"Μας έμεινε απλά ο τίτλος", τόνισε ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Προσωπικού Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων, Βασίλης Μάντζαρης. Τα μακροχρόνια προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα Ιδρύματα Αγωγής, δεν ευνοούν την αναμόρφωση του ανήλικου παραβάτη και την ομαλή επανένταξή του στην κοινωνία
Το έγκλημα - σύμφωνα με τον Γάλλο ψυχολόγο Μονέ - δεν είναι ένα απρόβλεπτο και ξαφνικό φαινόμενο, αλλά η κατάληξη μιας σειράς δυσμενών επιδράσεων σε μια προσωπικότητα σταδιακά αλλοιωνόμενη, η οποία, όμως, θα μπορούσε να είχε αποσπαστεί από την απροσαρμοστικότητα με μια έγκαιρη παρέμβαση. Μια τέτοια είδους παρέμβαση, προληπτικού χαρακτήρα, θεωρούνται και τα Ιδρύματα Αγωγής Ανηλίκων,που μάλλον δεν πετυχαίνουν το στόχο τους: την ομαλή, δηλαδή, επανένταξη των ανήλικων "παραβατών" στην κοινωνία. Σύμφωνα, μάλιστα, με την Πανελλήνια Ενωση Προσωπικού Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων,"τα συγκεκριμένα Ιδρύματα, με τη μορφή που λειτουργούν σήμερα, δεν είναι και τόσο εύκολο να αναμορφώσουν, να δώσουν κάποια νέα μορφή τελειότερη, όχι μόνο γιατί η μορφοποίηση του ανηλίκου έχει συντελεστεί κατά την εισαγωγή του, αλλά και γιατί το παιδί μπαίνει σε χειρότερο περιβάλλον και από κείνο στο οποίο ζούσε".
Τα Ιδρύματα Αγωγής Ανηλίκων αποτελούν μετονομασία των αναμορφωτηρίων και λειτουργούν ακόμη και σήμερα με τον αναχρονιστικό νόμο 2724 του 1940, όπου και ορίζονται ως έγκλειστα, αν και οι σημερινές συνθήκες έχουν επιβάλει την ημιελεύθερη διαβίωση των ανηλίκων μέσα σε αυτά.Σύμφωνα με τον Βασίλη Μάντζαρη,πρόεδρο της Πανελλήνιας Ενωσης Προσωπικού Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων, τα παιδιά δεν μπορούν να ελεγχθούν και πολλές φορές βγαίνουν έξω από μόνα τους.Σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας - του 1926 - η υπηρεσία του κάθε Ιδρύματος χορηγεί άδειες τα Σαββατοκύριακα, όταν υπάρχει κάποιο οικογενειακό περιβάλλον.
Τα περισσότερα από τα παιδιά που εισάγονται στα τρία Ιδρύματα, προέρχονται από διαλυμένες ή προβληματικές οικογένειες, που είτε αλητεύουν και προβαίνουν σε παράνομες ενέργειες, είτε αντιμετωπίζουν σημαντικά ψυχικά προβλήματα. Εκπληρώνεται, όμως, ο στόχος της αναμόρφωσης και κοινωνικής επανένταξης με τον τρόπο που λειτουργούν τα Ιδρύματα;
Περισσότερο σήμερα, που οι νέοι όλο και πιο συχνά διαβαίνουν τις πόρτες των δικαστηρίων, ανεξάρτητα αν φτάνουν ή όχι στα Ιδρύματα, γίνεται πιο έντονη ανάγκη αλλαγής της σωφρονιστικής πολιτικής και εκσυγχρονισμού λειτουργίας των Ιδρυμάτων. Ο Βασίλης Μάντζαρης μας έδωσε την εικόνα του Ιδρύματος Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Κορυδαλλού: "Δεν υπάρχει προσωπικό για τη στοιχειώδη αντιμετώπιση των υπηρεσιακών αναγκών. Συγκεκριμένα, δεν υπάρχουν νοσοκόμοι, μάγειροι, τραπεζοκόμοι, καθαρίστριες, θυρωροί, ειδικοί τεχνίτες για τη στοιχειώδη επαγγελματική κατάρτιση των ανηλίκων στο τυπογραφείο, στο ηλεκτρολογείο, στο μηχανουργείο, στο σιδηρουργείο κλπ. Τα συγκεκριμένα συνεργεία μένουν κλειστά και τα μηχανήματα είναι σε αχρηστία. Κι έτσι, μας έμεινε απλά ο τίτλος Ιδρυμα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης".
