ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 14 Σεπτέμβρη 2003
Σελ. /32
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Η κυβερνητική «Χάρτα» της απασχολησιμότητας

Με τη «Χάρτα Σύγκλισης», που παρουσίασε την προηγούμενη Τετάρτη ο κ. Σημίτης, η κυβέρνηση υπόσχεται «σύγκλιση» και στην απασχόληση. Οπως αναφέρει, στόχος είναι η μείωση της ανεργίας στο 6% το 2008 και η αύξηση της απασχόλησης κατά 1,5% το χρόνο. Το πρώτο που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε είναι ότι η κυβέρνηση και, συνολικά, η ΕΕ όταν πλέον μιλάνε για αύξηση απασχόλησης δεν εννοούν τη δημιουργία νέων θέσεων πλήρους και σταθερής εργασίας. Ακόμα χειρότερα, ούτε καν απασχόλησης, αλλά «ευκαιρίες απασχόλησης». Το δήλωσε άλλωστε απερίφραστα και ο πρωθυπουργός όταν απαντώντας σε σχετική ερώτηση υποστήριξε: «Το 2000 είχαμε πει ότι θα έχουμε 300.000 νέες ευκαιρίες απασχόλησης. Την 1/9/2003 οι ευκαιρίες οι οποίες δόθηκαν για πρόσβαση στην αγορά εργασίας είναι 324.367»..! Δεν πρόκειται για σχολαστικισμό, αλλά ακόμα και η χρήση των λέξεων, «ευκαιρίες» στη θέση του δικαιώματος της εργασίας, επιβεβαιώνει την ανεπίστρεπτη υποταγή τους στους στόχους του μεγάλου κεφαλαίου.

Και πράγματι, η «Χάρτα Σύγκλισης», που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, είναι Χάρτα εμβάθυνσης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, είναι η αποθέωση της «ευελιξίας» στην αγορά εργασίας. Γιατί το σημαντικό στη Χάρτα είναι το πώς η κυβέρνηση σχεδιάζει να πετύχει αυτούς τους στόχους, που - ας σημειωθεί - δεν είναι τίποτα άλλο παρά οι δείκτες της Λισαβόνας. Είναι το γεγονός ότι όταν η «σύγκλιση» θα επέλθει, θα έχει οδηγήσει στη χειροτέρευση της θέσης των εργαζομένων, στην ακόμα παραπέρα ισχυροποίηση της θέσης του μεγάλου κεφαλαίου. Ο «οδικός χάρτης» - όπως την ονόμασαν - οδηγεί μεταξύ άλλων: Στη γενίκευση της μερικής απασχόλησης, στη νομοθετική ενίσχυση της προσωρινής απασχόλησης, στο κουρέλιασμα του ωραρίου, στην υποχρεωτική τζάμπα εργασία για τους ανέργους.

«Μπορούμε να πετύχουμε αυτούς τους στόχους, με πολιτικές για την αύξηση της προσαρμοστικότητας, για να γίνει η αγορά εργασίας πιο δυναμική», διακήρυξε ο πρωθυπουργός. Και εξειδικεύοντας το τι σημαίνει αυτή η προσαρμογή ανακοίνωσε: «Περαιτέρω ενθάρρυνση της μερικής απασχόλησης με άρση αντικινήτρων στις ασφαλιστικές ρυθμίσεις». Που σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι θα απασχολούνται και λιγότερο του 4ωρου (2-3 ώρες) και θα ασφαλίζονται ανάλογα. Ενας εργάτης θα χρειάζεται όχι 35 και 37 χρόνια για πλήρη σύνταξη, σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, αλλά δε θα του φτάνουν μια και δυο ζωές...

