ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 11 Φλεβάρη 2007
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΔΙΗΓΗΜΑ
Τα λουτρά

Β. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Ο Μπαρμπαευθύμης είναι ο γηραιότερος της συντροφιάς των ηλικιωμένων που καιρού θέλοντος και Θεού επιτρέποντος, όπως συνηθίζει να λέει χαμογελαστά, πρωτοστατεί στις συζητήσεις που γίνονται, έξω στα παγκάκια της λιθόκτιστης καλλιτεχνικά ομορφοκλησιάς σχεδόν καθημερινά και όλοι περιμένουν τα δικά του σχόλια πάνω στα γεγονότα της καθημερινότητας. Αρέσκονται όμως ν' ακούν και τις πάντοτε ενδιαφέρουσες ιστορίες του από τα περασμένα. Ετσι, «σκοτώνουν» τις άεργες ώρες τους όταν δε βρέχει και η παγωνιά δεν τους κλείνει στο σπίτι καθότι όλοι βρίσκονται στο περιθώριο της ζωής. Η βιοπάλη γι' αυτούς έχει τελειώσει προ πολλού, τώρα έχουν την έννοια μην τους ψαλιδίσουν την ήδη κουτσουρεμένη σύνταξη που δεν επαρκεί να καλύψει τα έξοδα για γιατρούς και γιατρικά. Ο περιβάλλων χώρος του ναού με πεύκα ολόγυρα και θαμνώδη καλλωπιστικά φυτά είναι ευχάριστος για γέρους και παιδιά, ιδιαίτερα τελευταία, που οι «Δημοτικοί Αρχοντες» έσπευσαν να τον εξωραΐσουν για λόγους εντυπώσεων ένεκα οι δημοτικές εκλογές! Με εντυπωσιακά χρώματα βάφτηκαν οι κούνιες, οι τσουλήθρες και τ' άλλα παιχνίδια της παιδικής χαράς και δίνουν την ευκαιρία στους γέροντες που τ' απολαμβάνουν, λόγω γειτνιάσεως με τα μικρά στην πλατεία και να τα σχολιάζουν περιπαιχτικά: Είδες οι πολιτικάντηδες, για να έχουμε εκλογές; «Λαός έργα»!! Αυτό ήταν κάποτε το σύνθημα ενός κατεργάρη ψηφοθήρα και τα ΘΑ πέφτανε βροχή, πήρε το λόγο ο γέρο - Ευθύμης, που η ψυχολογία του έχει σχέση παραδόξως με το όνομά του, και συνέχισε: - Και ένα μικρό ποσοστό των ΘΑ που τάζουν στο Λαό στις εκλογές, να έπαιρνε σάρκα και οστά, ο τόπος μας θα ήταν παράδεισος κι εμείς... αγγελούδια!! Μετά από το χωρατό του που έκανε τους άλλους να γελάσουν σοβαρεύτηκε, ξερόβηξε να καθαρίσει η φωνή του και απεφάνθη ότι μια του κλέφτη δυο του κλέφτη, ο Λαός που όπως είχε πει στα χρόνια του ο Σολωμός, ότι, είναι «πάντοτε ευκολόπιστος και πάντα προδομένος», θα καταλάβει την κοροϊδία και θα ακούει τις υποσχέσεις τους ...βερεσέ!

