιτική εκχώρησης δραστηριοτήτων προς τους εκπροσώπους του κεφαλαίου πολλές φορές κινείται, ή και ξεπερνά ακόμα και τα όρια αυτής της συνταγματικής νομιμότητας.

Κλασικού τύπου «συμπράξεις», κατασκευή και εκμετάλλευση κάποιου έργου δηλαδή, είναι αυτές που αναφέρονται στα διάφορα κατασκευαστικά έργα και για τα οποία στη χώρα μας υπάρχει ήδη εμπειρία. Μεταξύ αυτών είναι το αεροδρόμιο της «Χόχτιφ» στα Σπάτα, η Αττική Οδός του Μπόμπολα, η γέφυρα της γαλλικής VINCI στο Ρίο- Αντίρριο, οι χώροι στάθμευσης «ΑΘΗΝΑΪΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ», που ανήκουν σε κοινοπραξία κατασκευαστικών εταιριών.

Με βάση την Οδηγία της ΕΕ, η ισχύς της οποίας αρχίζει από τις 31 του Γενάρη του 2006, η κυβέρνηση συγκρότησε «Ειδική Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για τα Δημόσια Εργα», η οποία τον Ιούλη του 2004 παρέδωσε σχετική έκθεση στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών. Ηδη από το φθινόπωρο που μας πέρασε το υπουργείο έχει αποστείλει προς ιδιωτικούς φορείς, δημόσιες υπηρεσίες, επιμελητήρια, επιχειρήσεις, χρηματοοικονομικές εταιρίες και άλλους ειδικό ερωτηματολόγιο προκειμένου να συγκεντρωθούν απόψεις και να διατυπωθούν προτάσεις για όλο το φάσμα των θεμάτων που συνδέονται με τις «συμπράξεις». Πρόκειται για 25 ερωτήματα, χωρισμένα σε πέντε ενότητες και οι αρμόδιοι εκτιμούν πως από τις απαντήσεις «θα φωτιστούν αρκετές πλευρές για την ωριμότητα που υπάρχει στην αγορά, προκειμένου να αποφασιστούν νομοθετικές παρεμβάσεις που θα έχουν μεταρρυθμιστικό χαρακτήρα». Στο θέμα των ΣΔΙΤ θα επανερχόμαστε όλο το επόμενο διάστημα. Σ' αυτή τη φάση ενδιαφέρον θα ήταν να μείνουμε σε δύο παρατηρήσεις, που αφορούν στις κεντρικές στοχεύσεις της πολιτικής των «συμπράξεων».

Εργαλείο στήριξης του κεφαλαίου

Πρώτον: Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η οικονομική ολιγαρχία στην ΕΕ συνολικά, και στην Ελλάδα επίσης, είναι διπλό. Α) Μέσα σε συνθήκες συνεχών εξελίξεων στον τομέα της τεχνολογίας και αδιάλειπτης έντασης του ανταγωνισμού, οι αποδόσεις των κεφαλαίων, και ειδικότερα τα μέσα ποσοστά κέρδους, πιέζονται όλο και περισσότερο. Β) Οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου και της οικονομικής ολιγαρχίας, μετά από πολλές δεκαετίες ληστρικής εκμετάλλευσης των εργαζομένων και λεηλασίας των οικονομικών πόρων της κοινωνίας, έχουν στη διάθεσή τους τεράστια κεφάλαια, πολλά από τα οποία παραμένουν αναξιοποίητα. Αυτά λοιπόν τα λιμνάζοντα κεφάλαια της ντόπιας και ευρωενωσιακής πλουτοκρατίας «πρέπει» οπωσδήποτε να τοποθετηθούν σε επικερδείς δραστηριότητες. Και επειδή ακριβώς μία από τις μορφές με τις οποίες εμφανίζεται η σύγχρονη κρίση του συστήματος είναι η δυσκολία κερδοφόρων τοποθετήσεων στους υπάρχοντες κλάδους και τομείς της οικονομίας, το δημόσιο, οι κυβερνήσεις δηλαδή που ελέγχονται από την οικονομική ολιγαρχία, αναλαμβάνει να βρει και να παραχωρήσει ζωτικό χώρο για την κερδοφόρα δράση του κεφαλαίου.

