ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 13 Φλεβάρη 2016
Σελ. /24
ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΓΑΛΛΙΑ ΓΙΑ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ
Στο προσκήνιο οι ανταγωνισμοί εν μέσω δυσκολιών στην ανάπτυξη

Eurokinissi

«Η Ευρωζώνη πρέπει να προωθήσει θεσμικές μεταρρυθμίσεις και στενότερη ενσωμάτωση, περιλαμβανομένης της σύστασης υπουργείου Οικονομικών της Ευρωζώνης, για να εξασφαλίσει βιώσιμη ανάπτυξη, αναφέρεται σε άρθρο των διοικητών των κεντρικών τραπεζών της Γερμανίας Γενς Βάιντμαν, και της Γαλλίας Φρανσουά Βιλρουά ντε Γκαλό, που δημοσιεύτηκε στη "Sueddeutsche Zeitung", στις 10/2/2016 υπό τον τίτλο "Η Ευρώπη στο Σταυροδρόμι".

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν είναι σε θέση να δημιουργήσει μακροπρόθεσμη βιώσιμη ανάπτυξη για την Ευρωζώνη (...) Απέτυχε επί τρία συναπτά χρόνια στον στόχο του πληθωρισμού στο 2% και δεν είναι πιθανόν να επιστρέψει για χρόνια σε αυτόν, με δεδομένες τις χαμηλές τιμές του πετρελαίου, την υποτονική οικονομική ανάπτυξη, τον χαμηλό δανεισμό και τις χαμηλές αυξήσεις των μισθών στην Ευρωζώνη, γράφουν στο άρθρο τους.

"Αν και η νομισματική πολιτική έχει προσφέρει πολλά στην οικονομία της Ευρωζώνης, δεν μπορεί να δημιουργήσει βιώσιμη ανάπτυξη".

(...) η Ευρωζώνη έχει ανάγκη από ένα αποφασιστικό πρόγραμμα θεσμικών μεταρρυθμίσεων, μία φιλόδοξη χρηματοοικονομική και επενδυτική ένωση, καθώς και ένα καλύτερο πλαίσιο οικονομικής πολιτικής, γράφουν.

"Η σημερινή ασυμμετρία ανάμεσα στην εθνική κυριαρχία και την κοινοτική αλληλεγγύη αποτελεί κίνδυνο για την σταθερότητα της νομισματικής μας ένωσης (...) Η στενότερη ενσωμάτωση μοιάζει να είναι ο προφανής τρόπος για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην Ευρωζώνη, διότι αυτό θα ευνοήσει την ανάπτυξη κοινών στρατηγικών για τις οικονομικές πολιτικές των κρατών και την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων για την προώθηση της ανάπτυξης", γράφουν οι δύο κεντρικοί τραπεζίτες, τασσόμενοι ειδικότερα υπέρ της δημιουργίας ενός κοινού υπουργείου Οικονομικών, σε συνδυασμό με ένα ανεξάρτητο δημοσιονομικό συμβούλιο, καθώς και του σχηματισμού ενός ισχυρότερου πολιτικού σώματος που θα έχει ικανότητα λήψης αποφάσεων»(ΑΠΕ).

Το κοινό άρθρο των κεντρικών τραπεζιτών των δύο ισχυρότερων οικονομιών της Ευρωζώνης και της ΕΕ ήρθε μετά τις χειμερινές προβλέψεις της Κομισιόν για την οικονομία της ΕΕ και της Ευρωζώνης, με ισχνότατους ρυθμούς ανάπτυξης και με εκτίμηση ότι έχει μεγαλώσει ο κίνδυνος η ανάπτυξη να είναι χαμηλότερη από την προβλεπόμενη.

Η Κομισιόν προβλέπει ανάπτυξη της ΕΕ το 2016 1,9% (2% ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη) και το 2017 2,0% (από 2,1%). Στην Ευρωζώνη, ο ρυθμός ανάπτυξης προβλέπει να αυξηθεί το 2016 σε 1,7% από 1,6% το 2015, ενώ το 2017 να φθάσει το 1,9%.

