ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 12 Δεκέμβρη 2004
Σελ. /32
ΓΥΝΑΙΚΑ
Η ΑΛΛΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Φόρο υποτέλειας για τον Αλέξανδρο!

«

Δικός σου!», μου φωνάζει. «Ποιος, παιδί μου;», ρωτάω. «Ο ήρωας του Στόουν. Αν είναι έτσι ο Αλέξανδρος, εμείς εδώ, δεν τον θέλουμε!». «Ούτε εμείς τον θέλουμε!», του απαντάω. «Τότε δεν υπάρχει ζήτημα», αποφαίνεται. «Κανένα!», συμφωνώ. «Ομως, για στάσου!». «Πάλι τα ίδια!».

Τον Στεντόφ τον γνωρίζω χρόνια. Τον αντάμωσα στα Σκόπια, όταν γύριζα μια ταινία για τους Αδερφούς Μανάκια. Δε βλεπόμαστε, βέβαια, παρά σπάνια. Ομως, όταν συμβαίνει κάποιο σημαντικό γεγονός, που αφορά στην περιοχή, αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο, σηκώνουμε το τηλέφωνο. Ανταλλάσσουμε απόψεις, συμφωνούμε, διαφωνούμε. Τις περισσότερες φορές, κλείνουμε το τηλέφωνο ευχαριστημένοι. Είναι, όμως, και άλλες, που λέμε, «πάει τέλειωσε η σχέση μας». Μετά, βέβαια, από κάποιο διάστημα, με κάποια σοβαρή ή και μικρή αφορμή, σηκώνουμε το ακουστικό. Την τελευταία κουβέντα που είχαμε, ήταν για την «αναγνώριση». «Σε πείραξε;», με ρώτησε. «Με πείραξε που τσίμπησε ο κόσμος», του είπα. «Εδώ σήκωσαν σημαίες!». «Εμείς παλιότερα είχαμε φορέσει στον Κάρτερ φουστανέλα». «Θα μας βάλουν να σφαχτούμε!». «Στο χέρι μας είναι να το αποφύγουμε», του είπα.

Εχτές, λοιπόν, το απόγευμα, «γκρινγκ» το τηλέφωνο. «Τι είναι αυτά;», μου λέει. «Τους ξέρεις, τώρα, τους Αμερικάνους!». «Ρε, παιδί μου, εδώ σφαδάζουνε στο κλάμα. Οι μισοί κλαίνε, γιατί η ταινία τον δείχνει Ελληνα και οι άλλοι μισοί, γιατί τον δείχνει ομοφυλόφιλο». «Εμείς, βέβαια, δεν κλαίμε, αλλά κάπου μας έθιξε το ζήτημα! Κυρίως όσοι δεν έχουνε διαβάσει ιστορία». «Εβλεπα την ταινία και δίπλα μου ένας νεαρός έτρωγε το κάθισμα. "Τι συμβαίνει;", τον ρωτάω. "Τι να συμβαίνει", μου λέει, "δε βλέπεις; Ο Αλέξανδρος πούστης! Μαζεύεται το αίμα μου στο κεφάλι". Ακου, φίλε μου, μαζεύεται το αίμα του στο κεφάλι, γιατί ο Αλέξανδρος τα "έχει" με τον Ηφαιστίωνα και δε μαζεύεται που πήρε ένα σπαθί και δεν άφησε μύγα στο διάβα του! Ξέρεις τι μου είπε όταν τον ρώτησα; "Αυτό το αντέχω. Το άλλο, όμως...". Κατάλαβες; Αντέχει τις σφαγές, τους βιασμούς και τις καταστροφές και δεν αντέχει μια παρδαλή ερωτική σχέση. Λες και ήταν ο πρώτος...».

