ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 14 Νοέμβρη 2004
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
EUROJUST
Φακελώνει (και) το πολιτικό φρόνημα
  • O δικαστικός βραχίονας της ΕΕ στήνει το νομικό υπόβαθρο, να «επιτηρείται» ευκολότερα όποιος αντιστέκεται στην κυρίαρχη τάξη πραγμάτων
  • Ακολουθούν οι Europol - CIA για τα περαιτέρω...

«Στην καταπολέμηση των σοβαρών μορφών διασυνοριακών εγκλημάτων δε θα πρέπει να λησμονούμε ότι: Χωρίς συλλογή μυστικών πληροφοριών δε θα υπήρχε πληροφόρηση. Χωρίς πληροφόρηση δε θα υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία. Χωρίς αποδεικτικά στοιχεία δε θα υπήρχε δίωξη. Χωρίς δίωξη δε θα υπήρχε προσαγωγή σε δίκη και βεβαίως χωρίς δίκη δε θα υπήρχε δυνατότητα καταδίκης των εγκληματιών».

Το παραπάνω απόσπασμα περιλαμβάνεται στην Εκθεση πεπραγμένων της Eurojust για το 2003. Ομως, ποια ακριβώς είναι αυτή η νέα υπηρεσία που έστησε η ΕΕ; Πώς και απλώνει τα δίχτυα της παντού, στον κόσμο ολόκληρο, ως μια άλλη, διευρυμένη, «Ιερά Συμμαχία»;

Πού ακριβώς αποσκοπεί και τι της χρειάζεται (της ίδιας, και της ΕΕ) η «συλλογή», το φακέλωμα και η επεξεργασία προσωπικών στοιχείων Ευρωπαίων, τα οποία αποκαλύπτουν ακόμα και «τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις ή τη συμμετοχή σε συνδικαλιστικές οργανώσεις, καθώς και τα δεδομένα σχετικά με την υγεία και τη σεξουαλική ζωή»; Με ποιους ανταλλάσσει τα στοιχεία αυτά;

Το βρώμικο '99

H Eurojust στήνεται επισήμως ως υπηρεσία της ΕΕ, με απόφαση του Συμβουλίου της ΕΕ της 28ης Φλεβάρη 2002 (2002/187/. ΕΥ). Για τη σύστασή της, το Συμβούλιο βασίστηκε - όπως το ίδιο αναφέρει - στη Συνθήκη του Αμστερνταμ («ιδίως το άρθρο 31 και το άρθρο 34, παράγραφος 2, στοιχείο γ»). Ακόμα υπενθυμίζει ότι «προκειμένου να ενισχυθεί η καταπολέμηση των σοβαρών μορφών οργανωμένου εγκλήματος, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 1999 αποφάσισε, ιδίως στο σημείο 46 των συμπερασμάτων του, την ίδρυση μιας Μονάδας (Eurojust) η οποία αποτελείται από εισαγγελείς, δικαστικούς ή αξιωματικούς της αστυνομίας».


Associated Press

Οι αποφάσεις, λοιπόν, είχαν παρθεί πολύ πριν από τα χτυπήματα των Λάντεν και των λοιπών κατασκευασμάτων της CIA. Στα εγκαίνια των γραφείων της, στη Χάγη, στις 29 Απρίλη 2003, παραβρέθηκαν υπουργοί Δικαιοσύνης και Εσωτερικών των κρατών - μελών της ΕΕ, υψηλόβαθμοι εισαγγελείς και «επίσημοι» από όλη την Ευρώπη. Χαιρετισμό απεύθυνε και ο Φ. Πετσάλνικος, τότε υπουργός Δικαιοσύνης της Ελλάδας και προεδρεύων του Συμβουλίου Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ. Λίγες μέρες αργότερα, 18 Ιούνη 2003, το Συμβούλιο της ΕΕ, υπό την προεδρία του Ελληνα Γ. Δρυ, καθορίζει με νέα απόφαση τα του προϋπολογισμού και εσόδων της υπηρεσίας.