Ετσι, κι αυτό το απλό εφόδιο της επαγγελματικής κατάρτισης ή τεχνικής μάθησης αναιρείται, με αποτέλεσμα "όταν τα παιδιά βγουν έξω, στη ζωή, να παρανομήσουν ξανά και να καταλήξουν στη φυλακή αυτή τη φορά", τόνισε ο Β. Μάντζαρης. Στο συγκεκριμένο Ιδρυμα υπάγονται το 14ο Δημοτικό και το 15ο Ειδικό (για παιδιά με προβλήματα μάθησης) σχολείο. "Προτιμότερο θα ήταν - μας είπε ο Β. Μάντζαρης - να πηγαίνουν σε κάποιο κοντινό σχολείο, όπου θα έρχονται σε επαφή και με άλλα παιδιά και μετά να επιστρέφουν εδώ".
Επιπλέον, υπάρχουν ελάχιστοι επιμελητές ανηλίκων. Εχουν απομείνει λίγοι παιδονόμοι, ενώ την επίβλεψη των μαθητών έχουν αναλάβει καθαρίστριες, κλητήρες, φύλακες αποσπασμένοι από τις φυλακές, οι οποίοι έχουν συγχρόνως να καλύψουν και άλλες δραστηριότητες. "Χρειάζονται νέοι άνθρωποι να βρίσκονται κοντά στο παιδιά, να τους δώσουν κίνητρα, ενδιαφέροντα κι απασχόληση. Ετσι, θα μπορέσουν να επανενταχθούν. Αυτό προϋποθέτει, βέβαια, και την κατάλληλη εκπαίδευση του προσωπικού των Ιδρυμάτων. Στη χώρα μας δεν υπάρχει καμία ειδική σχολή που να προετοιμάζει το προσωπικό των Ιδρυμάτων Αγωγής, πάνω στην ειδική εργασία που είναι υποχρεωμένο να εκτελεί", είπε ο Β. Μάντζαρης.
Σύμφωνα με την Πανελλήνια Ενωση Προσωπικού Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων,η κτιριακή υποδομή που υπάρχει σήμερα αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για τη σωστή λειτουργία των Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων και ιδιαίτερα γι' αυτό του Κορυδαλλού, που βρίσκεται δίπλα στις φυλακές: "Η υφιστάμενη υποδομή πρέπει να προσαρμοστεί στις λειτουργικές ανάγκες των Ιδρυμάτων. Να εξεταστεί η δυνατότητα δημιουργίας μικρών και ευέλικτων μονάδων με ελάχιστο προσωπικό και μικρό αριθμό ανηλίκων, ούτως ώστε να επιτυγχάνεται αποτελεσματικότερα η οικογενειακή, κοινωνική και επαγγελματική επανένταξη των παραβατικών ανηλίκων".
από προβληματικές οικογένειες. Οι δυνατότητες που προσφέρει το ίδρυμα, πέρα από τη στήριξη των ψυχολόγων και των κοινωνικών λειτουργών, είναι η παρακολούθηση των μαθημάτων του γυμνασίου, προγραμμάτων θεάτρου, γυμναστικής και μουσικής της Λαϊκής Επιμόρφωσης και μαθημάτων χειροτεχνίας (κέντημα, ζωγραφική). Η ημιελεύθερη διαβίωση επιτρέπει στα παιδιά, εφόσον το επιθυμούν, να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους και να παρακολουθήσουν το λύκειο ή κάποια σχολή.
