ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 5 Σεπτέμβρη 1999
Σελ. /48
ΔΙΕΘΝΗ
ΚΟΛΟΜΒΙΑ
Κρίσιμες ώρες

Ενώ η χώρα περνάει τη χειρότερη κρίση των τελευταίων 70 χρόνων και ενώ οι ειρηνευτικές συνομιλίες, μεταξύ κυβέρνησης και αντάρτικου κινήματος έχουν και πάλι διακοπεί, με ευθύνη της κυβέρνησης Παστράνα, οι ΗΠΑ προετοιμάζουν μια ανοιχτή στρατιωτική επέμβαση - άμεση ή έμμεση - στην Κολομβία, ενισχύοντας σημαντικά τη στρατιωτική τους παρουσία στην ευρύτερη περιοχή και δημιουργώντας τις ψυχολογικές και λογιστικές συνθήκες για μια πιθανή απόβαση των πεζοναυτών τους, που ευελπιστούν να πραγματοποιήσουν με τη συνδρομή γειτονικών χωρών, οι οποίες πιθανόν να συμφωνήσουν, για εσωτερικούς ή και εξωτερικούς λόγους, να συμμετάσχουν σε μια "Πολύπλευρη Δύναμη Επέμβασης".

Εθνική - κοινωνική απεργία είναι η απάντηση του κολομβιανού λαού

Στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Κολομβίας είχαν συγκεντρωθεί πρόσφατα εκπρόσωποι συνδικαλιστικών, κοινωνικών, φοιτητικών, αγροτικών, καθώς και πολιτικών οργανώσεων, όπου αποφασίστηκε από κοινού να προχωρήσουν σε κοινωνική - εθνική απεργία.

Ετσι, λοιπόν, στις 31 Αυγούστου, ο λαός της Κολομβίας - υπό το συντονισμό των κυριοτέρων συνδικαλιστικών ενώσεων (CUT, CTC, FECODE και CGTD) - πραγματοποίησε γενική απεργία, καταγγέλλοντας τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης Αντρέ Παστράνα, που οδήγησε τη χώρα σε ακόμα μεγαλύτερη ανεργία, φτώχεια και εξαθλίωση.

Η ανεργία που κυμαίνεται στο 20%, η επιταχυνόμενη υποτίμηση του εθνικού νομίσματος (πέσο) και η μείωση των μισθών κατά 25% είναι η σαφής αντανάκλαση της βαθιάς οικονομικής κρίσης, στην οποία έχει βυθιστεί η χώρα. Και ενώ ο προϋπολογισμός για την άμυνα έχει αυξηθεί, η κυβέρνηση Παστράνα αρπάζει από τους Κολομβιανούς τα ελάχιστα κεκτημένα, καταργώντας τα εύθραυστα κοινωνικά προγράμματα και μειώνοντας τον προϋπολογισμό όλων των υπολοίπων υπουργείων. Ομως, ο Πρόεδρος Παστράνα δε σταμάτησε εδώ, αλλά προχώρησε και στη μείωση των αποζημιώσεων για τις απολύσεις, στην αύξηση των ωρών εργασίας μέχρι και τις 8 το βράδυ και τη μείωση των πληρωμών για εργασία τις Κυριακές και τις αργίες.

Από το Σεπτέμβρη του 1998 η Κολομβία μετέβαλε τη συναλλαγματική της ισοτιμία, γεγονός που οδήγησε στην ύφεση της οικονομικής αύξησης που ήταν μόνο της τάξης του 0,2%, ενώ οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά 18% τον Ιανουάριο του 1999..

Σε αυτή τη χώρα με τα περίπου 35 εκατομμύρια κατοίκους και μια δημογραφική αύξηση της τάξης του 1,6% ετησίως, ο μέσος ετήσιος όρος του πληθωρισμού ανέρχεται στο 25%. Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν φτάνει και ξεπερνάει τα 40 δισ. δολάρια, ενώ το εξωτερικό χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό, ανέρχεται στα 17 δισ. δολάρια, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που προορίζονται για τον τουρισμό.