Στο δελτίο Τύπου της Κομισιόν αναφέρεται:

«Οι οικονομικές προοπτικές εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά αβέβαιες και οι γενικότεροι κίνδυνοι αυξάνονται: Επιβράδυνση της ανάπτυξης των αναδυόμενων αγορών, άτακτη προσαρμογή στην Κίνα και πιθανότητα περαιτέρω αύξησης των επιτοκίων στις Ηνωμένες Πολιτείες, κάτι που θα μπορούσε να προκαλέσει διαταραχές στις χρηματοπιστωτικές αγορές ή να πλήξει τις ευάλωτες αναδυόμενες οικονομίες και, συνεπώς, να επηρεάσει αρνητικά τις προοπτικές. Μια νέα πτώση των τιμών του πετρελαίου θα ήταν επίσης δυνατόν να έχει αρνητικές επιπτώσεις στις πετρελαιοεξαγωγικές χώρες και να μειώσει τη ζήτηση για τις εξαγωγές της ΕΕ. Κίνδυνοι από το εσωτερικό της ΕΕ θα μπορούσαν επίσης να έχουν επιπτώσεις στο κλίμα εμπιστοσύνης και στις επενδύσεις. Από την άλλη πλευρά, ο συνδυασμός των σημερινών ευνοϊκών παραγόντων θα μπορούσε να δημιουργήσει μεγαλύτερη δυναμική από την αναμενόμενη, εάν ανακάμψουν οι επενδύσεις».

Δεν επήλθε ο διαφαινόμενος συμβιβασμός

Το άρθρο των Γενς Βάιντμαν και Φρανσουά Βιλρουά ντε Γκαλό φαίνεται να γεφυρώνει τις διαφωνίες Γερμανίας - Γαλλίας για τη διακυβέρνηση της Ευρωζώνης, που δείχνουν τους οξύτατους ανταγωνισμούς του γερμανικού με το γαλλικό κεφάλαιο. Η πρόταση της γαλλικής κυβέρνησης είναι για υπουργό Οικονομικών στην Ευρωζώνη, σε υπουργείο Οικονομικών με δικό του προϋπολογισμό όχι μόνο για τα δημοσιονομικά αλλά να προσφέρει πόρους για επενδύσεις. Οσο μεγαλύτερος ο προϋπολογισμός, τόσο πιο αξιόπιστη θα είναι η Ευρώπη. Τα περισσότερα χρήματα είναι απαραίτητα ώστε να προστατευθούν τα κράτη - μέλη από τις οικονομικές αναταράξεις. Προτείνει την Κομισιόν σε ρόλο κυβέρνησης, Κοινοβούλιο Ευρωζώνης, αμοιβαιότητα στην αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης, χαλάρωση των δεικτών του Συμφώνου Σταθερότητας.

Ολα αυτά βρίσκουν αντίθετη τη γερμανική κυβέρνηση, που επιμένει ότι κάθε κράτος - μέλος πρέπει να αντιμετωπίσει το ίδιο τις συνέπειες της οικονομικής του πολιτικής, ότι χρειάζονται μέτρα, όταν μια καπιταλιστική οικονομία βρεθεί σε κρίση να μην προσβάλλουν οι συνέπειές της άλλες οικονομίες της Ευρωζώνης, ότι πρέπει να τηρούνται οι δείκτες του Συμφώνου Σταθερότητας, να υπάρχει ένα ανεξάρτητο δημοσιονομικό συμβούλιο, δε χρειάζονται υπουργός και υπουργείο Οικονομικών.

Το άρθρο εμπεριέχει προτάσεις και των δύο κυβερνήσεων (π.χ. υπουργό Οικονομικών και ανεξάρτητο δημοσιονομικό συμβούλιο) ενώ εκτιμά ότι δεν αρκεί η δημοσιονομική πολιτική για την ανάπτυξη, χρειάζονται επενδύσεις (μία φιλόδοξη χρηματοοικονομική και επενδυτική ένωση).

Αλλά δεν επήλθε συμβιβασμός. Ο Γενς Βάιντμαν, την επομένη του άρθρου, είπε στη «Frankfurter Allgemeine Zeitung» ότι θεωρεί πολιτικά ανέφικτη τη δημιουργία θέσης υπουργού Οικονομικών της Ευρωζώνης. «Δεν βλέπω πλειοψηφία για μια κεντρική λύση στα προβλήματα διακυβέρνησης της Ευρωζώνης, αυτό θα μπορούσε αυτή τη στιγμή να αποτελέσει μόνο θεωρητική επιλογή». Αντίθετα, «το πλαίσιο της Συνθήκης του Μάαστριχτ εξακολουθεί να ισχύει και πρέπει να ενισχυθεί, αυτός είναι ο δρόμος, αν θέλουμε να ισορροπήσουμε την μεγαλύτερη ευθύνη με τον έλεγχο, μέχρις ότου συμφωνηθεί μεγαλύτερη παραχώρηση κυριαρχίας». Αυτό το τελευταίο αποτελεί βασικό επιχείρημα της γερμανικής κυβέρνησης, που απαντά ότι για τη διακυβέρνηση της Ευρωζώνης απαιτείται μεγαλύτερη εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών - μελών, αλλά ούτε η Γαλλία είναι διατεθειμένη να το κάνει.