- Πότε θα γίνει αυτό μπάρμπα; του πετάει κάποιος από την παρέα για να του δώσει λαβή να πιαστεί και να συνεχίσει το λόγο του, διότι εκτός του ότι είναι μεστός νοημάτων έχει το χάρισμα ν' ακούγεται χωρίς να ενοχλεί και όταν αναφέρεται σε δυσάρεστες καταστάσεις, όπως: η ακρίβεια, η ανεργία, η αναπαραδιά, η εγκληματικότητα, η διαφθορά και όλ' αυτά που βγαίνουν στη φόρα το τελευταίο διάστημα: Φτώχεια, μιζέρια, ανασφάλεια, από τη μια πλευρά. Προκλητικός πλούτος, χλιδή, πολυτέλεια, από την άλλη. Κόσμος και κοσμάκης, δηλαδή. Αυτά, με τον γνωστό τοις πάσι και αγαπητό για την εντιμότητα και την καθάρια σκέψη ηλικιωμένο γείτονα, που και να ήθελε να βάλει τελεία στα λεγόμενά του, δεν του το επιτρέπει η ομήγυρη που τον παρακολουθεί, κοιτώντας τον στο στόμα. Συνέχεια τον κεντρίζουν να τους αφηγηθεί κάτι από την πολυδιάστατη ζωή του κι εκείνος δεν τους χαλάει χατίρι, ξετυλίγοντας χαριτολογώντας το ατέλειωτο κουβάρι των αναμνήσεών του. Μεγάλωσε στον Πειραιά και μπήκε στο πέλαγος της ζωής με πλοίο φορτηγό και μπορεί να καυχηθεί ότι γύρισε τον κόσμο όλο, άσχετο αν η ειδικότητα του θερμαστή που απέκτησε δεν του έδινε περιθώρια «κοσμικής ζωής». Εμοιαζε με αράπη, όταν δεν είχε τον απαιτούμενο χρόνο να βγάλει από πάνω του τη μαυρίλα του μηχανοστασίου. Το επάγγελμα αυτό άσκησε και στη στεριά, στα λουτρά που εργάστηκε ως τη σύνταξη λίγο πιο κάτω από την πλατεία της Ομόνοιας στο χώρο που βρίσκεται ένας κινηματογράφος σήμερα. Η επιχείρηση ήταν ιδιωτική και το αφεντικό, όταν του έδινε το βδομαδιάτικο, το χέρι του έτρεμε. Νύχτα έπιανε δουλιά, νύχτα γύριζε στο σπίτι. Το Εθνικό Θέατρο λίγο πιο κάτω επισκεπτόταν τακτικά στο δεύτερο εξώστη, χωρίς εισιτήριο, λόγω φιλίας με τον ταμία που μπανιαριζόταν με έκπτωση στα λουτρά! Στην Κατοχή που δεν υπήρχε ούτε σαπούνι για μπάνιο αγωνίστηκε μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ και στα Δεκεμβριανά πολέμησε εναντίον των Αγγλων που διαδέχτηκαν τους Γερμανούς, με την πολεμική τους μηχανή σε πλήρη ανάπτυξη, για την κατάπνιξη του λαϊκού κινήματος. Τα σημάδια από τις βολές των πυροβόλων όπλων όλων των μεγεθών ήταν χρόνια αποτυπωμένα στους τοίχους των κτιρίων στην Αθήνα και τον Πειραιά. Νέος και δυνατός πήρε μέρος σε πολλές άνισες μάχες με τα ξένα στρατεύματα και τελικά αποκλείστηκε μέσα στα λουτρά. Η κάθε μετακίνηση μπορούσε να του στοιχίσει τη ζωή καθώς τα βλήματα πέφτανε σωρηδόν ολούθε... Και, μετά; Είπε με μια φωνή το ακροατήριο κι εκείνος πρόθυμα, με το χαμόγελο στα άχρωμα χείλη και το ξερακιανό πρόσωπο, έδειχναν ότι κάποιο αστείο θα τους έλεγε, καθότι και οι τραγωδίες ακόμη έχουν κάποιες πτυχές φαιδρότητας! - Ακούστε, λοιπόν, μια ιστορία από εκείνη τη φριχτή περίοδο της επίθεσης των Αγγλων εναντίον του Απελευθερωτικού Στρατού του ΕΛΑΣ και την κατάληψη της Αθήνας και θα γελάσετε. Ημουν εγκλωβισμένος, όπως είπαμε, στο χώρο που εργαζόμουνα, στα λουτρά, κοντά στην Ομόνοια, απέναντι από μια ταβέρνα που έτρωγα τα μεσημέρια, πριν η πρωτεύουσα μεταβληθεί σε πεδίο άγριων μαχών με τους Αγγλους ιμπεριαλιστές να νιώθουν σα να συμπεριφέρονται σε υπηκόους αποικιακής χώρας. Οπως είναι ...φυσικό με αυτές τις συνθήκες που επικρατούσαν ξαναγυρίσαμε στην πείνα της γερμανικής Κατοχής. Ούτε ψωμί υπήρχε ούτε άλλα είδη διατροφής και η ταβέρνα το «Λιόπεσι» απέναντι κλειδαμπαρωμένη με τα μαγειρικά σκεύη αδειανά και με τον υπάλληλο, που παρέμεινε αποκλεισμένος μέσα, να μην τολμάει να κυκλοφορήσει, όπως κι εγώ. Η διαφορά μας ήταν ότι αυτός κάτι εύρισκε να φάει και το βαρελίσιο κρασί το κατέβαζε σα νερό, γι' αυτό και είχε αναλαμπές ευθυμίας! Αυτό που θα πω μοιάζει με ψέμα και όμως είναι αληθινό ότι βρήκα τρόπο να επικοινωνήσω μαζί του και να του ζητήσω να μου γεμίσει ένα παγούρι, που είχα μαζί μου για να βάλω κάτι στο στόμα μου. Το πήρε, το γέμισε ρετσίνα Μεσογείων και δεμένο με ένα σπάγκο το έσερνα εγώ, τραβώντας το από την κρυψώνα μου, ώσπου να το κατεβάσω στο ημιυπόγειο των λουτρών. Για κακή μου τύχη όμως οι νέοι κατακτητές πρόσεξαν ότι κάτι ύποπτο συμβαίνει και με τα όπλα υπό μάλης παρακολουθούσαν το περίεργο αντικείμενο με αποδέκτη εμένα και με ξετρύπωσαν. Το είχαν περάσει για νάρκη και με υποχρέωσαν να το ανοίξω και όταν βεβαιώθηκαν ότι επρόκειτο για αγνό κρασί, αφού μ' έβαλαν πρώτα να πιω εγώ, τότε με πήραν και με πήγαν, στην ταβέρνα λέγοντας, πίνε όσο θέλεις! Και γίναμε όλοι στουπί στο μεθύσι! Το μεθύσι μας συμφιλίωσε πρόσκαιρα...