Ακόμα, η ιδιωτικοποίηση των κρατικών υπηρεσιών και των δημοσίων επιχειρήσεων και το σύνολο των φυσικών και ενεργειακών πόρων της χώρας μεθοδεύεται σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη συνταγή της συσσώρευσης των κερδών για τις πολυεθνικές και της "κοινωνικοποίησης" των ζημιών, ώστε να τις πληρώσει ο λαός που, ωστόσο, δεν τις προκάλεσε.

Μια δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο, για λογαριασμό της κολομβιανής εφημερίδας "Ελ Εσπεκταδόρ", δείχνει ότι δύο στα τρία νοικοκυριά ζουν σε χειρότερες οικονομικές συνθήκες από πέρσι, ότι το 47% των ερωτηθέντων ψάχνει δουλιά εδώ και έξι μήνες και ότι όποιοι ήδη έχουν μια θέση εργασίας δεν είναι σίγουροι, αν θα μπορέσουν να τη διατηρήσουν. Σύμφωνα δε με τον Λουίς Εδουάρδο Γκαρσόν, Πρόεδρο της Γενικής Ενωσης των Εργαζομένων (CUT), το 58% των Κολομβιανών υποαπασχολείται.

Και σα να μην έφταναν όλα αυτά τα δεινά, η Κολομβία αντιμετωπίζει και ένα πρωτοφανές κύμα κρατικής και παραστρατιωτικής τρομοκρατίας. Ετσι, το 80% από τις δολοφονίες συνδικαλιστών, σε παγκόσμια κλίμακα, διαπράχτηκαν σε αυτή τη χώρα. Από τις 3.832 πολιτικές δολοφονίες, που έγιναν τον περασμένο χρόνο, δεν έχει διαλευκανθεί καμία. Η κατασταλτική πολιτική, που ακολουθούν οι Ενοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας με τις παραστρατιωτικές τους οργανώσεις, ανάγκασε πάνω από 1,5 εκατομμύριο άτομα να μετακινηθούν από τις αγροτικές περιοχές προς τα αστικά κέντρα, για να σώσουν τη ζωή τους. Στην Κολομβία, ένα παράδειγμα για το τι συμβαίνει στη νόμιμη αντιπολίτευση, είναι η μαρτυρική Πατριωτική Ενωση (UP) - συνασπισμός κομμάτων, στον οποίο συμμετέχει και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κολομβίας - η οποία εκδιώχτηκε από τα νομοθετικά σώματα μέσω της φυσικής της εξόντωσης, εκπρόσωποί της δολοφονήθηκαν ή αναγκάστηκαν να διαφύγουν στο εξωτερικό μετά από τις απειλές που δέχονταν κατά της ζωής τους.

Παρ' όλα αυτά, και παρά τη σοβαρότητα της κατάστασης ο κολομβιανός λαός συνεχίζει και εντείνει τους αγώνες του. Η απεργία που πραγματοποίησε στις 31 Αυγούστου, που κατ' αρχήν είχε εξαγγελθεί ως κίνημα συνδικαλιστικής διαμαρτυρίας, ενισχύθηκε και μετατράπηκε σε κίνημα εθνικής διαμαρτυρίας του συνδικαλιστικού και λαϊκού κινήματος, ενάντια στην οικονομική και κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης Παστράνα και υπέρ της εθνικής κυριαρχίας και αξιοπρέπειας.

