ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 15 Μάη 2021 - Κυριακή 16 Μάη 2021
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ - ΕΑΡΙΝΕΣ ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
«Ραχοκοκαλιά» της ανάκαμψης η αντιλαϊκή πολιτική

Το «σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας», με τον φρέσκο πακτωλό χρηματοδότησης προς τους εγχώριους επιχειρηματικούς ομίλους, σε συνδυασμό με το μπαράζ των αντιλαϊκών παρεμβάσεων που προβλέπονται σε αυτό, φιγουράρει ως η «ραχοκοκαλιά της ανάκαμψης» στην ελληνική οικονομία, σύμφωνα με τις Εαρινές Προβλέψεις 2021 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που δημοσιοποιήθηκαν την Τετάρτη.

Επόμενος σταθμός των αντιλαϊκών διεργασιών είναι η 10η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που θα δημοσιοποιηθεί προς τα τέλη Μάη. Σε αυτή, σύμφωνα με τις πληροφορίες, η κυβερνητική αντιλαϊκή πολιτική για μια ακόμη φορά θα ξεπερνά τον πήχη της «μεταμνημονιακής αξιολόγησης», καθώς μεταξύ άλλων η λεγόμενη «επιστροφή στην κανονικότητα» θα συνδυαστεί με την επανέναρξη (από Σεπτέμβρη) και κλιμάκωση των πλειστηριασμών για τα «κόκκινα» δάνεια, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα.

Σύμφωνα με τις Εαρινές Προβλέψεις, η οικονομική δραστηριότητα κατά το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους αναμένεται να υποστηριχθεί από την έναρξη του σχεδίου ανάκαμψης, ενώ συνολικά το ΑΕΠ προβλέπεται να ανακάμψει με ρυθμούς 4,1% το 2021 και 6,0% το 2022, έναντι βύθισης 8,2% που καταγράφηκε το 2020. Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται, ο οικονομικός αντίκτυπος της κρίσης στην ελληνική οικονομίας ήταν σημαντικός κυρίως λόγω του ειδικού βάρους που κατέχει ο τουριστικός τομέας και του «μικρού μεγέθους της πλειονότητας των επιχειρήσεων στην οικονομία».

Ελλείμματα και χρέη στις πλάτες του λαού

Σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν, το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού για το 2020 εκτοξεύτηκε στο 9,7% του ΑΕΠ, γεγονός που συνδέεται με τα διαδοχικά πακέτα στήριξης του κεφαλαίου. Παράλληλα, το κρατικό χρέος, από 180,5% του ΑΕΠ το 2019, έφτασε το 2020 στο 205,6%, ενώ για το 2021, παρά την πρόβλεψη για ανάκαμψη, εκτιμάται ότι θα ενισχυθεί περαιτέρω, στο 208,8% του ΑΕΠ.

Κατά την ίδια έκθεση, το ποσοστό της επίσημης ανεργίας θα παραμείνει στάσιμο στο 16,3% το 2021 (όσο και το 2020) και στο 16,1% το 2022. Που σημαίνει ότι κανένα πρακτικό όφελος δεν προκύπτει για εργαζόμενους και άνεργους από το Ταμείο Ανάκαμψης και τις προβλέψεις για ανάπτυξη αυτόν και τον επόμενο χρόνο.

Αντίθετα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βλέπει σημαντικούς κινδύνους που θα επιδράσουν και στην ανεργία, όπως η «φερεγγυότητα των επιχειρήσεων» μόλις λήξουν τα μέτρα που πάρθηκαν την περίοδο της πανδημίας. Ουσιαστικά γίνεται λόγος για επιχειρηματικά «κανόνια» που θα «σκάσουν» στην επόμενη φάση.

Σημειώνεται επίσης ότι οι εξελίξεις στην αγορά εργασίας θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από τον ρυθμό με τον οποίο καταργούνται τα μέτρα στήριξης, όπως η αποζημίωση ειδικού σκοπού, η κάλυψη ασφαλιστικών εισφορών της εργοδοσίας κ.ά. Τέλος, πηγή αβεβαιότητας παραμένουν οι εξωτερικοί γεωπολιτικοί παράγοντες.

