ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 15 Φλεβάρη 2004
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΟ ΙΡΑΚ
Κλυδωνισμοί στα σχέδια των κατακτητών

Κατοχικές δυνάμεις στους χώρους όπου η ιρακινή αντίσταση έκανε τις επιθέσεις στους υποψήφιους συνεργάτες

Associated Press

Κατοχικές δυνάμεις στους χώρους όπου η ιρακινή αντίσταση έκανε τις επιθέσεις στους υποψήφιους συνεργάτες
Καθημερινές τείνουν να γίνουν οι επιθέσεις κατά όσων συνεργάζονται, με οποιονδήποτε τρόπο, με τις κατοχικές δυνάμεις στο Ιράκ. Κύριος στόχος παραμένουν οι άνδρες των διαφόρων σωμάτων ασφαλείας που οργανώνουν οι κατακτητές, με αποκορύφωμα τις δύο επιθέσεις αυτοκτονίας που σημειώθηκαν, με διαφορά μικρότερη του ενός 24ώρου, σε Βαγδάτη και Ισκαντιρίγια και καταμετρούν στο σύνολό τους περίπου 100 νεκρούς Ιρακινούς και άλλους τόσους τραυματίες. Στη Βαγδάτη, ο στόχος ήταν ένα γραφείο στρατολόγησης υποψηφίων μελών του «νέου ιρακινού στρατού» και στην Ισκαντιρίγια ένα αστυνομικό τμήμα, που είχε μετατραπεί σε γραφείο κατάθεσης αιτήσεων υποψηφίων αστυνομικών. Πριν από, μόλις, λίγες μέρες, άλλοι, περίπου, 100 Ιρακινοί σκοτώθηκαν από διπλή βομβιστική επίθεση στο Ιρμπίλ, όπου στόχος ήταν τα γραφεία των μεγαλύτερων κουρδικών κομμάτων, που, επίσης, συνεργάζονται με την κατοχική διοίκηση.

Μετά από το μπαράζ αντικατοχικών επιθέσεων που σημειώθηκε στα τέλη του περασμένου χρόνου, τότε που οι στρατιωτικοί διοικητές των αμερικανικών δυνάμεων αναγνώριζαν ότι δέχονται, κατά μέσον όρο, περισσότερες από 33 επιθέσεις τη μέρα, η νέα χρονιά ξεκίνησε με τη μετατόπιση του στόχαστρου των επιθέσεων εναντίον όσων γίνονται αντιληπτοί ως «συνεργάτες» των κατακτητών. Το κλίμα για όσους, κατ' αρχάς, συνεργάζονται με τους κατακτητές, όπως είναι τα μέλη του διορισμένου Κυβερνητικού Συμβουλίου, και στη συνέχεια για όσους εργάζονται για την κατοχική διοίκηση, είναι ιδιαίτερα βαρύ. Ενδεικτικό, ίσως, είναι ότι, όπως αναφέρουν οι ανταποκριτές, τα μέλη του Συμβουλίου δεν εξέρχονται ούτε καν από τα σπίτια τους χωρίς αμερικανική ισχυρή στρατιωτική προστασία.

Τα «νέα σώματα ασφαλείας»


Associated Press

Σύμφωνα με τα στοιχεία της κατοχικής διοίκησης, τα μέλη των διαφόρων σωμάτων ασφαλείας, που γίνεται προσπάθεια να οργανωθούν τους τελευταίους μήνες, με προτεραιότητα την αστυνομία, την πολιτοφυλακή και τους συνοροφύλακες, φθάνουν τους 193.000. Από αυτούς όσοι δεν έχουν καμία σχετική πείρα περνούν από εκπαίδευση 8 βδομάδων, εκτός Ιράκ, και όσοι είναι πρώην αξιωματικοί των ιρακινών σωμάτων ασφαλείας μετεκπαιδεύονται για 3 βδομάδες. Ο μισθός τους δεν ξεπερνά τα 60 δολάρια το μήνα, με επίδομα επιπλέον 87 δολαρίων για όσους θεωρούνται ότι υπηρετούν σε «επικίνδυνες» θέσεις.

Οι πρώτες απόπειρες των κατοχικών δυνάμεων να οργανώσουν αυτό που ονομάζουν «νέα ευέλικτα ιρακινά σώματα ασφαλείας», πάντως, δε στέφθηκαν από επιτυχία, καθώς, όπως έγινε γνωστό, μεγάλος αριθμός ανδρών, που είχαν, ήδη, ολοκληρώσει την εκπαίδευση, δεν εμφανίστηκαν ποτέ στις θέσεις τους, προτιμώντας, προφανώς, να αξιοποιήσουν αλλιώς τις γνώσεις που απέκτησαν. Οσοι, τελικά, ανέλαβαν κανονικά τα νέα τους καθήκοντα, μετατράπηκαν αυτομάτως σε στόχους των αντικατοχικών επιθέσεων και μάλιστα, όπως οι ίδιοι καταγγέλλουν, χωρίς να έχουν εφοδιαστεί καν με τον κατάλληλο εξοπλισμό, προκειμένου να αμυνθούν. Από την τυπική λήξη των εχθροπραξιών, την 1η Μάη, από τον Πρόεδρο Μπους, εκτιμάται ότι συνολικά έχουν χάσει τη ζωή τους 300 άνδρες των διαφόρων ιρακινών σωμάτων ασφαλείας και 372 Αμερικανοί στρατιώτες.