Οι ΗΠΑ αναζητούν στήριξη για στρατιωτική επέμβαση

Οι ΗΠΑ αναζητούν στήριξη για στρατιωτική επέμβαση

Η Ουάσιγκτον έπιασε τα σήματα κινδύνου που εκπέμπει η κατάσταση στην Κολομβία - όσον αφορά τα συμφέροντα και την κυριαρχία των Αμερικανών στην ευρύτερη περιοχή, ενόψει και της παράδοσης του Καναλιού του Παναμά στο τέλος του χρόνου - και αυτόματα προέκυψαν φήμες και ειδήσεις για πιθανή στρατιωτική επέμβαση σε αυτήν τη χώρα της Καραϊβικής. "Οι ΗΠΑ και άλλοι φίλοι οφείλουν να βοηθήσουν την Κολομβία", αναφώνησε η Μαντλίν Ολμπράιτ, υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, και η φράση ακούστηκε σαν απειλή: Αν η Μπογκοτά δεν είναι σε θέση να σταματήσει τη βία που σπέρνουν οι έμποροι ναρκωτικών, οι αντάρτες (!) και οι παραστρατιωτικοί, τότε οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους θα τρέξουν να βοηθήσουν.

Η επέμβαση μεθοδεύεται, κατ' αρχάς, στον ψυχολογικό τομέα της ευαισθητοποίησης του πληθυσμού της Κολομβίας - με καμπάνια που εκτοξεύει η Ουάσιγκτον μέσω των πολυεθνικών της πληροφόρησης - με στόχο όχι μόνο να δεχτεί ο κολομβιανός λαός, αλλά και να ζητήσει την επέμβαση, εφόσον οι ΗΠΑ πετύχουν τη στήριξη των λατινοαμερικανικών κυβερνήσεων και η υπόλοιπη Διεθνής Κοινότητα δεχτεί την αναγκαιότητά της.

Ακόμα, τελευταία παρατηρείται αυξημένη κινητικότητα σε αμερικανικές βάσεις που βρίσκονται στην περιοχή όπως στη Μάντα (Εκουαδόρ), στα νησιά Αρούμπα και Κουρασάο και στο Ικίτος (Περού), καθώς και σε άλλες στρατιωτικές βάσεις, γύρω από την αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη των πέντε επαρχιών στην Κολομβία, με συνεχείς προσγειώσεις αεροπλάνων που ξεφορτώνουν μεγάλες ποσότητες όπλων.

Οι Αμερικανοί γνωρίζουν ότι μία επέμβαση, που θα επιχειρούσαν από μόνοι τους, θα μπορούσε να εξελιχθεί σε φιάσκο. Γι' αυτό προσπαθούν όσο μπορούν να καμουφλάρουν την όλη περιπέτεια, χρησιμοποιώντας τις τελευταίες τους εμπειρίες στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Ωστόσο, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Εδώ και δύο χρόνια οι ΗΠΑ πλασάρουν την ιδέα της επέμβασης με τη συνδρομή γειτονικών χωρών. Την προτείνουν προς όλες τις κατευθύνσεις. Σε συναντήσεις κορυφής, σε επετείους του ΝΑΤΟ, στην Οργάνωση των Αμερικανικών Κρατών, στον ΟΗΕ, σε κοινά στρατιωτικά γυμνάσια κλπ.

Οι λατινοαμερικανικές κυβερνήσεις, αρχικά, δε φάνηκε να ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για μια επέμβαση ενάντια σε μια αδερφή χώρα. Εχουν αρκετά εσωτερικά προβλήματα. Ομως, ακριβώς γι' αυτόν το λόγο, μερικές από αυτές τις κυβερνήσεις δε θεώρησαν κακή την ιδέα. Η συμμετοχή τους θα ήταν ένας αντιπερισπασμός στην κρίση που περνούν οι χώρες τους και στον αγώνα των λαών για τα δικαιώματά τους. Αλλωστε, υπάρχουν εκεί, ακόμα, αρκετοί κυβερνώντες - λακέδες που βλέπουν τη σωτηρία τους και την υπεράσπιση των σκοτεινών συμφερόντων τους διά χειρός ΗΠΑ. Ας μην ξεχνούμε ότι τα στρατιωτικά επιτελεία αυτών των χωρών εκπαιδεύτηκαν στην "Εσκουέλα δε λας Αμέρικας", τη γνωστή ως Σχολή των Δολοφόνων, εκπαίδευση που στόχο έχει, φυσικά, την υπεράσπιση της "εθνικής ασφάλειας", των μονοπωλίων και της βορειοαμερικανικής κυριαρχίας.

