«Δεν προσπάθησα να περιγράψω νατουραλιστικά πολεμικούς ήχους (τον θόρυβο των αεροπλάνων, το μουγκρητό των τανκς, τον συριγμό με τις σφαίρες): δεν πρόκειται για πολεμικό κομμάτι. Θέλησα να μεταδώσω την πεμπτουσία των γεγονότων»
Ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς με τη στολή του εθελοντή πυροσβέστη στην οροφή του Ωδείου του Λένινγκραντ |
«Ο πόλεμος», θυμάται, μετά από σχεδόν άσβηστα τριάντα χρόνια, στη μνήμη του, «ήρθε στο αγαπητό μου Λένινγκραντ με αεροπορικούς βομβαρδισμούς και κανονιοβολισμούς, με την πείνα. Με πόνο και περηφάνια κοίταζα την αγαπημένη πόλη μου. Κι αυτή στεκόταν όρθια, ζωσμένη από τις φλόγες, ατσαλωμένη στις μάχες, δοκιμάζοντας τους βαθείς πόνους του πολέμου και ήταν πιο όμορφη στο αυστηρό μεγαλείο της.
Πώς μπορούσες να μην αγαπήσεις την πόλη αυτή που την έκτισε ο Μεγάλος Πέτρος και κατακτήθηκε για τον λαό από τον Λένιν, χωρίς να φωνάξεις σε όλο τον κόσμο τη δόξα της, την ανδρεία των υπερασπιστών της... Το όπλο μου ήταν η μουσική».
Και πού βρισκόταν ο 35χρονος συνθέτης όταν σήμανε, τον Ιούνη του 1941, η έναρξη του πολέμου στη σοβιετική πατρίδα; Ανατρέχουμε ξανά στο βιβλίο, πραγματικό θησαυρό, των Γκριγκόριεφ-Πλάτεκ, «Ντμίτρι Σοστακόβιτς. Για τον ίδιο και την εποχή του» (εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»):
«(...) Παρουσιάστηκα εθελοντής στον Κόκκινο Στρατό. Μου είπαν να περιμένω. Εκανα ξανά αίτηση αφού άκουσα τον λόγο του συντρόφου Στάλιν για το Λαϊκό Εθελοντικό Σώμα. Μου είπαν πως θα με δεχόντουσαν, αλλά πως στο μεταξύ θα 'πρεπε να συνεχίσω την κανονική εργασία μου. Δούλευα στο Ωδείο, το σχολικό έτος σχεδόν είχε τελειώσει. Τα μαθήματα δεν κράτησαν παρά μέχρι την 1η του Ιούλη κι εγώ έκανα παραδόσεις κι εξέταζα σπουδαστές. Δεν έφυγα για διακοπές και περνούσα μέρα και νύχτα στο Ωδείο.
Το εξώφυλλο του εβδομαδιαίου αμερικανικού περιοδικού «Τάιμ», αφιερωμένο στον Σοβιετικό συνθέτη |
Ειδησεογραφικά διεθνοποιείται η μορφή του Ντμίτρι Σοστακόβιτς, ντυμένου με τη στολή του μαχόμενου πυροσβέστη, στις 2 Ιούλη 1942, στο εβδομαδιαίο αμερικανικό περιοδικό «Τάιμ». Η «Εβδομη συμφωνία», που φέρει το όνομα του γενέθλιου τόπου του, θα περάσει τον Ατλαντικό Ωκεανό, χάρη στον εμπνευσμένο αρχιμουσικό Αρτούρο Τοσκανίνι.
Εκεί πάνω στα ψηλά, γίνεται αυτόπτης μάρτυρας του λαού της γενέθλιας πόλης που αντιστέκεται. Μέσα στις οβίδες και στους καπνούς των εισβολέων Γερμανών ναζί αρχίζει να δουλεύει το έργο του, το οποίο, κατά εξομολόγησή του, είναι το αγαπημένο του:
«Αρχισα να δουλεύω την Εβδομη Συμφωνία μου στις 19 Ιούλη. Στις 29 του Σεπτέμβρη είχα τελειώσει το τρίτο μέρος. Ηταν τέτοιο το κλίμα που επικρατούσε, που έγραψα πολύ γρήγορα τα τρία εκτεταμένα μέρη (52 λεπτά της ώρας μουσική). Σκεφτόμουν πως η ταχύτητα, με την οποία έγραφα, θα είχε δυσάρεστη επίδραση στην ποιότητα της μουσικής, αλλά φίλοι που την άκουγαν έλεγαν πολύ καλά λόγια.