Οι «συνήθεις ύποπτοι»

Οι επικεφαλής των κατοχικών δυνάμεων, αρχικώς, υποστήριζαν με σθένος ότι όλες οι επιθέσεις εναντίον των ίδιων, των συνεργατών τους και όσων εργάζονται γι' αυτούς, προέρχονται από «υπολείμματα» του προηγούμενου καθεστώτος. Η συνέχιση και κλιμάκωση των επιθέσεων αυτών μετά και από τη σύλληψη του Σαντάμ Χουσεΐν έδωσε τη χαριστική βολή στο συγκεκριμένο επιχείρημα. Πλέον, για την κατοχική διοίκηση οι δράστες των επιθέσεων είναι «εχθροί της διαδικασίας εκδημοκρατισμού και δε θέλουν να δουν τους Ιρακινούς να αναλαμβάνουν την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας τους, στα τέλη Ιούνη, όπως έχει προγραμματιστεί».

Προσφάτως, στη γνωστή αυτή επωδό, που συνοδευόταν πάντα και από τον ισχυρισμό ότι η κλιμάκωση των επιθέσεων αποδεικνύει το «αδιέξοδο» των δραστών τους, προστέθηκε και ο «συνήθης ύποπτος»: Η «αλ Κάιντα». Μετά την, ομολογουμένως, αποτυχημένη προσπάθεια της Ουάσιγκτον να συνδέσει το προηγούμενο ιρακινό καθεστώς με την οργάνωση του μπιν Λάντεν, αίφνης η «εύκολη λύση» επανήλθε στο προσκήνιο μετά την ανακάλυψη, όπως ισχυρίζονται οι κατοχικές δυνάμεις, μιας 17σέλιδης επιστολής, στην οποία αναφέρεται ότι η «αλ Κάιντα» προσπαθεί να προκαλέσει εμφύλιο πόλεμο, μεταξύ εθνοτικών και θρησκευτικών κοινοτήτων στο Ιράκ.

Μάλιστα, παρά τα πολυάριθμα κενά που παρουσιάζει αυτή τη θεωρία, η κατοχική διοίκηση έσπευσε να εξηγήσει με αυτόν τον τρόπο και τις πρόσφατες επιθέσεις στην Ισκαντιρίγια και στη Βαγδάτη, αν και τα θύματα δεν ανήκαν σε μία και μόνη θρησκεία ή εθνότητα. Οσο απέχει από την αλήθεια ο ισχυρισμός των κατακτητών, τόσο επιβεβαιώνεται η πρόβλεψη του Αιγύπτιου Προέδρου, Χόσνι Μουμπάρακ, ο οποίος δήλωνε, πριν από τον πόλεμο, ότι «μια εισβολή και κατοχή στο Ιράκ θα δημιουργήσει πολλούς μπιν Λάντεν».

Τι πραγματικά συμβαίνει

Ως συνήθως, η αλήθεια είναι κάπως πιο περίπλοκη από αυτήν που οι κατακτητές επιδιώκουν να παρουσιάσουν και να επιβάλουν στη διεθνή κοινή γνώμη. Μετά τις πρώτες θριαμβολογίες, έγινε σαφές με τον αιματηρότερο τρόπο ότι οι κατοχικές δυνάμεις δε γίνονταν αντιληπτές ως απελευθερωτές στο Ιράκ. Αντίθετα, η εχθρότητα του ιρακινού πληθυσμού αυξάνεται μέρα με τη μέρα εξαιτίας του τέλματος που παρατηρείται στις πολυσυζητημένες προσπάθειες «ανοικοδόμησης της χώρας». Η κατάσταση γίνεται ακόμη χειρότερη, καθώς οι κατοχικές δυνάμεις, στην προσπάθειά τους να αντιδράσουν στις αυξανόμενες επιθέσεις εναντίον τους, επιδόθηκαν σε ευρύτατες στρατιωτικές επιχειρήσεις, αμφιβόλου αποτελεσματικότητας, που χαρακτηρίστηκαν, όμως, από πολλαπλές «παράπλευρες απώλειες» ανάμεσα στους απλούς πολίτες.