Ετσι, λοιπόν, αποφασίστηκε, ταυτόχρονα, με την πρόταση που παρουσίασαν οι ΗΠΑ σε διάφορα φόρα, να προχωρήσουν και σε μία "κατευθυνόμενη εξερεύνηση", προβάλλοντας τον κίνδυνο της επέκτασης της κολομβιανής σύγκρουσης και της αποσταθεροποίησης της ευρύτερης περιοχής, με στόχο να πειστούν "χώρες κλειδιά", για εσωτερικούς και εξωτερικούς λόγους, να συμμετάσχουν στην επέμβαση.

Σε αυτά τα πλαίσια εντάσσονται και τα απανωτά ταξίδια σε διάφορες λατινοαμερικανικές χώρες κατ' αρχάς του υφυπουργού Εξωτερικών, Τόμας Πίκεριγκ στην Κολομβία και τη Βενεζουέλα και στη συνέχεια του υπεύθυνου του Γραφείου για τον Ελεγχο των Ναρκωτικών του Λευκού Οίκου, στρατηγού Μπάρι Μακ Κάφρεϊ, του γνωστού "Τσάρου", στη Βραζιλία, τη Βολιβία, το Περού και την Αργεντινή.

Στη Βενεζουέλα ενώ προχωρούσαν σε συμφωνία, ήρθε η νίκη του Ούγκο Τσάβες να τους χαλάσει τα σχέδια.

Η κυβέρνηση του Παναμά δε θέλησε να δεσμευτεί.

Στο Περού, αντίθετα, ο Φουτζιμόρι ήταν μέσα στο σχέδιο από τον περασμένο χρόνο. Αλλωστε, παρά τις κάποιες φαινομενικές αντιθέσεις, ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ, Ουίλιαμ Κοέν, επιβεβαιώνει ότι με τον Φουτζιμόρι έχουν τις καλύτερες σχέσεις και συνεργασία. Ο Φουτζιμόρι και οι Περουβιανοί στρατιωτικοί προχώρησαν, μάλιστα, στη σύλληψη Κολομβιανών αγροτών και εργατών στα σύνορα, κατηγορώντας τους για συνεργασία με τις FARC.

Η κυβέρνηση του Εκουαδόρ ταλαντεύτηκε αρκετά μέχρι να αποφασίσει τι θα κάνει. Ομως, η οικονομική κρίση και οι λαϊκές κινητοποιήσεις που απειλούν τη σταθερότητα της κυβέρνησής του, καθώς και οι πιέσεις του ίδιου του Φουτζιμόρι, οδήγησαν τον Πρόεδρο Μαουάντ να δεχτεί να συμμετάσχει. Το Περού και το Εκουαδόρ ενισχύουν στρατιωτικά τα κοινά τους σύνορα με την Κολομβία με τη συνδρομή των ΗΠΑ.

Και ο Μενέμ στην Αργεντινή αντιμετωπίζει το πρόβλημα της κρίσης και των λαϊκών διαμαρτυριών που πλήττουν τη χώρα. Αλλά πάνω απ' όλα αντιμετωπίζει τις ισχυρές πιέσεις των στρατιωτικών, που απειλούνται από τις δίκες που ξεκινούν τώρα ενάντια στα εγκλήματα που διαπράχτηκαν κατά τη διάρκεια των δικτατοριών που στήριξαν οι ΗΠΑ. Ο Μενέμ απέρριψε την πρόταση των ΗΠΑ να μεταφερθεί στην Αργεντινή η στρατιωτική βάση από τον Παναμά, δέχτηκε, ωστόσο, να συμμετάσχει σε μία Κοινή Δύναμη.