Λόγος γίνεται και για δημοσιονομικούς κινδύνους, όπως οι καταπτώσεις κρατικών εγγυήσεων, δηλαδή τα επιχειρηματικά χρέη που τελούν υπό την εγγύηση του κράτους και θα φορτωθούν στη συνέχεια στους κρατικούς προϋπολογισμούς.

Αναιμική ανάκαμψη στην ΕΕ

«Η πανδημία του κορονοϊού αποτελεί κλυδωνισμό ιστορικών διαστάσεων για τις οικονομίες της Ευρώπης», αναφέρει η Κομισιόν, καθώς στη διάρκεια του 2020 η βύθιση του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη έφτασε σε 6,6% και συνολικά στην ΕΕ σε 6,1%. Σε επίπεδο Ευρωζώνης η πρόβλεψη είναι για ανάκαμψη το 2021 στο 4,3% (από 3,8% στις Χειμερινές Προβλέψεις) και το 2022 στο 4,4% (από 3%).

Αντίστοιχα, για την ΕΕ προβλέπεται κατρακύλα 6,3% για το 2020, ανάκαμψη 3,7% φέτος και 3,9% το 2022. Οι προβλεπόμενοι ρυθμοί ανάκαμψης του ΑΕΠ για το 2021 και το 2022 διαμορφώνονται ως εξής: Γερμανία: 3,4%, 4,1% (από -4,9% το 2020). Γαλλία: 5,7%, 4,2% (από -8,1%). Ιταλία: 4,2%, 4,4% (από -8,8%), Ισπανία: 5,9%, 6,8% (από -10,8%), Πορτογαλία: 3,9%, 5,1% (από -7,6%). Τέλος, το φετινό δημοσιονομικό έλλειμμα στην Ευρωζώνη αναμένεται να εκτιναχθεί στο 8% του ΑΕΠ, ενώ το συνολικό κρατικό χρέος στην Ευρωζώνη θα φτάσει στο 102% του ΑΕΠ.


Α. Σ.

«NEW GREEN DEAL» ΣΤΙΣ ΗΠΑ
Σχέδιο βγαλμένο από τα συρτάρια επενδυτικών κολοσσών που κάνουν μπίζνες με «φερετζέ» το κλίμα

Από το αμερικανικό «Πράσινο Κόμμα», μέχρι την υιοθέτησή του ως επίσημης πολιτικής από την κυβέρνηση Μπάιντεν

Η Αλεξάντρια Οκάζιο - Κορτέζ ανακοινώνει την ατζέντα του «Green New Deal»
Η Αλεξάντρια Οκάζιο - Κορτέζ ανακοινώνει την ατζέντα του «Green New Deal»
Λίγες μέρες μετά τις εκλογές για το Κογκρέσο των ΗΠΑ, το Νοέμβρη του 2018, τις οποίες κέρδισαν οι Δημοκρατικοί, περίπου 200 άτομα νεαρής ηλικίας πραγματοποίησαν παράσταση διαμαρτυρίας μέσα στο Καπιτώλιο, στο γραφείο της επικεφαλής των Δημοκρατικών, Νάνσι Πελόζι.

Αν και η Πελόζι θα αναλάμβανε τα καθήκοντα προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων το Γενάρη του 2019, τα μέλη του «Sunrise Movement», όπως ονομαζόταν η οργάνωση, απαίτησαν να δοθούν δεσμεύσεις για την προώθηση μιας «πράσινης ατζέντας» για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Η «εικόνα της μέρας» ήταν όμως άλλη: Αυτή της νεοεκλεγείσας στο Κογκρέσο Αλεξάντρια Οκάζιο - Κορτέζ να συνομιλεί με τους διαδηλωτές και να τους διαβεβαιώνει πως θα προωθήσει τα αιτήματά τους.

Η Οκάζιο - Κορτέζ δεν είχε καν αναλάβει τα καθήκοντά της εκείνη τη μέρα. Οταν ορκίστηκε λίγους μήνες αργότερα, το Γενάρη του 2019, έγινε στα 29 της χρόνια η νεότερη γυναίκα που εκλέχθηκε στο Κογκρέσο των ΗΠΑ. Μαζί με μία ακόμη συνυποψήφια, αποτέλεσαν τα πρώτα μέλη της σοσιαλδημοκρατικής οργάνωσης «Democratic Socialists of America» που κατάφεραν να εκλεγούν.