Δεύτερον: Οι «συμπράξεις» είναι η ...νέας γενιάς μορφή στήριξης του κεφαλαίου, που μπορεί εν μέρει να δοκιμάστηκε και τα προηγούμενα χρόνια, αλλά τώρα φαίνεται πως τείνει να αποκτήσει πιο μαζικό χαρακτήρα, με στόχο να γίνει κυρίαρχη στα πλαίσια της ΕΕ και της Ελλάδας. Αν η παραχώρηση δημόσιων έργων ήταν στο παρελθόν η διαδικασία για την απόσπαση του κέρδους που αφορούσε στην εκτέλεση μιας επένδυσης, σήμερα οι ΣΔΙΤ προσφέρουν στους επιχειρηματικούς ομίλους πολύ περισσότερα πλεονεκτήματα, ανάμεσα στα οποία:

  • Η ίδια η οικονομική δραστηριότητα σε μια εποχή που σε πολλούς κλάδους της οικονομίας η ύφεση είναι παραπάνω από υπαρκτή
  • Η εξασφάλιση εσόδων- κερδών όχι εφάπαξ ή μόνο για την περίοδο που διανύουμε, αλλά για το απώτερο μέλλον, αφού μιλάμε για μακροχρόνιες συμβάσεις αρκετών δεκαετιών
  • Η εξασφάλιση ιδιαίτερα επωφελών χρηματοδοτικών σχημάτων, που πολλές φορές μειώνουν στο ελάχιστο την αναγκαία συμμετοχή με ίδια κεφάλαια
  • Τα ελκυστικά περιθώρια κέρδους, που εξασφαλίζουν όσοι επενδυτές αναλαμβάνουν την εκτέλεση επενδύσεων δημόσιου ενδιαφέροντος, με τα γνωστά «πανωπροίκια», κλπ.
  • Η κατά τεκμήριο γρηγορότερη διεκπεραίωση διαφόρων διαδικασιών και -κυρίως - η παράκαμψη νομικών και άλλων κωλυμάτων
  • Η πλήρης απουσία ανταγωνιστών, όχι μόνο για σήμερα, αλλά και για όλες τις επόμενες δεκαετίες.

Το εύρος των τομέων για τις «συμπράξεις» μπορεί να μην είναι σήμερα δεδομένο, θα είναι ευμετάβλητο και στο μέλλον, αλλά ήδη υπάρχουν οι πρώτοι σχηματοποιημένοι προσανατολισμοί. Κύρια σε τομείς στους οποίους το κεφάλαιο, είτε στη χώρα μας είτε στο εξωτερικό, είναι καλά οργανωμένο και προβάλλει ποικιλόμορφα τις αξιώσεις του. Ο τομέας των κατασκευών είναι σε πρώτο πλάνο, μαζί και διάφοροι όμιλοι που δραστηριοποιούνται στον τομέα της διοίκησης υγειονομικών συστημάτων, ασφαλιστικές εταιρίες, τράπεζες. Με εντατικούς ρυθμούς εισβάλλουν στις «συμπράξεις» τομείς όπως είναι οι εθνικοί οδικοί άξονες, για τους οποίους ήδη έχουν δημοσιοποιηθεί οι κυβερνητικές προθέσεις, η διαχείριση συγκεντρωμένων υλικών, υπηρεσιών, περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου, υπηρεσίες των οποίων η διαχείριση είναι σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κ.ο.κ. Οι ασχολούμενοι, πάντως, σε κυβερνητικό επίπεδο με τις «συμπράξεις» επιδιώκουν να σηματοδοτήσουν ολομέτωπη επίθεση σε ό,τι αφορά στις παραχωρήσεις παρόμοιων έργων στο ιδιωτικό κεφάλαιο, γι' αυτό και η Ειδική Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων προτείνει σε πρώτη φάση την υλοποίηση 6 διαφορετικών έργων. Αυτά είναι:

  • Δύο νοσοκομεία στην Κέρκυρα και στην Κατερίνη (δύο έργα στον τομέα της Υγείας)
  • Δύο κτίρια, το αρχηγείο του Πυροσβεστικού Σώματος και η Ακαδημία του Λιμενικού Σώματος στην Αλεξανδρούπολη (δύο έργα στον τομέα της Στέγασης)
  • Η μαρίνα της Μυκόνου (ένα έργο στον τομέα του Τουρισμού)
  • Ενα δεύτερο Εργοστάσιο Μηχανικής Ανακύκλωσης Απορριμμάτων στην Αθήνα (ένα έργο στον τομέα του Περιβάλλοντος).

Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Στα «τρία μέτρα» τα λαϊκά εισοδήματα

Μονόδρομο, για την αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων του λαού και του τόπου, αποτελούν η αντίσταση και ο αγώνας

Με «μείον» θα κλείσει και ο προϋπολογισμός του 2005 για τα περισσότερα νοικοκυριά των εργαζομένων (μισθωτών - αγροτών - αυτοαπασχολούμενων ΕΒΕ κλπ), καθώς και των συνταξιούχων ή ανέργων. Η ανεξέλεγκτη ακρίβεια στην αγορά - που αναζωπυρώθηκε από τα πρόσφατα φοροεισπρακτικά μέτρα της κυβέρνησης, εξανέμισαν ήδη από το πρώτο τετράμηνο τις ισχνές ονομαστικές αυξήσεις των μισθωτών και συνταξιούχων από την εισοδηματική πολιτική του 2005, τα ψίχουλα του ΕΚΑΣ κλπ. Τα λαϊκά νοικοκυριά θα βρεθούν στους επόμενους μήνες σε ακόμη δυσκολότερη θέση, αφού θα κληθούν να πληρώσουν τις νέες δέσμες και δεσμίδες μέτρων που επεξεργάζεται η κυβέρνηση είτε με την παραπέρα υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου (νέες περικοπές στην αγορά ειδών και υπηρεσιών στοιχειώδους διαβίωσης) είτε (αν δε συμβιβαστούν με το παραπέρα «σφίξιμο του ζωναριού) να προσφύγουν σε νέο τραπεζικό δανεισμό (επιλέγοντας το μοντέλο της «δανεικής ευημερίας»)...

Το γεγονός, ότι «έρχονται ακόμη χειρότερες μέρες» για τους εργαζομένους και τα πλατιά λαϊκά στρώματα, το βεβαιώνουν:

  • Το πλαίσιο οικονομικής πολιτικής του 2005, όπως αυτό προβλέπεται από τον κρατικό προϋπολογισμό που ψηφίστηκε τον περασμένο Δεκέμβρη στη Βουλή.
  • Το εμπλουτισμένο με νέα αντιλαϊκά μέτρα Πρόγραμμα Σταθεροποίησης και Ανάπτυξης, που συναποφάσισαν κυβέρνηση και Βρυξέλλες, με στόχο, υποτίθεται, την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών και άλλων προβλημάτων της χώρας (υπερβολικά κρατικά ελλείμματα, υπέρογκο δημόσιο χρέος κλπ).
  • Η στροφή 180 μοιρών που έκανε η κυβέρνηση στο Ασφαλιστικό και τα Εργασιακά, ανοίγοντας διάπλατα το θέμα, με την κατάλληλη βοήθεια τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της γαλαζοπράσινης ηγεσίας της ΓΣΕΕ.

Ετσι, ενώ μέχρι πρόσφατα η κυβέρνηση διαβεβαίωνε πως δεν υφίσταται θέμα αλλαγών στο Ασφαλιστικό και τα Εργασιακά ή ότι σχεδιάζεται η επιβολή νέων φόρων, τέθηκε σε εφαρμογή, από την 1η Απρίλη, η πρώτη δέσμη φοροεισπρακτικών μέτρων. Ακολούθησαν οι αυξήσεις των διοδίων κατά 43% και των εισιτηρίων και στη συνέχεια οι δηλώσεις των αρμόδιων υπουργών για «αναγκαίες μεταρρυθμίσεις» που πρέπει να γίνουν στο Ασφαλιστικό και στα Εργασιακά.

Μονόδρομος η ανταγωνιστικότητα

Οι πολιτικές, με τις οποίες επιδιώκει η κυβέρνηση της ΝΔ να αντιμετωπίσει τα μεγάλα και χρόνια προβλήματα της χώρας, δε διαφέρουν σε τίποτε από το πλαίσιο πολιτικών που εφάρμοζαν μέχρι τις 7 Μάρτη 2004 οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Και δε θα μπορούσαν να διαφέρουν, αφού το γενικό πλαίσιο της πολιτικής - που καταρτίζεται στις Βρυξέλλες με τη σύμφωνη γνώμη των κυβερνήσεων είτε του ΠΑΣΟΚ είτε της ΝΔ - επιδιώκει τον περιορισμό των κρατικών ελλειμμάτων με αντιλαϊκά μέτρα, που οδηγούν στη διεύρυνση των ελλειμμάτων των λαϊκών νοικοκυριών.

Του λόγου το αληθές, ότι ΠΑΣΟΚ και ΝΔ επιδιώκουν το «νοικοκύρεμα» της οικονομίας και με τα ίδια «εργαλεία», δηλαδή με μέτρα και πολιτικές σε βάρος των λαϊκών νοικοκυριών, βεβαιώνουν:

-- Πρώτον, η εισοδηματική πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ, με πρόσχημα την «αντοχή της οικονομίας», περιορίζει τις ονομαστικές αυξήσεις των μισθών και συντάξεων γύρω και κάτω από τα όρια επίσημου πληθωρισμού (2,55% ως 4%), όπως γινόταν και από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ μέχρι τις 7 Μάρτη 2004.