Η Βραζιλία είναι η τέταρτη χώρα που αντιμετωπίζει εσωτερικά προβλήματα και, φυσικά, δεσμεύτηκε να συμμετάσχει σε μία μικρή Κοινή Δύναμη στα σύνορα.

Με πρόσχημα, λοιπόν, την καταπολέμηση του εμπορίου ναρκωτικών και του κινδύνου επέκτασης της κολομβιανής ένοπλης σύγκρουσης στην ευρύτερη περιοχή, οι ΗΠΑ μεθοδεύουν τη στρατιωτική επέμβαση στην Κολομβία.

Ομως, οι πραγματικοί λόγοι για την πιθανή επέμβαση είναι, κατ' αρχάς, ο φόβος ότι οι προτάσεις και η δράση του αντάρτικου κινήματος για μια νέα, δημοκρατική Κολομβία με κοινωνική δικαιοσύνη θα "συναντήσουν" τους αγώνες των εργαζομένων και του λαού γενικότερα, καθώς και ο φόβος μπροστά στην προώθηση της επαναστατικής, δημοκρατικής, λαϊκής διαδικασίας στην Κολομβία, το παράδειγμα της οποίας θα μπορούσε να επεκταθεί, παίρνοντας ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις, στις γειτονικές χώρες.

Κείμενα: Γ. ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΗ

Νέο εμπόδιο στην επανέναρξη των ειρηνευτικών συνομιλιώνΔεν είναι, όμως, μόνο η οικονομική και κοινωνική κρίση που μαστίζει τη χώρα.

Είναι και η ένοπλη σύγκρουση μεταξύ αντάρτικων και κυβερνητικών στρατιωτικών, αλλά και παραστρατιωτικών, δυνάμεων που διαρκεί πάνω από 30 χρόνια. Η πιθανότητα επίλυσης αυτής της σύγκρουσης, με την έναρξη των συνομιλιών μεταξύ των δύο πλευρών στις αρχές του χρόνου, έκανε ολόκληρο τον κολομβιανό λαό να αναθαρρήσει. Ωστόσο, τα συνεχή εμπόδια, που θέτουν κυβέρνηση και Ενοπλες Δυνάμεις, οδήγησαν και πάλι στην προσωρινή διακοπή των ειρηνευτικών συνομιλών. Ομως, οι Ενοπλες Επαναστατικές Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC - EP), διά στόματος του κομαντάντε Ραούλ Ρέγιες, επιμένουν:"Πρέπει, οπωσδήποτε, να ξαναρχίσουν οι ειρηνευτικές συνομιλίες".

Το τελευταίο εμπόδιο στην επανέναρξη των ειρηνευτικών συνομιλιών είναι η πρόταση της κυβέρνησης, για σύσταση μιας Διεθνούς Επιτροπής Παρακολούθησης, που θα αποτελείται από άτομα επιλεγμένα, κατόπιν κοινής συμφωνίας των δύο πλευρών, και που θα εποπτεύει τη συμπεριφορά των δύο πλευρών στην αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη, με αρμοδιότητες που εκ των προτέρων θα έχουν καθοριστεί.

Η αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη, που περιλαμβάνει πέντε επαρχίες και έχει έκταση 42.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, είναι ένας παραδοσιακός προμαχώνας του μεγαλύτερου και αρχαιότερου αντάρτικου της Λατινικής Αμερικής. Στρατιωτικοί και κύκλοι της Δεξιάς απαιτούν να αφαιρεθεί, από τα αντάρτικα στρατεύματα, το δικαίωμα να ασκεί εκεί καθήκοντα κανονικού στρατού, καθώς, τονίζουν με έμφαση, "εκπαιδεύει και διεξάγει πολιτική δουλιά στις μάζες".

