Στο στόχαστρο ο λαός της Βενεζουέλας και όλοι οι λαοί της περιοχής
U.S. Navy |
Το αεροπλανοφόρο USS GERALD R. FORD και οι δυνάμεις που το συνοδεύουν εντάσσονται στη μεγάλη στρατιωτική κινητοποίηση των ΗΠΑ που απειλεί τους λαούς της περιοχής |
Σε αυτό το πλαίσιο, επιχειρώντας να διασφαλίσει τα συμφέροντα των αμερικανικών μονοπωλίων έναντι της εντεινόμενης διείσδυσης της Κίνας και άλλων ανταγωνιστών στην περιοχή, η κυβέρνηση Τραμπ αναγγέλλει ένα «ενισχυμένο» δόγμα Μονρόε για την κυριαρχία των ΗΠΑ στην αμερικανική ήπειρο, κινητοποιεί τεράστιες στρατιωτικές δυνάμεις στην Καραϊβική, ανακοινώνει θαλάσσιο και εναέριο αποκλεισμό της Βενεζουέλας, εξαπολύει πολύνεκρα πλήγματα σε σκάφη στο όνομα της «αντιμετώπισης των δικτύων διακίνησης ναρκωτικών», απειλεί με χερσαίες επιχειρήσεις, ενώ πλέον εκφράζει απροκάλυπτα τις απαιτήσεις της για λεηλασία του πετρελαίου, της γης και συνολικότερα του πλούτου της Βενεζουέλας και της υπόλοιπης περιοχής!
Χαρακτηριστικά, την περασμένη Πέμπτη, σε τηλεφωνική του συνέντευξη στο δίκτυο NBC, ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντ. Τραμπ απάντησε ότι «δεν το αποκλείω» όταν ρωτήθηκε για το ενδεχόμενο ενός πολέμου με τη Βενεζουέλα.
Ο ίδιος δήλωσε ότι «δεν είναι υποχρεωμένος» να ενημερώσει το Κογκρέσο για έναν τέτοιο πόλεμο. «Δεν είμαι υποχρεωμένος να τους το πω», ανέφερε, αλλά «δεν θα με πείραζε. Ελπίζω μόνο να μη διαρρεύσουν πληροφορίες. Ξέρετε, κάποιοι αποκαλύπτουν τέτοια πράγματα».
Είναι δε χαρακτηριστικό ότι πέρα πλέον από τα κλασικά προσχήματα περί «αντιμετώπισης της ναρκω-τρομοκρατίας», η Αμερικανός Πρόεδρος μιλά ανοιχτά πλέον για τον έλεγχο του τεράστιου πλούτου της Βενεζουέλας: «Η Αμερική δεν θα επιτρέψει σε εγκληματίες, τρομοκράτες ή άλλες χώρες να ληστέψουν, να απειλήσουν ή να βλάψουν το έθνος μας, και ομοίως δεν θα επιτρέψει σε ένα εχθρικό καθεστώς να πάρει το πετρέλαιο, τη γη ή άλλα περιουσιακά μας στοιχεία, τα οποία πρέπει να επιστραφούν στις Ηνωμένες Πολιτείες άμεσα», δήλωσε μεσοβδόμαδα ο Τραμπ...
Σημειωτέον ότι μόνο τη βδομάδα που πέρασε, καταγράφηκαν τα εξής:
Την Πέμπτη η πρεσβεία των ΗΠΑ στον Ισημερινό ανακοίνωσε «προσωρινή» ανάπτυξη προσωπικού της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας στην περιοχή Μάντα, στο πλαίσιο διμερούς «στρατηγικής συμφωνίας ασφαλείας».
Στην περιοχή Μάντα λειτουργούσε για χρόνια αμερικανική στρατιωτική βάση και η κυβέρνηση του Ντ. Νομπόα προωθεί σχέδια για επίσημη επαναλειτουργία της.