Η ΕΕ έστησε το νέο αυτόν οργανισμό, «εκτιμώντας» ότι «είναι ανάγκη να βελτιωθεί περισσότερο η δικαστική συνεργασία μεταξύ των κρατών - μελών, ιδίως όσον αφορά στην καταπολέμηση των σοβαρών μορφών εγκλήματος που διαπράττονται συχνά από διεθνείς οργανώσεις». Εξάλλου, από την ιδρυτική της πράξη ακόμα, Φλεβάρης 2002, τονιζόταν ότι η Eurojust και η Ευρωπόλ πρέπει να έχουν «στενή συνεργασία». Κάτι που διασφαλίστηκε με τις αποφάσεις που πάρθηκαν στα κατοπινά Συμβούλια Κορυφής.

«Στόχοι»

Το άρθρο 3 της ιδρυτικής Απόφασης για την Eurojust όριζε τους «στόχους» της νέας υπηρεσίας:

«Α) Να προωθεί και να βελτιώνει το συντονισμό μεταξύ των αρμοδίων αρχών των κρατών - μελών, όσον αφορά τις έρευνες και τις διώξεις εντός των κρατών - μελών (σ.σ.: είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι σήμερα στην Eurojust επιχαίρουν λόγω της υιοθέτησης από τα κράτη - μέλη του Ευρωπαϊκού Εντάλματος έκδοσης, σύλληψης και παράδοσης).

Β) Να βελτιώνει τη συνεργασία μεταξύ των αρμοδίων αρχών των κρατών - μελών, διευκολύνοντας ιδίως την υλοποίηση της διεθνούς δικαστικής συνδρομής και την εκτέλεση αιτήσεων έκδοσης.

Γ) Να υποστηρίζει, κατ' άλλους τρόπους, τις αρμόδιες αρχές των κρατών - μελών, ώστε να ενισχύεται η αποτελεσματικότητα των ερευνών και των διώξεών τους.

Στο άρθρο 4 περιγράφονται οι «αρμοδιότητές» της. Καλύπτουν τις μορφές εγκληματικότητας και τις αξιόποινες πράξεις που χειρίζεται η Ευρωπόλ. Επίσης, «την απάτη και τη δωροδοκία, καθώς και οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το ξέπλυμα των προϊόντων του εγκλήματος, τη συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση κατά την έννοια της κοινής δράσης 98/733/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1998, σχετικά με το αξιόποινο της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, στα κράτη - μέλη της ΕΕ».

Με βάση τα παραπάνω, αλλά και άλλα κείμενα - βρυξελλιώτικα και τοπικά - που ακολούθησαν (π.χ. ευρωτρομονόμος), η Eurojust δήθεν έρχεται να αντιμετωπίσει την «τρομοκρατία», αλλά ουσιαστικά στρέφεται - με πλήρες το νομικό της οπλοστάσιο - ενάντια και σε μορφές μαζικής λαϊκής πάλης. Αλλωστε, μια κατάληψη από απεργούς των γραφείων της ΕΕ στην Αθήνα, άνετα παρουσιάζεται ως «ποινικό αδίκημα εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας».

Σημειώστε ότι η προστασία του μεγάλου κεφαλαίου και των μονοπωλίων της ΕΕ ορίζεται σαφώς ως εκ των ων ουκ άνευ της Eurojust. Ενδεικτικά, η ιδρυτική διακήρυξή της είναι διάσπαρτη από διατάξεις, όπως ότι «οι αρμοδιότητες της Eurojust δε θίγουν τις αρμοδιότητες της Κοινότητας στον τομέα της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων αυτής». `Η ότι «η Eurojust συνάπτει και διατηρεί στενή συνεργασία με την OLAF (σ.σ: "Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης"). Προς το σκοπό αυτό, η OLAF δύναται να συμβάλλει στις εργασίες της Eurojust για το συντονισμό των ερευνών και διώξεων, όσον αφορά στην προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητος, είτε κατόπιν πρωτοβουλίας της Eurojust, είτε κατόπιν αιτήσεως της OLAF, εφόσον οι αρμόδιες αρχές των κρατών - μελών δεν αντιτίθενται εν προκειμένω».

«Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα»

Στο άρθρο 13 προβλέπεται ότι «οι αρμόδιες αρχές των κρατών - μελών δύνανται να ανταλλάσσουν με την Eurojust κάθε πληροφορία αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων της» και ότι «τα εθνικά μέλη της Eurojust δικαιούνται, χωρίς προηγούμενη άδεια, να ανταλλάσσουν κάθε πληροφορία αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων της μεταξύ τους ή με τις αρμόδιες αρχές του κράτους - μέλους τους».

Ωστόσο, ίσως τη μεγαλύτερη σημασία έχουν τα άρθρα 14 και 15: «Εφόσον είναι απαραίτητο για την υλοποίηση των στόχων της, η Eurojust δύναται, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, και προκειμένου να φέρει εις πέρας τα καθήκοντά της, να επεξεργάζεται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με αυτοματοποιημένα μέσα ή σε διαρθρωμένα μη αυτοματοποιημένα αρχεία».

Υποτίθεται ότι θα «λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει ένα επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τουλάχιστον ισοδύναμο με το επίπεδο που προκύπτει από την εφαρμογή των αρχών της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης της 28ης Ιανουαρίου 1981 και των μεταγενέστερων τροποποιήσεών της, που θα έχουν τεθεί σε ισχύ μεταξύ των κρατών - μελών».

Ακόμα κι αν δεχτούμε ότι η Σύμβαση του 1981 προστατεύει πλήρως τον ιδιωτικό βίο και τα δημοκρατικά δικαιώματα, αν οι «μεταγενέστερες τροποποιήσεις» της αρχίζουν να ανοίγουν «παράθυρα», πώς προστατευόμαστε από το φακέλωμα και την ανταλλαγή πληροφοριών από υπηρεσία σε υπηρεσία;

Αναφορικά με τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, που «δύναται να επεξεργάζεται» η Eurojust, με σκοπό τη δίωξη «υπόπτων», αρχικά ορίζονται:

Επώνυμο, γένος, όνομα και, ενδεχομένως, ψευδώνυμο ή υποκοριστικό. Ημερομηνία και τόπος γεννήσεως. Ιθαγένεια. Φύλο. Τόπος κατοικίας, επάγγελμα και τόπος άσκησης του επαγγέλματος του προσώπου. Αριθμοί κοινωνικής ασφάλισης, άδειες οδήγησης, έγγραφα ταυτότητας και στοιχεία του διαβατηρίου. Πληροφορίες σχετικά με νομικά πρόσωπα, εφόσον περιλαμβάνουν πληροφορίες για άτομα των οποίων η ταυτότητα είναι ή μπορεί να γίνει γνωστή, για τα οποία διεξάγεται έρευνα ή κατά των οποίων έχει κινηθεί δικαστική δίωξη. Λογαριασμοί σε τράπεζες και σε άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Η περιγραφή και η φύση των πράξεων που τους καταλογίζονται, η ημερομηνία τέλεσης αυτών, ο ποινικός χαρακτηρισμός τους και η πορεία των ερευνών. Οι πράξεις, βάσει των οποίων προβλέπεται η διεθνής διάσταση της υπόθεσης. Πληροφορίες που σχετίζονται με την εικαζόμενη συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση.

Είναι τα πράγματα τόσο αθώα; Οι συντάκτες του κειμένου αφήνουν ανοικτό το πρώτο «παράθυρο» στην αυθαιρεσία, λίγες γραμμές παρακάτω: «Ωστόσο, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η Eurojust μπορεί επίσης να επεξεργάζεται, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, και άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία αφορούν τις περιστάσεις μιας αξιόποινης πράξης, εφόσον παρουσιάζουν άμεσο ενδιαφέρον για τις διενεργούμενες έρευνες, στο συντονισμό των οποίων συμβάλλει η Eurojust και λαμβάνονται υπόψη εν προκειμένω».