Παρά το γεγονός ότι δεν είχε καν ορκιστεί, η Αλεξάντρια Οκάζιο - Κορτέζ, την ίδια μέρα της κινητοποίησης, παρουσίασε ένα ψήφισμα για τη δημιουργία μιας επιτροπής του Κογκρέσου, που θα αναλάμβανε να διαμορφώσει τη «Νέα Πράσινη Συμφωνία» (Green New Deal).

Η διευθύνουσα σύμβουλος της «Ceres» χτυπά το κουδούνι του Nasdaq στις 13 Δεκέμβρη 2018
Η διευθύνουσα σύμβουλος της «Ceres» χτυπά το κουδούνι του Nasdaq στις 13 Δεκέμβρη 2018
Η επιτροπή προτεινόταν να «έχει την εξουσία να αναπτύξει ένα λεπτομερές, εθνικό, βιομηχανικό, οικονομικό σχέδιο κινητοποίησης για τη μετάβαση της οικονομίας των Ηνωμένων Πολιτειών, ώστε να καταστεί ουδέτερη ως προς τον άνθρακα και να μειώσει σημαντικά τα αέρια του θερμοκηπίου από την ατμόσφαιρα και τους ωκεανούς και να προωθήσει την οικονομική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη και ισότητα», καταρτίζοντας ένα σχέδιο νόμου έως την 1 Μάρτη 2020.

Το «τυράκι» για την «πράσινη μετάβαση»

Η πρόταση δεν είχε να κάνει μόνο με την προώθηση των ΑΠΕ, την «πράσινη» μετάβαση της παραγωγής, των υποδομών μεταφορών, του ηλεκτρικού δικτύου, των κτιρίων και των κατοικιών των ΗΠΑ. Το «Green New Deal» περιείχε πολλές ακόμα προτάσεις και περιγράφηκε ως «συνδυασμός προγραμμάτων εργασίας με μέτρα για την καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης».

Ηταν δηλαδή ένα συνεκτικό σχέδιο για τη συνολική μεταρρύθμιση της οικονομίας, που υποσχόταν «επενδυτικό πυρετό» με τη στήριξη του κράτους και παράλληλα νέες θέσεις εργασίας και καλύτερη ποιότητα ζωής για τα λαϊκά στρώματα. Οι «κατευθυντήριες γραμμές» της πρότασης περιελάμβαναν μεταξύ άλλων ένα πρόγραμμα για κρατικά εγγυημένες θέσεις εργασίας, μισθούς και κατώτατο εγγυημένο εισόδημα.

Τίθονταν επίσης ως στόχος η αποτελεσματικότερη διαχείριση των «βαθιά εδραιωμένων φυλετικών, περιφερειακών και έμφυλων ανισοτήτων εισοδήματος», η εκπόνηση «καθολικών προγραμμάτων υγειονομικής περίθαλψης», αλλά και «οποιαδήποτε άλλα μπορεί να κρίνει η ειδική επιτροπή κατάλληλα για την προώθηση της οικονομικής ασφάλειας, της ευελιξίας της αγοράς εργασίας και της επιχειρηματικότητας».

Τέλος, η επιτροπή θα έπρεπε να προτείνει πολιτικές και μέτρα και να παροτρύνει «σε μεγάλο βαθμό τα εθνικά και τοπικά εργατικά συνδικάτα να αναλάβουν ηγετικό ρόλο στη διαδικασία επαγγελματικής κατάρτισης και ανάπτυξης των εργαζομένων», με δεδομένη την καταστροφή κεφαλαίου που συνεπάγεται η λεγόμενη «πράσινη μετάβαση», προκειμένου να δημιουργηθεί χώρος για νέες κερδοφόρες επενδύσεις.

Το ψήφισμα

Τελικά, μέσα σε έναν μήνα από την ορκωμοσία της, στις αρχές Φλεβάρη, η Οκάζιο - Κορτέζ μαζί με τον γερουσιαστή Εντουαρντ Μάρκεϊ δημοσίευσαν ένα ψήφισμα 14 σελίδων για τη «Νέα Πράσινη Συμφωνία».