Αντίστοιχου χαρακτήρα παρέμβαση θα γίνει και για τη λεγόμενη προσωρινή απασχόληση, δηλαδή τους εργαζόμενους που προσλαμβάνονται από τις εταιρίες-δουλεμπορικά και ενοικιάζονται σε άλλες επιχειρήσεις. Και εδώ η συνταξιοδοτική κάλυψη θα είναι «σύμφωνα με το χρόνο εργασίας». Πρόκειται για παραπέρα ενίσχυση των δουλεμπορικών - μετά την επαίσχυντη νομιμοποίησή τους - και την αύξηση όχι της απασχόλησης, όπως ισχυρίζονται, αλλά της στυγνής εκμετάλλευσης των εργαζομένων.

Με την υλοποίηση της «Χάρτας» θα εξαναγκαστούν οι άνεργοι να παρέχουν τζάμπα την εργατική τους δύναμη στο δημόσιο ή σε ιδιωτικές επιχειρήσεις ή, όπως κομψά αναφέρεται, «Σύνδεση των επιδομάτων ανεργίας με την προσφορά μερικής απασχόλησης». Ως πρόσχημα αναφέρεται το να κρατούν οι άνεργοι «σχέση με την αγορά εργασίας και ταυτόχρονα να προσφέρουν κοινωνικό έργο». Στην πράξη σημαίνει ότι ο ΟΑΕΔ θα χρηματοδοτεί το κεφάλαιο και το δημόσιο για να εξασφαλίζουν δωρεάν εργατική δύναμη. Απλήρωτη εργατική δύναμη που θα την έχουν στη δούλεψή τους. Μάλιστα, το σχέδιο νόμου που έχει στα συρτάρια η κυβέρνηση προβλέπει ότι σε περίπτωση που ο άνεργος δε δεχτεί το «κοινωνικό έργο» τότε θα του κόβεται το επίδομα.

Η «ελαστικοποίηση και διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων» είναι ένα επιπλέον μέτρο που κονιορτοποιεί το χρόνο εργασίας, ενισχύει την «ευελιξία» της εργασίας, αντικειμενικά θα οδηγήσει στον πολλαπλασιασμό των ωρομίσθιων εργατών. Η διεύρυνση του ωραρίου των καταστημάτων σημαίνει διεύρυνση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων αλλά και ασφυκτική πίεση προς τις μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις και, σε αντιδιαστολή, πρόσθετα πλεονεκτήματα στις μεγάλες εμπορικές αλυσίδες και στους ομίλους για να μονοπωλήσουν πιο εύκολα τους χώρους του εμπορίου και των υπηρεσιών.

Το «κερασάκι» στην αντεργατική Χάρτα είναι η δημιουργία θεσμικού πλαισίου για «κοινοπραξίες εργαζομένων». Αφού η πολιτική τους δε δημιουργεί θέσεις απασχόλησης τάζουν στους ανέργους μια θέση στο κλαμπ των «επιχειρηματιών». Γιατί όταν δεν μπορείς να εξασφαλίζεις στους εργάτες ψωμί, τίποτα δεν κοστίζει να τους υπόσχεσαι παντεσπάνι...

«Οδικός χάρτης» μείωσης των μισθών

Στήριξη των εισοδημάτων υπόσχεται η κυβέρνηση με τη «Χάρτα». Η ίδια όμως η «φόρμουλα» που καθόρισε ο πρωθυπουργός για το ύψος της εισοδηματικής πολιτικής, δηλαδή «αυξήσεις ίσες με τη μισή αύξηση του ΑΕΠ συν τον πληθωρισμό» στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, δείχνει ότι και τα επόμενα 4 χρόνια οι μισθοί θα καθηλωθούν. Το παραπάνω, σε συνάρτηση με την πρόθεση της κυβέρνησης να μειώσει το μη μισθολογικό κόστος εργασίας κατά 15%, προδιαγράφει τη μεγέθυνση της απλήρωτης εργασίας, από την πλευρά των εργοδοτών και κατά συνέπεια την αύξηση των κερδών τους.

Αλλά δεν είναι ο μόνος τρόπος που η κυβέρνηση αποσπά εισόδημα από τους εργαζόμενους και ρίχνει την αξία της εργατικής δύναμης. Ακολουθεί ένα πλέγμα μέτρων και ρυθμίσεων που βάζουν σε εφαρμογή τις αποφάσεις της Λισαβόνας και σε αυτόν τον τομέα.