Στις χειμερινές προβλέψεις η Κομισιόν εκτιμά ότι «οι οικονομικές προοπτικές εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά αβέβαιες και οι γενικότεροι κίνδυνοι αυξάνονται» από την επιβράδυνση της ανάπτυξης των αναδυόμενων αγορών, και της Κίνας, ενώ η πτώση των τιμών του πετρελαίου έχει αρνητικές επιπτώσεις στις πετρελαιοεξαγωγικές χώρες, άρα όλα αυτά μειώνουν τη ζήτηση για τις εξαγωγές της ΕΕ. Κίνδυνοι επίσης από το εσωτερικό της ΕΕ θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις στο κλίμα εμπιστοσύνης και στις επενδύσεις». Ουσιαστικά φοβούνται δραστική μείωση των εξαγωγών, αλλά και φυγή κεφαλαίων. Η αναζήτηση κοινών θέσεων για τη διακυβέρνηση στόχο έχει να δημιουργήσει συνθήκες για επενδύσεις, για να τραβήξουν κεφάλαια, για δυναμική ανάπτυξη.

Υπάρχει ένας ακόμη μεγάλος κίνδυνος. Το συνολικό ύψος των μη εξυπηρετούμενων («κόκκινων») δανείων στην ΕΕ είναι περίπου 1 τρισ. ευρώ, ποσό που ισοδυναμεί με το ετήσιο ΑΕΠ της Ισπανίας και με το 7,3% του ΑΕΠ της ΕΕ. Αν δεν αποπληρωθούν θα πάθει μεγάλη ζημιά το τραπεζικό σύστημα, ενώ υπάρχουν δυσκολίες δανειοδότησης από τις τράπεζες για επενδύσεις, άρα απειλές για τα κέρδη τους αλλά και δυσκολίες συγκέντρωσης κεφαλαίων λόγω πτώσης της αξίας των μετοχών τους.

Αρνητικές ενδείξεις

Υπάρχουν αρνητικές ενδείξεις ως προς την οικονομική ανάπτυξη; Υπάρχουν καταρχήν στην ισχυρότερη καπιταλιστική οικονομία της Ευρωζώνης και της ΕΕ. Ετσι υποχώρησε η γερμανική βιομηχανική παραγωγή για δεύτερο μήνα το Δεκέμβρη 2015 κατά 1,2% σε σχέση με το Νοέμβρη, όταν είχε υποχωρήσει επίσης κατά 0,1% σε σχέση με τον Οκτώβρη, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, και είναι η μεγαλύτερη μείωση εδώ και 16 μήνες. Οι γερμανικές εργοστασιακές παραγγελίες υποχώρησαν περισσότερο το Δεκέμβρη απ' ό,τι περίμεναν, παρότι η εγχώρια κατανάλωση εκτιμάται ανεβασμένη. Οι παραγγελίες υποχώρησαν κατά 0,7% σε σχέση με το Νοέμβρη οπότε είχαν αυξηθεί 1,5%, αναφέρει το υπουργείο Οικονομικών. Οι παραγγελίες υποχώρησαν κατά 2,7% συγκριτικά με τον αντίστοιχο μήνα του 2014. Οι εγχώριες παραγγελίες υποχώρησαν 2,5%, ενώ οι παραγγελίες της Ευρωζώνης σημείωσαν πτώση 6,9%. Μείωση 1,6% είχαν το Δεκέμβρη τόσο οι εξαγωγές όσο και οι εισαγωγές της Γερμανίας. Επίσης, η γερμανική κυβέρνηση αναθεώρησε προς τα κάτω την πρόβλεψή της για τους ρυθμούς ανάπτυξης το 2016 σε 1,7%, από 1,8% προηγουμένως. Εχει σημασία ότι μειώνονται τόσο οι εγχώριες παραγγελίες, όσο και αυτές από την Ευρωζώνη. Δηλαδή, τα άλλα κράτη της Ευρωζώνης μειώνουν τις εισαγωγές τους από τη Γερμανία. Αρα αυτοί οι δείκτες αποκαλύπτουν ότι η οικονομική κατάσταση και στην υπόλοιπη Ευρωζώνη είναι πράγματι αβέβαιη. Οπως επίσης ότι μειώνονται οι εξαγωγές συνολικά. Η μετοχή της Deutsche Bank, της μεγαλύτερης γερμανικής τράπεζας, βρίσκεται στα επίπεδα του 1999, ενώ οι σωρευτικές απώλειες είναι πάνω από 30%.