Το ψήφισμα έθετε ως στόχο τη μετάβαση σε μια οικονομία μηδενικών ρύπων, με κάλυψη όλων των ενεργειακών αναγκών της χώρας από ΑΠΕ, σε συνδυασμό με ένα πρόγραμμα στήριξης των επενδύσεων στην αγορά ηλεκτρικών αυτοκινήτων και τον εκσυγχρονισμό των μεταφορικών υποδομών.

Η «10ετής εθνική κινητοποίηση», στην οποία καλούσε το ψήφισμα, θα είχε ως πρωταρχικούς στόχους την «εξασφάλιση εργασίας με μισθό που να μπορεί να συντηρήσει οικογένεια, επαρκή οικογενειακή και ιατρική άδεια, αμειβόμενες διακοπές και ασφάλεια συνταξιοδότησης σε όλους τους ανθρώπους των ΗΠΑ».

Περιέχονταν ακόμα διακηρύξεις για «παροχή υψηλής ποιότητας υγειονομικής περίθαλψης, οικονομικά προσιτή, ασφαλή και επαρκή στέγαση, οικονομική ασφάλεια και πρόσβαση σε καθαρό νερό, καθαρό αέρα, υγιεινά και οικονομικά προσιτά τρόφιμα και πρόσβαση στη φύση», όπως και «παροχή πόρων, κατάρτισης και εκπαίδευσης υψηλής ποιότητας, συμπεριλαμβανομένης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, σε όλους».

Ιδιαίτερο βάρος δινόταν επίσης στην επισκευή και αναβάθμιση όλων των κτιριακών και μεταφορικών υποδομών των ΗΠΑ, των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας «για την εξάλειψη της ρύπανσης και των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τον τομέα των μεταφορών, όσο είναι τεχνολογικά εφικτό», όπως και τη «μαζική ανάπτυξη της καθαρής παραγωγής στις ΗΠΑ για την εξάλειψη της ρύπανσης και των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τη μεταποίηση, τη γεωργία και τη βιομηχανία».

Το ψήφισμα για τη «Νέα Πράσινη Συμφωνία», που διαμόρφωσαν οι Κορτέζ κα Μάρκεϊ, δεν πέρασε τελικά από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Αντί γι' αυτό, συστάθηκε μια νέα επιτροπή, με αποστολή να κάνει συστάσεις στο Κογκρέσο πάνω στη διαμόρφωση πολιτικής για το κλίμα, που θα «επιτυγχάνουν ουσιαστικές και μόνιμες μειώσεις της ρύπανσης και άλλων δραστηριοτήτων, συμβάλλοντας στην κλιματική κρίση».

Η επιτροπή αυτή παρέδωσε την τελική της έκθεση στο Κογκρέσο στις 30 Ιούνη, με τίτλο «Επίλυση της κλιματικής κρίσης: Το σχέδιο δράσης του Κογκρέσου για μια οικονομία καθαρής Ενέργειας και μια υγιή και δίκαιη Αμερική».

Μια πρόταση από τα παλιά

Οι παραπάνω προτάσεις, αν και παρουσιάστηκαν ως «ρηξικέλευθες», βγήκαν από «παλιά συρτάρια». Από το 2006, το «πρόγραμμα για μια Νέα Πράσινη Συμφωνία», που βρισκόταν στην ίδια κατεύθυνση, είχε συμπεριληφθεί στις πλατφόρμες πολλών υποψηφίων του Αμερικανικού «Πράσινου Κόμματος», μέχρι και το 2018. Και εκεί γινόταν λόγος για 100% καθαρή, ανανεώσιμη παραγωγή Ενέργειας μέχρι το 2030, επιβολή φόρου στις εκπομπές άνθρακα, εγγυημένες θέσεις εργασίας, δωρεάν τριτοβάθμια εκπαίδευση και υγειονομική περίθαλψη.

Αντίστοιχη επεξεργασία είχε δημοσιεύσει το 2008 το «Green New Deal Group» στη Μ. Βρετανία, η οποία προωθήθηκε από το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ (UNEP)1. To 2009, παρόμοιες κατευθυντήριες γραμμές περιέλαβαν σε κοινή τους επεξεργασία το Ινστιτούτο «Worldwatch» με έδρα τις ΗΠΑ και το γερμανικό ίδρυμα «Heinrich Bοll», με τη χρηματοδότηση της Κομισιόν2.