Ετσι με τη «Χάρτα» μπαίνει σε εφαρμογή η «Σύνδεση των αμοιβών με την παραγωγικότητα και με τη διαφοροποίηση των επαγγελματικών προσόντων στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας». Δηλαδή η συλλογική σύμβαση εργασίας παύει να αποτελεί εγγύηση για το ύψος της αμοιβής. Η αμοιβή συνδέεται με την παραγωγικότητα, άρα κατά το δοκούν οι εργοδότες θα καθορίζουν τις αμοιβές, δε θα δεσμεύονται από τις ΣΣΕ. Πρόκειται για ανατροπή που θα την πληρώσουν πολύ ακριβά οι εργαζόμενοι. Η σύνδεση των μισθών με την παραγωγικότητα λύνει τα χέρια των εργοδοτών, αφού αυτοί θα καθορίζουν το «ύψος της παραγωγικότητας», τι θα πρέπει να παράγει δηλαδή ο εργαζόμενος μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρόνο εργασίας. Γιατί με αυτόν τον τρόπο «αυτοί θα έχουν και το μαχαίρι και το πεπόνι» των αμοιβών! Ουσιαστικά, θεσμοθετείται η εργοδοτική αυθαιρεσία.

Σε αυτά η «Χάρτα» προσθέτει πλήθος φορολογικών ελαφρύνσεων και επιδοτήσεων για τις επιχειρήσεις. Μεταξύ άλλων προβλέπει:

- «Επιδοτούμενα προγράμματα για δομές στήριξης και μέτρα διευκόλυνσης μέσα στις επιχειρήσεις και για αναπλήρωση των αδειών μητρότητας ή γονικών αδειών, με εποχικό προσωπικό.

- Επιδότηση εργοδοτικών εισφορών επί ένα έτος για άνεργες μητέρες δύο παιδιών και άνω».

Ανεξάρτητα πάντως αν οι επιδοτήσεις προς το μεγάλο κεφάλαιο αφορούν αυτό που οι εργοδότες ονομάζουν μη μισθολογικό κόστος, αν πάρουν τη μορφή μείωσης των εργοδοτικών εισφορών στην ασφάλιση ή σε άλλους φορείς, ή αν πρόκειται για μέτρα που οδηγούν απευθείας στη μείωση των μισθών, συνολικά όλα αυτά που περιγράφει η περίφημη «Χάρτα» οδηγούν σε λιγότερες απολαβές για τους εργαζόμενους. Σε συνθήκες μάλιστα αύξησης της παραγωγικότητας και του ΑΕΠ, είναι σίγουρο ότι ο «οδικός χάρτης προς τη σύγκλιση» - όπως ονόμασε τη «Χάρτα» ο πρωθυπουργός - μετατρέπεται σε «οδικό χάρτη» συσσώρευσης κερδών και υπερκερδών για το μεγάλο κεφάλαιο.

Στα χέρια του κεφαλαίου οι επικουρικές συντάξεις

Χάρτα παραπέρα ιδιωτικοποίησης της δημόσιας Κοινωνικής Ασφάλισης συνιστούν τα μέτρα, που επεξεργάζεται η κυβέρνηση και τα οποία σκοπεύει να υλοποιήσει την επόμενη τετραετία. Πέραν της «μερικής ασφάλισης», δηλαδή της ασφάλισης με την ώρα, που οδηγεί σε απονομή πλήρους σύνταξης... μετά από έναν αιώνα «απασχολησιμότητας», η κυβέρνηση δημιουργεί το πλαίσιο για απορρόφηση των επικουρικών συντάξεων από τα υπό εκκόλαψη επαγγελματικά ταμεία. Την ονομάζει «σύζευξη των επικουρικών με τα επαγγελματικά ταμεία» και προδιαγράφει το «μετασχηματισμό των επικουρικών ταμείων σε κεφαλαιοποιητικά».