Παρτιτούρες της «Εβδομης Συμφωνίας», της επονομαζόμενης του Λένινγκραντ, η οποία γράφεται, κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της πόλης από τους Γερμανούς εισβολείς |
Στις 25 του Σεπτέμβρη γιόρτασα τα τριακοστά πέμπτα γενέθλιά μου. Κείνη τη μέρα δούλεψα ιδιαίτερα σκληρά και απ' ό,τι μου λένε η μουσική που έγραψα ήταν ιδιαίτερα συγκινητική».
Ομως, ας αφήσουμε τον ίδιο τον καλλιτέχνη να μας παρουσιάσει αυτό το κομβικό έργο του, έναν ύμνο στον μαχόμενο σοβιετικό λαό:
«(...) Είναι έργο προγραμματικό, φορτισμένο με τα φοβερά γεγονότα του 1941. Εχει τέσσερα μέρη. Το πρώτο μέρος αφηγείται πώς εισέβαλαν οι απαίσιες δυνάμεις του πολέμου στην ειρηνική χαρούμενη ζωή μας. Δεν προσπάθησα να περιγράψω νατουραλιστικά πολεμικούς ήχους (τον θόρυβο των αεροπλάνων, το μουγκρητό των τανκς, τον συριγμό με τις σφαίρες): Δεν πρόκειται για πολεμικό κομμάτι. Θέλησα να μεταδώσω την πεμπτουσία των γεγονότων.
Η έκθεση του πρώτου μέρους μιλά για την ευτυχισμένη ζωή των ανθρώπων του λαού μας, τη σιγουριά που είχαν για τον εαυτό τους και την εμπιστοσύνη για το μέλλον τους, δηλαδή για τη ζωή εκείνη που πριν τον πόλεμο ζούσαν χιλιάδες κάτοικοι του Λένινγκραντ, στην πραγματικότητα, όλοι οι συμπατριώτες μας.
Τραγικά στιγμιότυπα, με κατεστραμμένα κτίρια και νεκρούς στους δρόμους, που δείχνουν τις φρικαλεότητες του πολέμου |
Κεντρική θέση στο πρώτο μέρος κατέχει ένα πένθιμο εμβατήριο, ή μάλλον ένα ρέκβιεμ για τα θύματα του πολέμου. Οι Σοβιετικοί πολίτες τιμούν τη μνήμη των ηρώων τους. Μετά το ρέκβιεμ, έρχεται ένα άλλο επεισόδιο ακόμα πιο τραγικό. (...) Θα 'λεγα ίσως πως περικλείνει τα δάκρυα μιας μητέρας, ή ακόμα, εκείνο το αίσθημα που σε κατέχει, όταν ο πόνος είναι τόσο μεγάλος που δεν σου έχουν απομείνει δάκρυα. Υστερα από ένα μεγάλο σόλο από φαγκότο, που περιγράφει τον σπαραγμό των φίλων και των συγγενών όσων χάνονται στον πόλεμο, έρχεται η φωτεινή, λυρική κατακλείδα του πρώτου μέρους. Μόνο στο τέλος - τέλος αυτού του μέρους ακούγεται από κάπου μακριά το μουσικό θέμα του πολέμου, θυμίζοντάς μας τον αγώνα που έχουμε μπροστά μας».
(Συνεχίζεται)
Τραγικά στιγμιότυπα, με κατεστραμμένα κτίρια και νεκρούς στους δρόμους, που δείχνουν τις φρικαλεότητες του πολέμου |
Τραγικά στιγμιότυπα, με κατεστραμμένα κτίρια και νεκρούς στους δρόμους, που δείχνουν τις φρικαλεότητες του πολέμου |