Χαρακτηριστική περίπτωση είναι και αυτή του πρώην αντιπρόεδρου των ΗΠΑ επί κυβερνήσεων Κλίντον (1993-2001), Αλ Γκορ. Κατά την θητεία του, προώθησε σειρά κυβερνητικών πρωτοβουλιών σχετικά με το περιβάλλον και την υπερθέρμανση του πλανήτη. Στη συνέχεια, αναδείχτηκε ως «οικο-ακτιβιστής», ιδρύοντας περιβαλλοντικές μη κυβερνητικές οργανώσεις, γράφοντας βιβλία, γυρίζοντας ταινίες κλπ.

Η καμπάνια του εστίασε στην προώθηση κρατικών επιδοτήσεων για τις τεχνολογίες «πράσινης» ενέργειας. Ο ίδιος είχε επενδύσει σε τέτοιες εταιρείες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα: Πέρα από μέλος του ΔΣ της «Apple» και ανώτερος σύμβουλος της «Google», το επενδυτικό του χαρτοφυλάκιο περιλαμβάνει εταιρείες όπως η «Generation Investment Management», που εστιάζει στις «πράσινες» επενδύσεις και η «Kleiner Perkins» στην οποία είναι επικεφαλής της ομάδας «λύσεων για την κλιματική αλλαγή».

Μαζί με τα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων της «πράσινης» οικονομίας, αυξήθηκε και η προσωπική του περιουσία: Οταν αποσύρθηκε από την πολιτική, η περιουσία του μετά βίας έφτανε τα 2 εκ. δολάρια, και πλέον αγγίζει τα 300...

Τα λόμπι των «πράσινων» κερδών

Τι κρύβεται όμως πίσω απ' αυτήν την έντονη πολιτική κινητικότητα, με επίκεντρο την πράσινη ανάπτυξη; Προτάσεις για τη λεγόμενη «πράσινη μετάβαση», μόνο καινούργιες δεν είναι στις ΗΠΑ, όπου εκτιμάται πως μόνο για τον τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, θα χρειαστούν τα επόμενα χρόνια κεφάλαια από 5 έως και 9 τρισ. δολάρια.

Το ενδιαφέρον, επομένως, των επιχειρηματικών ομίλων είναι τεράστιο εδώ και δεκαετίες. Από τις αρχές του '90, έχουν δημιουργηθεί διάφοροι συνασπισμοί, ενώσεις κ.ο.κ., τα λεγόμενα «λόμπι» επιχειρήσεων, τραπεζών και επενδυτικών funds, προκειμένου να προωθηθεί η «πράσινη ατζέντα» που θα αναζωογονήσει τα κέρδη τους και θα δώσει διέξοδο σε λιμνάζοντα κεφάλαια.

Τα λόμπι αυτά ασκούν επιρροή στο πολιτικό σύστημα για να εντάξει στην ατζέντα του την «πράσινη» οικονομία. Οπως δείχνει και το παράδειγμα των ΗΠΑ, συνδέονται κατά βάση με δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, που το πρόγραμμά τους περιλαμβάνει και ένα «επίχρισμα» κοινωνικής πολιτικής, ώστε η «πράσινη μετάβαση», με την εργαλειοποίηση της «κλιματικής αλλαγής», να ενσωματώνει και να κινητοποιεί ευρύτερα τα λαϊκά στρώματα.

Ενας τέτοιος οργανισμός είναι το Δίκτυο Επενδυτών και Περιβαλλοντικών Ομάδων CERES (CERES Investment Group), που ιδρύθηκε το 1989 και το 2007 έφτασε να θεωρείται ένας από τους «100 παράγοντες με τη μεγαλύτερη επιρροή στην εταιρική διακυβέρνηση».