Σε πρόσφατη συνέντευξη που παραχώρησε στο Πρακτορείο Ειδήσεων Νέα Κολομβία (ANNCOL), το ηγετικό στέλεχος των Ενοπλων Επαναστατικών Δυνάμεων της Κολομβίας (FARC - EP), Ραούλ Ρέγιες, αναφέρεται στις τελευταίες εξελίξεις στην ειρηνευτική διαδικασία και συγκεκριμένα στο νέο εμπόδιο που εγείρει η κυβέρνηση, με τη σύσταση της Διεθνούς Επιτροπής Παρακολούθησης. Ο κομαντάντε Ρέγιες επισημαίνει ότι οι δύο πλευρές συζήτησαν επί δύο μέρες για το ρόλο αυτής της επιτροπής παρακολούθησης, για τις αρμοδιότητες που θα έχει και για το πώς θα συσταθεί, αλλά δεν κατέστη δυνατόν να φτάσουν σε συμφωνία πάνω σε αυτά τα ζητήματα. "Οι FARC θεωρούμε ότι τα προβλήματα της χώρας μας και της εσωτερικής κολομβιανής σύγκρουσης μπορούμε να τα λύσουμε μεταξύ μας οι Κολομβιανοί. Πρέπει να το κάνουμε. Αυτό, όμως, δεν αποκλείει σε καμία περίπτωση, να μπορέσουμε να πετύχουμε τη στήριξη μερικών ατόμων της Διεθνούς Κοινότητας, άτομα μεγάλου κύρους και καλής θέλησης που θα έχουν δεσμευτεί στον αγώνα για την ειρήνη στην Κολομβία. Πάνω απ' όλα θα πρέπει να καθοριστεί, εκ των προτέρων, τι ακριβώς θα κάνουν, ώστε να συμβάλουν στην ειρήνη στην Κολομβία, γιατί οι FARC δε δέχονται, σε καμία περίπτωση, να υπάρχει κάποια διαδικασία ή επιτροπές πίεσης για την επίλυση μιας σύγκρουσης, που είναι ζήτημα των Κολομβιανών και όχι της Διεθνούς Κοινότητας". Στη συνέχεια ο Ραούλ Ρέγιες αναφέρεται και στην οικονομική βοήθεια που ζήτησε και πέτυχε ο υπουργός Αμυνας της Κολομβίας σε πρόσφατο ταξίδι του στις ΗΠΑ. Γίνεται λόγος για πάνω από 250 εκατ. δολάρια που θα παρέχουν οι ΗΠΑ, ετησίως, στο στρατό της Κολομβίας και στην Αστυνομία για τον πόλεμο κατά του εμπορίου ναρκωτικών και των ανταρτών. "Αλλη μία συμβολή, σε δολάρια, στον αγώνα κατά του αντάρτικου κινήματος και της λαϊκής δυσαρέσκειας", τονίζει με έμφαση ο κομαντάντε Ρέγιες και συμπληρώνει:

"Γι' αυτό οι FARC προβάλλουν αντιρρήσεις στη σύσταση διεθνών επιτροπών, μια και η κυβέρνηση θέλει να επωφεληθεί και να εξασφαλίσει περισσότερους πόρους που, όμως, δε θα προορίζονται για την επίλυση των πολλών και σοβαρών προβλημάτων των εργαζομένων της Κολομβίας, αλλά για τον πόλεμο κατά του λαού, ώστε να μη διεκδικεί αυτά που του ανήκουν".

Πώς αλλιώς μπορεί να ερμηνευτεί η στάση μιας κυβέρνησης που, ενώ ξεκινάει ειρηνευτικές συνομιλίες και συμφωνεί ότι η ειρήνη απαιτεί μια έντονη κοινωνική επένδυση, με τη χώρα να βρίσκεται σε σοβαρότατη οικονομική κρίση και έχοντας μια πραγματική πολιτική πρόταση ειρήνευσης μέσω των διαπραγματεύσεων, επιμένει να εξοπλίζει ακόμα περισσότερο το Στρατό;

"Αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα", συνεχίζει ο Ραούλ Ρέγιες, "είναι ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί τις διαπραγματεύσεις για να επιτεθεί δριμύτερα, μέσω του στρατού, ενάντια στα αιτήματα, που προβάλλει ο εργαζόμενος λαός της Κολομβίας και ενάντια στο κολομβιανό επαναστατικό κίνημα που εκπροσωπούν οι FARC - EP, που αυτή τη στιγμή αγωνίζονται για μία διαφορετική Κολομβία".