Στην παράγραφο 4 του άρθρου 15, ξεκαθαρίζουν και ποια άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα «δύνανται» να καταγράφουν, να φακελώνουν και να αξιοποιούν: «Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, είτε υφίστανται επεξεργασία με αυτοματοποιημένα μέσα είτε όχι, τα οποία αποκαλύπτουν τη φυλετική ή εθνική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις ή τη συμμετοχή σε συνδικαλιστικές οργανώσεις, καθώς και τα δεδομένα σχετικά με την υγεία και τη σεξουαλική ζωή, μπορούν να υποστούν επεξεργασία από την Eurojust, μόνον εφόσον είναι αναγκαία για τις οικείες εθνικές έρευνες και για το συντονισμό στο πλαίσιο της Eurojust». Με βάση τα όσα ήδη βλέπουμε να συμβαίνουν, η τελευταία προϋπόθεση μόνον ως κακόγουστο αστείο ακούγεται.

Στο άρθρο 16 προβλέπεται ότι «προκειμένου να επιτύχει τους στόχους της, η Eurojust διατηρεί αυτοματοποιημένο αρχείο, που συνιστά πίνακα των δεδομένων σχετικά με τις έρευνες και στο οποίο μπορούν να αποθηκεύονται δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» που περιγράψαμε πριν.

Ποιοι έχουν πρόσβαση, για πόσο

Το άρθρο 21 αφορά στις προθεσμίες διατήρησης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ενώ αρχικά λέγεται ότι «διατηρούνται από την Eurojust μόνο για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται για την επίτευξη των στόχων της», μετά τα περιθώρια ανοίγουν. Μπορούν να διατηρηθούν μέχρι «την ημερομηνία κατά την οποία η Eurojust και τα οικεία κράτη - μέλη διαπίστωσαν ή συμφώνησαν από κοινού ότι δεν ήταν πλέον απαραίτητος ο συντονισμός της έρευνας και των διώξεων από την Eurojust». Δηλαδή, τα σβήνουν από το αρχείο τους όποτε και αν το αποφασίσουν.

Λίγο καθαρότερα παρακάτω, ορίζουν ότι «διενεργείται έλεγχος της ανάγκης διατήρησης των δεδομένων ανά τριετία, μετά την εισαγωγή τους». Αλλά και πάλι η Eurojust μπορεί να ελέγχει «εάν είναι ανάγκη να διατηρηθούν τα δεδομένα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ώστε να μπορέσουν να πραγματοποιηθούν οι στόχοι της και μπορεί να αποφασίσει να διατηρήσει κατά παρέκκλιση τα δεδομένα αυτά μέχρι τον επόμενο (σ.σ: ανά τριετία) έλεγχο».

Στο άρθρο 18 ορίζεται ότι «πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία επεξεργάζεται η Eurojust έχουν μόνο τα εθνικά μέλη και οι βοηθοί τους... και το προσωπικό της Eurojust το οποίο έχει άδεια». Αν είναι έτσι, προς τι οι αποφάσεις και κοινοτικές οδηγίες για ολοκληρωμένη συνεργασία με την Ευρωπόλ, σε όλα τα επίπεδα; Και ακολούθως, προς τι οι προθέσεις για στενότερη συνεργασία της Ευρωπόλ με τις υπηρεσίας καταστολής των ΗΠΑ; Το αρχείο της Eurojust δείχνει να είναι διαθέσιμο σε πολύ περισσότερους μηχανισμούς από όσους παραδέχονται οι κρατούντες.

Αλλωστε, με το άρθρο 27, νομιμοποιείται η «ανταλλαγή πληροφοριών με τους εταίρους». Οτι «η Eurojust δύναται να ανταλλάσσει κάθε πληροφορία αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων της με: α) τους φορείς που είναι αρμόδιοι δυνάμει διατάξεων, οι οποίες έχουν θεσπισθεί στα πλαίσια των συνθηκών, β) τους διεθνείς οργανισμούς ή φορείς, γ) τις αρχές τρίτων χωρών που είναι αρμόδιες για τις έρευνες και διώξεις».

