ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 5 Νοέμβρη 2022 - Κυριακή 6 Νοέμβρη 2022
Σελ. /40
ΔΙΕΘΝΗ
ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΟΛΤΣ ΣΤΗΝ ΚΙΝΑ
Με φόντο τις αντιθέσεις εντός Γερμανίας και ΕΕ για τις σχέσεις με το Πεκίνο

«Οι σχέσεις μας έγιναν πιο δύσκολες», δήλωσε ο Γερμανός καγκελάριος, ο οποίος συνοδευόταν από στελέχη μεγάλων μονοπωλίων

Από τη συνάντηση του Ολαφ Σολτς με τον Σι Τζινπίνγκ στο Πεκίνο
Από τη συνάντηση του Ολαφ Σολτς με τον Σι Τζινπίνγκ στο Πεκίνο
Τις πολυεπίπεδες «δυσκολίες» και αντιθέσεις που προκαλεί η όξυνση του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού με την Κίνα, την ίδια ώρα που διατηρούνται ισχυρές μπίζνες γερμανικών και ευρωπαϊκών μονοπωλίων στην κινεζική αγορά, καθώς και αντίστοιχες κινεζικές επενδύσεις σε ευρωπαϊκές και γερμανικές υποδομές, έφερε στο προσκήνιο η επίσκεψη που πραγματοποίησε την Παρασκευή στο Πεκίνο ο Γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς, συνοδευόμενος από μεγαλοστελέχη μονοπωλιακών κολοσσών.

Τον Σολτς υποδέχτηκε ο Κινέζος Πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος - σύμφωνα με τα κινεζικά κρατικά ΜΜΕ - επεσήμανε μεταξύ άλλων ότι οι δύο χώρες πρέπει να αυξήσουν τη συνεργασία τους αυτήν την «περίοδο αλλαγών και αναταραχής», για το καλό της «παγκόσμιας ειρήνης». Παρατήρησε ότι πρόκειται για την πρώτη άφιξη Ευρωπαίου ηγέτη μετά το πρόσφατο συνέδριο του κυβερνώντος κόμματος και εκτίμησε πως η επίσκεψη θα ενισχύσει περαιτέρω την «αμοιβαία κατανόηση» μεταξύ των δύο πλευρών, εμβαθύνοντας τη συνεργασία σε πολλά πεδία. Με αφορμή τη συμπλήρωση 50 ετών διμερών σχέσεων, ανέφερε ότι όσο οι δύο πλευρές ακολουθούν τις αρχές του αμοιβαίου σεβασμού και αναζητούν κοινό έδαφος, διατηρώντας τις διαφορές τους, οι σχέσεις θα προχωρούν στη σωστή κατεύθυνση.

Από τη μεριά του ο Σολτς ξεκαθάρισε ότι δεν θέλει να αφήσει εκτός συζήτησης «θέματα στα οποία έχουμε διαφορετική οπτική». Είπε ακόμα ότι οι διμερείς οικονομικές σχέσεις έγιναν πρόσφατα «πιο δύσκολες», γιατί στο Πεκίνο υπάρχει τάση για «αυτονομία και πιο περιορισμένους οικονομικούς δεσμούς» και «αυτά πρέπει να συζητηθούν». Τόνισε σε αυτό το πλαίσιο ότι «θα πρέπει να διαμορφωθούν όροι ισότιμου ανταγωνισμού, οι γερμανικές επιχειρήσεις δεν θα πρέπει να συναντούν μεγαλύτερα εμπόδια στην Κίνα από εκείνα που συναντούν οι κινεζικές επιχειρήσεις στην Ευρώπη». Στη συνάντηση τέθηκε και το ζήτημα της κατάστασης στην επαρχία Σιντζιάνγκ (το Πεκίνο κατηγορείται από τη Δύση για «καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων» των Ουιγούρων), με τον Σολτς να εκφράζει επιθυμία οι δύο πλευρές να μείνουν σε επαφή. Υπενθυμίζεται ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη βαμβακοπαραγωγό επαρχία όλης της Κίνας, της οποίας η παραγωγή αντιστοιχεί στο 1/5 της παγκόσμιας παραγωγής βαμβακιού.

Πηγή της γερμανικής κυβέρνησης υπογράμμισε επίσης ότι παρά τις «διαφορές απόψεων», ο Σολτς διαβεβαίωσε για την πρόθεσή του να «αναπτυχθεί περαιτέρω» η διμερής οικονομική συνεργασία, σε ζητήματα όπως η κλιματική αλλαγή και η διατροφική ασφάλεια.