Δημιουργία κλίματος κατά της ειρηνευτικής διαδικασίας

Το ηγετικό στέλεχος των FARC αναφέρθηκε και στα πρόσφατα ψεύδη και ανακρίβειες που εξαπέλυσαν στρατός, μυστικές υπηρεσίες και αστυνομία ενάντια στις FARC, μετά τις στρατιωτικές ήττες που υπέστησαν, τον τελευταίο καιρό, σε μάχες κατά των ανταρτών και με στόχο τη δημιουργία ενός κλίματος υπέρ της ακύρωσης των συνομιλιών, ώστε να σταματήσει η αναζήτηση της ειρηνευτικής διαδικασίας, που ξεκίνησε στις 7 Γενάρη του τρέχοντος έτους. Κατηγορήθηκαν οι FARC ότι προχώρησαν σε επιθέσεις ενάντια σε στρατόπεδα και αστυνομικά τμήματα, ότι από την αποστρατιωτικοποιημένη περιοχή διοχετεύονται όπλα σε ολόκληρη τη χώρα και ότι προέβησαν σε σφαγές ενάντια στον άμαχο πληθυσμό. Ο υπουργός Εσωτερικών της Κολομβίας, ως φερέφωνο των μυστικών στρατιωτικών υπηρεσιών, διογκώνοντας ακόμα περισσότερο αυτήν την ιστορία, που στρέφεται κατά της συνέχισης των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων, είπε ότι ο στρατός κατάφερε, με την τόλμη και την αποτελεσματικότητά του, να αποφύγει την άλωση της πρωτεύουσας Μπογκοτά, γεγονός που δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια. "Οι FARC δεν είχαν στόχο, εκείνη τη στιγμή, να μπούνε στην Μπογκοτά", θα πει ο Ραούλ Ρέγιες. "Οταν αποφασίσουν να το κάνουν, σίγουρα δε θα υπάρχει ανάλογη αποτελεσματικότητα ούτε και τόλμη που θα μπορούν να τις εμποδίσουν".

Στην ερώτηση του δημοσιογράφου του πρακτορείου "Νέα Κολομβία", τι θα γίνει εάν - έχοντας υπόψη τις αποτυχίες του στρατού και της αστυνομίας καθώς και την έντονη κριτική και έρευνα που ασκούν ενάντια στην αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη, με στόχο την ακύρωσή της, αλλά και της ειρηνευτικής διαδικασίας - λήξει άδοξα αυτή η διαδικασία, όπως είχε συμβεί το 1990 στο στρατηγείο των ανταρτών στην Κάσα Βέρντε. όταν δέχτηκε επίθεση από χιλιάδες στρατιώτες και αεροπορία, το ηγετικό στέλεχος των FARC ήταν σαφές: "Σε ολόκληρη τη χώρα διεξάγεται πόλεμος, εκτός από τις πέντε αποστρατιωτικοποιημένες επαρχίες. Το νέο, λοιπόν, θα ήταν να υπάρξουν μάχες και σε αυτές τις περιοχές. Και, φυσικά, για τους Κολομβιανούς και τη διεθνή κοινότητα, που επιθυμούν την ειρήνη, θα ήταν φοβερό γεγονός η ακύρωση της ειρηνευτικής διαδικασίας και τεράστια η ευθύνη των εχθρών της".

τρεις νεκροί στρατιώτες μετά απο μάχη με τους αντάρτες του FARC

Τρεις νεκροί στρατιώτες μετά από μάχη με τους αντάρτες του FARC

Aντάρτες του FARC περιφρουρούν στην πόλη Λα Ουρίμπ

Δεξιά: Τανκ περιφρουρεί το Προεδρικό Μέγαρο σε παλιότερη κινητοποίηση



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