Αλλωστε, σύμφωνα με την Κομισιόν, «η ανάπτυξη συνεχίζεται με μέτριους ρυθμούς, χάρη κυρίως στην κατανάλωση (...) Αυξάνονται οι κίνδυνοι για την ευρωπαϊκή ανάπτυξη». Δηλαδή, η ανάπτυξη είναι μέτρια αφού στηρίζεται κυρίως στην εσωτερική κατανάλωση. Η αύξηση κινδύνων για την ανάπτυξη μπορεί να αντισταθμιστεί μόνο με επενδύσεις, όπως εκτιμά και η Κομισιόν. Αλλά αυτές δεν έρχονται. Η ΕΚΤ μπορεί να δανειοδοτεί με πάμφθηνο χρήμα τις τράπεζες ώστε με τη σειρά τους να δανειοδοτούν επιχειρήσεις για επενδύσεις, αλλά σε ανακοίνωσή της αναφέρει ότι «ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των δανείων από τράπεζες της Ευρωζώνης προς τις επιχειρήσεις (μη χρηματοπιστωτικές) της περιοχής επιβραδύνθηκε τον Δεκέμβριο του 2015 στο 0,3% από 0,7% τον Νοέμβριο». Είναι ενδεικτικό ότι μπορεί και να υποχωρούν οι επενδύσεις.

Την ίδια ώρα, στη Γαλλία, το Δεκέμβρη 2015 μειώθηκε κατά 1,6% η βιομηχανική παραγωγή, γεγονός που δείχνει σημάδια αδυναμίας σε πολλούς τομείς, σύμφωνα με τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της χώρας Insee, όταν προβλεπόταν αύξησή της κατά 0,2%. Αυτό δε μετά από μείωσή της κατά 0,9% το Νοέμβρη, όταν τον Οκτώβρη είχε άνοδο.

Πρωταρχικό το ενδιαφέρον για ισχυροποίηση των μονοπωλίων κάθε κράτους

Μέσα σ' αυτό το φόντο εμφανίζεται και η αναζήτηση σταθερότητας της Ευρωζώνης από Γαλλία - Γερμανία ως μέσο για ανάκαμψη. Οι φυγόκεντρες από το ευρώ τάσεις ενισχύονται ακόμη και μέσα στη Γερμανία, ενώ υπάρχουν αναταράξεις στις οικονομίες των κρατών - μελών, στο τραπεζικό τους σύστημα. Λένε ακόμα ότι η κρίση στην Ελλάδα αναζωπυρώνεται, η Ισπανία δεν έχει κυβέρνηση, ο κυβερνητικός συνασπισμός της Πορτογαλίας είναι εύθραυστος, η λύση για τα «κόκκινα» δάνεια της Ιταλίας θεωρείται ανεπαρκής, ενώ έρχεται το δημοψήφισμα για το Brexit τον Ιούνη.

Οπως είπε πρόσφατα ο Γάλλος Πρόεδρος, Φρανσουά Ολάντ, «από κοινού με τη Γερμανία, θα παρουσιάσουμε νέες προτάσεις (...) για την πολιτική και τη δημοκρατία, τους θεσμούς και τα όργανα της αλληλεγγύης που απαιτούνται για τη διασφάλιση της σταθερότητας και της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη (...) Πρέπει να προχωρήσουμε μπροστά όσον αφορά την ολοκλήρωση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης και, ταυτόχρονα, να δώσουμε νέες προοπτικές σε όλη την Ευρώπη». Αυτό φάνηκε ότι πάνε να προωθήσουν και με το άρθρο των κεντρικών τραπεζιτών των δύο κρατών, αλλά δεν επήλθε συμβιβασμός. Αλλωστε, την ίδια στιγμή που αναζητούν τέτοιες προτάσεις, ενδιαφέρονται πρωτίστως για την ισχυροποίηση των δικών της μονοπωλίων κάθε κυβέρνηση, εν μέσω αδύναμης ανάκαμψης, άρα ο ανταγωνισμός, που υπάρχει αντικειμενικά, οξύνεται. Καθεμιά θέλει την Ευρωζώνη και την ΕΕ ως διακρατικές Ενώσεις να υπηρετούν πρωταρχικά τα ιδιαίτερά τους συμφέροντα στη διεθνή αγορά. Μέσα σ' αυτό το πεδίο των οξύτατων ανταγωνισμών και της αδύναμης οικονομικής ανάκαμψης, της αλληλεπίδρασης που έχουν σε κάθε οικονομία της Ευρωζώνης, πρέπει κανείς να αντιμετωπίζει και τις εξελίξεις στην οικονομία της Ελλάδας ως πεδίο ενδοαστικής διαπάλης για την πιο πρόσφορη πολιτική ανάκαμψής της.


Λ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