ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 14 Οχτώβρη 2012
Σελ. /16
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "95 ΧΡΟΝΙΑ ΟΚΤΩΒΡΙΑΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Από τον Απρίλη στον Οκτώβρη - Οι εξελίξεις το Μάη του 1917"
ΙΣΤΟΡΙΑ
95 ΧΡΟΝΙΑ ΟΧΤΩΒΡΙΑΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Από τον Απρίλη στον Οκτώβρη - Οι εξελίξεις το Μάη του 1917

Συμπληρώνονται 95 χρόνια από τη Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση στη Ρωσία. Η πορεία και οι εξελίξεις από την αστικοδημοκρατική επανάσταση το Φλεβάρη του 1917 μέχρι τη Σοσιαλιστική Επανάσταση τον Οκτώβρη είναι πλούσιες σε πείρα για τη στρατηγική και την τακτική του Κομμουνιστικού Κόμματος. Πείρα για τις σύγχρονες συνθήκες. Αλλωστε, η περίοδος που προηγήθηκε της Σοσιαλιστικής Επανάστασης, από τον Απρίλη, που ο Λένιν διαμορφώνει με τις «Θέσεις του Απρίλη» την τακτική και το πρόγραμμα για την επανάσταση, μέχρι το Σεπτέμβρη του 1917, ήταν πολύ κρίσιμη για την προετοιμασία του μπολσεβίκικου κόμματος για νέα επαναστατική άνοδο.

Με τις «Θέσεις του Απρίλη» (1917) ο Λένιν έθεσε άμεσα το στόχο της εργατικής εξουσίας, έτσι ώστε το Κόμμα των Μπολσεβίκων να προετοιμάσει και να πραγματοποιήσει με επιτυχία τη Σοσιαλιστική Επανάσταση στη Ρωσία. Ο Λένιν αξιοποίησε την άρνηση - αδυναμία της αστικής κυβέρνησης, από το Φλεβάρη 1917 και στη συνέχεια, να αντιμετωπίσει οξυμένα κοινωνικά προβλήματα, όπως του πολέμου και της επιβίωσης εκατομμυρίων φτωχών αγροτών και εργατών. Η επαναστατική εργατική εξουσία, η δικτατορία του προλεταριάτου - και όχι κάποια ενδιάμεση εξουσία - έλυσε τα προβλήματα της ειρήνης, της γης στους αγρότες, της ισοτιμίας των γυναικών, των εθνοτήτων, γενικά τα λεγόμενα αστικοδημοκρατικά προβλήματα, ανοίγοντας ταυτόχρονα το δρόμο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Πράγματι, τον Απρίλη του 1917 ο Λένιν παρουσίασε στα μπολσεβίκικα στελέχη τις προγραμματικές θέσεις, όπου διατύπωσε τη στρατηγική κατεύθυνση για τη μετεξέλιξη της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε σοσιαλιστική. Αυτές οι θέσεις του Λένιν πέρασαν στην Ιστορία σαν «Θέσεις του Απρίλη». Σ' αυτές ο Λένιν αναφέρει:

«Η ιστορική στιγμή που περνά η Ρωσία χαρακτηρίζεται από τα παρακάτω βασικά γνωρίσματα:

1. Η παλιά τσαρική εξουσία που εκπροσωπούσε μόνο μια χούφτα φεουδάρχες - τσιφλικάδες, οι οποίοι διηύθυναν όλη την κρατική μηχανή (το στρατό, την αστυνομία, την υπαλληλία), συντρίφτηκε και παραμερίστηκε, μα δεν εξοντώθηκε...

2. Η κρατική εξουσία στη Ρωσία πέρασε στα χέρια μιας νέας τάξης, δηλαδή της αστικής τάξης και των αστοποιημένων τσιφλικάδων. Απ' αυτή την άποψη η αστικοδημοκρατική επανάσταση στη Ρωσία τελείωσε.

Η αστική τάξη που βρέθηκε στην εξουσία συνασπίστηκε (συμμάχησε) με τα απροκάλυπτα μοναρχικά στοιχεία που στην περίοδο του 1906 - 1914 διακρίθηκαν για την υποστήριξη με πρωτοφανή ζήλο του Νικολάου του Ματοβαμμένου και του Στολίπιν - Κρεμάλα (Γκουτσκόφ και άλλοι πολιτικοί που βρίσκονται δεξιότερα από τους καντέτους)... Την επαναστατική πρωτοβουλία της δράσης των μαζών και την κατάληψη της εξουσίας από το λαό, από τα κάτω - αυτή τη μοναδική εγγύηση πραγματικών επιτυχιών της επανάστασης - η νέα κυβέρνηση άρχισε ήδη να την εμποδίζει με κάθε τρόπο. Την ημερομηνία σύγκλησης της Συντακτικής Συνέλευσης η κυβέρνηση αυτή ούτε την όρισε ακόμη μέχρι σήμερα. Την τσιφλικάδικη ιδιοκτησία, την υλική αυτή βάση του φεουδαρχικού τσαρισμού, δεν τη θίγει. Η κυβέρνηση αυτή ούτε σκέπτεται καν να καταπιαστεί με την έρευνα της δράσης, τη δημοσίευση των πράξεων και τον έλεγχο των μονοπωλιακών οικονομικών οργανισμών, των μεγάλων τραπεζών, των καπιταλιστικών συνδικάτων, των καρτέλ των καπιταλιστών κ.τ.λ...

Στους καντέτους, στους όψιμους δημοκράτες, στους δημοκράτες με το στανιό, έχουν παραχωρηθεί δευτερεύουσες θέσεις που δεν έχουν άμεση σχέση με την άσκηση εξουσίας πάνω στο λαό και με το μηχανισμό της κρατικής εξουσίας. Ο Α. Κέρενσκι, εκπρόσωπος των τρουντοβίκων και "σοσιαλιστής κι αυτός", δεν παίζει απολύτως κανένα άλλο ρόλο εκτός από το να αποκοιμίζει με ηχηρές φράσεις την επαγρύπνηση και την προσοχή του λαού.

Για όλους αυτούς τους λόγους ακόμη και στον τομέα της εσωτερικής πολιτικής η νέα αστική κυβέρνηση δεν είναι άξια της παραμικρής εμπιστοσύνης του προλεταριάτου και κάθε υποστήριξή της από μέρους του είναι απαράδεκτη» (Λένιν, «Απαντα», τ. 31, σελ. 151-152).

Ελεγε ταυτόχρονα: «...Η ιδιομορφία της σημερινής στιγμής στη Ρωσία βρίσκεται στο πέρασμα από το πρώτο στάδιο της επανάστασης που έδωσε την εξουσία στην αστική τάξη, εξαιτίας της ανεπαρκούς συνειδητότητας και οργάνωσης του προλεταριάτου, στο δεύτερο στάδιό της, που πρέπει να δώσει την εξουσία στα χέρια του προλεταριάτου και των φτωχών στρωμάτων της αγροτιάς...» (Λένιν «Απαντα», τ. 31, σελ. 114).

Ο Λένιν απάντησε και στις θέσεις των Κάμενεφ, Ζινόβιεφ, Ρίκοφ, Καλίνιν κ.ά. (αυτούς ονόμαζε «παλιούς μπολσεβίκους»), επειδή επέμεναν ότι η αστικοδημοκρατική επανάσταση δεν είχε ολοκληρωθεί, ότι δεν είχαν πραγματοποιηθεί μια σειρά αιτήματα και στόχοι που περιλαμβάνονταν στο «μίνιμουμ» πρόγραμμα, όπως, π.χ., η συντακτική συνέλευση, η αγροτική μεταρρύθμιση κ.λπ., με βάση το έργο του Λένιν «Δυο τακτικές της σοσιαλδημοκρατίας στη δημοκρατική επανάσταση». Ο Λένιν απάντησε ότι το κύριο ζήτημα σε κάθε επανάσταση είναι το ζήτημα της εξουσίας. Και εκτίμησε ότι η αστικοδημοκρατική επανάσταση είχε τελειώσει, αφού η αστική τάξη είχε πάρει την εξουσία. Σημείωνε χαρακτηριστικά: «Το βασικό ζήτημα κάθε επανάστασης είναι το ζήτημα της εξουσίας. Χωρίς το ξεκαθάρισμα αυτού του ζητήματος δεν μπορεί να γίνει ούτε λόγος για οποιαδήποτε συνειδητή συμμετοχή στην επανάσταση, για να μην πούμε πια για την καθοδήγησή της»(Λένιν, «Απαντα» τ. 31, σελ. 145).