Τον άφησα να παραληρεί. Κατάλαβα ότι κάτι άλλο ήθελε να μου πει. Στο τέλος, βέβαια, μαλάκωσε και μου το ξεφούρνισε. «Ξέρεις τι με στεναχωρεί;», μου εξομολογείται. «Με στεναχωρεί που αντί να σταθεί αφορμή η ταινία να κουβεντιάσουμε για το ζήτημα των εισβολών, των ξένων επεμβάσεων, την άσκηση βίας των μεγάλων δυνάμεων πάνω στους αδύνατους, αντί να κάνουμε συσχετισμούς με τη σημερινή κατάσταση, εμείς περί άλλα... τυρβάζουμε»! «Και δω», του εκμυστηρεύομαι, «καλλιτέχνες, καθηγητές, διανοούμενοι, πολιτικοί, αλλά, δυστυχώς, και πολύς απλός κόσμος, το ρίξανε στις φροϋδικές αναλύσεις. Ηταν ή δεν ήταν "τέτοιος" ο Αλέξανδρος; Να δεις τους ομοφυλόφιλους πώς πανηγυρίζουν. "Να, ρε", μου είπε ένας γνωστός μου: Κοίτα τι παλικάρια βγάζουμε! Και τι μυαλά! Βλέπεις, δεν είμαστε άρρωστοι. Δεν έχουμε "κουσούρι"! Κουβέντα κι αυτός για τις σφαγές. Κουβέντα για τις στρατοκρατίες. Για τις υπερδυνάμεις»!..

«Υπάρχει περίπτωση η ταινία να είναι μέρος ενός γενικότερου σχεδίου;», με ρώτησε. «Τι σχεδίου;», του λέω. «Πολλοί Αλέξανδροι, αδερφέ μου! Ενας παίχτηκε και άλλοι τρεις ετοιμάζονται -και κανένας δεν ξέρει τι Αλέξανδροι θα είναι αυτοί που έπονται! Κάποιος απ' αυτούς μπορεί να είναι Αλβανός. Αντιλαμβάνεσαι σε τι περιπέτεια μπορεί να πέσουμε; Αλβανός Αλέξανδρος με εραστή Σέρβο! Με μάνα Ελληνίδα και πατέρα Μακεδόνα! Τι μπλέξιμο, ε; Εδώ σφαζόμαστε έτσι, χωρίς ερωτικές αντιζηλίες. Καταλαβαίνεις αν μπούνε και ερωτικά ζητήματα ανάμεσά μας τι έχει να γίνει!».

Ξέχασα να σας πω πως ο Στεντόφ είναι σεναριογράφος. «Ρε», του λέω, «θα σου φάει τα λεφτά η τηλεφωνία. Δυο ώρες μιλάμε»! «Δεν πληρώνω», μου απαντάει. «Σου τηλεφωνώ από τα γραφεία του εισαγωγέα της ταινίας. Εχω βαλθεί να τον φτωχύνω! Δεν μπορεί αυτός να κόβει μονέδα και οι Μακεδόνες με αναγνώριση ή χωρίς αναγνώριση να τρώνε τα καθίσματα. Θα πρέπει να πληρώσει και αυτός φόρο υποτέλειας. Να πάρει το λογαριασμό και να του ανέβει κι αυτού το αίμα στο κεφάλι!».


Του
Νίκου ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ


Τα παιδία δεν παίζει...

Τα παιδιά μας δεν έχουν ούτε ελεύθερους χώρους, αλλά ούτε ελεύθερο χρόνο και όταν παίζουν, το κάνουν συνήθως μόνα τους. Τα συλλογικά, ομαδικά παιχνίδια τείνουν να ξεχαστούν, ενώ τα παλιά παραδοσιακά δεν παίζονται πια ούτε στην επαρχία. Τα παιδιά μας δε δίνουν διέξοδο στη δημιουργική φαντασία τους, ούτε, ουσιαστικά, διαλέγουν τα παιχνίδια τους. Διαλέγουν, αντί γι' αυτά, η τηλεόραση, οι βιομηχανίες, οι έμποροι και μετά οι γονείς. Κι όμως, το να μην παίζουν τα παιδιά εγκυμονεί κινδύνους γι' αυτά τα ίδια!