Η επίσκεψη Σολτς έγινε με φόντο τις προβλέψεις για νέα ύφεση στην Ευρωζώνη και ειδικά στη Γερμανία, οι οποίες αυξάνουν τη σημασία διατήρησης στενών δεσμών με την Κίνα. Χαρακτηριστικά, γερμανικά ινστιτούτα όπως το Κέντρο Διεθνών Οικονομικών παρατηρούν ότι μια «αποσύνδεση» της γερμανικής και ευρωενωσιακής οικονομίας από την Κίνα θα προκαλούσε «τεράστιες απώλειες ΑΕΠ». Σύμφωνα με το Ινστιτούτο του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία, μια μεγάλη μείωση στο ευρωκινεζικό εμπόριο ενδέχεται να κοστίσει στο γερμανικό ΑΕΠ ακόμα και μία ολόκληρη ποσοστιαία μονάδα.

Τα ζητήματα των μπίζνες με την Κίνα ωστόσο εντείνουν αντιπαραθέσεις εντός του κυβερνητικού συνασπισμού, όπως φάνηκε χαρακτηριστικά με τα πρόσφατα παζάρια γύρω από την παραχώρηση ποσοστού σε τερματικό σταθμό του λιμανιού του Αμβούργου στον κινεζικό όμιλο COSCO. Για το ίδιο θέμα οι ΗΠΑ «πρότειναν με δυναμικό τρόπο» στη Γερμανία «ότι η Κίνα δεν θα πρέπει να έχει ένα ποσοστό άσκησης ελέγχου» στο λιμάνι, όπως δήλωσε αξιωματούχος του αμερικανικού ΥΠΕΞ.

Ολα αυτά ενώ το Παρίσι φέρεται να εξέφρασε δυσαρέσκεια μετά την απόρριψη πρότασης για κοινή γαλλογερμανική επίσκεψη στο Πεκίνο, ενώ ο επικεφαλής της ευρωενωσιακής διπλωματίας Ζ. Μπορέλ παρατήρησε ότι η Κίνα «γίνεται πολύ πιο αποφασιστική, βρίσκεται πολύ περισσότερο σε μια αυτοδύναμη πορεία» και «θέλουμε να μειώσουμε την εξάρτησή μας, θέλουμε να αντιμετωπίσουμε τις ευπάθειές μας, να ενισχύσουμε την αντοχή μας», προσθέτοντας ωστόσο ότι «προς το παρόν, πολλά κράτη - μέλη έχουν μια ισχυρή οικονομική σχέση με την Κίνα και δεν νομίζω ότι μπορούμε να βάλουμε την Κίνα και τη Ρωσία στο ίδιο επίπεδο».

Νέες εντάσεις στην Κορεατική Χερσόνησο

Το παζάρι της Κίνας με τη Γερμανία και γενικά την ΕΕ φουντώνει σε μια περίοδο που το «θερμόμετρο» στην περιοχή Ασίας - Ειρηνικού ανεβαίνει, μετά και τη δραστική αναβάθμιση της στρατιωτικής κινητικότητας των ΗΠΑ και συμμάχων τους στην περιοχή.

ΗΠΑ και Νότια Κορέα παρέτειναν τη φετινή άσκηση «Vigilant Storm» - που ήδη διεξάγεται με δυνάμεις σημαντικά ενισχυμένες - επικαλούμενες και τις απανωτές βαλλιστικές δοκιμές στις οποίες προχώρησε από τις αρχές της βδομάδας η Βόρεια Κορέα.

Μάλιστα, την Παρασκευή το Γενικό Επιτελείο Αμυνας της Νότιας Κορέας ανακοίνωσε ότι απογειώθηκαν εσπευσμένα 80 νοτιοκορεατικά μαχητικά μετά τον εντοπισμό περίπου 180 στρατιωτικών αεροπλάνων της Βόρειας Κορέας σε 4ωρη πτήση κοντά στα σύνορα. Την ίδια στιγμή, άλλα 240 αεροσκάφη συνέχιζαν μαζί με τις ΗΠΑ τα γυμνάσια.

Είχαν προηγηθεί μέσα στη βδομάδα πάνω από 80 βολές του πυροβολικού της Βόρειας Κορέας, ενώ οι επικριτές της επιμένουν ότι στις δοκιμές που έκανε η Πιονγιάνγκ εκτόξευσε και έναν διηπειρωτικό βαλλιστικό τύπου ICBM.