Σε δημοψήφισμα στα μέσα Νοέμβρη το 61% των ψηφισάντων απέρριψε την άρση της απαγόρευσης να εγκαθίστανται ξένες στρατιωτικές βάσεις στην επικράτεια του Ισημερινού, ωστόσο πριν περάσει ένας μήνας η κυβέρνηση Νομπόα «παρακάμπτει» το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος με την τάχα «προσωρινή» ανάπτυξη δυνάμεων του ΗΠΑ...
Πρόσφατα άλλωστε το υπουργείο Αμυνας του Ισημερινού επιβεβαίωσε και την άφιξη αμερικανικών αεροσκαφών με «υλικό στρατιωτικής φύσης», ενώ ο Νομπόα υποστήριξε ότι η συνεργασία θα συμβάλει και στην υποταγή «αυτών που νομίζουν πως μπορούν να καταλάβουν τη χώρα».
Ολα αυτά ενώ ομολογείται ανοιχτά πλέον η τεράστια συγκέντρωση αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή, με τον Τραμπ να κάνει λόγο χαρακτηριστικά για τη «μεγαλύτερη αρμάδα που έχει συγκεντρωθεί ποτέ στην Ιστορία της Νότιας Αμερικής».
Διατυπώνοντας νέες απειλές εναντίον της Βενεζουέλας, δήλωσε ότι «θα γίνει μόνο μεγαλύτερο το σοκ γι' αυτούς, δεν θα μοιάζει με τίποτα που έχουν δει ποτέ πριν! Μέχρι τη στιγμή που θα επιστρέψουν στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής όλο το πετρέλαιο, τη γη και άλλα περιουσιακά στοιχεία που μας έκλεψαν προηγουμένως».
Ας σημειωθεί ότι μέσα σε αυτές τις συνθήκες έγινε γνωστό την Παρασκευή ότι στην Κολομβία σκοτώθηκαν τουλάχιστον 6 στρατιωτικοί και τραυματίστηκαν άλλοι 28 σε επίθεση με drones και εκρηκτικούς μηχανισμούς εναντίον βάσης των Ενόπλων Δυνάμεων, κοντά στα σύνορα με τη Βενεζουέλα.
Ο σοσιαλδημοκράτης Πρόεδρος Γκ. Πέτρο μίλησε για «τρομοκρατική ενέργεια του ELN» (αντάρτικης οργάνωσης που τον Γενάρη σταμάτησαν οι ειρηνευτικές επαφές μαζί της), την οποία καταδίκασε «με τον πιο σθεναρό τρόπο».
Στις αρχές της βδομάδας, μάλιστα, ο Πέτρο είχε δώσει εντολή στις δυνάμεις ασφαλείας να «επιτεθούν» στον ELN και «να προστατεύσουν τον πληθυσμό από κάθε απειλή», καλώντας τους κατοίκους των περιοχών που ελέγχει η οργάνωση να αγνοήσουν τις οδηγίες της να παραμένουν στα σπίτια τους λόγω «απειλών ιμπεριαλιστικής επέμβασης» από τις ΗΠΑ.
Αντιδρώντας σε όλα τα παραπάνω, η Ρωσία εξέφρασε την προσδοκία «η κυβέρνηση Τραμπ, η οποία χαρακτηρίζεται από μια ορθολογική και ρεαλιστική προσέγγιση, να μην κάνει ένα μοιραίο λάθος» στη Βενεζουέλα και οι ΗΠΑ «να μην εμπλακούν σε μια κατάσταση που θα έχει απρόβλεπτες συνέπειες για ολόκληρο το δυτικό ημισφαίριο».
Επιβεβαιώνοντας δε «την αλληλεγγύη μας στον λαό της Βενεζουέλας και την υποστήριξή μας στην πολιτική του Προέδρου Μαδούρο», η Μόσχα εξέφρασε «βαθιά ανησυχία για τις ενέργειες του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ και γενικότερα για τις πολεμικές δηλώσεις του Πενταγώνου» και εκτίμησε πως «όλα αυτά υπονομεύουν τις ελπίδες ότι μπορούν να επιτευχθούν συμφωνίες στο πλαίσιο της τρέχουσας ισορροπίας δυνάμεων στη διεθνή σκηνή».
