Ο στρατός που κρατάει τα ηνία της αστικής εξουσίας συνεχώς χρησιμοποιεί τη βία για να καταστείλει τη λαϊκή οργή
Η μεθοδευμένη προσπάθεια του στρατού και των κρατικών ΜΜΕ, που βρίσκονται υπό τον έλεγχό του, να δώσουν χροιά θρησκευτικής βίας στα αιματηρά επεισόδια, κατέρρευσε μέσα σε λίγες ώρες, όταν οι αλλεπάλληλες καταγγελίες αυτοπτών μαρτύρων (ανεξαρτήτως θρησκεύματος) επιβεβαίωναν αυτό που όλοι υποψιάζονταν: ότι τα επεισόδια «στήθηκαν» για να προκληθεί η επέμβαση του στρατού και να «καλλιεργηθεί» ένα κλίμα θρησκευτικής αντιπαράθεσης που θα δικαιολογεί, εννοείται, τη διατήρηση από το στρατό όσο περισσότερων εξουσιών γίνεται. Το θρησκευτικό ζήτημα, άλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που αξιοποιείται κατά τον τρόπο αυτό. Το ίδιο ακριβώς έκανε, κατά διαστήματα, με μεγάλη μαεστρία και η ηγεσία Μουμπάρακ (έγγραφα που βρήκαν διαδηλωτές μέσα σε κτίρια της Ασφάλειας μετά την πτώση Μουμπάρακ, ενέπλεξαν μηχανισμούς του υπουργείου Εσωτερικών στην πολύνεκρη έκρηξη σε κοπτική εκκλησία της Αλεξάνδρειας πέρυσι τα Χριστούγεννα και την ισλαμιστική (σαλαφιστική) οργάνωση που έστειλε τον καμικάζι).
Αν και υπήρχαν δυνάμεις που εξαρχής είδαν φιλύποπτα την ανάληψη της εξουσίας από το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, είναι γεγονός ότι σε μια χώρα, όπου όλοι οι πρόεδροι, από την ανεξαρτησία μέχρι σήμερα, προέρχονται από το στρατό, Μουχάμαντ Ναγκίμπ, Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ, Ανουάρ Σαντάτ, Χόσνι Μουμπάρακ, η κοινή γνώμη διάκειται θετικά απέναντί του, αφού δεν τον έχει νιώσει ποτέ να στέκεται απέναντί της, ασχέτως αν επί της ουσίας είναι αυτός που κινεί τα νήματα. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που είχαν και τότε κάνει λόγο για κεκαλυμμένο πραξικόπημα.
Ο στρατός, όταν πλέον οι διαμαρτυρίες είχαν λάβει άλλου είδους ποιοτικά χαρακτηριστικά καθώς τα αιτήματα διευρύνονταν πολιτικά, θέτοντας ζητήματα πιο γενικά (μισθοί, εργασιακές συνθήκες) , επενέβη, αφού πρώτα άφησε την κατάσταση να αιματοκυλιστεί για τα καλά προκειμένου να δικαιολογήσει και το ρόλο του «ισορροπιστή», για να «δείξει την έξοδο» σε ένα σημαίνον στέλεχός του, όπως ήταν ο Μουμπάρακ, στον οποίο αναγνώρισε «την προσφορά του». Και εκ των υστέρων φρόντισε να περάσει από δίκη ...«ειδικών συνθηκών» (προκειμένου να κατευναστεί η λαϊκή οργή) .
Από την ημέρα ανάληψης της εξουσίας, το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, εκτός των ευχολογίων, δεν έχει υλοποιήσει, πρακτικά και ουσιαστικά, κανένα από τα αιτήματα του αιγυπτιακού λαού. Δεν έχει άρει τον νόμο έκτακτης ανάγκης. Βασανιστήρια γίνονται, στρατοδικεία λειτουργούν, πολιτικοί κρατούμενοι δεν έχουν απελευθερωθεί. Σε μια προσπάθεια να δείξει φιλελεύθερο πρόσωπο, το Στρατιωτικό Συμβούλιο προχώρησε στη διενέργεια δημοψηφίσματος για ορισμένες συνταγματικές αλλαγές, τις οποίες αποφάσισαν ειδικοί της αρεσκείας του με τη συμμετοχή μόνο της ισλαμιστικής οργάνωσης «Αδελφοί Μουσουλμάνοι». Οι Αιγύπτιοι στις 19 Μαρτίου, με ποσοστό συμμετοχής 41%, ενέκριναν (77%) τον χρονικό περιορισμό της προεδρικής θητείας, τη διασφάλιση μέσα από 30.000 υπογραφές της δυνατότητας κατάθεσης υποψηφιότητας για εκλογές, την επίβλεψη των εκλογών από νομικούς και παρέπεμψαν όλα τα σημαντικά στο απώτερο μέλλον.