Το δίκτυο περιλαμβάνει εκατοντάδες επενδυτές κεφαλαίων, που διαχειρίζονται περισσότερα από 37 τρισεκατομμύρια δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία. Οπως αναφέρει το ίδιο, τα μέλη του «πιέζουν τα χρηματιστήρια και τις ρυθμιστικές αρχές της κεφαλαιαγοράς να βελτιώσουν τη γνωστοποίηση των κινδύνων για το κλίμα και τη βιωσιμότητα, καθώς και ευκαιρίες για την υπεράσπιση ισχυρότερων πολιτικών για το κλίμα, την καθαρή Ενέργεια και το νερό σε όλα τα επίπεδα της κυβέρνησης».

Ανάμεσα στα μέλη του δικτύου συναντά κανείς κολοσσούς διαχείρισης κεφαλαίων, όπως η «BlackRock», η «Morgan Stanley» και η «Rockefeller Capital Management», ενώ στα διάφορα άλλα δίκτυα και ενώσεις, κάτω από την ομπρέλα του CERES, βρίσκονται διεθνείς επιχειρηματικοί όμιλοι από μια σειρά κλάδων της αυτοκινητοβιομηχανίας, των αυτοματισμών και της τεχνολογίας αιχμής, όπως οι AMD, «Amazon», «Apple», «Ford» και «Dell».

Η κλιματική αλλαγή ως «επιχειρηματική ευκαιρία»

Ενα παράλληλο δίκτυο επενδυτών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που συντονίζει το CERES, είναι το «Δίκτυο Επενδυτών για τον Κλιματικό Κίνδυνο» (INCR), με σκοπό «την καλύτερη κατανόηση των χρηματοοικονομικών κινδύνων και των επενδυτικών ευκαιριών που θέτει η κλιματική αλλαγή».

Σε παλαιότερο κείμενό του, από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, το INCR σημείωνε πως οι ευκαιρίες που ανοίγονται για τους επιχειρηματικούς ομίλους από την «πράσινη οικονομία» είναι τεράστιες.

Γράφει συγκεκριμένα: «Η παγκόσμια αγορά ΑΠΕ έφθασε τα 50 δισεκατομμύρια δολάρια το 2005 και η αγορά προβλέπεται να υπερβεί τα 150 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2015 (...) Η κλιματική αλλαγή, όπως κάθε σημαντική πρόκληση, παρέχει ευκαιρίες ανάπτυξης για εταιρείες που είναι πρόθυμες να ηγηθούν. Παράλληλα με τους οικονομικούς και ανταγωνιστικούς κινδύνους της κλιματικής αλλαγής, έρχονται ευκαιρίες για αύξηση της αξίας των μετοχών, αύξηση της αξίας του εμπορικού σήματος και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας».

Στον λαβύρινθο των «πράσινων» λόμπι προστέθηκε το 2009 και το BICEP (Business for Innovative Climate and Energy Policy), που και αυτό συντονίζεται από το CERES. «Οι κλιματικές και καθαρές ενεργειακές προκλήσεις παρουσιάζουν τεράστιες ευκαιρίες, αλλά και επείγοντες κινδύνους για τις παγκόσμιες επιχειρήσεις», αναφέρει η ιστοσελίδα του, που παρουσιάζει τους δεκάδες επιχειρηματικούς ομίλους - μέλη του, όπως «Novartis», «Nestle», το επενδυτικό fund «Vulcan», η «Microsoft», η «IKEA» και άλλοι.

Σε συνεργασία «με τους ηγέτες της κεφαλαιαγοράς με τη μεγαλύτερη επιρροή για την επίλυση των μεγαλύτερων προκλήσεων βιωσιμότητας στον κόσμο» και μέσα από τα «ισχυρά μας δίκτυα και τις παγκόσμιες συνεργασίες επενδυτών, εταιρειών» το «BICEP» υποστηρίζει πως προωθεί «δίκαιες λύσεις που βασίζονται στην αγορά και πολιτικές λύσεις σε όλη την οικονομία».

Business as usual...

Το CERES μαζί με άλλα 6 αντίστοιχα δίκτυα ίδρυσαν το 2015 το «We Mean Business», έναν παγκόσμιο συνασπισμό που συνεργάζεται με τις πιο ισχυρές επιχειρήσεις του κόσμου, χαρακτηρίζοντας την κλιματική αλλαγή «μία από τις σημαντικότερες επιχειρηματικές ευκαιρίες αυτού του αιώνα».

