ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 10 Μάη 2001
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Μεταλλάξεις της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας

Με πρόεδρο τον Ρ. Κουκ, το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα συνεχίζει ακάθεκτα στο νεοφιλελεύθερο δρόμο του

Παπαγεωργίου Βασίλης

Ενώ η νέα αμερικανική κυβέρνηση ανακοίνωσε την Πρωτομαγιά την οριστική απόφασή της για ένα «νέο παγκόσμιο σύστημα ασφάλειας», στη βάση της ηγεμονικής υπεροπλίας των ΗΠΑ διά μέσου του νέου αντιπυραυλικού συστήματος, και η Γερμανία προωθεί την πολιτική ηγεμονία της στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) διά μέσου της ψευδώνυμης «ομοσπονδιοποίησης», το συνέδριο του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος (ΕΣΚ) στο Βερολίνο, όπου συμμετέχουν 19 κόμματα - και το ΠΑΣΟΚ - εξέλεξε την περασμένη Τρίτη νέο πρόεδρο τον Βρετανό υπουργό Εξωτερικών, Ρόμπιν Κουκ, έναν από τους βασικούς υπεύθυνους του ΝΑΤΟικού πολέμου κατά της Γιουγκοσλαβίας.

Ο Ρ. Κουκ, Σκοτσέζος στην καταγωγή, εκλέχθηκε με 257 ψήφους υπέρ, 3 κατά και 13 αποχές, και διαδέχεται στην προεδρία τον Γερμανό υπουργό Αμυνας, Ρ. Σάρπινγκ, που προήδρευε του ΕΣΚ από το 1995. Πρόκειται για σημαντική εκλογή, αφ' ενός γιατί το βρετανικό Εργατικό Κόμμα προεδρεύει πλέον της ηπειρωτικής σοσιαλδημοκρατίας, όταν τα «αδελφά» κόμματα αντιμετωπίζουν κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις, σε μια βδομάδα στην Ιταλία, σ' ένα μήνα στη Βρετανία και σ' ένα χρόνο στη Γαλλία, και, αφ' ετέρου, γιατί το κόμμα του Τ. Μπλερ, το «νέο» Εργατικό Κόμμα, έχει απορρίψει εδώ και καιρό την «παραδοσιακή» διάκριση «Δεξιά-Αριστερά» ασκώντας νεοφιλελεύθερη πολιτική με σημαντικές παλαιο-δεξιές αποχρώσεις.

Ο Ρ. Κουκ ανέλαβε την προεδρία του ΕΣΚ δηλώνοντας ότι «το δίδαγμα των Βρετανών Εργατικών για την Ευρώπη είναι ότι η σοσιαλδημοκρατία πρέπει να γίνει πλειοψηφικό ρεύμα, διαχειριζόμενη την οικονομία πιο αξιόπιστα από τη Δεξιά, βασισμένη όχι πλέον στην αναδιανομή του πλούτου αλλά στη δημιουργία του πλούτου της κοινωνίας».

Η εκλογή και οι δηλώσεις του Ρ. Κουκ αποτέλεσαν σαφή ένδειξη ότι το σύνολο της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας μετατοπίζεται πλέον και ιδεολογικά προς το χώρο της (...) παραδοσιακής Δεξιάς. Οπως δήλωσε με περηφάνια ο ίδιος ο Ρ. Κουκ, «ήμασταν το κόμμα των μη προνομιούχων κοινωνικών μειονοτήτων, αλλά τώρα έχουμε γίνει το κόμμα των πλειοψηφιών, που εργάζονται σκληρά, πληρώνουν τους φόρους και αισθάνονται τιμωρημένοι από τα προνόμια των ολίγων στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας».