Οπως μας επισημαίνει η διευθύντρια του ιδρύματος, Ισμήνη Τσουκανά,υπάρχει επάρκεια προσωπικού στο Ιδρυμα, αλλά πρέπει να ξαναλειτουργήσει το Δημοτικό - που σταμάτησε πριν τρία χρόνια λόγω του μικρού αριθμού των παιδιών - αφού ορισμένα παιδιά πηγαίνουν στο Γυμνάσιο χωρίς να έχουν βασικές γνώσεις. Ενα άλλο πρόβλημα είναι η συντήρηση του κτιρίου και του γύρω χώρου, που τώρα γίνεται χάρη στην εθελοντική προσφορά των εργαζομένων. Από την έως τώρα εμπειρία της - δουλεύει 23 χρόνια σε Ιδρύματα - συμπεραίνει ότι όλα ξεκινούν από την οικογένεια και τα περισσότερα παιδιά προέρχονται από πόλεις - λιμάνια (Πειραιάς, Θεσσαλονίκη, Καβάλα). Η ίδια επισημαίνει ότι θα έπρεπε να υπάρχει διαχωρισμός στη στέγαση, όσον αφορά τις ηλικίες, αλλά και το λόγο εισαγωγής, δηλαδή, αλλού να διαμένουν τα παιδιά που διέπραξαν αδικήματα και αλλού όσα έχουν ακατάλληλες οικογένειες.
Η Τ. Γουσίου και η Δ. Βρέττη,κοινωνικές λειτουργοί του Ιδρύματος, επισημαίνουν πως τα παιδιά αντιμετωπίζουν κυρίως στην αρχή με άρνηση το χώρο, αλλά και τις ίδιες. "Δεν παύουμε να είμαστε η εξουσία γι' αυτά, αφού βρίσκονται κάπου παρά τη θέλησή τους", σημειώνει η Τ. Γουσίου και επισημαίνει ότι αυτά τα παιδιά είναι συναισθηματικά στερημένα και δεν έχουν εμπιστοσύνη σε τρίτα πρόσωπα. Η Δ. Βρέττη προσθέτει πως τα παιδιά μην έχοντας μια θέση στην οικογένεια, είναι ανασφαλή και αναζητούν μια θέση πολλές φορές με πλάγιους τρόπους. "Εμείς αυτό που προσπαθούμε είναι να τα βοηθήσουμε να καταλάβουν ότι μπορούν να στηριχτούν στα πόδια τους και να βελτιώσουμε την κατάσταση στην οικογένεια όταν υπάρχει", λέει η ίδια. Οπως παραδέχονται και οι δύο, το κυριότερο πρόβλημα, όσον αφορά την επανένταξη των παιδιών, είναι η εύρεση εργασίας με δεδομένη την ανεργία, αλλά και τη δυσπιστία των εργοδοτών προς αυτά τα παιδιά.
Οσον αφορά το θόρυβο που προκλήθηκε τις τελευταίες ημέρες με αφορμή την περίπτωση της 16χρονης μαθήτριας, οι ίδιες θεωρούν ότι εκτός του ότι ήταν υπερβολικός, έκανε κακό στα παιδιά του Ιδρύματος που βρέθηκαν να τα αντιμετωπίζουν ως περίεργα όντα, αλλά και στην ίδια τη μαθήτρια.
Για τα αποτελέσματα της δουλιάς τους οι δυο κοινωνικές λειτουργοί τονίζουν ότι αυτά φαίνονται μακροπρόθεσμα και τα πολλά κορίτσια εντάσσονται και ζουν ομαλά όταν περάσει η επικίνδυνη ηλικία της εφηβείας.
"Η μεγαλύτερη χαρά για μένα είναι όταν κορίτσια που πέρασαν από εδώ και έχουν σήμερα οικογένειες, έρχονται να συμβουλευτούν πώς θα φερθούν στα δικά τους παιδιά", καταλήγει η Δ. Βρέττη.