Και επέμενε ότι: «Οποιος καθοδηγείται στη δράση του μόνο από τη διατύπωση: "η αστικοδημοκρατική επανάσταση δεν έχει τελειώσει", είναι σαν να εγγυάται έτσι πως οι μικροαστοί είναι ασφαλώς ικανοί να τραβήξουν ανεξάρτητα από την αστική τάξη. Αυτός παραδίνεται έτσι ανίσχυρος τη στιγμή αυτή στο έλεος των μικροαστών (...)

Το λάθος του σ. Κάμενεφ είναι ότι αυτός και στα 1917 βλέπει μόνο το παρελθόν της επαναστατικής - δημοκρατικής δικτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς. Ενώ στην πράξη άρχισε ήδη γι' αυτή το μέλλον, γιατί τα συμφέροντα και η πολιτική του μισθωτού εργάτη και του νοικοκυράκου στην πράξη έχουν ήδη χωρίσει, και μάλιστα σ' ένα τόσο σπουδαιότατο ζήτημα, όπως ο "αμυνιτισμός", όπως η στάση απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο» (Β. Ι. Λένιν: «Γράμματα για την τακτική», «Απαντα», τ. 31, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 141).

Ο Λένιν έκανε επίσης κριτική στον Τρότσκι στον τελικό του λόγο στη Συνδιάσκεψη της οργάνωσης της Πετρούπολης του ΣΔΕΚΡ (μπολσεβίκοι), λέγοντας: «Ο τροτσκισμός λέει: "Δίχως τσάρο και κυβέρνηση εργατική. Αυτό είναι λαθεμένο. Οι μικροαστοί υπάρχουν, δεν μπορείς να μην τους υπολογίζεις. Αποτελούνται όμως από δύο τμήματα. Το φτωχό τμήμα τους πάει με την εργατική τάξη» (Λένιν, «Απαντα», τ. 31, σελ. 249).

Ο «Ριζοσπάστης» στο ένθετο «Ιστορία», θα παρουσιάζει σε συνέχειες την εξέλιξη της πάλης από το Μάη μέχρι και το Σεπτέμβρη του 1917 μήνα το μήνα. Αναδεικνύοντας την πείρα για τη στρατηγική και την τακτική του Κομμουνιστικού Κόμματος. Στο σημερινό ένθετο, παρουσιάζοντας το μήνα Μάη, ξεχωρίζουν δύο στρατηγικά ζητήματα. Το ζήτημα της συμμετοχής του Κομμουνιστικού Κόμματος σε αστική κυβέρνηση, στο οποίο οι μπολσεβίκοι απάντησαν ως επαναστατικό κόμμα που ήταν «καμιά συμμετοχή», και το ζήτημα του ρόλου των οπορτουνιστών στη συμμαχία τους με την αστική τάξη και από κυβερνητική θέση, ζητήματα άκρως επίκαιρα και τα δύο για το σήμερα, την άρνηση του ΚΚΕ για συμμετοχή σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης, ενδιάμεση δεν μπορεί να υπάρξει, αλλά και το ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ που και με την κυβερνητική του πρόταση για διαχείριση του συστήματος, αυτή είναι η στρατηγική του, υποτάσσει την εργατική τάξη και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα στο κεφάλαιο.

Μάης 1917: Μενσεβίκοι και εσέροι στην αστική κυβέρνηση

Οι τίτλοι των κυβερνητικών εφημερίδων τέλη Απρίλη - αρχές Μάη του 1917 ήταν: «Εκκληση της Προσωρινής Κυβέρνησης προς τον πληθυσμό...», «Επιστολή του πρωθυπουργού προς τον πρόεδρο του Σοβιέτ της Πετρούπολης...», «Παραίτηση του υπουργού Στρατιωτικών και Ναυτικού...», «Δήλωση του υπουργού Εξωτερικών».

Η Προσωρινή Κυβέρνηση δημοσίευσε στις 26 του Απρίλη την έκκληση «Για την κυβέρνηση συνασπισμού», στην οποία υποσχόταν ότι θα επαναλάβει επίμονες προσπάθειες για τη διεύρυνση της σύνθεσής της με την προσέλκυση των «ενεργών δημιουργικών δυνάμεων της χώρας». Ως «δημιουργικές» δυνάμεις η ρωσική αστική τάξη είχε υπόψη της τους εσέρους και μενσεβίκους καθοδηγητές του Σοβιέτ, εκτιμώντας, με τον τρόπο αυτό, ιδιαίτερα, την πολιτική συμβιβασμού, που είχαν ακολουθήσει τους πρώτους μήνες μετά την επανάσταση του Φλεβάρη.

Στην επιστολή του πρωθυπουργού Γκ. Λβοφ προς τον πρόεδρο της Εκτελεστικής Επιτροπής του Σοβιέτ Πετρούπολης, Ν. Τσχεΐντζε, που δημοσιεύτηκε στις 27 του Απρίλη, το ζήτημα για την κυβέρνηση συνασπισμού με τη συμμετοχή ηγετών του Σοβιέτ είχε τεθεί ήδη ανοιχτά.

Στις 28 του Απρίλη, στη συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής, το ζήτημα αυτό συζητήθηκε και απορρίφθηκε από την πλειοψηφία με μία ψήφο διαφορά (23 κατά, 22 υπέρ, 2 λευκά). Αλλ' όμως την 1η του Μάη το ζήτημα της κυβέρνησης συνασπισμού τέθηκε ξανά, και αυτή τη φορά λύθηκε πια θετικά με πλειοψηφία 44 ψήφων (μενσεβίκοι, εσέροι κ.ά.) υπέρ, 19 κατά (μπολσεβίκοι και μενσεβίκοι - διεθνιστές) και 2 λευκά (εσέροι). Αποφασιστικό γεγονός που οδήγησε στην αλλαγή των διαθέσεων της πλειοψηφίας των εσέρων και μενσεβίκων στα Σοβιέτ ήταν φαινομενικά η παραίτηση από την κυβέρνηση δύο υπουργών της, του Γκουτσκόφ και του Μιλιουκόφ. Στην πραγματικότητα, η συμμετοχή των συμβιβασμένων στη σύνθεση της Προσωρινής Κυβέρνησης προκαθορίστηκε από τη στρατηγική τους, από το χαρακτήρα τους ως πολιτικών δυνάμεων του συμβιβασμού απέναντι στη ρωσική αστική τάξη. Ετσι εξηγείται η καταπληκτική διαφορά στον αριθμό αυτών που ψήφισαν υπέρ του σχηματισμού της κυβέρνησης συνασπισμού. Η ψηφοφορία της 1ης του Μάη εξέφραζε την πραγματική διάθεση των μενσεβίκων και των εσέρων.

Ως προς αυτό η εφημερίδα «Ιζβέστια του Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών της Πετρούπολης» έγραψε για την απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής του Σοβιέτ να συμπεριληφθούν οι εκπρόσωποί του στη σύνθεση της Προσωρινής Κυβέρνησης τα εξής:

«2 του Μάη 1917

Το βράδυ και τη νύχτα της 1ης του Μάη συνεδρίασε έκτακτα η Εκτελεστική Επιτροπή του Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών.

Η συνεδρίαση είχε ως θέμα το ζήτημα της κυβερνητικής κρίσης, που δημιουργήθηκε λόγω των γεγονότων των τελευταίων ημερών.

Για να φωτιστεί καλύτερα η πραγματική κατάσταση, κάλεσαν στη συνεδρίαση τον αντιπρόεδρο του Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών, υπουργό Δικαιοσύνης Α. Φ. Κέρενσκι.

Από την εισήγησή του και τις ανακοινώσεις των άλλων μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής έγινε σαφές ότι η κατάσταση της χώρας ήταν εξαιρετικά σοβαρή, ότι μόνο με τη δραστήρια συμμετοχή της επαναστατικής δημοκρατίας μπορούσε να δημιουργηθεί στη χώρα νέα εξουσία, ικανή να υπερνικήσει την οικονομική καταστροφή, να οργανώσει την υπεράσπιση του μετώπου και να επιταχύνει τη σύναψη ειρήνης σε διεθνή κλίμακα.

Μετά από πολύπλευρη εξέταση του ζητήματος, ανακοινώθηκε διάλειμμα για να συσκεφτούν ξεχωριστά οι ομάδες που αποτελούσαν την Εκτελεστική Επιτροπή.

Στις συσκέψεις των ομάδων, όλοι οι ναρόντνικοι και οι μενσεβίκοι σοσιαλδημοκράτες τάχθηκαν υπέρ της προσχώρησης των εκπροσώπων της δημοκρατίας στην κυβέρνηση. Κατά της προσχώρησης τάχθηκε μόνο η ομάδα των μπολσεβίκων».