Ολοκληρωτική στασιμότητα αν όχι χειροτέρευση επικρατεί, από τότε που ανέλαβε το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, και σε επίπεδο εργασιακών δικαιωμάτων και μισθών. Το Συμβούλιο, όχι μόνο δεν ήρε την απαγόρευση των απεργιακών κινητοποιήσεων, αλλά αντίθετα έχει υιοθετήσει νέα απόφαση κατά την οποία όσοι καλούν σε απεργία θα τιμωρούνται ακόμη και με δυσβάσταχτα χρηματικά πρόστιμα. Βέβαια, το κοινωνικό κλίμα παραμένει τόσο εκρηκτικό που δεν έχει καταγραφεί κάποιου τέτοιου είδους επιβολή ποινής.
Οι απεργίες συνεχίζονται αφού δεν έχει γίνει κανένα βήμα βελτίωσης ως προς τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης του αιγυπτιακού λαού. Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι στη μεγάλη και πλούσια χώρα του Νείλου, των 82.000.000 κατοίκων, το 40% ζει κάτω από το όριο της φτώχειας! Τουλάχιστον, 10.000.000 άνθρωποι ζουν σε παραγκουπόλεις, όπου δεν υπάρχει καμία απολύτως υποδομή, χωρίς να έχουν πρόσβαση σε στοιχειώδεις συνθήκες υγιεινής, χωρίς περίθαλψη, χωρίς πρόσβαση σε σύστημα Υγείας. Το εργατικό δυναμικό της Αιγύπτου υπολογίζεται περίπου στα 24.000.000. Εξ αυτών, τα 6.000.000 εκτιμάται ότι είναι οι άνεργοι νέοι με καλή μόρφωση, 5.000.000 αυτοί που εργάζονται μόνο εποχιακά και άλλα 5.000.000 αυτοί που εργάζονται όπου να 'ναι, χωρίς δικαιώματα, χωρίς συγκεκριμένο μισθό, μέσα σε καθεστώς απόλυτης ανασφάλειας. Από τα 82.000.000 το 40% είναι νέοι.
Θα πρέπει, επίσης, να επισημανθεί το τεράστιο πρόβλημα στέγασης. Τα σπίτια, έστω και τα παραγκόσπιτα, δεν αρκούν για να στεγάσουν το διαρκώς αυξανόμενο πληθυσμό. Ακόμη και αν κάποιος έχει τη δυνατότητα να νοικιάσει σπίτι, θα πρέπει να δαπανά γι' αυτό περίπου το 1/2 του μισθού του. Αυτή η δίνη εξαθλίωσης έλαβε διαστάσεις κρίσης τα τελευταία χρόνια όταν το καθεστώς Μουμπάρακ προχώρησε σε σειρά καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων και μείωσε κάποια κρατικά βοηθήματα, ιδιωτικοποιώντας κρατική περιουσία και διευκολύνοντας τη δημιουργία «ακόμη πιο ευέλικτου εργατικού δυναμικού». Από το 2000 και μετά, έχει τριπλασιαστεί ο αριθμός των παιδιών που υποσιτίζονται φθάνοντας τα 7 εκατομμύρια.
Οπως είναι φανερό, τα επεισόδια της περασμένης Κυριακής ήταν το τελευταίο συμβάν, μιας μακράς αλυσίδας αλλεπάλληλων διαψεύσεων του αιγυπτιακού λαού. Το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, αν και είχε τη δυνατότητα να υιοθετήσει μια ενιαία νομοθεσία για τους κανονισμούς ανέγερσης τόπων λατρείας (το διαρκές γκρέμισμα εκκλησιών είναι ένας από τους βασικούς λόγους έντασης στην κοινότητα των Κοπτών - 10% του συνολικού πληθυσμού), δεν το έπραξε. Αφησε το θέμα να σιγοκαίει, για να αξιοποιηθεί όταν παραστεί ανάγκη, όπως και έγινε.
Αυτά τα αιματηρά επεισόδια, όμως, αποκάλυψαν και τον ρόλο που διαδραματίζει ο στρατός στο πλαίσιο των ανακατατάξεων που δρομολόγησαν οι λαϊκές διαδηλώσεις και η εκδίωξη Μουμπάρακ. Δρομολόγησαν διεργασίες τόσο στο επίπεδο των μαζών που κινητοποιήθηκαν και βρίσκονται ακόμη στους δρόμους, όσο και στο επίπεδο των δυνάμεων εκείνων, εντός και εκτός Αιγύπτου - ιμπεριαλιστικές / περιφερειακές δυνάμεις, και τμήματα της εγχώριας αστικής τάξης - που βρίσκονται σε αναβρασμό ελιγμών και διαγκωνισμών, προκειμένου να προσεταιριστούν, να χαλιναγωγήσουν και, τελικά, να χειραγωγήσουν τη λαϊκή οργή και ορμή.