Η επίσημη δεξιά στροφή του ΕΣΚ δεν αφορά μόνο στην πολιτική οικονομία. Χτυπώντας το καμπανάκι του «δεξιού εθνικισμού» και αλληθωρίζοντας προς τις ΗΠΑ, ο νέος πρόεδρος του ΕΣΚ δήλωσε ότι «εμείς οι σοσιαλδημοκράτες καταλαβαίνουμε καλύτερα τη "νεοτερικότητα" και τη σημασία της διεθνούς συνεργασίας», επαναλαμβάνοντας, και στην τωρινή φάση, την παραδοσιακή φιλοατλαντική πίστη της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας.

Πιο μπερδεμένη παρουσιάζεται η κατάσταση όσον αφορά στις απόψεις του ΕΣΚ για το «μέλλον της Ευρώπης», όπου η προώθηση ξεχωριστών συμφερόντων εκ μέρους των ευρωπαϊκών μεγάλων δυνάμεων, ιδιαίτερα της Γερμανίας, συγκρούεται με τα ιδεολογήματα της πολιτικής διαχείρισης και τα «πολυ-πολιτισμικά» φληναφήματα της «παγκοσμιοποίησης».

Η γερμανική πρόταση για «ομοσπονδιοποίηση» της ΕΕ υπό γερμανική ηγεμονία (η σημερινή Κομισιόν αναλαμβάνει «κυβερνητικά» καθήκοντα, το σημερινό Συμβούλιο Υπουργών και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνιστούν τα δύο Σώματα μελλοντικής «ευρωπαϊκής» Βουλής) δεν ήταν στην ημερήσια διάταξη του συνεδρίου, όπως δήλωσε ο Ρ. Κουκ, αφού το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Νίκαιας (Δεκέμβρης 2000) παραπέμπει για το 2004 τη νέα Διάσκεψη για την «ολοκλήρωση» της πολιτικής μεταρρύθμισης της ΕΕ.

Οπωσδήποτε όμως πρόκειται για ένα από τα βασικά ζητήματα που απασχολούν ήδη την ΕΕ, και είναι χαρακτηριστικό ότι οι προτάσεις του Γερμανού καγκελάριου, Γκ. Σρέντερ, έχουν διχάσει τους σοσιαλδημοκράτες, ενώ τις επικροτούν διάφοροι χριστιανοδημοκράτες και Ευρωπαίοι «συντηρητικοί», όπως οι κυβερνήσεις του Βελγίου και του Λουξεμβούργου.

Ο Ρ. Κουκ δήλωσε ότι οι Βρετανοί Εργατικοί δεν πρόκειται να αποδεχτούν «μη δημοκρατικές» επεμβάσεις «σε θέματα Αμυνας και Ασφάλειας που μπορεί να αντιμετωπιστούν μόνο με τη διακυβερνητική μέθοδο», αντίθετα με την «κοινή αγορά», η οποία «λειτουργεί καλύτερα με την κοινοτική μέθοδο». Το Λονδίνο αντιπροτείνει το δεύτερο Σώμα της μελλοντικής «ευρωπαϊκής Βουλής» να αποτελείται από εκπροσώπους των «εθνικών» Κοινοβουλίων. Το Παρίσι σιωπά επίμονα και ο Πρόεδρος Ζακ Σιράκ επανέλαβε και μετά το συνέδριο του ΕΣΚ στο Βερολίνο ότι η Γαλλία δε συζητά παρά μόνο «ένα ευρωπαϊκό Σύνταγμα για μια ομοσπονδία κρατών-εθνών», ενώ η σοσιαλιστική κυβέρνηση Λ. Ζοσπέν «θα εκφραστεί μελλοντικά». Μόνο ο Γάλλος υπουργός Εσωτερικών, Ζ. Π. Σεβενεμάν, κάνει λόγο για ανασύσταση «μιας γερμανικής Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας».