Με τον τρόπο αυτό, η εφαρμογή της «Χάρτας» καταργεί το λεγόμενο «δεύτερο πυλώνα» της δημόσιας Κοινωνικής Ασφάλισης. Με τη μετατροπή τους σε κεφαλαιοποιητικά, υπονομεύεται η λογική της αναδιανομής, άρα και της αλληλεγγύης μεταξύ των ασφαλισμένων. Επιπλέον τα αποθεματικά των επικουρικών ταμείων θα χρησιμοποιηθούν για να στηθούν τα «επαγγελματικά ταμεία», που συνολικά θα κινούνται στη λογική της αγοράς, της ενίσχυσης των Χρηματιστηρίων και της εξασφάλισης για τους ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων τζάμπα κεφαλαίων.

Η «Χάρτα» αποδεικνύει ότι για την κυβέρνηση το «Ασφαλιστικό» δεν τέλειωσε με την ψήφιση του αντιασφαλιστικού Νόμου 3029. Στην πορεία υλοποίησής του, θα προστίθενται και «νέα αντιασφαλιστικά πακέτα», θα μειώνονται οι ήδη αποψιλωμένες συντάξεις, θα περικόπτονται δικαιώματα. Αλλωστε, οι αποφάσεις της Λισαβόνας είναι ευαγγέλιο για την κυβέρνηση. Η μεταφορά αυτούσιων κομματιών μέσα στο κείμενο της «Χάρτας» βγάζει μάτι. Είναι χαρακτηριστικό ότι η πολιτική της τη νέα περίοδο προβλέπει την «Παράταση του εργασιακού βίου, με αποθάρρυνση συστημάτων πρόωρης συνταξιοδότησης... και θεσμοθέτηση συστημάτων μερικής συνταξιοδότησης». Και τέτοια σκληρά μέτρα δεν μπορούν να αποκρυφτούν από τα αντίδωρα στις συντάξεις πείνας.

ΥΓΕΙΑ
Τη θέλουν ακριβοπληρωμένο εμπόρευμα

Την εδραίωση και επιτάχυνση των αντιδραστικών μέτρων της για την Υγεία, που ενισχύουν την εμπορευματοποίηση του δημόσιου συστήματος και ισχυροποιούν το μεγάλο κεφάλαιο, επιχειρεί η κυβέρνηση, μέσω της «Χάρτας Σύγκλισης», και της υπόσχεσης για αύξηση της χρηματοδότησης της Υγείας από 2,7% σε 4% έως το 2008.

Ενώ οι σύγχρονες ανάγκες της λαϊκής οικογένειας για πρόληψη σε όλα τα επίπεδα, στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, στη νοσοκομειακή περίθαλψη αυξάνονται, η κυβέρνηση «πετσοκόβει» τις δημόσιες δωρεάν υπηρεσίες Υγείας και Πρόνοιας, με στόχο να διατηρήσει ένα ελάχιστο επίπεδο περίθαλψης και Πρόνοιας, που θα έχει ως στόχο να αποτρέψει την πλήρη εξαθλίωση, σπρώχνει τους εργαζόμενους να βάλουν ακόμα πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη.

Σε αυτό το πνεύμα η «Χάρτα» προβλέπει για όλα τα ασφαλιστικά ταμεία να υπάρξει ένας «ελάχιστος κανονισμός παροχών» για την «ασφάλιση της ανάγκης και του κινδύνου καταστροφικής απώλειας εισοδήματος», δηλαδή εξίσωση προς τα κάτω, περικοπή κοινωνικών παροχών. Οι υπόλοιπες παροχές θα καλύπτονται από ένα «εκτεταμένο δίκτυο συμπληρωματικής ασφάλισης», που προοιωνίζεται νέες πληρωμές από τους εργαζόμενους.

Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι από το 1996 αυξάνει τις κοινωνικές δαπάνες και ότι σήμερα έχουν φτάσει στο 27% του ΑΕΠ. Τα αριθμητικά στοιχεία όμως τη διαψεύδουν. Σύμφωνα με τον κοινωνικό προϋπολογισμό του 2002 οι κοινωνικές δαπάνες ήταν 29,5 δισ. ευρώ ή το 21,09% του ΑΕΠ. Απ' αυτές ποσοστό 76,87% αποτελούν δαπάνες των οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης, δηλαδή είναι χρήματα από τις εισφορές των εργαζομένων. Ποσοστό μόλις 23,13% είναι η συμμετοχή του κράτους, ενώ οι επιχορηγήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό καλύπτουν μόλις το 3% του προϋπολογισμού των νοσοκομείων.

Η χώρα μας έχει, ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης, το μεγαλύτερο ποσοστό 45% των συνολικών δαπανών Υγείας σε ιδιωτικές δαπάνες (πρόκειται μόνο για τις απευθείας πληρωμές και όχι για τις εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία). Στην ίδια τη «Χάρτα» ομολογείται ότι η κυβέρνηση στοχεύει στη συνεργασία του ιδιωτικού με το δημόσιο τομέα Υγείας. Η πραγματικότητα είναι ότι το κεφάλαιο, για να αυξήσει την κερδοφορία του πιέζει και κατακτά ρυθμίσεις που διευκολύνουν την ενίσχυση και επέκταση της δράσης του, αξιοποιώντας μάλιστα το δημόσιο τομέα, που και αυτός λειτουργεί πλέον με όρους αγοράς.

Ενδεικτικό είναι ότι ανάμεσα στα άλλα, η κυβέρνηση χρησιμοποιεί ως τεκμήριο για την επιτυχία της πολιτικής της τα απογευματινά ιδιωτικά ιατρεία στα νοσοκομεία για τα οποία πλήρωσαν, μέσα στο 2002, 210.000 ασθενείς την ώρα της ανάγκης το ποσό των 13,804 εκ. ευρώ (4,7 δισ. δρχ).

Αντίστοιχα, οι εξαγγελίες για προσλήψεις 1.000 γιατρών στην ΠΦΥ, χωρίς να αναφέρει με ποιες εργασιακές σχέσεις, που παραπέμπουν στην κάλυψη των κενών θέσεων μόνο στα υπολειτουργούντα Κέντρα Υγείας (ΚΥ) Αγροτικού Τύπου, δεν αποτελούν απάντηση στην ανάγκη ενός δημόσιου δωρεάν ολοκληρωμένου συστήματος ΠΦΥ, πρόληψης και προαγωγής Υγείας με ΚΥ πλήρως εξοπλισμένα και στελεχωμένα με γιατρούς όλων των ειδικοτήτων και πρωτίστως οικογενειακών, αξιοπρεπώς αμειβόμενων, πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.

Στην εμβάθυνση της εμπορευματοποίησης οδηγούν και κυβερνητικές εξαγγελίες για τον οικογενειακό γιατρό, ο οποίος θα είναι ιδιώτης γιατρός που θα υπογράφει συμβάσεις με τα ασφαλιστικά ταμεία και οι δαπάνες για ιατρικές πράξεις (φάρμακα κλπ) θα καθορίζονται από τους περιορισμούς των «κλειστών προϋπολογισμών» (προκαθορισμένη δαπάνη κατά ασθενή).

Στο ίδιο πνεύμα και οι εξαγγελίες για προσλήψεις 10.000 νοσηλευτών, ενώ η κυβέρνηση προωθεί την άσκηση της νοσηλευτικής ως «ελεύθερο επάγγελμα». Απ' τις εξαγγελίες δεν ξεκαθαρίζεται το εργασιακό καθεστώς με το οποίο θα εργάζονται οι νοσηλευτές, ενώ και ο αριθμός δεν προσεγγίζει ούτε τις μισές από τις αναγκαίες προσλήψεις που είναι 25.000.


Νατάσα ΠΑΝΟΠΟΥΛΟΥ

ΚΕΙΜΕΝΑ: Γιάννης ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