-- Δεύτερον, η δημοσιονομική πολιτική, που φορτώνει πρόσθετα φορολογικά βάρη στις πλάτες των μισθωτών και συνταξιούχων, ενώ παράλληλα περιορίζει τη φορολογία στα κέρδη και τους μεγαλοεπιχειρηματίες - μεγαλοεισοδηματίες. Χαρακτηριστικό δείγμα γραφής η πρώτη δέσμη φοροεισπρακτικών μέτρων που συναποφάσισαν Βρυξέλλες και Αθήνα, παρά το γεγονός ότι μέχρι και τα μέσα του Μάρτη 2005 η κυβέρνηση υποστήριζε πως δεν υφίσταται θέμα νέων φορολογικών μέτρων. Τα μέτρα αυτά, κρίθηκαν «αναγκαία» για τον περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος, στα συμβατά με την ΕΕ όρια, ενώ πριν 5 μήνες η κυβέρνηση με το φορολογικό νόμο προχώρησε στη μείωση του συντελεστή φορολογίας κερδών κατά ακόμη 10 μονάδες (εν γνώσει της ότι έτσι συμβάλλει στη διόγκωση των ελλειμμάτων) και μετέθεσε για αργότερα την τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας, με το επιχείρημα πως «δεν αντέχει, τώρα, η οικονομία»! Στο ίδιο μήκος κύματος, κινήθηκε και η φορολογική πολιτική που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, ενώ για τη μείωση της φορολογίας των κερδών κατά 10 μονάδες, είχε δεσμευτεί προεκλογικά και ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γ. Παπανδρέου.

-- Τρίτον, η κυβέρνηση της ΝΔ, επιδιώκει την ανάπτυξη της οικονομίας (αύξηση της πίτας του ΑΕΠ) με μέτρα και πολιτικές που τροφοδοτούν την ακρίβεια, την ανεργία, την υποαπασχόληση. Μέτρα που προοπτικά συμβάλλουν στην ύφεση την αγορά. Αλλά δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά, υπηρετώντας τους μεγαλοεπιχειρηματίες. Στα πλαίσια αυτά, προσφέρει την ακρίβεια και την ανεργία, σαν βασικά «εργαλεία» εντατικοποίησης του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζομένων, με απώτερο στόχο τη μεγιστοποίηση των κερδών και υπερκερδών για το μεγάλο κεφάλαιο. Ετσι, τις τελευταίες μέρες, τα λαϊκά νοικοκυριά βλέπουν τις τιμές να «τραβάνε την ανηφόρα» - λόγω της αύξησης των συντελεστών ΦΠΑ και των έμμεσων φόρων - όπως είχε γίνει και στις αρχές του 2002, όταν η δραχμή αντικαταστάθηκε από το ευρώ. Οπως τότε, έτσι και τώρα, οι κυβερνώντες αφήνουν ασύδοτους τους βαρόνους της αγοράς να «φουσκώνουν» τις τιμές, με πρόσχημα τις στρογγυλοποιήσεις, γιατί αυτό επιτάσσει η... «ελεύθερη αγορά».

Και ενώ η ακρίβεια συνθλίβει τα λαϊκά εισοδήματα, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να προσφέρει «θυσία» στο βωμό της μεγιστοποίησης των κερδών και υπερκερδών του μεγάλου κεφαλαίου και την κατάργηση μιας σειράς εργατικών και λαϊκών κατακτήσεων - όπως η μονιμότητα στο στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, η γενίκευση του καθεστώτος «εθελούσιας εξόδου», η κατάργηση του ορίου απολύσεων, του 8ώρου, των υπερωριών κλπ.

Οσο κι αν οι κυβερνώντες και οι κάθε είδους θιασώτες των παραπάνω μέτρων και πολιτικών τα θεωρούν «μονόδρομο» για την ενίσχυση της «ανταγωνιστικότητας», την προσέλκυση νέων επενδύσεων, τη μείωση της ανεργίας, τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων κλπ, στην πράξη, θα οδηγήσουν στην παραπέρα αύξηση της ανεργίας και της απασχολησιμότητας και στην όξυνση των μεγάλων προβλημάτων της οικονομίας και των λαϊκών νοικοκυριών. Με βάση αυτή την εκτίμηση, η συσπείρωση και πάλη των εργαζομένων, για την ανατροπή αυτής της πολιτικής, αποτελεί όχι απλά μονόδρομο, αλλά επιτακτικό καθήκον.


Λάμπρος ΤΟΚΑΣ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