Μέσα στη βδομάδα ο Νοτιοκορεάτης Πρόεδρος Γιουν Σοκ Γελ είχε κάνει λόγο για «βορειοκορεατική πρόκληση» που «στην πράξη» αποτελεί «εισβολή στην επικράτεια» - καθώς ένας πύραυλος έπεσε νότια του διαφιλονικούμενου θαλάσσιου συνόρου - και δεσμεύτηκε για «ταχεία και αποφασιστική απάντηση».

Συγχρόνως, μια σειρά στελέχη της κυβέρνησης Μπάιντεν έσπευσαν να διαμηνύσουν ότι θα δυναμώσει η συνεργασία «μαζί με συμμάχους και εταίρους, για να είναι ασφαλής η περιοχή (...) μέσω της διπλωματίας, του διαλόγου αλλά και της στρατιωτικής αποτροπής».

Αλλωστε, όλο αυτό το διάστημα έχουν πολλαπλασιαστεί οι συναντήσεις για την ισχυροποίηση ενός «αναβαθμισμένου αμυντικού δόγματος», με την ατζέντα να περιλαμβάνει και το ενδεχόμενο επιστροφής αμερικανικών πυρηνικών όπλων στη Χερσόνησο, αλλά και φιλοξενίας τους στην Ιαπωνία.


ΙΣΡΑΗΛ
Παζάρια και παρεμβάσεις για τη σύνθεση της νέας κυβέρνησης υπό τον Νετανιάχου

Σε τροχιά επανόδου στην πρωθυπουργία του Ισραήλ βρίσκεται ο Μπ. Νετανιάχου, αρχηγός του κόμματος «Λικούντ» και μακροβιότερος πρωθυπουργός της χώρας, μετά την πρωτιά στις εκλογές της περασμένης Τρίτης και την εξασφάλιση πλειοψηφίας για το μπλοκ δεξιών και ακροδεξιών κομμάτων στο οποίο ηγείται το «Λικούντ», με 64 έδρες σε σύνολο 120 εδρών του ισραηλινού κοινοβουλίου (Κνέσετ).

Το αποτέλεσμα οδηγεί σε παζάρια για τη σύνθεση της νέας κυβέρνησης, η οποία θα διαχειριστεί τη συνέχιση των αμερικανόπνευστων «συμφωνιών του Αβραάμ» με αραβικές χώρες, τον συμβιβασμό Ισραήλ - Λιβάνου με διαμεσολάβηση των ΗΠΑ για την εκμετάλλευση διαφιλονικούμενων θαλάσσιων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων (συμβιβασμό που απέρριψε προεκλογικά ο Νετανιάχου), την «πλήρη ομαλοποίηση» των σχέσεων με την Τουρκία κ.λπ., ενώ συνεχίζεται αδιάλειπτα η κλιμάκωση της κατοχικής βίας σε βάρος του Παλαιστινιακού λαού.

Το τελικό εκλογικό αποτέλεσμα διαμορφώθηκε ως εξής: Το «Λικούντ» πήρε 32 έδρες. Δεύτερο το κεντροδεξιό «Γες Ατίντ» του απερχόμενου πρωθυπουργού Γ. Λαπίντ, με 24 έδρες. Ακολουθούν οι 14 βουλευτές του ακροδεξιού «Θρησκευτικού Σιωνισμού», οι 12 βουλευτές του δεξιού κόμματος «Εθνική Ενότητα», του απερχόμενου υπουργού Αμυνας Μπένι Γκαντς, οι 11 βουλευτές του κόμματος ορθόδοξων Εβραίων Shas και οι 7 του ανάλογου κόμματος «Τορά - Ιουδαϊσμός», ενώ έπεται το κόμμα «Ισραήλ το Σπίτι μας» με 6 βουλευτές. Από 5 βουλευτές εξέλεξαν τα αραβικά κόμματα «Χαντάς - Τά'αλ» και «Ρά'αμ», 4 το Εργατικό Κόμμα, ενώ εκτός Βουλής έμειναν το αραβικό κόμμα «Μπάλαντ» και το σοσιαλδημοκρατικό «Μέρετζ», καθώς δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν το πλαφόν του 3,25%.