Ταυτόχρονα, οι κατοχικές δυνάμεις πιέζονται εξαιρετικά από το χρόνο. Οι εκτιμήσεις, πριν από έναν περίπου χρόνο, του Αμερικανού υφυπουργού Αμυνας, Πολ Γούλφοβιτς, ότι οι αμερικανικές δυνάμεις θα απεμπλακούν από το Ιράκ πολύ ευκολότερα από ό,τι έγινε, π.χ., στην πρώην Γιουγκοσλαβία, έχουν, πλέον, διαψευστεί πανηγυρικά. Το Ιράκ αποδεικνύεται κινούμενη άμμος, που απειλεί να «καταπιεί» τις κατοχικές δυνάμεις. Ο στόχος για μείωση του αριθμού των Αμερικανών στρατιωτών μέχρι τα τέλη της άνοιξης, από 130.000 σε 105.000, δε μοιάζει υλοποιήσιμος.

Παράλληλα, οι εκτιμήσεις της αμερικανικής στρατιωτικής ηγεσίας, που προσφάτως ενημέρωσε την αρμόδια επιτροπή του Κογκρέσου, είναι ότι τα αμερικανικά στρατεύματα αντιμετωπίζουν πλέον σοβαρό οικονομικό πρόβλημα και υπολογίζεται ότι «αντέχουν» να διατηρούν τις δυνάμεις τους στο Ιράκ (και στο Αφγανιστάν) μέχρι τα τέλη Σεπτέμβρη. Στη συνέχεια, θα χρειαστεί η έγκριση νέων κονδυλίων, ενδεχόμενο εξαιρετικά απίθανο ενόψει και των προεδρικών εκλογών και με δεδομένο ότι, ήδη, τα έξοδα διατήρησης των στρατευμάτων είναι δυσβάσταχτα (3,7 δισ. δολάρια /μήνα για τα στρατεύματα στο Ιράκ). Πόσο μάλλον, που η διαβεβαίωση, και πάλι, του Πολ Γούλφοβιτς, ότι τα έξοδα συντήρησης των κατοχικών στρατευμάτων θα καλύπτονται από τα έσοδα πώλησης του ιρακινού πετρελαίου, έχει, επίσης, διαψευστεί παταγωδώς, εξαιτίας των αλλεπάλληλων σαμποτάζ στους πετρελαιαγωγούς και την αδυναμία, εξαιτίας της έλλειψης ασφάλειας, αποκατάστασης στοιχειώδους σταθερότητας στην πετρελαϊκή παραγωγή.

Χρόνος - εχθρός

Γίνεται, λοιπόν, ξεκάθαρο ότι ο στόχος μεταβίβασης της εξουσίας στους Ιρακινούς, με παράλληλη αναδίπλωση των κατοχικών στρατευμάτων εντός των βάσεών τους, αφού την ευθύνη της τάξης και της ασφάλειας θα έχουν αναλάβει τα νεόκοπα «ιρακινά σώματα ασφαλείας», στα τέλη Ιούνη, αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία για την κατοχική διοίκηση. Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι ο πρέσβης των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, Τζον Νεγκρεπόντε, σχολιάζοντας δηλώσεις του ΓΓ Κόφι Ανάν περί ενδεχόμενης αναγκαιότητας αναβολής της ημερομηνίας μεταβίβασης της εξουσίας, έτσι ώστε να βρεθεί κοινά αποδεκτή λύση από όλους τους Ιρακινούς για τον τρόπο που θα γίνει αυτή η μεταβίβαση, επαναλάμβανε ότι «για την Ουάσιγκτον είναι εξαιρετικά σημαντικό η διαδικασία αυτή να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη Ιούνη».

Η κλιμάκωση των επιθέσεων κατά των «νέων ιρακινών δυνάμεων ασφαλείας» έχει, σαφώς, διττή σημασία: Εκτός, ίσως, από ένα πρώτο επίπεδο «τιμωρίας των συνεργατών των κατακτητών», που γίνεται αντιληπτό εκ πρώτης όψεως, εντείνει τον πονοκέφαλο και το αδιέξοδο των κατακτητών, οι οποίοι βλέπουν τα σχέδιά τους να παίρνουν διαρκείς αναβολές. «Η "αλ Κάιντα" οφείλει να δώσει μάχη με το χρόνο», φέρεται να υποστηρίζει ο Ιορδανός Ζαρκάουι, στον οποίο αποδίδεται η επιστολή που βρέθηκε, προσφάτως, στη Βαγδάτη. Ετσι, όπως εξελίσσεται η κατάσταση στο Ιράκ, το μόνο βέβαιο είναι ότι σκληρή μάχη με το χρόνο δίνουν, ήδη, αποδεδειγμένα, οι κατοχικές δυνάμεις.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