Μάλιστα, με την παράγραφο 6, επιτρέπεται και η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Eurojust προς τρίτους, ακόμα και αν δεν «εξασφαλίζεται ανάλογος επαρκής βαθμός προστασίας των δεδομένων». Απλά, η Eurojust για να μη χρεωθεί εξ ολοκλήρου την ευθύνη, ρίχνει το μπαλάκι στο εκάστοτε «εθνικό μέλος» της, που «ενεργώντας με την ιδιότητά του, κατ' εξαίρεση και μόνον προκειμένου να ληφθούν επείγοντα μέτρα για την πρόληψη άμεσου και σοβαρού κινδύνου για ένα πρόσωπο ή για τη δημόσια ασφάλεια, δύναται να προβαίνει σε ανταλλαγή πληροφοριών, που περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Το εθνικό μέλος είναι υπεύθυνο να διαπιστώνει εάν είναι νόμιμο να επιτρέψει τη διαβίβαση».

Οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ - ΕΕ καλλιεργούν κλίμα τρομοϋστερίας εδώ και χρόνια. Αρα, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι η επίκληση «άμεσου και σοβαρού κινδύνου για ένα πρόσωπο ή για τη δημόσια ασφάλεια», ως πρακτική, δεν τους είναι ξένη.

Μια υπόθεση «τρομοκρατίας»

Στην Εκθεση πεπραγμένων της Eurojust για το 2003, σημειώνεται ότι οι υποθέσεις που εξέτασε ήταν περίπου 300, ενώ το 2002 ήταν 200. Οι «αντιτρομοκρατικές έρευνές» της αποτελούν το 15% των υποθέσεων αυτών.

Δίνει μια ιδέα τού πώς κινείται σε υποθέσεις «τρομοκρατίας», αναφερόμενη ενδεικτικά σε μια από τις υποθέσεις αυτές: «H υπόθεση αυτή διαβιβάσθηκε στο εθνικό μέλος της Ιταλίας στην Eurojust από εισαγγελείς (σ.σ: Ιταλούς), που ερευνούσαν μία υπόθεση ισλαμιστικής φονταμενταλιστικής τρομοκρατίας. Είχε σχέση με ανατρεπτική οργάνωση που δρούσε μαζί με άλλες παρόμοιες ομάδες συνδεδεμένες με την Al-Quaeda κυρίως προς στήριξη τρομοκρατικών ενεργειών. H ιταλική έρευνα απεκάλυψε κάποιους συνδετικούς κρίκους σε Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία και Γερμανία. Τον Ιούνιο του 2003, σαν πρώτο βήμα, ο εισαγγελέας απηύθυνε αίτημα δικαστικής συνδρομής στις αρμόδιες δικαστικές αρχές των ως άνω κρατών, για συλλογή πληροφοριών σχετικά με συγκεκριμένα υπό έρευνα θέματα.

»Η σοβαρότητα των υποπτευομένων εγκλημάτων, καθώς και των υπόπτων σήμαινε πως τα αιτήματα έπρεπε να εκτελεστούν επειγόντως. O Ιταλός εισαγγελέας γνώριζε την Eurojust και τις αρμοδιότητές της, και έτσι τη συνεβουλεύθηκε, ώστε να υποστηρίξει τη διευκόλυνση της εκτέλεσης των αιτημάτων δικαστικής συνδρομής και να συγκαλέσει συντονιστική συνεδρίαση με τις εθνικές εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές των εμπλεκομένων κρατών. H συνάντηση έλαβε χώρα στην Eurojust τον Νοέμβριο του 2003 με παρουσία εισαγγελέων από τα πέντε κράτη, διεφάνη δε αμέσως το πλεονέκτημα της άμεσης ανταλλαγής πληροφοριών.

»Αντηλλάγησαν πληροφορίες σχετικά με το modus operandi αυτών των τρομοκρατικών ομάδων και η συνεδρίαση δημιούργησε το κατάλληλο κλίμα για την καλύτερη κατανόηση της λειτουργίας των διαδικασιών αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής στα διάφορα νομικά συστήματα, καθώς και για την εξεύρεση τεχνικών λύσεων υπερπήδησης εμποδίων και καθυστερήσεων στην εκτέλεση γραπτών αιτημάτων. Θα επακολουθήσει και δεύτερη συντονιστική συνάντηση μεταξύ Ιταλών και Ισπανών εισαγγελέων με τις αρμόδιες αρχές της Αλγερίας».

