Στις 5 Ιούνη, η κυβέρνηση επιχειρεί να εμφανίσει μεταστροφή του κλίματος, για να πάει στο νέο δημοψήφισμα για τη Συνθήκη της Λισαβόνας, τον Οκτώβρη
Από μεγάλη διαδήλωση τον περασμένο Φλεβάρη ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική |
Σήμερα, η πραγματικότητα της κρίσης «πεισματάρα» επιμένει: Οταν σουρουπώνει και ο καιρός το επιτρέπει, δημόσιοι ανοικτοί χώροι, όπως η πλατεία Μέριον και η Σεντ Στίβενς Γκριν, μετατρέπονται σε κοιτώνες ύπνου για τους αστέγους του Δουβλίνου. Οι άστεγοι που έκαναν την εμφάνισή τους εδώ και χρόνια, όταν άρχισε να ξεδιπλώνεται το «θαύμα του κέλτικου τίγρη». Πλέον οι άστεγοι έχουν πολλαπλασιαστεί και οι δημόσιοι χώροι δε φτάνουν.
Οι πλατείες δε φτάνουν και τη νύχτα οι άστεγοι βγάζουν τις κουβέρτες τους και κοιμούνται κάτω από γέφυρες, σε πεζοδρόμια, παντού, και αποτελούν το πιο εμφανές στοιχείο της κρίσης που δονεί την Ιρλανδία και έχει διαχυθεί στους δρόμους του Κορκ, του Γουότερφροντ, του Γκάλγουεϊ, ακόμη και στις μικρότερες ιρλανδικές πόλεις. Η αγορά ακινήτων που είχε γίνει τα τελευταία χρόνια μία τεράστια «φούσκα» κατατάσσοντας το Δουβλίνο ανάμεσα στις πλέον ακριβές πόλεις συναγωνιζόμενο ακόμη και το Λονδίνο έσκασε με πάταγο, όπως και όλη η οικονομία και ο «τίγρης» ψόφησε. Εξάλλου το στεγαστικό πρόγραμμα έχει καταρρεύσει προ πολλού και το ζήτημα της στέγασης και της οικοδομής έχει παραδοθεί εξ ολοκλήρου στον ιδιωτικό τομέα, σε διάφορες επιχειρήσεις.
Ελάχιστοι θυμούνται το «ιρλανδικό θαύμα» και τους διθυράμβους που το συνόδευαν: Υποτιθέμενη εκρηκτική ανάπτυξη (για το κεφάλαιο) πάνω από 7%, λόγω, όμως, της πλήρους κατάργησης των εργασιακών δικαιωμάτων χάριν της «ευελιξίας», της μηδαμινής σχεδόν φορολόγησης των επιχειρήσεων, της ανεμπόδιστης κερδοσκοπίας στα ακίνητα. Την ίδια στιγμή οι μεγάλες πολυεθνικές, αφού αποκόμισαν τα μέγιστα κέρδη συνεχώς σαλπίζουν ...αποχώρηση προς περιοχές του κόσμου - με προτίμηση την Ασία - όπου τα μεροκάματα είναι φθηνότερα.
Ο ζόφος των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που έλαβαν χώρα στην Ιρλανδία την τελευταία 20ετία και προκάλεσαν τη σχεδόν κατάρρευση της χώρας συνεχίζει να πνίγει τα πάντα. Και πώς θα ήταν διαφορετικά; Ολα αυτά τα χρόνια παραδόθηκαν στα χέρια του ιδιωτικού κεφαλαίου τα πάντα. Τη χώρα σάρωσε ένα «τσουνάμι» συντριπτικών αλλαγών που επιβλήθηκε κυρίως από αμερικανικές πολυεθνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της Υγείας, αλλά και από την ΕΕ, στο πλαίσιο των οδηγιών της για την Υγεία. Οπως, λοιπόν, συμβαίνει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, έτσι και στην Ιρλανδία μεγάλο μέρος του κόστους περίθαλψης μετακυλίεται στον εργαζόμενο, ενώ τα κονδύλια από τον κρατικό προϋπολογισμό που προορίζονταν για την Υγεία κατευθύνονται προς τις μεγάλες επιχειρήσεις. Οπως η δημόσια Υγεία παραδόθηκε στο κεφάλαιο, έτσι έγινε και με την Παιδεία.