Στις 5 του Μάη, σχηματίστηκε η πρώτη κυβέρνηση συνασπισμού. Σ' αυτή, με βάση τις αποφάσεις της Εκτελεστικής Επιτροπής του Σοβιέτ Πετρούπολης, και με άδεια των Κεντρικών Επιτροπών των αντίστοιχων κομμάτων, μπήκαν: Οι μενσεβίκοι I. Τσερετέλι, υπουργός Ταχυδρομείων και Τηλεγραφείων, και Μ. Σκόμπελεφ, υπουργός Εργασίας. Οι σοσιαλιστές - επαναστάτες: Β. Τσερνόφ, υπουργός Γεωργίας, και Α. Κέρενσκι, υπουργός Στρατιωτικών και Ναυτικού. Ο τρουντοβικός Π. Περεβέρζεφ, υπουργός Δικαιοσύνης. Ο αρχηγός του κόμματος των λαϊκών σοσιαλιστών Α. Πεσεχόνοφ, υπουργός Επισιτισμού. Αυτό ήταν σύμφωνο με τους όρους του συνεδρίου του Αμστερνταμ της Β' Διεθνούς, που επέτρεπε την είσοδο των σοσιαλιστών σε αστική κυβέρνηση σε εξαιρετικές περιπτώσεις, και κάτω από τον έλεγχο του κόμματος, και στη βάση ενός καθορισμένου προγράμματος. Ωστόσο, το παράδειγμα του Γάλλου σοσιαλιστή Μιλεράν, που μπήκε το 1899 στην αστική κυβέρνηση, σε στιγμή ανόδου του επαναστατικού κινήματος στη χώρα, είχε δείξει ότι οι οποιεσδήποτε, δήθεν, «προϋποθέσεις» και «οποιοσδήποτε κομματικός έλεγχος» δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την ακριβή και σαφή εκτίμηση της κατάστασης τη στιγμή λήψης της δοσμένης απόφασης, γιατί στην πράξη η είσοδος του Μιλεράν οδήγησε στην υποστήριξη της αντεπανάστασης και στη μείωση της επαναστατικής δραστηριότητας των μαζών.

Για τη συγκεκριμένη εξέλιξη της δημιουργίας κυβέρνησης συνασπισμού με συμμετοχή των μενσεβίκων και εσέρων υπήρξαν αντιδράσεις από τους εργάτες των εργοστασίων μέσα από Γενικές Συνελεύσεις στα εργοστάσια. Ας το παρακολουθήσουμε.

  • «Απόφαση διαμαρτυρίας των εργατών του εργοστασίου Τσέσερ ενάντια στο σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού

3 του Μάη 1917

Εμείς, οι εργάτες του εργοστασίου του Τσέσερ, θεωρούμε την προσχώρηση των σοσιαλιστικών στοιχείων στην κυβέρνηση συνασπισμού επιζήμια για το προλεταριάτο και την αγροτιά, γιατί η συμμετοχή σ' αυτήν θα καταστείλει την ταξική πολιτική μας και θα δυναμώσει το στρατόπεδο της αστικής τάξης, επιρρίπτοντας μέρος της ευθύνης, που προέρχεται από την εξωτερική και εσωτερική πολιτική της αστικής τάξης, στο προλεταριάτο.

Ψηφίστηκε ομόφωνα από τη Γενική Συνέλευση.

Ο πρόεδρος Α. Γιελόγκιν»

  • «Απόφαση συνέλευσης των μελών της λέσχης του ΣΔΕΚΡ (μπ.), της περιοχής Πρέσνια της Μόσχας, γύρω από την άρνηση υποστήριξης της κυβέρνησης συνασπισμού

3 του Μάη 1917

Η κυβέρνηση συνασπισμού, που ιδρύεται με την πρωτοβουλία της Προσωρινής Κυβέρνησης για την ενίσχυση της κλονισμένης εμπιστοσύνης και του κύρους της από μέρους της επαναστατικής δημοκρατίας, στην ουσία θα συνεχίσει να είναι όπως και η προηγούμενη αντεπαναστατική στην εσωτερική της πολιτική, και ληστρική στην εξωτερική...»

  • «Απόφαση διαμαρτυρίας των εργατών και υπαλλήλων των "Ενωμένων Εργοστασίων Καλωδίων" Πετρούπολης ενάντια στο σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού και υπέρ της παράδοσης της εξουσίας στα Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών

5 του Μάη 1917

Εμείς, οι εργάτες και υπάλληλοι των "Ενωμένων Εργοστασίων Καλωδίων", στη Γενική μας Συνέλευση στις 3 του Μάη, όπου πήραν μέρος 2.500 άτομα, αφού ακούσαμε τους εκπροσώπους του Κεντρικού Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών σχετικά με την επιθυμία της Προσωρινής Κυβέρνησης και της πλειοψηφίας του Σοβιέτ να σχηματίσουν κυβέρνηση συνασπισμού που να έχει την εμπιστοσύνη του λαού, αποφασίσαμε να εκφράσουμε αρνητική στάση απέναντι στην κυβέρνηση συνασπισμού, που αποτελεί παραπέτασμα για τις ενέργειες της αστικής κυβέρνησης. Απαιτούμε την παράδοση της εξουσίας, ολοκληρωτικά, στο Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών».

  • «Από την απόφαση διαμαρτυρίας του Σοβιέτ των εργατών, στρατιωτών και κοζάκων βουλευτών του Κρασνογιάρσκ ενάντια στη συμμετοχή των σοσιαλιστών στην κυβέρνηση συνασπισμού, και έκκληση για συσπείρωση γύρω από τα Σοβιέτ.

9 του Μάη 1917

...Θεωρούμε ότι στην κυβέρνηση συνασπισμού οι σοσιαλιστές επιρρίπτουν στα κόμματά τους και στο Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών όλη την ευθύνη για την εξουσία, χωρίς να έχουν καμιά δυνατότητα να την ασκήσουν.

Το Σοβιέτ των εργατών, στρατιωτών και κοζάκων βουλευτών του Κρασνογιάρσκ καλεί σε στενή συσπείρωση όλες τις σοσιαλιστικές και επαναστατικές δημοκρατικές δυνάμεις γύρω από τα Σοβιέτ για την υπεράσπιση, με οργανωμένο τρόπο, των συμφερόντων του προλεταριάτου και της δημοκρατίας, τόσο στην εσωτερική, όσο και στην εξωτερική πολιτική».

Η συμβιβασμένη Εκτελεστική Επιτροπή του σοβιέτ της Πετρούπολης, ξεκινώντας από λαθεμένη εκτίμηση για τις κινητήριες δυνάμεις και τις προοπτικές της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, δεν μπορούσε να κάνει σωστή ανάλυση της υπάρχουσας κατάστασης στη χώρα, και γι' αυτό καλύφθηκε με το «πρόγραμμα» συμμετοχής στην κυβέρνηση συνασπισμού, που είχε εκπονήσει. Στη βάση του υπήρχαν τέσσερα σημεία: 1) Δραστήρια δουλειά προς όφελος της ειρήνης, ξεκινώντας από το μανιφέστο του Σοβιέτ της 14ης του Μάρτη, 2) Διευθέτηση βιομηχανίας και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, 3) Προπαρασκευαστικά μέτρα για τη λύση του αγροτικού και του εργατικού ζητήματος και 4) Επίσπευση της σύγκλησης της Συντακτικής Συνέλευσης.

Ούτε ένας από τους όρους αυτούς δεν εκπληρώθηκε.

Για ποια δραστήρια δουλειά προς όφελος της ειρήνης θα μπορούσαν να μιλήσουν, όταν οι εκπρόσωποι των λεγόμενων «δραστήριων δημιουργικών δυνάμεων της χώρας», που μπήκαν επιτέλους στην κυβέρνηση, φρόντισαν να κρύψουν από τις μάζες το τηλεγράφημα του νέου υπουργού Εξωτερικών Μιχαήλ Τερέστσενκο, που είχε σταλεί στις 7 του Μάη σε Παρίσι, Λονδίνο, Ρώμη, Ουάσιγκτον, Τόκιο, Λισαβόνα, Βουκουρέστι, Βρυξέλλες και Βελιγράδι. Μ' αυτό ενημέρωνε τους υπουργούς Εξωτερικών των συμμαχικών κρατών για την επιθυμία της Προσωρινής Κυβέρνησης να συνεχίσει τον πόλεμο. Το περιεχόμενό του τηρήθηκε μυστικό, παρ' όλο που επανειλημμένα συζητούσαν για τον πόλεμο. Γι' αυτό έγινε λόγος και στη διακήρυξη της νέας κυβέρνησης από 5 του Μάη: «...Η ήττα της Ρωσίας και των συμμάχων της... θα αποτελούσε πηγή τεράστιων συμφορών για τους λαούς». Για το ίδιο ζήτημα δήλωνε και ο Τερέστσενκο στην έκκλησή του «Προς τους πολίτες της Ρωσίας»: «Η ελεύθερη Ρωσία πρέπει να αποδείξει ότι εκπληρώνει πιστά τη βασική υποχρέωση που ανάλαβε απέναντι στους συμμάχους, την υποχρέωση, δηλαδή, του ενιαίου αγώνα και της αμοιβαίας βοήθειας». Σ' αυτό, θα 'λεγε κανείς, δεν μπορεί πια τίποτε να προστεθεί, όμως ακριβώς εδώ βρισκόταν η πραγματική αιτία της αποσιώπησης του τηλεγραφήματος που αναφέραμε πιο πάνω. Εκεί αναφερόταν ξεκάθαρα: «Η ρωσική δημοκρατία (δηλαδή οι συμβιβασμένοι σοσιαλδημοκράτες εσέροι και μενσεβίκοι που μπήκαν στην κυβέρνηση συνασπισμού) θεωρεί ότι ο πόλεμος αυτός είναι αναγκαίος και αναπόφευκτος για την υπεράσπιση της ελευθερίας του έθνους».