Είναι ηλίου φαεινότερο ότι ένα μεγάλο τμήμα της αιγυπτιακής αστικής τάξης, επιθυμούσε, επίσης, την αποχώρηση Μουμπάρακ από την εξουσία, εκτιμώντας ότι ο τρόπος που ασκούσε εξουσία ήταν επιβλαβής για τα ίδια τα συμφέροντά της, εκτός από το κομμάτι εκείνο που ήταν άμεσα εξαρτώμενο από τον πρώην πρόεδρο. Η αποχώρηση του ισχυρού άνδρα από το προσκήνιο άφησε κενό εξουσίας που, σε πολιτικό επίπεδο στην παρούσα φάση, δεν φαίνεται να μπορεί να καλυφθεί από τα δεκάδες αστικά κόμματα και συνασπισμούς που δημιουργήθηκαν και προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους .
Το Κόμμα «Ελευθερίας και Δικαιοσύνης» των ισλαμιστών «Αδελφών Μουσουλμάνων» είναι ο πλέον σοβαρός διεκδικητής της εξουσίας εκμεταλλευόμενο τα εκτεταμένα κοινωνικά και φιλανθρωπικά δίκτυά του. Το γεγονός ότι οι ίδιοι δηλώνουν έτοιμοι να κυβερνήσουν «ένα κοσμικό κράτος», ότι δεν συμμετέχουν πλέον παρά ακροθιγώς στις διαρκώς κλιμακούμενες λαϊκές διαμαρτυρίες κατά του στρατού και ότι έχουν συνομιλήσει (άμεσα ή έμμεσα, διά μέσου αντιπροσώπων) με όλους τους αξιωματούχους των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που πηγαινοέρχονται στη χώρα ανελλιπώς προκειμένου να διασφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα, δείχνει ότι πλέον έχουν εγκαταλείψει το ρόλο του «κυνηγημένου φανατικού» και διεκδικούν αυτόν του πλέον αξιόπιστου διαχειριστή του συστήματος και συνομιλητή των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Οπως όλα δείχνουν, όμως, ή δεν έχουν ακόμη πείσει τους συνομιλητές τους ή δεν είναι βέβαιο ότι η ανάληψη της εξουσίας από αυτούς, δε θα πυροδοτήσει περαιτέρω αναταραχή.
Και έτσι το κενό εξουσίας παραμένει. Αυτό φαίνεται ότι προσπαθεί να καλύψει ο στρατός μέχρις ότου, τουλάχιστον, διασφαλιστεί η επόμενη μέρα για την αστική τάξη και το κεφάλαιο. Για τους ιμπεριαλιστές η Αίγυπτος είναι εξαιρετικά σημαντική. Ενας από τους βασικούς τους στόχους είναι να εκσυγχρονιστεί το αστικό καθεστώς για να εξασφαλίσουν την μεγαλύτερη δυνατή σταθερότητα στις επενδύσεις των μονοπωλίων τους στις αγορές της περιοχής.
Ταυτόχρονα, όμως, η Αίγυπτος είναι εξαιρετικά σημαντική γεωστρατηγικά και οικονομικά για τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς στην ευρύτερη περιοχή. Εκτός του φυσικού της πλούτου, στον οποίο συμπεριλαμβάνεται και πετρέλαιο και φυσικό αέριο, η Αίγυπτος βρίσκεται σε νευραλγικό σημείο. Δεν προμηθεύει απλώς το Ισραήλ με φυσικό αέριο αλλά είναι και η πρώτη αραβική χώρα που υπέγραψε συμφωνία ειρήνης με το Ισραήλ (με ακριβό αντάλλαγμα βέβαια αφού διασφάλισε 1,3 δισ. δολάρια ετήσια στρατιωτική βοήθεια από τις ΗΠΑ). Η ανησυχία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού που εξαργυρώθηκε με αυτήν την βοήθεια οφείλεται στο γεγονός ότι η Αίγυπτος είναι, λόγω ιστορίας και παράδοσης, η ναυαρχίδα του αραβικού κόσμου. Και ελέγχει και τη Διώρυγα του Σουέζ από όπου, σήμερα, περνά το 7,5% του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς πετρελαίου.
Το αν θα καταφέρει τελικά ο αιγυπτιακός στρατός να διατηρήσει τα ηνία της χώρας, μέχρις ότου σταθεροποιηθεί το αστικό σύστημα στην νέα του μορφή στην Αίγυπτο και διασφαλιστούν τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, αξιοποιώντας ακόμη και τις πλέον χρησιμοποιημένες συνταγές, όπως αυτήν της θρησκευτικής βίας, μένει ν' αποδειχτεί. Οπως και το τι τίμημα θα πληρώσει ο αιγυπτιακός λαός γι' αυτό. Αν λάβει, δε, κανείς υπ' όψη του ότι εξαιρετικά κρίσιμες είναι και οι εξελίξεις σε όλη την περιοχή (Παλαιστινιακό, ένταση Τουρκίας - Ισραήλ κλπ.), και αυτές έχουν αντανάκλαση στο εσωτερικό της χώρας του Νείλου, τότε είναι προφανές ότι όλα τα ενδεχόμενα θα πρέπει να θεωρούνται πιθανά.