Μιλά στο "Ρ" για τις ποινές, το έργο και τις δυσκολίες του επαγγέλματος η προϊσταμένη της Υπηρεσίας Επιμελητών, Ι. Ακρίβου
"Το καλύτερο ίδρυμα δεν μπορεί να αντικαταστήσει ούτε τη χειρότερη οικογένεια". Είναι μόνο μια φράση, αλλά αποτελεί ολόκληρη τη φιλοσοφία κάτω από την οποία κινείται και εργάζεται το προσωπικό των Δικαστηρίων Ανηλίκων. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις που αυτή η φράση δεν μπορεί να αντέξει κάτω από το βάρος της σημερινής σκληρής πραγματικότητας. Υπάρχουν στιγμές που τα ίδια τα παιδιά - έτσι έγινε και με τη 16χρονη μαθήτρια - ζητούν από μόνα τους να πάνε σε κάποιο από τα υπάρχοντα Ιδρύματα, διότι η ζωή στο σπίτι τους έχει γίνει ανυπόφορη. Οπως, επίσης, υπάρχουν περιπτώσεις που οι δικαστές μελετώντας το φάκελο αυτών των παιδιών κρίνουν ότι ο μόνος δρόμος σωτηρίας γι' αυτά είναι ο εγκλεισμός τους σε κάποιο από τα Ιδρύματα.
"Ενας δικαστής ανηλίκων ποτέ δε βγάζει αβασάνιστα, ούτε βεβιασμένα, μια τέτοια απόφαση. Μελετά λεπτομερειακά το φάκελο του παιδιού, με τα στοιχεία που έχει καταγράψει ο επιμελητής που ασχολήθηκε με την περίπτωσή του, και ενεργεί πάντα με αγάπη και γνώμονα το συμφέρον του παιδιού", τόνισε στο "Ρ" η Ιωάννα Ακρίβου,προϊσταμένη της Υπηρεσίας Επιμελητών των Δικαστηρίων Ανηλίκων Αθηνών. Υποστήριξε ότι ο κύριος στόχος του Ποινικού Κώδικα, που αφορά τους ανήλικους παραβάτες - ηλικίας 7 έως 17 ετών - έχει ως βασικό του στόχο την προστασία του ανήλικου και ταυτόχρονα, το σωφρονισμό του.
"Στην τρυφερή αυτή ηλικία αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να καταγράψουμε τις κοινωνικές αιτίες που οδηγούν ένα παιδί σε παράβαση ή έγκλημα. Από τη μέχρι τώρα εμπειρία μου (εργάζεται ως κοινωνική λειτουργός περισσότερο από 30 χρόνια) έχω διαπιστώσει ότι η κακή κατάσταση της οικογένειας, που για μένα αποτελεί τη "σπονδυλική στήλη" κάθε παιδιού, σε συνδυασμό με έναν ευάλωτο χαρακτήρα, οδηγούν έναν ανήλικο στο να διαπράξει παραπτώματα", επισήμανε η Ι. Ακρίβου. Ετσι, λοιπόν, από τη στιγμή που κάποιο παιδί κατηγορηθεί για κάποιο αδίκημα και ως τη στιγμή που θα δικαστεί, αναλαμβάνει ένας επιμελητής να διενεργήσει κοινωνική έρευνα, με σκοπό να γνωρίσει την προσωπικότητα του παιδιού και το οικογενειακό και κοινωνικό του περιβάλλον. Ο αρμόδιος επιμελητής συζητά με τους γονείς, με το ίδιο το παιδί, αν χρειαστεί και με τους δασκάλους, καθηγητές ή τον εργοδότη του. Με κάθε λεπτομέρεια καταγράφει οτιδήποτε συλλέγει. Τα στοιχεία συγκεντρώνονται στον προσωπικό φάκελο του παιδιού, ο οποίος παραδίνεται λίγες μέρες πριν τη δίκη στο δικαστή ανηλίκων.