Σε αυτό το κλίμα πραγματοποιούνται οι ευρωεκλογές στην Ιρλανδία, των 6 περίπου εκατομμυρίων, όπου εκλέγονται 12 ευρωβουλευτές, ενώ παράλληλα πραγματοποιούνται και τοπικές εκλογές.
Το ζήτημα της καταψήφισης της Συνθήκης της Λισαβόνας ήταν πρωτεύον και στις εργατικές κινητοποιήσεις όλου του τελευταίου χρονικού διαστήματος και, φυσικά, στις μεγάλες διαδηλώσεις του περασμένου Φλεβάρη. Και παραμένει πρωτεύον, επισκιάζοντας και την υπόθεση των ευρωεκλογών, όπου, καθώς φαίνεται, οι περισσότεροι εργαζόμενοι δε δείχνουν ότι τις θεωρούν σημαντικές για το μέλλον τους. Το Peoples Movement, το κοινό λαϊκό μέτωπο στην Ιρλανδία για την καμπάνια υπέρ του «ΟΧΙ», όπου συμμετέχουν συνδικαλιστικές οργανώσεις, το ΚΚ Ιρλανδίας, το Εργατικό Κόμμα Ιρλανδίας, το Σιν Φέιν και άλλα προοδευτικά κόμματα, καλούν όλους τους ψηφοφόρους να συμμετάσχουν στις εκλογές, στηρίζοντας, ωστόσο, υποψηφιότητες που έχουν ταχθεί κατά της Συνθήκης της Λισαβόνας και κατά των αναδιαρθρώσεων που επιβάλλει η ΕΕ.
Η στάση αυτή των Ιρλανδών ψηφοφόρων, να επικεντρώνουν στη Συνθήκη και όχι τόσο στις ευρωεκλογές μάλλον έχει απογοητεύσει την κυβέρνηση του Μπράιαν Κόουεν και τους κύκλους των Βρυξελλών που ήλπιζαν ότι οι «Ιρλανδοί θα εκτονώσουν την οργή τους στις κάλπες των ευρωεκλογών». Πάντως, για να είναι σίγουρος, ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι ασχέτως του αποτελέσματος, πρόωρη προσφυγή στις κάλπες δεν πρόκειται να υπάρξει.
Η ένταση έχει χτυπήσει κόκκινο, καθώς η εκστρατεία για να ποδηγετηθεί η κοινή γνώμη και το εκλογικό σώμα έχει ξεκινήσει από την πρώτη στιγμή. Οι αρχικές απειλές προς την Ιρλανδία, περί «τιμωρίας της» γιατί ο λαός τόλμησε να καταψηφίσει την Συνθήκη, έχουν αντικατασταθεί από μία «άλλη γλώσσα» και την έχουν αναλάβει οι αρμόδιοι μηχανισμοί χειραγώγησης.
Βασικό εργαλείο, οι δημοσκοπήσεις που είναι συνεχείς, ειδικά μεσούσης της κρίσης. Ενόσω λοιπόν δεν είχε ανακοινωθεί καν δημοψήφισμα, οι «δημοσκοπήσεις» κατέγραφαν «μεταστροφή του εκλογικού σώματος» και ότι πλέον οι Ιρλανδοί τάσσονται υπέρ της Συνθήκης. Οι αναλύσεις, δε, που την συνόδευαν πάμπολλες... βασικό σημείο αυτών ότι «η Ιρλανδία συνειδητοποίησε ότι δεν μπορεί μόνη της»...