Ο εξωκομματικός υπουργός Εξωτερικών καταλάβαινε τι κινδύνους διατρέχαν οι συνάδελφοί του σοσιαλιστές με την είδηση για τη στάση αυτή της «ρωσικής δημοκρατίας» απέναντι στον πόλεμο.

Δεν ήταν τυχαίο που όταν ο ανώτατος διοικητής στρατηγός Αλεξέγιεφ, μιλώντας στο Πανρωσικό Συνέδριο των αξιωματικών του στρατού και του στόλου (μπροστά στον Αμερικανό πρεσβευτή Φράνσις, τον Βέλγο υπουργό - σοσιαλιστή Βαντερβέλντε, τους εκπροσώπους των στρατιωτικών αποστολών της Γαλλίας, Ιταλίας, Ιαπωνίας, Σερβίας), αποκάλεσε «ουτοπική φράση» το πρόγραμμα ειρήνης χωρίς προσαρτήσεις και αποζημιώσεις και έκανε έκκληση για εγκαθίδρυση ισχυρής εξουσίας, οι οπαδοί του συνασπισμού, που στην πράξη συμμερίζονταν πλήρως τις αντιδραστικές απόψεις του Αλεξέγιεφ, αναγκάστηκαν να τον καθαιρέσουν και να διορίσουν στη θέση του το στρατηγό Μπρουσίλοφ.

Οι «δραστήριοι αγωνιστές της ειρήνης» χαιρέτισαν ομόφωνα την ομιλία του Γάλλου σοσιαλσοβινιστή Α. Τομ, ο οποίος στις 29 του Μάη, στη συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής του Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών, είχε δικαιώσει την προδοτική πολιτική των Γάλλων σοσιαλιστών και ζήτησε από το Σοβιέτ να συνδράμει στην ενίσχυση του στρατού, με σκοπό να συνεχιστεί ο μισητός στους λαούς ιμπεριαλιστικός πόλεμος.

Υλοποιώντας τη γενική επιδίωξη της αστικής τάξης και της «δημοκρατίας» να συνεχίσουν τον πόλεμο, αν και οι πρώτοι λογάριαζαν να τον τερματίσουν νικηφόρα, ενώ οι δεύτεροι στηρίζονταν στην αναγκαιότητα άμυνας της πατρίδας και της επανάστασης, στις αρχές του Μάη βγήκε από την πρώτη κυβέρνηση συνασπισμού μια ειδική επιτροπή για την καθοδήγηση των στρατιωτικών υποθέσεων. Σ' αυτή μπήκαν, από τη μια μεριά, ο πρίγκιπας Λβοφ, ο Τερεστσιένκο και ο Νιεκράσοφ, και από την άλλη ο Κέρενσκι και ο Τσερετέλι.

Ο Κέρενσκι, προσπαθώντας να δυναμώσει την απαράδεκτα αδύνατη, κατά τη γνώμη του, πειθαρχία στο στρατό, έβγαλε διαταγή κατά της συναδέλφωσης στο μέτωπο και κυκλοφόρησε τη «Διακήρυξη των δικαιωμάτων του στρατιώτη». Η τελευταία περιόριζε πολύ τα δικαιώματα των στρατιωτών, που είχαν κατακτηθεί τις πρώτες μέρες της επανάστασης του Φλεβάρη. Οι μπολσεβίκοι, ξεσηκώνοντας τις μάζες στην πάλη κατά του ιμπεριαλιστικού πολέμου και υπέρ της ειρήνης, της ελευθερίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων, αποκάλεσαν τη διακήρυξη αυτή «διακήρυξη έλλειψης δικαιωμάτων του στρατιώτη».

Σε ολόκληρη τη χώρα ξέσπασαν συλλαλητήρια διαμαρτυρίας κατά της διακήρυξης του Κέρενσκι.

Η κυβέρνηση, για να ανεβάσει τις υπερπατριωτικές διαθέσεις, έκδοσε το «δάνειο της ελευθερίας», που προοριζόταν για πολεμικούς σκοπούς.

Οταν το Σοβιέτ της Πετρούπολης στις 22 του Απρίλη ψήφισε υπέρ του «δανείου της ελευθερίας», αυτό θεωρήθηκε από τους προσκείμενους προς την κυβέρνηση κύκλους σαν μεγάλη επιτυχία. Πρώτο, η ψηφοφορία επιβεβαίωσε ότι υπήρχαν, αντικειμενικά, ελπίδες να χρησιμοποιηθεί το κύρος του Σοβιέτ για την προπαγάνδα υπέρ της συνέχισης του πολέμου. Δεύτερο, η υποστήριξη του «δανείου» ήταν μια διαδήλωση υποστήριξης της πολιτικής γραμμής της Προσωρινής Κυβέρνησης.

Η μπολσεβίκικη ομάδα του Σοβιέτ ψήφισε ειδική απόφαση για το ζήτημα του «δανείου», με την οποία αποφάνθηκε αποφασιστικά υπέρ της ανοικτής ταξικής εκτίμησης του πολέμου, αποδείχνοντας την υποκρισία του διπλού υπολογισμού των σοσιαλεθνικιστών όλων των χωρών, που υποστήριζαν τη δική τους ιμπεριαλιστική αστική τάξη και με την οποία καλούσαν σε βοήθεια το διεθνές προλεταριάτο για να τερματισθεί ο πόλεμος.

Στην απόφαση αναφερόταν: «Οσο η πολιτική και η οικονομική εξουσία δεν έχει περάσει στα χέρια του προλεταριάτου και του φτωχότερου στρώματος της αγροτιάς, όσο ο σκοπός του πολέμου καθορίζεται από τα συμφέροντα του κεφαλαίου, οι εργάτες θα αρνούνται να δίνουν τη συγκατάθεσή τους για νέα δάνεια, που στρέφονται όχι προς όφελος, αλλά κατά της επαναστατικής ελευθερίας της Ρωσίας».

Τον ίδιο επίσης καιρό, οι ηγέτες του Σοβιέτ Πετρούπολης έγραφαν στην εφημερίδα τους «Ιζβέστια»: «Στο όνομα της σωτηρίας της επανάστασης θα σας καλούμε επίμονα: πολίτες, υποστηρίξτε το δάνειο!».

«...Ανοίξτε τα θησαυροφυλάκιά σας και σπεύστε να προσφέρετε τα χρήματά σας για τις ανάγκες της απελευθερωμένης Ρωσίας», επαναλάμβανε και ο σοσιαλιστής υπουργός Κέρενσκι. Εκμεταλλευόμενοι τη μεγάλη δίψα των μαζών για ειρήνη, ανάπτυξαν μια έντονη προπαγάνδα με το σύνθημα: «Ο δρόμος προς την ειρήνη περνά μέσα από τα χαρακώματα του εχθρού!». Το σύνθημα μιλούσε από μόνο του.

Η οικονομική κατάσταση της χώρας συνέχιζε να είναι εξαιρετικά δύσκολη.

Στις 9 του Μάη, ο σύνδεσμος εργοστασιαρχών της Πετρούπολης έστειλε μια έκθεση προς την Προσωρινή Κυβέρνηση, όπου αναφερόταν ότι «η καταστροφή της βιομηχανίας πλησιάζει με ιλιγγιώδη ταχύτητα». Στις 30 του Μάη μόνο στην Πετρούπολη οι άνεργοι ανέρχονταν σε 50 χιλιάδες.