Αυτά ήταν μερικά από τα συμπεράσματα ενός Σαββάτου αφιερωμένου στο παιχνίδι, που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στην αίθουσα Λόγου και Τέχνης της Στοάς του Βιβλίου. Στη διάρκεια της μέρας, πραγματοποιήθηκε έκθεση με παιχνίδι, αφίσες και φωτογραφίες, ενώ έγιναν προβολές σλάιτς με θέμα «Τα παιχνίδια στον κόσμο και στο χρόνο». Μπροστά σ' ένα κοινό, όπου πλειοψηφούσαν εκπαιδευτικοί, αλλά υπήρχαν και πολλοί γονείς και κοινωνικοί λειτουργοί, μίλησαν και συζήτησαν για τη σπουδαιότητα του παιχνιδιού σήμερα οι Μαρία Αργυριάδη, υπεύθυνη του Τμήματος Παιχνιδιών και Παιδικής Ηλικίας του Μουσείου Μπενάκη, ο παιδοψυχίατρος Γρηγόρης Σιωμόπουλος και οι συγγραφείς Μαρούλα Κλιάφα και Ζωή Βαλάση, που έχουν γράψει το βιβλίο «Ας παίξουμε πάλι» (λαϊκά παραδοσιακά παιχνίδια).

Δημιουργικό παιχνίδι

Τα παιδιά έφτιαχναν παλιότερα μόνα τα παιχνίδια τους, παίρνοντας τα υλικά που τους χρειάζονταν από το φυσικό περιβάλλον (κουκουνάρια, καλάμια, ξύλα, πέτρες). Η Μαρία Αργυριάδη αναφέρθηκε στη δημιουργική φαντασία των παιδιών στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, όταν έφτιαχναν κούκλες, ξύλινα παιχνίδια ή πάντρευαν και βάφτιζαν τα κουκλάκια τους. Για τα παιχνίδια αυτά χρησιμοποιούσαν στεφάνια από κληματόβεργες, δεκάρες, κερί, έφτιαχναν εκκλησιαστικά σκεύη από πηλό ή νεροκολοκύθες. Στην Ευρώπη ήταν πολύ διαδεδομένα τα ξύλινα παιχνίδια, καθώς και κούκλες που παρίσταναν την Παναγιά και το βρέφος, ενώ η λέξη μαριονέτα (μικρή Μαρία) προήλθε από αυτές τις κούκλες. Πολύ διαδεδομένες ήταν, επίσης, οι υπαίθριες αγορές παιχνιδιών πριν από τα Χριστούγεννα.

Στην Ελλάδα, στις λαϊκές αγορές, τα παιδιά έβρισκαν χάρτινα στολίδια για το δέντρο, κουμπαράδες, Αϊ - Βασίληδες, ροκάνες, καραβάκια, καμπανάκια, σαρανταποδαρούσες...

Μιλώντας για τη χρησιμότητα του παιχνιδιού σ' ό,τι αφορά την ψυχική υγεία και την κοινωνικοποίηση του παιδιού, ο Γρηγόρης Σιωμόπουλος μίλησε, ανάμεσα σε άλλα, για το παιχνίδι σαν εξάσκηση δεξιοτήτων για επιβίωση, αλλά και εξερεύνησης του περιβάλλοντός του και κυριαρχίας στον κόσμο που βρίσκεται γύρω του. Το παιχνίδι, όμως, είναι και μια απόλαυση, απελευθερώνει τη φαντασία και λειτουργεί σαν ψυχοθεραπευτικό εργαλείο. Καλλιεργεί θετικά συναισθήματα, την επιμονή, την προσπάθεια για συγκέντρωση, τη συνεργασία, τις ηγετικές ικανότητες, την ανεκτικότητα προς τους άλλους, το μαθαίνει τη σχέση αιτίου και αποτελέσματος, καθώς και να περιμένει τις συνέπειες των πράξεών του.