Οσο για την Κίνα, διαμήνυσε ότι αντιτίθεται στον «μονομερή εκφοβισμό» χωρών και ότι υποστηρίζει τις χώρες που προστατεύουν τα κυριαρχικά δικαιώματά τους, με τον Κινέζο ΥΠΕΞ σε συνομιλία του με τον Βενεζολάνο ομόλογό του να τονίζει πως Πεκίνο και Καράκας είναι «στρατηγικοί εταίροι», με την αμοιβαία τους εμπιστοσύνη και υποστήριξη να αποτελεί παράδοση στις διμερείς τους σχέσεις.
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε μετά και τη νέα κλιμάκωση της επιθετικότητας των ΗΠΑ, το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚ Βενεζουέλας τονίζει πως οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν τις προειδοποιήσεις του Κόμματος ότι η επιθετικότητα της Ουάσιγκτον ενάντια στη Βενεζουέλα αποτελεί «μέρος μιας ιμπεριαλιστικής επίθεσης επαναποικιοποίησης, με στόχο την ιδιοποίηση των φυσικών πόρων του έθνους μας, εδαφών και στρατηγικών περιουσιακών στοιχείων».
Τονίζει ότι «η διαταγή για "συνολικό και πλήρη αποκλεισμό" των τάνκερ που υπόκεινται σε παράνομες κυρώσεις αποτελεί ανοιχτή και κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, επιδεινώνει σκόπιμα την ήδη βαθιά πολιτική, οικονομική και κοινωνική κρίση που βιώνει ο λαός της Βενεζουέλας και επιβεβαιώνει τον εγκληματικό χαρακτήρα των μονομερών καταναγκαστικών μέτρων, τα οποία έχουν παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης των εργαζομένων. Ταυτόχρονα, αυτές οι εξωτερικές επιθέσεις έχουν χρησιμοποιηθεί από την άρχουσα ελίτ του Νικολάς Μαδούρο ως δικαιολογία για την επιβολή αντεργατικών και αντιλαϊκών πολιτικών, ρίχνοντας το βάρος της κρίσης στην πλειοψηφία».
Και υπογραμμίζει: «Ιδιαίτερα σοβαρή και ανησυχητική είναι η ξεδιάντροπη αξίωση του Προέδρου των ΗΠΑ "στο πετρέλαιο, στη γη και στα περιουσιακά στοιχεία της Βενεζουέλας", η οποία αποτελεί το νέο επακόλουθο του Τραμπ στο Δόγμα Μονρόε και θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την κυριαρχία των λαών της περιοχής. Αυτή η μιλιταριστική επίθεση είχε ήδη τραγικές συνέπειες, στοιχίζοντας τη ζωή σε δεκάδες ανθρώπους που εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Καραϊβική και στον ανατολικό Ειρηνικό».
Το ΚΚ Βενεζουέλας «καταδικάζει έντονα τον ιμπεριαλιστικό ελιγμό της επαναποικιοποίησης που προωθείται από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, την πράξη διεθνούς πειρατείας που αντιπροσωπεύει η κλοπή πετρελαιοφόρων φορτωμένων με αργό πετρέλαιο της Βενεζουέλας, και τη ρητή απειλή λεηλασίας των περιουσιακών στοιχείων και του πλούτου του έθνους της Βενεζουέλας».
Καταλήγοντας, επιβεβαιώνει «την ιστορική μας δέσμευση στον αντιιμπεριαλιστικό αγώνα και στην ενότητα των λαών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής απέναντι στις απειλές κυριαρχίας και λεηλασίας. Εξω η στρατιωτική μπότα των Γιάνκηδων από τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική!».