Η πρωτοβουλία του αγώνα κατά της οικονομικής καταστροφής δεν ξεκινούσε από τους σοσιαλδημοκράτες εσερομενσεβίκους υπουργούς. Πρώτο το Πανρωσικό Συνέδριο των στρατιωτικο-βιομηχανικών επιτροπών πρότεινε στις 16-19 του Μάη ρεαλιστικά μέτρα. Εννοείται ότι η αστική τάξη είχε προτείνει μια διέξοδο από την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί, αλλά σε βάρος της εργατικής τάξης. Πρόεδρος του συνεδρίου ήταν ο Γκουτσκόφ. Στην ομιλία του δήλωσε ότι οι εργάτες προβάλλουν, δήθεν, πολύ μεγάλες απαιτήσεις απέναντι στους επιχειρηματίες. Η εθνικοποίηση του κεφαλαίου, κατά τη γνώμη του, θα παρέλυε τη βιομηχανία.

Στη σύσκεψη των εμπόρων και βιομηχάνων στο Ροστόφ - στον Ντον - ακούστηκαν φωνές, ότι η Προσωρινή Κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να τους προστατέψει από τις αποφάσεις των Σοβιέτ στα ζητήματα που είχαν σχέση με την εργάσιμη μέρα, τους μισθούς και άλλα. Οι εσερομενσεβίκοι υπουργοί, μην έχοντας δικό τους πρόγραμμα ανάπτυξης της οικονομίας, προσπαθούσαν να ελιχτούν. Από τη μια μεριά, συμβιβάζονταν με τους καπιταλιστές, και από την άλλη, ξεγελούσαν τις μάζες με υπόσχεση για βελτίωση της κατάστασης των εργαζομένων σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.

Σε σχέση με το αγροτικό ζήτημα, οι εσερομενσεβίκοι υπουργοί δεν είχαν πάρει κανένα ρεαλιστικό μέτρο τελικά.

Μετά την επανάσταση του Φλεβάρη, οι τσιφλικάδες άρχισαν μια λυσσαλέα αισχροκέρδεια με τη γη. Τεμάχιζαν τα οικόπεδα και τα πουλούσαν στους ξένους, τα παράδιναν σε πλαστά πρόσωπα και έπαυαν να τα καλλιεργούν. Ο εσέρος υπουργός Γεωργίας της τότε κυβέρνησης συνασπισμού, Τσερνόφ, προσπάθησε να απαγορεύσει τις αγοραπωλησίες της γης τουλάχιστον μέχρι να εκδοθεί ειδική εντολή. Στις 17 του Μάη, έχοντας σαν αφετηρία το σχέδιο που πρότεινε ο Τσερνόφ, ο υπουργός Δικαιοσύνης Περεβέρζεφ έστειλε τηλεγράφημα στους συμβολαιογράφους για την προσωρινή διακοπή των αγοραπωλησιών της γης. Ομως, ήδη, στις 24 του Μάη, το Σοβιέτ των ενωμένων συλλόγων των ευγενών απεύθυνε στην κυβέρνηση υπόμνημα, με το οποίο ισχυριζόταν ότι η απαγόρευση των αγοραπωλησιών γης είναι... επιστροφή στη δουλοπαροικία (!) γιατί δένει τον τσιφλικά στη γη, την οποία αυτός, ίσως, να θέλει να πουλήσει. Με τη διαμαρτυρία των τσιφλικάδων είχαν ενώσει τη φωνή τους και η Συνεδριακή Επιτροπή εκπροσώπων των μετοχικών εταιρειών, οι αγροτικές τράπεζες και η Προσωρινή Επιτροπή της Κρατικής Δούμας. Οι εσερομενσεβίκοι υπουργοί υποχώρησαν και σ' αυτό. Στα τέλη Μάη ο υπουργός Δικαιοσύνης εξήγησε ότι η απαγόρευση των αγοραπωλησιών γης δεν θα επεκταθεί στη θέσπιση και τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων ενεχυρίασης, πράγμα που, ουσιαστικά, καταργούσε την προηγούμενη απόφαση απαγόρευσης των αγοραπωλησιών γης.

Η έλλειψη σίγουρης λύσης σε ένα από τα βασικά ζητήματα της επανάστασης, του ζητήματος της γης, ήταν η αιτία της συνεχούς ανόδου των αγροτικών αγώνων. Αγνοώντας το γεγονός αυτό, ο εσέρος Τσερνόφ δήλωνε ότι οι «ακρότητες» στον αγροτικό τομέα έχουν, δήθεν, προσωρινό χαρακτήρα, και ζήτησε το σταμάτημά τους. Την ίδια εποχή, ο υφυπουργός Γεωργίας Α. Χρουστσιόφ ανακοίνωσε ότι το αγροτικό κίνημα αναπτύσσεται, και απειλεί με αποδυνάμωση όλη την οικονομική ζωή της χώρας. Η διακήρυξη που ψηφίστηκε μιλούσε πάλι αφηρημένα για την ανάγκη οργάνωσης τοπικών επιτροπών γης, και την ψήφιση νόμου «για τη ρύθμιση των αμοιβαίων σχέσεων γαιοκτημόνων και αγροτών». Οι εκπρόσωποι των μπολσεβίκων στην επιτροπή τάχθηκαν υπέρ της άμεσης κατάσχεσης της τσιφλικάδικης γης.

Στην Πετρούπολη, τη Μόσχα, την Οδησσό, το Χάρκοβο, το Καζάν, σ' όλες τις μεγάλες βιομηχανικές πόλεις, ο λαός βρισκόταν σε αναβρασμό, διαδήλωνε.

Στους μικροαστικούς κύκλους μεγάλωνε η φήμη ότι δήθεν ο Λένιν, με τη βοήθεια του γερμανικού χρυσού, εξαγόρασε τους εργάτες, που τώρα πέρασαν, έτσι, όλοι στο πλευρό του. Τα νήματα της βρώμικης συκοφαντίας οδηγούσαν στην αγγλική κατασκοπεία. Το Βρετανικό Γενικό Επιτελείο μεταβίβασε στις ρωσικές αρχές πληροφορίες, προερχόμενες από, δήθεν, «έγκυρη πηγή», που στην πραγματικότητα ήταν χαλκευμένες από το ίδιο, ότι η Γερμανία έστειλε στη Ρωσία, με το πρόσχημα της αποστολής ειδικών, 500 πράκτορες με σκοπό να προκαλέσει σύγκρουση μεταξύ της Προσωρινής Κυβέρνησης και του Σοβιέτ Πετρούπολης, και να σπρώξει τους αγρότες να αρπάξουν τη γη. Οι ίδιοι πήραν, δήθεν, την εντολή να βυθίσουν τα πλοία του στόλου της Βαλτικής. Οι φήμες αυτές διαδίδονταν ιδιαίτερα στους μικροαστικούς κύκλους.

«Πρέπει να καθαρίσουμε όλους αυτούς τους παλιάνθρωπους», έλεγαν τρίζοντας τα δόντια οι κάτοχοι των μικρών επιχειρήσεων βλέποντας τους διαδηλωτές. Ομως ήταν πια αδύνατο να τους διαλύσουν. Αδύνατον ήταν και να σταματήσουν με τις φωνές το λαό, όπως γινόταν πριν. Και να, στη συνεδρίαση της κυβέρνησης μπαίνει σε συζήτηση η πρόταση του υπουργού Δικαιοσύνης για την εφαρμογή του προσωρινού θεσμού της σύλληψης χωρίς δίκη και για τους φυγόδικους, να «εκδικάζονται έκτακτα» οι υποθέσεις, βέβαια με την επιφύλαξη ότι οι δίκες θα γίνονται «σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες».

Στις 12 του Μάη, ο υπουργός Εσωτερικών στέλνει εγκύκλιο στους επίτροπους των κυβερνείων, με την οποία απαιτεί τη λήψη επειγόντων μέτρων κατά του επαναστατικού κινήματος στις επαρχίες.

