ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 14 Οχτώβρη 2023 - Κυριακή 15 Οχτώβρη 2023
Σελ. /40
Ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ
Τέχνη και Δημιουργία ή μπίζνες για τους λίγους;

Στην εποχή μας η μαζική αξιοποίηση του πολιτιστικού προϊόντος είναι σοβαρό στοιχείο στη διαπάλη μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων αλλά και τη διείσδυση των ιδανικών και αξιών της αστικής τάξης στον λαό.

Από το 2003 ακόμη, ο Ευ. Βενιζέλος, ως υπουργός Πολιτισμού, και από το βήμα της συνόδου για τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο και τον οπτικοακουστικό τομέα, που είχε πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο της ελληνικής προεδρίας στην ΕΕ, είχε καταστήσει σαφές το πλαίσιο των ιδεολογικών στόχων των ευρωπαϊκών μονοπωλίων του χώρου: «Οποιος ελέγχει τους ιδεολογικούς μηχανισμούς, εν τέλει αποκτά και το πλεονέκτημα αυτού που ονομάζεται πολιτική ηγεμονία. Δεν μπορεί η Ευρώπη να έχει πολιτική υπόσταση, να έχει πολιτική αυτοπεποίθηση, αν δεν έχει και πολιτιστική αυτοπεποίθηση, αν δεν έχει υπό τον στοιχειώδη έλεγχό της τους δικούς της ιδεολογικούς μηχανισμούς».

Ενώ, πριν έναν χρόνο, το ΝΑΤΟ έκανε μία σειρά από διαδικτυακά σεμινάρια εκπαιδευτικής πολιτικής, στα οποία συμμετείχε από την πλευρά της Ελλάδας το ΕΚΟΜΕ (Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων), όπου αναλύθηκε το πώς θα μπορούσαν να περάσουν καλύτερα τη στρατηγική αντίληψη του ΝΑΤΟ στην κοινή γνώμη σε σχέση με μία σειρά ζητήματα όπως π.χ. τον πόλεμο στην Ουκρανία. Σε αυτά τα σεμινάρια η κύρια κατεύθυνση που δινόταν ήταν ότι ο στόχος αυτός θα έπρεπε να επιτευχθεί όχι με μία προσέγγιση «προστατευτισμού», αλλά με μία «θετική ανάπτυξη της σκέψης των πολιτών». Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά ένας εκπρόσωπος του ΝΑΤΟ, «σε έναν τρόπο ζωής που έχουμε συνηθίσει να απολαμβάνουμε, αλλά έχουμε έρθει στο σημείο να τον αμφισβητήσουμε... Πρέπει να αναζωογονήσουμε την πίστη στα πολιτικά συστήματα και τις κοινωνικοοικονομικές δομές και νόρμες».

Στην κατεύθυνση ενίσχυσης της κερδοφορίας

Τα τελευταία χρόνια εντατικοποιείται η προσπάθεια από μεριάς της ΕΕ, για να αξιοποιηθεί πιο αποδοτικά ο πολιτιστικός τομέας για την ενίσχυση της κερδοφορίας. Ο κινηματογράφος και η οπτικοακουστική βιομηχανία, ως ο πολιτιστικός κλάδος με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση κεφαλαίου, που έχει ταυτόχρονα τη δυνατότητα να συνεισφέρει και στην ενίσχυση άλλων, διασυνδεόμενων με αυτόν, τομέων της οικονομίας όπως ο τουρισμός, η αποκαλούμενη «ψηφιακή οικονομία», οι τηλεπικοινωνίες, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης κ.λπ., βρίσκεται στην προμετωπίδα αυτού του αγώνα δρόμου.

Διαχρονικά οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα προσπάθησαν να καλλιεργήσουν στους δημιουργούς του κινηματογράφου και τους φορείς του, καθώς και στο σύνολο των εργαζομένων σε αυτόν τον τομέα, την ψευδαίσθηση ότι οι μεγάλες επενδύσεις στον οπτικοακουστικό τομέα, η προσέλκυση ξένων κεφαλαίων θα εξασφαλίσουν δυνατότητες για την ανάπτυξη του εγχώριου κινηματογράφου, της μικρής «ανεξάρτητης» παραγωγής.

Ομως, η «εξίσωση» «ξένες παραγωγές = ανάπτυξη των εθνικών κινηματογραφιών και στήριξη των δημιουργών» δεν ισχύει. Οχι μόνο είναι αυθαίρετη και ατεκμηρίωτη, αλλά, αντίθετα, έχει καταστροφικά αποτελέσματα για τις εθνικές κινηματογραφίες.

Κάτω απ' αυτό το πρίσμα χρειάζεται να εξεταστούν οι εξελίξεις γύρω από τον οπτικοακουστικό τομέα.