Τα μονοπώλια μυρίζονται κέρδη από τις «πράσινες μπίζνες» με γρήγορους ρυθμούς, αν κρίνει κανείς από τη ραγδαία ανάπτυξη των επιχειρήσεων που απαρτίζουν αυτόν τον «συνασπισμό»: Το 2015 αριθμούσε 735 εταιρείες, 1.315 το 2020 και 1.776 το 2021.

Οπως αναφέρει το υπερ-λόμπι, στόχος του είναι να πιέσει κυβερνήσεις «να δημιουργήσουν ευνοϊκές πολιτικές που στηρίζουν τις εταιρείες να υλοποιήσουν τολμηρή δράση για το κλίμα (...) Μια συνεργατική εταιρική σχέση μεταξύ επιχειρήσεων και κυβέρνησης μπορεί να διασφαλίσει ότι η μετάβαση επιτυγχάνεται με την ταχύτητα και την κλίμακα που απαιτείται, διασφαλίζοντας τη μελλοντική κερδοφορία των επιχειρήσεων».

Παραπομπές:

1. https://neweconomics.org/2008/07/green-new-deal

2. https://www.boell.de/sites/default/files/green_new_deal.pdf

Για να στηρίξουν την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας, τα αστικά επιτελεία σε ΗΠΑ, ΕΕ, Ιαπωνία προχωρούν σε μεγάλη κρατική παρέμβαση, αξιοποιώντας προτάσεις του κεϊνσιανισμού. Ακολουθούν επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, δηλαδή αύξηση των κρατικών δαπανών, κυρίως για την άμεση ενίσχυση των επιχειρηματικών ομίλων, αλλά και σε μια προσπάθεια προσωρινής «άμβλυνσης» των πιο οξυμένων συνεπειών της κρίσης σε λαϊκές δυνάμεις. Αυτή σχετίζεται με ανοχή στην αύξηση του κρατικού χρέους, δηλαδή συνοδεύεται από πιο χαλαρή νομισματική πολιτική.

Από την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία τονίζεται η ανάγκη σταθερής επιστροφής στις περισσότερες υποδείξεις κεϊνσιανής διαχείρισης, που προβάλλεται ως η προοδευτική, φιλολαϊκή απάντηση στον νεοφιλελευθερισμό, στον οποίο εξάλλου χρεώνουν την ευθύνη για την εκδήλωση της κρίσης.

Η αλήθεια είναι ότι, αφενός στο έδαφος κεϊνσιανού τύπου διαχείρισης είχαν εκδηλωθεί καπιταλιστικές οικονομικές κρίσεις στο β΄ μισό του 20ού αιώνα, αφετέρου ορισμένες επεκτατικές κεϊνσιανές προτάσεις και οι κατευθύνσεις χαλαρής νομισματικής πολιτικής δεν είχαν εξαφανιστεί από το προηγούμενο μείγμα αστικής διαχείρισης.

Μετά τη διεθνή κρίση του 2008 - 2009 η ΕΚΤ και πολύ περισσότερο η αμερικανική FED ακολούθησαν πολιτική «ποσοτικής χαλάρωσης» για τη στήριξη των τραπεζικών ομίλων. Δόθηκε η δυνατότητα στις κυβερνήσεις των κρατών - μελών της ΕΕ να εκδίδουν ομόλογα που αγόραζαν οι τραπεζικοί όμιλοι, απορροφώντας στην ουσία δανειακά κεφάλαια από την ΕΚΤ με εξαιρετικά ευνοϊκό επιτόκιο.

Στη συνέχεια, ήρθε στο προσκήνιο η πρόταση για «Πράσινο New Deal». Αρχικά κατατέθηκε το 2019 ως ψήφισμα στο Κογκρέσο των ΗΠΑ από την «αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών». Παράλληλα, προωθήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η «Νέα Πράσινη Συμφωνία» στο όνομα της προστασίας του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας, ώστε να διαμορφωθεί μια προσωρινή κερδοφόρα διέξοδος επενδύσεων για το υπερσυσσωρευμένο κεφάλαιο.