Μετά από διάφορες αλχημείες, νομικές και κοινοβουλευτικές, νέο δημοψήφισμα θα διεξαχθεί τον Οκτώβρη. Συγκεκριμένη ημερομηνία ακόμη δεν έχει ανακοινωθεί, αλλά η ανακοίνωση θα γίνει μάλλον αμέσως μετά τις ευρωεκλογές. Η Τσεχική Προεδρία της ΕΕ εξέφρασε τις προηγούμενες μέρες «την ελπίδα» η ιρλανδική κυβέρνηση να προσδιορίσει έως ότου γίνει τον Ιούνη το τελικό «Ευρωπαϊκό Συμβούλιο» της δικής της προεδρίας, στις 18 και 19 Ιούνη, την ημερομηνία διεξαγωγής του «δεύτερου» δημοψηφίσματος για τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Στην ανακοίνωση της ΕΕ, υπάρχει, φυσικά, και η αναγκαία «νουθεσία», αναφέροντας ότι «θα πρέπει να έχει στη διάθεσή της ένα ιρλανδικό κείμενο, που να περιέχει κάποιας μορφής εγγυήσεις», στο θέμα της Συνθήκης. Προσδιορίζοντας τη μορφή των εγγυήσεων αυτών, εν ονόματι της Τσεχικής Προεδρίας, ο Τσέχος υπουργός για τις Ευρωπαϊκές Υποθέσεις, Στέφαν Φιλ, ανέφερε ότι άπτονται της «στρατιωτικής ουδετερότητας» της Ιρλανδίας, της δημοσιονομικής της επάρκειας κι επομένως αυτονομίας και, τέλος, της «εναρμόνισης» της ιρλανδικής νομοθεσίας με τα αφορώντα τις αμβλώσεις σε όλη την ΕΕ.
Προφανώς, αυτό είναι και το μεγάλο επιχείρημα του στρατοπέδου του «Ναι», οι υποτιθέμενες αλλαγές στη Συνθήκη. Χαρακτηριστικές και οι δηλώσεις του Ιρλανδού υπουργού Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Ντικ Ρος, ότι «η οικονομική κρίση καθιστά περισσότερο από ποτέ άλλοτε σαφές ότι η θέση της Ιρλανδίας είναι στην καρδιά της Ευρώπης. Εχουμε εξελιχτεί τόσο πολύ από την ένταξή μας στην Ενωση το 1973, έστω και αν αυτή τη στιγμή έχουμε μπροστά μας μεγάλες προκλήσεις»... «έχουν γίνει μεγάλες αλλαγές στη μεταρρυθμιστική συνθήκη, δεν είναι η ίδια με εκείνη που είχαν ψηφίσει στο πρώτο δημοψήφισμα οι Ιρλανδοί. Ικανοποιούνται οι αξιώσεις τους για ουδετερότητα και ανεξαρτησία στη φορολογία και τις αμβλώσεις που ήταν τα επιχειρήματα της καμπάνιας του "όχι"».
H πλειοψηφία των Ιρλανδών θα πει αυτήν τη φορά «ναι», εκτιμούν και οι αρθρογράφοι της εφημερίδας «Irish Times»: «Πιστεύω ότι ο κόσμος συνειδητοποιεί τώρα ότι χρειαζόμαστε τη στήριξη της ΕΕ. Αυτό έχει μεταλλάξει τη στάση μερίδας του εκλογικού σώματος που είχε ψηφίσει "όχι" πιστεύοντας ότι δε θα τρωθεί η θέση μας στην Ευρώπη».
Εντούτοις ο υπουργός Εξωτερικών, Μάικλ Μάρτιν, προσπαθεί να προσγειώσει κάπως τις προσδοκίες των ολιγαρχικών κύκλων, δηλώνοντας ότι σχεδόν το 20% των ψηφοφόρων δηλώνουν ότι δεν ξέρουν τι θα ψηφίσουν, συνεπώς ο αγώνας είναι ακόμη μακρύς.
Και μάλλον άδηλος, τουλάχιστον όπως δηλώνει ο δημοσιογράφος Σον Γουίλαν, αναφέροντας ότι «αυτή η κυβέρνηση δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής. Τη θεωρούν υπεύθυνη για την οικονομική κρίση και πολλοί είναι εκείνοι που λένε "όχι" και πάλι "όχι". Θα μπορούσε μάλιστα να βγει ενισχυμένο το στρατόπεδο του "όχι". Σε κάθε περίπτωση πάντως, το αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά δεδομένο είναι»...