«Διασύνδεση» με χώρες εκτός ΕΕ

Η Eurojust ελπίζει ότι οι διαπραγματεύσεις με τη Νορβηγία θα ολοκληρωθούν και θα συναφθεί η πρώτη επίσημη συμφωνία της υπηρεσίας με κράτος εκτός ΕΕ. Και αυτό είναι μόνον η αρχή:

«Εξακολουθούμε να ενισχύουμε τις πρακτικές διασυνδέσεις μας με τρίτα κράτη. Το 2003, π.χ., έλαβε χώρα μία συντονιστική συνεδρίαση σχετικά με την τρομοκρατία και τη χρηματοδότησή της. Στο γεγονός παρευρέθησαν ανώτατοι εκπρόσωποι εμπειρογνώμονες απ' όλα τα κράτη - μέλη της EE. Παρευρέθησαν, επίσης, ειδήμονες απ' τις αρμόδιες αρχές των Ελβετίας, Λιχτενστάιν και HΠA. Επίσης έλαβε χώρα μία συνάντηση, σχετικά με τις ευρωπαϊκές δραστηριότητες που πιστεύεται ότι χρηματοδοτούν τρομοκρατικές δράσεις στη Μέση Ανατολή, που παρευρέθησαν Ευρωπαίοι ερευνηταί και ένας Ισραηλινός εκπρόσωπος».

Οπως αναφέρουν οι συντάκτες της Εκθεσης, «σημείο επαφής» υπάρχει ήδη από το 2002 με την Ιαπωνία, ενώ θεωρούν και τη Ρωσία ως «σημαντικό μελλοντικό εταίρο στην καταπολέμηση του οργανωμένου διασυνοριακού εγκλήματος». Ο Πούτιν έχει ήδη ανταποκριθεί και τον Οκτώβρη 2003 έστειλε στη Χάγη εκπρόσωπό του προς συνεννοήσεις.

Και η συμφωνία

Δυο μήνες πριν, στις 9 Ιούνη, Ευρωπόλ και Eurojust υπέγραψαν τελικά τη συμφωνία «συνεργασίας» τους, που τόσο επιθυμούσαν οι Βρυξέλλες. Από τη Χάγη εκδόθηκε η εξής χαρακτηριστική ανακοίνωση:

«Η ΕΕ ενισχύει την αστυνομική και δικαστική συνεργασία. Η Eurojust και η Ευρωπόλ ενώνουν τις προσπάθειες στην καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος.

Eurojust και Ευρωπόλ υπέγραψαν μια πλήρως λειτουργική συμφωνία, που επιτρέπει αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη να καθιερώσουν μια πιο στενή συνεργασία στην πάλη ενάντια στις σοβαρές μορφές του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος...

Με βάση τις πρόνοιες της συμφωνίας, καθώς επίσης και τα νομικά πλαίσια των δύο οργανώσεων, νέοι ορίζοντες ανοίγουν στην υποστήριξη και το συντονισμό των κρατών - μελών, στις διεθνείς έρευνες και τις ποινικές διώξεις. Αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να συστήνουν κοινές ερευνητικές επιτροπές και να συντονίσουν την περαιτέρω δράση τους στον τομέα των ειδικοτήτων τους.

Επίσης, εγκαινιάζεται μια νέα δυναμική προσέγγιση πληροφόρησης, δεδομένου ότι η Eurojust θα μπορεί ακόμα να παρέχει στην Ευρωπόλ πληροφορίες...

Από την άλλη, η Ευρωπόλ θα μπορεί να παρέχει στην Eurojust δεδομένα και αποτελέσματα αναλύσεών της, που μπορούν να απαιτούνται για το έργο της Eurojust.

Τελευταίο, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, είναι το γεγονός ότι πλέον Eurojust και Ευρωπόλ καθίστανται τώρα ικανές να υποστηρίξουν τα κράτη - μέλη σε έρευνες και διώξεις, σε καθημερινή βάση, ανταλλάσσοντας (σ.σ. με τις εθνικές υπηρεσίες) πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων προσωπικών δεδομένων, με σεβασμό στα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως ορίζονται στο Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ». Οπωσδήποτε...


Θανάσης ΜΠΑΛΟΔΗΜΑΣ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