Αναπτύσσει την αυτοπεποίθηση και την αυτοεκτίμηση, την υπομονή, διευρύνει τους πνευματικούς ορίζοντες. Με τους διάφορους ρόλους, που καλείται το παιδί να παίξει μέσω του παιχνιδιού, «δουλεύει» διαφορετικά συναισθήματα και εικόνες, μιμείται και μαθαίνει ότι υπάρχουν διαφόρων ειδών άνθρωποι. Οι γονείς, λοιπόν, και οι εκπαιδευτικοί χρειάζεται να δώσουν έμφαση στο δημιουργικό παιχνίδι και στη δημιουργική σκέψη των παιδιών - που δυστυχώς δεν έχουν ούτε χώρο, ούτε χρόνο για να παίξουν, αφού είναι τόσο επιβαρυμένα από τα σχολικά καθήκοντα.

Οι υπολογιστές και η τηλεόραση δεν μπορούν να υποκαταστήσουν το πραγματικό παιχνίδι και οι κίνδυνοι παραμονεύουν για τα παιδιά που δεν παίζουν. Εχουν βέβαια μεγαλύτερη πρόσβαση στις πληροφορίες, αυτό όμως δε σημαίνει οπωσδήποτε πραγματική μόρφωση και ουσιαστική γνώση της ζωής...

Η ευθύνη των γονέων

«Το παιδί πάντα υπάρχει μέσα μας», παρατήρησε η Μαρούλα Κλιάφα, που μαζί με την Ζωή Βαλάση έχουν γράψει το βιβλίο «Ας παίξουμε πάλι» (εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ), συγκεντρώνοντας όλα τα ομαδικά παιχνίδια, που έπαιζαν άλλοτε τα Ελληνόπουλα.

»Θυμόμαστε με νοσταλγία και κάνουμε προσπάθειες να αναβιώσει το παραδοσιακό παιχνίδι, όμως είναι πολύ δύσκολο, ακόμα και στην επαρχία. Τα συλλογικά παιχνίδια αρέσουν στα παιδιά, δείχνουν ενδιαφέρον, όμως μόλις χτυπήσει το κουδούνι του σχολείου βιάζονται να φύγουν και παρατάνε το παιχνίδι στη μέση, ενώ εμάς, όταν παίζαμε, οι γονείς μας δεν μπορούσαν να μας "ξεκολλήσουν"».

Οι συγγραφείς ανέφεραν μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα: «Το παιδί ενός γονέα που επισκέφθηκε την έκθεση ήξερε, σε αντίθεση με άλλα παιδιά, όλους τους ήρωες του Καραγκιόζη. Αυτό συνέβαινε, γιατί ο πατέρας του είχε μιλήσει γι' αυτούς. Και ο ίδιος ο γονιός ανέφερε με συγκίνηση ότι προσπάθησε να φέρει το παιδί του σε επαφή "με αυτά που αγάπησα και μεγάλωσα μαζί τους".

Χρειάζεται η σύνδεση με το παρελθόν - να στηριχτούμε στο συναίσθημα για να έχουμε παρακαταθήκες για το μέλλον».

Ελευθερία και όνειρο

Στην Καστοριά, σε επίσκεψη σε σχολείο, διαπίστωσαν ότι ένα κοριτσάκι αλλοδαπής οικογένειας, η Ελντα, που ζούσε στην Ελλάδα, ήταν αρχικά απομονωμένη από τους συμμαθητές της και υπήρχαν δυσκολίες προσαρμογής. Οταν σε κάποια φάση έδωσαν στα παιδιά να παίξουν πεντόβολα, εκείνη τα «έπαιζε σαν θεά», όπως παρατήρησαν οι άλλοι συμμαθητές της. Από τότε η πρόοδος ήταν αλματώδης: Χάρη στο παιχνίδι εντάχθηκε στην ομάδα...