Πλευρές των εξελίξεων στην οπτικοακουστική παραγωγή

Είναι γνωστή η προσπάθεια του αστικού κράτους που «αποσύρεται» συνειδητά από την οικονομική ενίσχυση των δημιουργών, ώστε το τεχνητά δημιουργημένο κενό να καλυφθεί από τις δυνάμεις της «αγοράς»... Ενα σωρό νομοθετικές ρυθμίσεις και στον κινηματογράφο το φανερώνουν.

Συγκεκριμένα, τα τελευταία χρόνια πραγματοποιήθηκαν οι παρακάτω αλλαγές:

  • Η κατάργηση τον κρατικών Βραβείων Κινηματογράφου επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ το 2010, που έπληξε τον ποιοτικό ελληνικό κινηματογράφο.
  • Οι νομοθετικές ρυθμίσεις από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, που μείωσαν στο μισό τον ειδικό φόρο του 1,5% επί του τζίρου των τηλεοπτικών σταθμών υπέρ του κινηματογράφου και η χαριστική για τα ψηφιακά συνδρομητικά κανάλια (π.χ. «COSMOTE», «NOVA» κ.λπ.) τροποποίηση του νόμου 3905/2010 από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με την οποία - ειδικά γι' αυτά - ο φόρος του 1,5% θα υπολογίζεται επί των εσόδων από τις διαφημίσεις, οι οποίες, όπως είναι γνωστό, στα συνδρομητικά κανάλια είναι ανύπαρκτες!
  • Η κατάργηση από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ του ειδικού φόρου επί των εισιτηρίων για την ενίσχυση του κινηματογράφου με τους εφαρμοστικούς νόμους του τρίτου μνημονίου, που στέρησε από τη μικρή ανεξάρτητη παραγωγή των σκηνοθετών - παραγωγών από 1,5 έως 2,5 εκατομμύρια ευρώ ετησίως.
  • Η κατάργηση από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ της υπουργικής απόφασης Β'1483/27-10-2005, η οποία αναφερόταν στη σύνθεση του κινηματογραφικού συνεργείου και στο αντικείμενο των ειδικοτήτων που τη συγκροτούν, με σκοπό τη μείωση του «εργατικού κόστους».
  • Η ίδρυση το 2017 του Εθνικού Κέντρου Οπτικοακουστικών Μέσων (ΕΚΟΜΕ) στο πλαίσιο του ταυτόχρονα ιδρυθέντος υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, με βασικό στόχο την προσέλκυση - μέσα από πλήθος προνομίων και φοροαπαλλαγών - κεφαλαίων από το εξωτερικό για μεγάλες οπτικοακουστικές παραγωγές, σε βάρος των σκηνοθετών - παραγωγών του έργου τους, καθώς και την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού στον οπτικοακουστικό τομέα, σε όφελος των επιχειρηματικών ομίλων που δραστηριοποιούνται στο διαδίκτυο, στις τηλεπικοινωνίες και γενικότερα στην ψηφιακή οικονομία. Το ΕΚΟΜΕ με τα αποκλειστικά οικονομικά και απαγορευτικά για την ατομική κινηματογραφική παραγωγή κριτήρια επιλογής των προς ενίσχυση έργων, μαζί με τον αποδεκατισμό των αυτοαπασχολούμενων σκηνοθετών - παραγωγών, επιφέρει καίριο πλήγμα στην έννοια του «ανεξάρτητου» καλλιτεχνικού κινηματογράφου, ελαχιστοποιώντας την πιθανότητα παραγωγής και διανομής έργου με προοδευτικό - ριζοσπαστικό περιεχόμενο. Ταυτόχρονα, ανοίγει διάπλατα τον δρόμο για να καταργηθούν εργασιακά, μισθολογικά και πνευματικά δικαιώματα των μισθωτών, ηθοποιών και τεχνικών και των δημιουργών. Είναι χαρακτηριστική η υποβάθμιση των όρων εργασίας καλλιτεχνών και τεχνικών στα σίριαλ, που χρηματοδοτούνται με εκατομμύρια ευρώ από το ΕΚΟΜΕ.
  • Τον νόμο (γνωστό ως νομοσχέδιο Πέτσα) για την ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της τροποποιημένης Οδηγίας 2010/13 της ΕΕ, ο οποίος προβλέπει: Τη μεταφορά της διαχείρισης και των εσόδων του ειδικού φόρου 1,5% από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου στο ΕΚΟΜΕ, στερώντας την «ανεξάρτητη» κινηματογραφική παραγωγή των αυτοαπασχολούμενων σκηνοθετών από έναν σημαντικό πόρο.
  • Τον ασφυκτικό έλεγχο του περιεχομένου του Οπτικοακουστικού και την απαγόρευση στην ουσία του προοδευτικού - ριζοσπαστικού οπτικοακουστικού έργου με πρόσχημα την καταπολέμηση της βίας, της τρομοκρατίας. Η διάταξη δεν αφορά μόνο τους δημιουργούς και παραγωγούς, αλλά και τους χρήστες στις πλατφόρμες διαμοιρασμού βίντεο («Facebook», «Youtube», «Vimeo» κ.λπ.) παραπέμποντας στις προβλεπόμενες από τον «τρομονόμο» ποινές.
Ανάγκη για έναν κινηματογράφο κόντρα στο ρεύμα