Παρ' όλα αυτά ήταν αδύνατο να αποτραπεί η επανάσταση. Μόνο στην πρωτεύουσα, στις 19 του Μάη, έγινε μια διαδήλωση της εργατικής νεολαίας (8 χιλιάδες άτομα) με τα συνθήματα: «Κάτω ο πόλεμος!», «Ολη η εξουσία στα Σοβιέτ!», μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας των εργαζόμενων στα εργαστήρια του εργοστασίου Πουτίλοφ κατά της μεταφοράς των βιομηχανικών επιχειρήσεων στο Νότο της Ρωσίας και κατά της λεγόμενης «αποσυμφόρησης» της Πετρούπολης από τους επαναστατημένους εργάτες, μια γενική συνέλευση των στρατιωτών των εργαστηρίων τεθωρακισμένων της εφεδρικής μοίρας τεθωρακισμένων κατά της «Διακήρυξης των δικαιωμάτων του στρατιώτη». Στο σύνταγμα Πρεομπραζένσκι ψηφίστηκε απόφαση ενάντια στους αντεπαναστάτες, που στις 13 του Μάη είχαν κάψει 40 χιλιάδες φύλλα της εφημερίδας «Σολντάτσκαγια Πράβντα» («Η Αλήθεια του Στρατιώτη»), που προορίζονταν για το μέτωπο. Την ίδια μέρα, στο κυβερνείο του Νόβγκοροντ, στο υαλουργείο Τιγκότσκογιε, οι εργάτες συνέλαβαν το διευθυντή του εργοστασίου και πήραν στα χέρια τους τα βιβλία διαχείρισης και τα χρήματα του νοσοκομειακού ταμείου. Στο κυβερνείο του Αρχάγκελσκ, στο Ουστ-Τσιλμά, άρχισε απεργία. Στο χωριό Ανινο της επαρχίας Βενιόφ του κυβερνείου της Τούλας, οι αγρότες δήμευσαν το τσιφλίκι της Μαχότινα. Από το νοτιοδυτικό μέτωπο, ο στρατηγός Κορνίλοφ, διοικητής τώρα της 8ης στρατιάς, πληροφορούσε για τη συναδέλφωση στο μέτωπο, ιδιαίτερα στην περιοχή της 79ης μεραρχίας, όπου, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, η συναδέλφωση «πήρε μεγάλες διαστάσεις». Στην επαρχία του Σλαβιανοσέρμπσκ, του κυβερνείου του Εκατερινοσλάβ, οι αγρότες του χωριού Μανούλοβκα κατάσχεσαν στο τσιφλίκι του Μπουντς χωράφια για τη βοσκή των ζώων τους. Στην Οδησσό, η συνέλευση των εργατών και υπαλλήλων του εργοστασίου παραγωγής ραφιναρισμένης ζάχαρης της εμπορικής εταιρείας Αλεξάντροφ απαίτησε την απομάκρυνση του διευθυντή του εργοστασίου, γιατί αγνόησε τα δικαιώματα της εργοστασιακής επιτροπής και απέλυσε παράνομα εργάτες κλπ.

Την ίδια περίοδο, πάρθηκε απόφαση από το Σοβιέτ των εργατών βουλευτών της περιοχής Γκοροντσκόι της Μόσχας για την αναγκαιότητα παράδοσης της εξουσίας στα Σοβιέτ των εργατών, στρατιωτών και αγροτών βουλευτών. Ας δούμε τι λέει.

«24 του Μάη 1917

1. Ο πόλεμος είναι η βασική αιτία της χρηματιστικής, οικονομικής και επισιτιστικής κρίσης.

2. Για την εξάλειψη της κρίσης είναι απαραίτητη η λήψη αποφασιστικών επαναστατικών μέτρων: Εθνικοποίηση της γης, των τραπεζών, των κυριότερων κλάδων της μεγάλης βιομηχανίας, που είναι ενοποιημένη σε ενώσεις καπιταλιστών, δήμευση των αποθεμάτων σιτηρών των τσιφλικάδων και των πλούσιων αγροτών (που έχουν πάνω από 40 ντεσιατίνες), κατάσχεση του μοναστηριακού πλούτου, καθώς επίσης και του πλούτου των Ρομάνοφ, κατάσχεση όλου του κέρδους που είχαν διαρπάξει οι καπιταλιστές στην περίοδο του πολέμου.

Η κυβέρνηση συνασπισμού, αποτελώντας πράξη συμβιβασμού των σοσιαλιστών και της αστικής τάξης, δεν έχει τη δύναμη να εφαρμόσει αυτά τα επαναστατικά μέτρα, που υποσκάπτουν τις ίδιες τις βάσεις του αστικού συστήματος.

Μόνο η επαναστατική δημοκρατία, εκπρόσωποι της οποίας είναι τα Σοβιέτ των εργατών, των στρατιωτών και αγροτών βουλευτών, παίρνοντας στα χέρια της την εξουσία, μπορεί να εφαρμόσει αυτά τα μεταβατικά μέτρα, που οδηγούν στη σοσιαλιστική επανάσταση σ' ολόκληρο τον κόσμο».

Η δύναμη για την οργάνωση του κινήματος των μαζών ήταν οι μπολσεβίκοι. Τις μέρες του Μάη του 1917, μιλώντας σε πολλά εργατικά συλλαλατήρια της Πετρούπολης, ο Λένιν ανάπτυξε τα βασικά συνθήματα που πρόβαλε το κόμμα των μπολσεβίκων. Στις 12 του Μάη, σε συλλαλητήριο χιλιάδων εργατών του εργοστασίου και των ναυπηγείων Πουτίλοφ και στο εργοστάσιο κατασκευής πολεμικών πλοίων, και στις 17 του Μάη, σε εργοστάσιο κατασκευής σωλήνων, εξήγησε την τακτική του κόμματος των μπολσεβίκων, και ξεσκέπασε τη δημαγωγία των μενσεβίκων και των εσέρων, τη δουλικότητά τους απέναντι στην αστική τάξη.

Συχνά ο Λένιν ήταν υποχρεωμένος να μιλήσει σε ακροατήρια όπου οι εσέροι και οι μενσεβίκοι προσπαθούσαν να στρέψουν τους εργάτες ενάντια στους μπολσεβίκους, μερικές φορές, μάλιστα, ματαίωναν οι ίδιοι τις ομιλίες των μπολσεβίκων. Ετσι, τη μέρα που ο Λένιν μιλούσε στο μεγάλο συλλαλητήριο του εργοστασίου του Ομπούχοβο, που αποτελούσε τότε το άντρο των εσέρων, οι εσέροι δοκίμασαν δυο φορές να κωλυσιεργήσουν, όμως και τις δυο φορές οι εργάτες τους έβαλαν σε τάξη.

Να πώς περιγράφει ένας από τους αντιπροσώπους του 1ου Πανρωσικού Συνεδρίου των αγροτών βουλευτών, ο Α. Κούτσκιν, την ομιλία του Λένιν στις 22 του Μάη στο συνέδριο, όπου ένα τεράστιο τμήμα των εξωκομματικών βουλευτών ήταν αρχικά ενάντια στους μπολσεβίκους: «Ο θόρυβος που υπήρχε στην αίθουσα ξαφνικά σταματάει, όταν ο Ν. Αφξέντιεφ, ένας από τους ηγέτες του κόμματος των εσέρων, πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Πανρωσικού Σοβιέτ των αγροτών βουλευτών, λέει: "Ο λόγος δίνεται στο σύντροφο Λένιν".

Και μόλις αντήχησε η δυνατή, λίγο βραχνή φωνή του, από τη δεξιά μεριά της αίθουσας έβαλαν τις φωνές:

"Με ποιο δικαίωμα δίνεται ο λόγος στον Λένιν; Αφού αυτός δεν είναι αντιπρόσωπος στο συνέδριο. Να μην του δοθεί ο λόγος!"

Στην αίθουσα ακούστηκαν μουρμουρητά, οχλοβοή. Ο Λένιν, όμως, περίμενε τελείως ήρεμος, αγκαλιάζοντας με τα δυο του χέρια το βήμα και κοιτάζοντας στοχαστικά τους μαινόμενους δεξιούς. Επιτέλους, ο θόρυβος σαν να κόπασε, έγινε ησυχία. "Ηρθα εδώ", λέει ο Βλαντίμιρ Ιλίτς, "σαν μέλος της μπολσεβίκικης ομάδας, εκλεγμένος στο συνέδριο αυτό με το σωστό τρόπο", και σηκώνει ψηλά πάνω από το κεφάλι του την πληρεξούσια κάρτα (ο Λένιν είχε συμβουλευτική ψήφο).

Αυτό το επιβεβαιώνει και ο Αφξέντιεφ. Ο Λένιν αρχίζει την ομιλία του. Στην αρχή από τα καθίσματα των δεξιών ακούγονται σχόλια. Οχι για πολύ. Σε λίγο κοπάσανε. Ο Λένιν μιλάει μέσα σε απόλυτη ησυχία.