Κάποιοι από τους νεότερους της συντροφιάς που ήταν νήπια την περίοδο στην οποία αναφέρθηκε ο γέρος, δεν πίστευαν στ' αυτιά τους. Οι άλλοι όμως που τα έζησαν αυτά, θα είχαν κάτι να προσθέσουν αλλά η ώρα δεν τους έπαιρνε. Το τραπέζι με το φαγητό στο σπίτι τούς περίμενε.


Του
Βαγγέλη ΜΗΝΙΩΤΗ


Του Βαγγέλη ΜΗΝΙΩΤΗ

Ο Βαγγέλης Μηνιώτης γεννήθηκε στον Πειραιά το 1927 και από νεαρή ηλικία άρχισε να γράφει στον τοπικό Τύπο. Συνεργάστηκε κατά καιρούς με διάφορα περιοδικά, κυρίως με κλαδικά έντυπα, όπως «Η φωνή της ΓΣΕΕ», όπου είχε τη στήλη του χρονογραφήματος και «Η φωνή των φαρμακοϋπαλλήλων», που υπηρέτησε ανιδιοτελώς δεκαετίες, καθότι φαρμακοϋπάλληλος.

Οταν έγινε συνταξιούχος πια, έκανε την παρουσία του στα Γράμματα με δέκα έως τώρα βιβλία, κάποια εκ των οποίων έχουν βραβευτεί.

Είναι μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, της ΕΣΗΕΠ και άλλων πνευματικών Ενώσεων.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