Τώρα που έχει συγκεντρωθεί μια αρχική πείρα από την εφαρμογή αυτής της πολιτικής, τροφοδοτώντας με προβληματισμό τον χώρο των δημιουργών και με ανησυχία τον χώρο των εργαζομένων, χρειάζεται μια πιο αποφασιστική αντιπαράθεση στην προσπάθεια πολιτικών δυνάμεων να αναπαράγουν παλιές και να δημιουργούν νέες αυταπάτες.

Για την αστική τάξη της χώρας ο κινηματογράφος έχει αξία στον βαθμό που συνδυάζεται με τον τουρισμό και άλλους κλάδους της οικονομίας, στον βαθμό που προβάλλει στο εξωτερικό τα χιλιόμετρα των υπέροχων ακτογραμμών, τα σκηνικά των πανάρχαιων μνημείων, το πλούσιο και εναλλασσόμενο φυσικό ανάγλυφο και την πρόσφορη για εκμετάλλευση εγχώρια εργασιακή «αγορά». Ολα αυτά δηλαδή που διαφημίζουν τα γραφεία προσέλκυσης και υποστήριξης οπτικοακουστικών παραγωγών, που έχουν σπαρθεί σε κάθε Περιφέρεια και στους δήμους Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Για την αστική τάξη, ο κινηματογράφος έχει με λίγα λόγια σημασία στον βαθμό που προασπίζει την οικονομική εξουσία της και την πολιτική και ιδεολογική κυριαρχία της. Ετσι η αντίθεση δεν βρίσκεται ανάμεσα στο «εθνικό» και το «διεθνές», αλλά ανάμεσα στους μονοπωλιακούς ομίλους και τους αυτοαπασχολούμενους σκηνοθέτες και άλλους εργαζόμενους - συντελεστές της κινηματογραφικής παραγωγής.

Σ' αυτό το περίγραμμα για τους σκηνοθέτες και τους τεχνικούς του κινηματογράφου προέχει αυτήν τη στιγμή να ενισχυθεί ο αγώνας τους για την υπεράσπιση των δημιουργικών και εργασιακών δικαιωμάτων τους.

Η διεκδίκηση όμως των δικαιωμάτων θα γίνεται πιο αποτελεσματική, όσο θα δυναμώνει η πεποίθηση ότι χρειάζεται να διαμορφώσουμε ένα ισχυρό ριζοσπαστικό ρεύμα στη νεολαία και την κοινωνία, στο οποίο ο κινηματογράφος και οι τέχνες γενικότερα θα αποτελούν ένα ισχυρό όπλο για να απαντήσουμε στο κλίμα της πνευματικής ρηχότητας της ανεπάρκειας, στο ευτελές και το χυδαίο που αναπαράγει το σύστημα.

Είναι ανάγκη να διαμορφώσουμε ιδεολογικό μέτωπο, που θα βοηθήσει στην παραγωγή και στήριξη του ριζοσπαστικού έργου. Μπορούμε να ερευνήσουμε, να κατανοήσουμε και να δώσουμε στο έργο μας τα βασικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας.

Χρειάζεται να παλέψουμε για μια άλλη ανάπτυξη. Μια ανάπτυξη που μέτρο της προόδου της δεν θα έχει το κέρδος, αλλά την καθολική ευημερία και την εξέλιξη του ανθρώπου σε ολόπλευρο άνθρωπο. Και αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με μια νέα οργάνωση της κοινωνίας, όπου όλα τα κοινωνικά αγαθά, τέτοια όπως η Τέχνη, θα πάψουν να είναι εμπόρευμα και θα περάσουν στον κοινωνικό προγραμματισμό και έλεγχο από τους ίδιους τους δημιουργούς τους.

  • Εκτενή αποσπάσματα από την ομιλία του Κώστα Σταματόπουλου, σκηνοθέτη, μέλους του Τμήματος Πολιτισμού της ΚΕ του ΚΚΕ, σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Στέκι Πολιτισμού στο πλαίσιο των κεντρικών εκδηλώσεων του 49ου Φεστιβάλ ΚΝΕ - «Οδηγητή».


Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