Εξηγεί την πολιτική των μπολσεβίκων πάνω στα τρία βασικά ζητήματα, στα ζητήματα της γης, του πολέμου και της διοργάνωσης του κράτους. Ο Λένιν προτείνει απόφαση για το αγροτικό ζήτημα, σύμφωνα με την οποία έπρεπε, χωρίς καμιά καθυστέρηση και χωρίς αποζημίωση, να παραδοθεί στο λαό όλη η γη των τσιφλικάδων, των ιδιοκτητών, του τσάρου, της Εκκλησίας κ.λπ. Η ατομική ιδιοκτησία στη γη, αναφερόταν στην απόφαση, πρέπει γενικά να καταργηθεί, δηλαδή το δικαίωμα ιδιοκτησίας σ' όλη τη γη πρέπει να ανήκει μόνο στο λαό. Τη διαχείριση της γης πρέπει να αναλάβουν τα τοπικά δημοκρατικά ιδρύματα. Στην απόφαση των μπολσεβίκων αναφερόταν ότι το πέρασμα της τσιφλικάδικης γης στην αγροτιά χωρίς αποζημίωση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τη στενή συμμαχία των αγροτών με τους εργάτες των πόλεων, χωρίς το πέρασμα όλης της κρατικής εξουσίας στα χέρια των Σοβιέτ των εργατών, στρατιωτών και αγροτών βουλευτών.

Οι αντιπρόσωποι, ιδιαίτερα οι αγρότες, με τεταμένη την προσεχή κοιτάζουν στο πρόσωπο τον Λένιν, παρακολουθούν τις χειρονομίες του. Τα λόγια του, καθαρά και ξάστερα, είναι κατανοητά σ' όλους... Εύστοχες σαν βέλη οι φράσεις... προκαλούν επευφημίες. Το ακροατήριο είχε κατακτηθεί, είχε δαμαστεί!...»

Ολο και περισσότεροι άνθρωποι καταλαβαίνουν πόσο δίκιο είχε ο Λένιν να συνδέει τη λύση των βασικότερων ζητημάτων της επανάστασης με το ζήτημα του περάσματος όλης της κρατικής εξουσίας στα χέρια των Σοβιέτ. Μόνον αυτά μπορούσαν να θέσουν τέρμα στον τυχοδιωκτισμό της εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής όπου έσπρωχναν τη χώρα οι κυρίαρχοι κύκλοι.

«Στη Ρωσία», έγραφε ο Λένιν, «οι καπιταλιστές δεν θα μπορέσουν να αντισταθούν στα Σοβιέτ των εργατών, στρατιωτών και αγροτών βουλευτών».

Τα γεγονότα του Μάη στην Κρονστάνδη οι εσέροι και οι μενσεβίκοι τα είχαν χαρακτηρίσει σαν ρήξη με την επαναστατική δημοκρατία και σαν αποτέλεσμα της κυριαρχίας των αναρχικών στοιχείων. Υπεύθυνους για τα γεγονότα θεώρησαν τους μπολσεβίκους, αν και σ' όλους ήταν γνωστό ότι την πλειοψηφία στο Σοβιέτ της Κρονστάνδης αποτελούσαν οι εξωκομματικοί, με την πρωτοβουλία των οποίων είχε ψηφιστεί και η απόφαση για την εξουσία.

Οι σοσιαλιστές υπουργοί Τσερετέλι και Σκόμπελεφ και η αντιπροσωπεία του Σοβιέτ Πετρούπολης, με επικεφαλής τον Τσχεΐντζε, που είχαν επισκεφθεί την Κρονστάνδη, απαιτούσαν την ανεπιφύλακτη εκτέλεση όλων των αποφάσεων της Προσωρινής Κυβέρνησης. Ωστόσο, το Σοβιέτ της Κρονστάνδης, δηλώνοντας ότι αναγνωρίζει την εξουσία της Προσωρινής Κυβέρνησης, τόνιζε ότι αυτό «δεν αποκλείει την κριτική και την επιθυμία ώστε η επαναστατική δημοκρατία να δημιουργήσει μια νέα οργάνωση κεντρικής εξουσίας, παραδίνοντας όλη την εξουσία στα χέρια του Σοβιέτ των στρατιωτών και εργατών βουλευτών».

Ας δούμε το διάταγμα του Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών της Κρονστάνδης προς τον πληθυσμό της Πετρούπολης και ολόκληρης της Ρωσίας, εξαιτίας της συκοφαντικής εκστρατείας της αστικής τάξης ενάντια στην επαναστατημένη Κρονστάνδη.

«27 του Μάη 1917

Από τους ναύτες, στρατιώτες και εργάτες της Κρονστάνδης προς τον επαναστατημένο λαό της Πετρούπολης και ολόκληρης της Ρωσίας.

Το όνομα της Κρονστάνδης, που είχε γραφεί στις ένδοξες σελίδες της ιστορίας της ρωσικής επανάστασης, τώρα διασύρεται και δυσφημίζεται μέσα από τις σελίδες όλων των αστικών εφημερίδων. Οι μοχθηροί κοντυλοφόροι των αντεπαναστατών συκοφαντών γράφουν ότι δήθεν εμείς από την Κρονστάνδη καλούμε το λαό για αυθαιρεσία, αυτοδικία και αναρχία, ότι δήθεν υποβάλλουμε σε βασανιστήρια τους βιαστές και τα τσιράκια του τσαρισμού που είχαμε συλλάβει, τέλος, ότι δήθεν εμείς αρνηθήκαμε να αναγνωρίσουμε την εξουσία της Προσωρινής Κυβέρνησης, διαχωριστήκαμε από τη Ρωσία και σχηματίσαμε την αυτοτελή δημοκρατία της Κρονστάνδης.

Τι παράλογο ψέμα, τι ελεεινή και αισχρή συκοφαντία! Εδώ στην Κρονστάνδη έχουμε επιβάλει όχι αναρχία, αλλά μια έντιμη και σταθερή επαναστατική τάξη. Το δικό μας Σοβιέτ εργατών και στρατιωτών βουλευτών πήρε στα χέρια του την εξουσία σ' όλες τις τοπικές υποθέσεις της Κρονστάνδης.

Είμαστε κατά της αυτοδικίας, ενάντια σε κάθε είδους αναξιοπρεπή εκδίκηση των αιχμαλώτων λακέδων του τσαρισμού. Ομως είμαστε υπέρ ενός έντιμου, ελεύθερου, αμερόληπτου, οργανωμένου δικαστηρίου της επανάστασης κατά των εγκληματιών εχθρών του λαού. Οι αξιωματικοί, χωροφύλακες και αστυνομικοί που συλλάβαμε τις μέρες της επανάστασης έχουν δηλώσει στους εκπροσώπους της κυβέρνησης ότι δεν μπορούν να έχουν κανένα παράπονο σχετικά με τη μεταχείρισή τους από μέρους της επιθεώρησης των φυλακών. Είναι αλήθεια ότι τα κτίρια των φυλακών της Κρονστάνδης είναι φρικτά. Αλλά πρόκειται για αυτές τις ίδιες φυλακές που είχε κτίσει ο τσαρισμός για μας. Αλλες δεν έχουμε. Και αν κρατούσαμε στις φυλακές αυτές τους εχθρούς του λαού, το κάναμε αυτό όχι από εκδίκηση, αλλά για λόγους επαναστατικής αυτοσυντήρησης.

...Για δολιότητα μπορούν να μας κατηγορήσουν μόνο οι προβοκάτορες, που έχουν συμφέρον να υποσκάψουν τη συμφωνία που έχει ήδη επιτευχθεί με τους εκπροσώπους της κεντρικής εξουσίας, για να ρημάξουν την Κρονστάνδη που αποτελεί "επαναστατική φωλιά", και να διευκολύνουν τη δουλειά της αντεπανάστασης. Σύντροφοι και αδέλφια, κανένας δεν θα τολμήσει να επιρρίψει σε μας, τους κατοίκους της Κρονστάνδης, προσβλητικές ευθύνες για αναξιοπρεπείς πράξεις. Δεν θα αθετήσουμε ποτέ το λόγο που δώσαμε. Εμείς, οι επαναστάτες, είμαστε άνθρωποι έντιμοι. Και είμαστε σταθερά πεισμένοι ότι το διάγγελμά μας αυτό θα διαλύσει κάθε ίχνος ψευτιάς και συκοφαντίας, κάθε καχυποψία, και θα αποκαταστήσει μεταξύ μας ακατάλυτες σχέσεις αμοιβαίας επαναστατικής εμπιστοσύνης...

Εμείς, οι ναύτες, οι στρατιώτες και οι εργάτες της Κρονστάνδης, παραμένουμε στη θέση μας, στην αριστερή πλευρά του μεγάλου στρατού της ρωσικής επανάστασης. Ελπίζουμε, πιστεύουμε, είμαστε σίγουροι, ότι η κάθε νέα μέρα θ' ανοίγει όλο και περισσότερο τα μάτια των πιο καθυστερημένων και οπισθοδρομικών στρωμάτων του ρωσικού λαού και ότι πλησιάζει η ώρα, όταν με τις ενωμένες δυνάμεις των εργαζόμενων μαζών, όλη η απόλυτη εξουσία στη χώρα θα περάσει στα χέρια του Σοβιέτ των εργατών και των στρατιωτών βουλευτών. Σ' εσάς, αδέλφια μας της επανάστασης στην Πετρούπολη και σε όλη τη Ρωσία, απλώνουμε το χέρι μας, εμείς, οι ναύτες, οι στρατιώτες και οι εργάτες της Κρονστάνδης. Οι δεσμοί μας είναι αδιάρρηκτοι. Η ενότητά μας ακατάλυτη. Η πίστη μας ακράδαντη.