Ετσι, το δεξιό μπλοκ υπό τον Νετανιάχου έχει 64 βουλευτές στο νέο κοινοβούλιο, έναντι 51 βουλευτών του απερχόμενου κυβερνητικού μπλοκ υπό τον Λαπίντ.

Σημαντικές δυνάμεις κατέγραψε το ακροδεξιό κόμμα «Θρησκευτικός Σιωνισμός», με επικεφαλής τους εξτρεμιστές Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ και Μπετσαλέλ Σμότριτς, το οποίο συνεργάζεται με τον Νετανιάχου και προκαλεί αντιδράσεις σε δυτικές κυβερνήσεις και λόμπι της ισραηλινής διασποράς, που επιθυμούν ένα πιο «μετριοπαθές» προφίλ (χωρίς βέβαια να αλλάζει η ουσία της κατοχής της Παλαιστίνης).

Οι ΗΠΑ και η Βρετανία εξέφρασαν ανησυχία για πιθανή συμμετοχή του εν λόγω κόμματος στη νέα κυβέρνηση, ζητώντας «αποχή από εμπρηστική ρητορική» και επίδειξη «σεβασμού και ανοχής σε μειονοτικές ομάδες». Ο δε Αμερικανός ΥΠΕΞ Αντ. Μπλίνκεν, επικοινωνώντας την Πέμπτη με τον απερχόμενο πρωθυπουργό και υπουργό Εξωτερικών Γ. Λαπίντ, εξέφρασε υποκριτικά «βαθιά ανησυχία» για την κλιμάκωση της βίας στην κατεχόμενη Δυτική Οχθη. Συνέστησε δε στα ισραηλινά κόμματα να προχωρήσουν «επειγόντως σε αποκλιμάκωση της κατάστασης».

Σε κάθε περίπτωση, τα μετεκλογικά παζάρια ξεκινούν από την Δευτέρα, όταν ο Ισραηλινός Πρόεδρος Ι. Χέρτζογκ θα αρχίσει τις συναντήσεις με τους αρχηγούς των κομμάτων.

Αλληλεπιδράσεις με διεθνείς διεργασίες

Το εκλογικό αποτέλεσμα του Ισραήλ επιδρά και σε διεθνείς διεργασίες. Ηδη καταγράφονται αναλύσεις για αναμενόμενες δυσκολίες «συνεννόησης» ανάμεσα στη νέα κυβέρνηση Νετανιάχου και στην κυβέρνηση Μπάιντεν. Δύσκολα, από την άλλη, θα αλλάξει η ρότα της ισραηλινής εξωτερικής πολιτικής που χάραξε η απερχόμενη κυβέρνηση, τόσο στο φόντο της πρόσφατης συμφωνίας με τον Λίβανο για την εκμετάλλευση υποθαλάσσιων κοιτασμάτων όσο και σχετικά με την Τουρκία, με την οποία ομαλοποιήθηκαν πλήρως οι διπλωματικές σχέσεις μετά από περίπου μία δεκαετία. Παρότι ο Νετανιάχου έχει δηλώσει πως θα «εξουδετερώσει» τη συμφωνία διευθέτησης θαλάσσιων διαφορών με τον Λίβανο, είναι αμφίβολο ότι θα κάνει πράξη αυτήν τη δήλωση, καθώς μια τέτοια κίνηση θα έθιγε τα συμφέροντα ενεργειακών μονοπωλίων.

Ο Τούρκος Πρόεδρος Ρ. Τ. Ερντογάν, που στο παρελθόν είχε αποκαλέσει τον Νετανιάχου «τρομοκράτη», εξέφρασε την ελπίδα για συνέχιση των ομαλών σχέσεων με το Ισραήλ, «με αμοιβαίο σεβασμό». Σε αυτό το φόντο, ο Νετανιάχου αναμένεται να εντείνει περαιτέρω τη συνεργασία με Ελλάδα και Κύπρο στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ οι «συμφωνίες του Αβραάμ», που είχαν επιτευχθεί επί της πρωθυπουργίας του, μπορεί να ενισχυθούν και με άλλες αραβικές χώρες.

Αντίστοιχη «συνέχεια» αναμένεται και στις σχέσεις του Νετανιάχου με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλ. Πούτιν, που εξασφάλιζαν στην ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία «ασυλία» για τις επιδρομές της στη Συρία. Ως εκ τούτου, ο Νετανιάχου δεν αναμένεται να αλλάξει την πολιτική του προκατόχου του περί μη διάθεσης όπλων στην Ουκρανία.


Δ. Ο.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