Στην ουσία, η συγκεκριμένη πρόταση, διασφαλίζει με τη μεγάλη κρατική παρέμβαση, αφενός τη διαμόρφωση κινήτρων με τη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων στους τομείς της Ενέργειας, των Μεταφορών και των συγκοινωνιών, της μεταποίησης και του αγροτικού τομέα σε συνδυασμό με την ενίσχυση του ψηφιακού εκσυγχρονισμού της οικονομίας και αφετέρου την ελεγχόμενη απαξίωση κεφαλαίου (π.χ. κλείσιμο λιγνιτικών σταθμών, απόσυρση συμβατικών αυτοκινήτων, αλλαγή ενεργειακών δικτύων).


ΚΕΙΜΕΝΑ: Δημήτρης ΜΑΒΙΔΗΣ - ΠΕΣΙΤΣ

Το σχέδιο Μπάιντεν

Στη διάσκεψη ηγετών για το Κλίμα, την οποία διοργάνωσε ο Μπάιντεν στις 22-23 Απρίλη με τη συμμετοχή 40 αρχηγών κρατών, παρουσίασε το σχέδιό του για ένα «εθνικό πρότυπο καθαρής Ενέργειας» (clean energy standard - CES), με στόχους τη μείωση κατά 100% των εκπομπών άνθρακα από το ηλεκτρικό δίκτυο των ΗΠΑ έως το 2035 και τη μείωση 50-52% συγκριτικά με τα επίπεδα του 2005, της καθαρής ρύπανσης από αέρια του θερμοκηπίου, στο σύνολο της οικονομίας μέχρι το 2030.

Να σημειωθεί ότι σήμερα τα 2/3 της ηλεκτρικής ενέργειας των ΗΠΑ εξακολουθούν να προέρχονται από μονάδες καύσης ορυκτών καυσίμων, και περίπου το 12% προέρχεται από αιολικά πάρκα και ηλιακές εγκαταστάσεις. Το σχέδιο της κυβέρνησης Μπάιντεν προβλέπει την αντιστροφή αυτών των μεγεθών στα επόμενα 15 χρόνια.

Το νέο αυτό πρόγραμμα προβλέπει γιγάντιες κρατικές επενδύσεις στην εγκατάσταση ΑΠΕ, στην ηλεκτροκίνηση και στην έρευνα για τη μείωση του κόστους των «πράσινων επενδύσεων», της παραγωγής μπαταριών κ.ά.

Δεσμεύεται για επενδύσεις ειδικά στις υποδομές και στην καινοτομία, αλλά και για την ενίσχυση της θέσης των αμερικανικών μονοπωλιακών ομίλων στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, καθώς «η Αμερική πρέπει να ηγηθεί των κρίσιμων βιομηχανιών που παράγουν και αναπτύσσουν τις καθαρές τεχνολογίες που μπορούμε να αξιοποιήσουμε σήμερα - και αυτές που θα βελτιώσουμε και θα εφεύρουμε αύριο».

Μάλιστα, φιλοδοξεί μέσω της «ενίσχυσης των εγχώριων αλυσίδων εφοδιασμού» να καταστήσει τα αμερικανικά μονοπώλια ικανά να «εξάγουν αμερικανικά προϊόντα καθαρής Ενέργειας - όπως μπαταρίες ηλεκτρικών αυτοκινήτων - σε όλο τον κόσμο».

Οπως σημειώσαμε και πιο πάνω, όλες οι διακηρύξεις για την «πράσινη μετάβαση» της αμερικανικής οικονομίας αναφέρονται σε προγράμματα επενδύσεων για την κατασκευή νέων υποδομών με νέα, «πράσινα» πρότυπα.

Σύμφωνα με έκθεση που συνέταξε το 2017 η Αμερικανική Εταιρεία Πολιτικών Μηχανικών, οι ΗΠΑ θα πρέπει να δαπανήσουν περίπου 4,5 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2025 για τη βελτίωση των υποδομών τους, καθώς η σημερινή κατάσταση πλήττει την ανταγωνιστικότητα της εγχώριας παραγωγής. Η κυβέρνηση Τραμπ είχε προτείνει το 2018 ένα κρατικό πρόγραμμα 200 δισ. δολαρίων για τη χρηματοδότηση νέων έργων και επισκευών, αλλά και για να παρέχει κίνητρα για ιδιωτικές επενδύσεις, το οποίο τελικά απέσυρε.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