Κάτω οι ψεύτες και οι προδότες του επαναστατικού λαού!

Ζήτω η ρωσική επανάσταση!

Ο Πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών Λαμάνοφ

Ο Γραμματέας Πρισελκόφ».

Στις επαναληπτικές εκλογές που έγιναν σε πολλά Σοβιέτ το Μάη - Ιούνη, οι μπολσεβίκοι πέτυχαν σχετική πλειοψηφία. Στα αχτιδικά Σοβιέτ Βασιλιοστρόβσκι, Πέρβιι και Πετρογκράντσκ της πρωτεύουσας, πρόεδροι των εκτελεστικών επιτροπών εκλέχτηκαν μπολσεβίκοι. Στο Σοβιέτ εργατών βουλευτών της Μόσχας την 1 του Ιούνη από τις 625 θέσεις οι 205 ανήκαν στους μπολσεβίκους.

Οι μπολσεβίκοι κέρδισαν τα εργατικά τμήματα των Σοβιέτ του Σαράτοφ, Εκατερίνμπουργκ και Σίζραν.

Τα Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών του Ιβάνοβο - Βοζνεσένσκ (12 του Μάη), του Κρασνογιάρσκ (12 του Μάη), του Μαριενμπούργκ (16 του Μάη), του Τομσκ (όχι νωρίτερα από τις 19 - όχι αργότερα από τις 22 του Μάη) έκφρασαν την έλλειψη εμπιστοσύνης τους προς την Προσωρινή Κυβέρνηση, και δήλωσαν ότι η παράδοση όλης της εξουσίας στα χέρια των Σοβιέτ αποτελεί τη διέξοδο από την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί. Ομως, η πλειοψηφία των Σοβιέτ, που ακόμη είχε εμπιστοσύνη στους συμβιβαστές, υποστήριζε παντού την Προσωρινή Κυβέρνηση και επιδοκίμαζε τη γραμμή της.

Στις 7-12 του Μάη, η Πανρωσική Συνδιάσκεψη των μενσεβίκων ενέκρινε την προσχώρηση των μενσεβίκων στην Προσωρινή Κυβέρνηση, και θεώρησε απαραίτητη την παροχή σ' αυτή πλήρους υποστήριξης.

Στις 25 του Μάη - 4 του Ιούνη το σχηματισμό της κυβέρνησης συνασπισμού ενέκρινε και το 3ο Συνέδριο του κόμματος των εσέρων, αν και στις γραμμές του κόμματος ήδη άρχισε να ακούγεται κριτική προς την κομματική ηγεσία. Η ομάδα, που στο συνέδριο είχε ασκήσει κριτική, γνωστοποίησε τη δημιουργία Οργανωτικού Γραφείου και το δικαίωμα ελευθερίας της δράσης της. Επίσης, οδήγησε στην αποτυχία τον Κέρενσκι στις εκλογές για την ΚΕ.

Το 8ο συνέδριο του κόμματος των καντέτων (9-11 του Μάη) εξέφρασε την «ελπίδα ότι η προσχώρηση των σοσιαλιστών (εσερομενσεβίκοι) στην κυβέρνηση θα θέσει τέρμα στη δυαδική εξουσία».

Μόνο οι μπολσεβίκοι εξηγούσαν ότι η προσχώρηση εκπροσώπων των «σοσιαλιστικών» κομμάτων στην κυβέρνηση συνασπισμού δεν άλλαζε τίποτα. «Τίποτα δεν άλλαξε», έτσι ονομαζόταν ένα από τα άρθρα του Β. Ι. Λένιν, που είχε δημοσιευθεί στην «Πράβντα» στις 11 του Μάη.

«Τώρα», έγραφε ο Λένιν, «που στην κυβέρνηση μπήκαν "σοσιαλιστές" υπουργοί θα αλλάξει η μουσική - έτσι μας διαβεβαίωσαν και μας διαβεβαιώνουν οι αμυνίτες. Δεν πέρασαν παρά μερικές μέρες και το ψέμα των διαβεβαιώσεων αυτών άρχισε να αποκαλύπτεται».

Προβάλλοντας και υποστηρίζοντας το σύνθημα «Ολη η εξουσία στα Σοβιέτ!» οι μπολσεβίκοι καλούσαν ταυτόχρονα τους εργάτες και τους στρατιώτες να υποχρεώσουν τα συμβιβασμένα Σοβιέτ σε αλλαγή της πολιτικής, σε άρση της πολιτικής εμπιστοσύνης στην Προσωρινή Κυβέρνηση, σε επανεκλογή των εκπροσώπων στα Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών. Στη γραμμένη από τον Λένιν «Εντολή στους βουλευτές που εκλέγονται στα εργοστάσια και στα συντάγματα για το Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών» υπογραμμίστηκε το εξής:

(1) Ο βουλευτής μας πρέπει να είναι άσπονδος εχθρός του σημερινού αρπακτικού, ιμπεριαλιστικού πολέμου. Τον πόλεμο αυτόν τον διεξάγουν οι καπιταλιστές όλων των χωρών - και της Ρωσίας και της Γερμανίας και της Αγγλίας κ.ο.κ. - για τα κέρδη τους, για το στραγγαλισμό των αδύνατων λαών.

(2) Οσο επικεφαλής του ρωσικού λαού βρίσκεται μια κυβέρνηση των καπιταλιστών, καμιά υποστήριξη σ' αυτήν την κυβέρνηση που διεξάγει αρπακτικό πόλεμο, ούτε καπίκι στην κυβέρνηση αυτή!

(3) Ο βουλευτής μας πρέπει να είναι υπέρ της άμεσης δημοσίευσης των μυστικών ληστρικών συμφώνων (για το στραγγαλισμό της Περσίας, για το διαμελισμό της Τουρκίας, της Αυστρίας κ.τ.λ.), που σύναψε ο πρώην τσάρος Νικόλαος με τους καπιταλιστές της Αγγλίας, της Γαλλίας κ.ο.κ.

(4) Ο βουλευτής μας πρέπει να είναι υπέρ της άμεσης ακύρωσης όλων αυτών των συμφώνων. Ο ρωσικός λαός, οι εργάτες και οι αγρότες, δε θέλουν και δε θα καταπιέζουν κανένα λαό. Δε θέλουν και δε θα κρατούν με τη βία στα όρια της Ρωσίας κανένα μη ρωσικό (μη μεγαλορωσικό) λαό. Λευτεριά σ' όλους τους λαούς, αδελφική ένωση των εργατών και των αγροτών όλων των λαών!

(5) Ο βουλευτής μας πρέπει να είναι υπέρ του να προτείνει η ρωσική κυβέρνηση ανοιχτά, αμέσως και οπωσδήποτε χωρίς καμιά υπεκφυγή και χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση, ειρήνη σε όλες τις εμπόλεμες χώρες με όρο την απελευθέρωση όλων χωρίς καμιά εξαίρεση των καταπιεζόμενων ή χωρίς πλήρη δικαιώματα λαών.

Ο Λένιν δεν έγραψε την «Εντολή» ως το τέλος, όμως οι βασικές θέσεις του προσχεδίου αυτού που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1925, μπήκαν στη βάση του δημοσιευμένου από την «Πράβντα» στις 7 του Μάη 1917 «Σχεδίου, εντολής για εκλογές των βουλευτών στο Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών». Αυτό ήταν το επίσημο πολιτικό πρόγραμμα του κόμματος των μπολσεβίκων στην εκστρατεία για την επανεκλογή των Σοβιέτ που αντανακλούσε τις διαθέσεις και τις προσδοκίες των πλατιών μαζών.

Ολοι διψούσαν για ειρήνη, γη και ψωμί, όμως από τα πολιτικά κόμματα της Ρωσίας μόνο οι μπολσεβίκοι σταθερά και με συνέπεια επιμέναν στην ικανοποίηση των λαϊκών αυτών απαιτήσεων. Ολο και πιο πλατιά γεννιόταν και αυξανόταν η δυσαρέσκεια από την ιμπεριαλιστική πολιτική της Προσωρινής Κυβέρνησης, το συμβιβασμό των μενσεβίκων και των εσέρων. Ολο και πιο δυνατά και σίγουρα ηχούσε το σύνθημα των μπολσεβίκων που υποστήριζαν οι μάζες:

«Ολη η εξουσία στα Σοβιέτ!».



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