«Μέσα από το παιχνίδι το παιδί μαθαίνει την ύπαρξη ενός κώδικα και ασκείται στην τήρησή του, μαθαίνει να ζει με τους άλλους», παρατήρησε η Ζωή Βαλάση. «Μελετώντας προσεκτικά ορισμένα ομαδικά παιχνίδια (όπως Κολοκυθιά, Μικρή Ελένη, Γύρω γύρω όλοι, Δεν περνάς κυρα - Μαρία), βλέπουμε ότι τα παιδιά για να τα παίξουν σχηματίζουν έναν κύκλο. Πράξη καθαρά συμβολική. Με άλλα λόγια, τα παιδιά δημιουργούν κοινότητα. Παράλληλα, όμως, το παιχνίδι δίνει στο παιδί, λιγότερο ή περισσότερο συνειδητά, τη δυνατότητα να ξεφύγει από την πραγματικότητα, από τις απαγορεύσεις, να πλουτίσει την ψυχή του με μιαν αίσθηση ελευθερίας και δημιουργίας, να ονειρευτεί. Κάτι που δεν είναι εύκολο για τα σημερινά παιδιά...

»Ας θυμηθούμε μερικά από τα παιχνίδια μας και πόσες παραστάσεις θα μας κατακλύσουν: Αλογάκι, ποδήλατο, πατίνι, τραμπάλα, κρυφτό, κυνηγητό, τσέρκι (στεφάνι), πεντόβολα, καβάλες, βόλοι, πηλός, φλογέρα, φυσαρμόνικα, τόπι, κουτσό, σβούρα, γιο-γιο, σχοινάκι, κούνια, τσουλήθρα, τρενάκια, βαρκούλες, πλοία, επιτραπέζια παιχνίδια, "γερμανικό", τσιγκολελέτα, τυφλόμυγα, τα "αγάλματα" και τόσα άλλα... Πόσα από αυτά τα παιχνίδια παίζουν τα παιδιά μας;».

Οχι στη βία

Στο διάλογο που ακολούθησε, τέθηκε το ζήτημα των «πολεμικών παιχνιδιών». Δεν πρέπει να τα απαγορεύσουμε, υποστήριξε ο Γρηγ. Σιωμόπουλος, ούτε να τα «θάψουμε». Δεν έχει άλλωστε νόημα αυτό, όταν τα παιδιά τα βλέπουν γύρω τους μέσα από την τηλεόραση και τις διαφημίσεις. Το καλύτερο είναι να μην ασχολιόμαστε μ' αυτά, να διδάξουμε στα παιδιά μας τις αρχές της ειρηνικής συμβίωσης και όχι της καταστροφής.

«Στην αρχαιότητα τα πολεμικά παιχνίδια ήταν ένδειξη αντρειοσύνης, παρατήρησε η Μ. Αργυριάδη, αλλά και οι παππούδες στη Μάνη τα μάθαιναν στα παιδιά. Είναι κι αυτά μέσα στη ζωή - μαθαίνουν τα παιδιά να συνηθίζουν στις κακουχίες. Αλλά σήμερα τα πολεμικά παιχνίδια έγιναν αυτό που έγιναν. Δεν αποφασίζουν τα παιδιά ελεύθερα για τα παιχνίδια που θα διαλέξουν είναι οι βιομηχανίες που αποφασίζουν». Και, όπως παρατήρησε μια μητέρα από το ακροατήριο, τείνει να εκλείψει η ευγενής άμιλλα από τα παιχνίδια των σημερινών παιδιών, ενώ επικρατεί η βιαιότητα όλο και περισσότερο. Τα παιχνίδια τους - ίσως και υπό την επιρροή της τηλεόρασης - γίνονται όλο και πιο επιθετικά και άγρια. Στα διαμερίσματα τα παιδικά δωμάτια - όταν υπάρχουν - είναι τα πιο μικρά, ενώ θα έπρεπε να υπάρχει άπλα για να παίξουν...

Η ευθύνη των γονέων, αλλά και των εκπαιδευτικών είναι πολύ μεγάλη και ίσως δεν έχουμε ακόμα συνειδητοποιήσει τις συνέπειες στο μέλλον από την έλλειψη παιχνιδιού... Η εκπαίδευση δεν μπορεί να είναι ένας αγώνας δρόμου από το δημοτικό - χρειάζεται μια εξισορρόπηση ανάμεσα στη μελέτη και το παιχνίδι, αλλά και χρόνος, ώστε να διαβάζουν τα παιδιά εξωσχολικά βιβλία και να ανακαλύψουν την τέχνη...


Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