Βησσαρίων ΓΚΙΝΙΑΣ


ΟΤΑΝ ΜΙΛΟΥΝ ΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ
Ανεργία: Στατιστικές και πραγματικότητα

Η ανακοίνωση της Eurostat για την ανεργία στα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το περασμένο Μάρτη, μπορεί να είναι καθησυχαστική, καθώς σημειώνει ότι το ποσοστό παραμένει σταθερό, ενώ σε ορισμένα κράτη - μέλη παρατηρείται μείωση. Σύμφωνα με τα στοιχεία της επίσημης στατιστικής υπηρεσίας της ΕΕ, το ποσοστό της ανεργίας στο σύνολο της Ενωσης παρέμεινε στο 7,8%, όσο και το Φλεβάρη. Για τη «Ζώνη Ευρώ» το ποσοστό το Μάρτη ήταν 8,4%, κατά 0,1% μικρότερο από το Φλεβάρη.

Ωστόσο, τα στοιχεία της Eurostat θεωρούνται εξαιρετικά αμφισβητήσιμα, αφού είναι βέβαιο ότι παρουσιάζουν ένα μικρό μόνο μέρος της πραγματικότητας. Οι κύριοι λόγοι αυτής της πλασματικότητας είναι: Ο διαφορετικός τρόπος μέτρησης της ανεργίας στα κράτη - μέλη. Η διαγραφή των μακροχρόνια ανέργων από τους πίνακες των κρατικών υπηρεσιών. Η απουσία των νέων που αναζητούν εργασία για πρώτη φορά. Η διαγραφή από τους καταλόγους των ανέργων που έχασαν το δικαίωμα της επιδότησης. Τέλος, ένας σημαντικός λόγος που οδηγεί σε πλασματικά αποτελέσματα είναι οι «σύγχρονες» εργασιακές σχέσεις, αφού κάποιος που εργάζεται για πέντε ή έξι ώρες την εβδομάδα θεωρείται απασχολούμενος.

Ομως και τα στοιχεία που δίνονται από τις ίδιες τις κυβερνήσεις των κρατών- μελών δείχνουν μια σημαντική αύξηση της ανεργίας, το ποσοστό της οποίας επηρεάζεται και από τις χιλιάδες απολύσεις που ανακοινώθηκαν το τελευταίο διάστημα.

Για τέταρτο κατά σειρά μήνα αυξήθηκε η ανεργία στη Γερμανία, το μήνα Απρίλη, με αποτέλεσμα ο αριθμός των ευρισκομένων εκτός αγοράς εργασίας να φθάσει εκ νέου τα 3,868 εκατομμύρια άτομα. Η άνοδος αποδίδεται στην επιβράδυνση του ρυθμού της διεθνούς οικονομικής αναπτύξεως.

Η ανοδική πορεία της ανεργίας έδωσε την ευκαιρία στον πρόεδρο της Μπούντεσμπανκ Ερνστ Βέλτεκε να απευθύνει έκκληση στη γερμανική κυβέρνηση για «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», κρίνοντας ότι οι πρόσφατες εξελίξεις σε διαφόρους τομείς της οικονομίας δεν είναι ελπιδοφόρες.

Σύμφωνα με στοιχεία, τα οποία έδωσε προχτές στη δημοσιότητα το Ομοσπονδιακό Γραφείο Εργασίας στη Νυρεμβέργη ο αριθμός των ανέργων ύστερα από εποχική προσαρμογή αυξήθηκε το μήνα Απρίλη κατά 6.000 άτομα σε σχέση με τον αμέσως προηγούμενο μήνα. Σύμφωνα με υπολογισμούς της Μπούντεσμπανκ, χωρίς την εποχική προσαρμογή, το ποσοστό της ανεργίας σε παγγερμανικό επίπεδο, το μήνα Απρίλη διαμορφώνεται στο 9,5%, ενώ στα στοιχεία της Eurostat αναφέρεται για το Μάρτη 7,7%. Η δημοσίευση των στατιστικών στοιχείων αναφορικά με την πορεία της ανεργίας συμπίπτει με την προχτεσινή ανακοίνωση παρεμφερών στοιχείων, σύμφωνα με τα οποία οι παραγγελίες προς τη μεταποιητική βιομηχανία το μήνα Μάρτη σημείωσαν τη μεγαλύτερη πτώση κατά τα τελευταία 10 χρόνια.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