Οι ποινές που επιβάλλονται, ανάλογα με το αδίκημα και την περίπτωση του κάθε παιδιού, είναι:
Η Ι. Ακρίβου αναφέρθηκε, επίσης, και στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Υπηρεσία Επιμελητών τα τελευταία χρόνια. Παρά τη ραγδαία αύξηση της νεανικής εγκληματικότητας ή παραβατικότητας, οι επιμελητές, αντί να αυξάνονται, μειώνονται συνεχώς. Από 42 που ήταν μέχρι πριν λίγα χρόνια, σήμερα έχουν απομείνει μόνο 19.
"Είμαστε μια χούφτα άνθρωποι κι έχουμε να αντιμετωπίσουμε, χοντρικά, περίπου 50 υποθέσεις το μήνα ο καθένας μας, όταν δε θα 'πρεπε να ασχολούμαστε με περισσότερες από δέκα", είπε η Ι. Ακρίβου, για να καταλήξει: "Η δουλιά βγαίνει με φοβερό άγχος, με φοβερή προσπάθεια. Κάποιες φορές νιώθουμε ήρωες, κάτω από τις αντίξοες συνθήκες με τις οποίες δουλεύουμε".
Αυξάνεται, με ραγδαίους ρυθμούς, κάθε χρόνο ο αριθμός των ανηλίκων που κατηγορούνται ότι διαπράττουν κάποιο αδίκημα. Ο κύριος όγκος των ανήλικων κατηγορούμενων παραβατών, είναι αγόρια που ζουν κυρίως σε υποβαθμισμένες αστικές περιοχές, προέρχονται από οικογένειες χωρισμένες, χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και με χαμηλό οικονομικό εισόδημα.
Αυτό προκύπτει από τα στατιστικά στοιχεία που έδωσε στο "Ρ" ο επιμελητής ανηλίκων, Βασίλης Νόνης.Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, από τα οποία προκύπτουν αξιόλογα συμπεράσματα, το 80% των παραβατικών νέων προέρχονται από διαζευγμένη οικογένεια ή από γονείς που αν και ζουν μαζί έχουν προβληματική σχέση (έντονοι καυγάδες, ξυλοδαρμοί κλπ.). "Η οικονομική κατάσταση της οικογένειας παίζει εξίσου σοβαρό ρόλο, όπως και το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο των δύο γονιών, αφού ούτε σωστά μπορούν να συμπεριφερθούν, ούτε σωστά μπορούν να ελέγξουν το παιδί τους", τόνισε ο Β. Νόνης. Επισήμανε, ακόμα, ότι η πλειοψηφία των αδικημάτων διαπράχτηκε σε υποβαθμισμένες περιοχές της Αθήνας (Ζεφύρι, Μενίδι, Ανω Λιόσια, Καλλιθέα και Περιστέρι). Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του δικαστικού έτους 1993 - 1994 (δηλαδή από Σεπτέμβρη 1993 μέχρι τον Ιούλη 1994) εισήχθησαν για κάποιο αδίκημα 4.419 ανήλικοι, έναντι 3.527 το δικαστικό έτος 1990 - 1991.Στις ηλικίες 7 - 12 ετών τα 271 ήταν αγόρια και μόλις 5 ήταν κορίτσια. Στις ηλικίες 13 - 17 ετών, 3.197 ήταν αγόρια και 102 κορίτσια, ενώ από 18 - 21 ετών, τα 839 ήταν αγόρια και μόλις 5 κορίτσια.
Από αυτούς καταδικάστηκαν 1.410 - υπήρξαν, όμως, 940 αναβολές - και τους επιβλήθηκαν οι εξής ποινές: Επίπληξη: 746.Επιμέλεια Γονέων: 188.Επιμέλεια Υπηρεσίας Επιμελητών: 121.Ιδρύματα Αγωγής Ανηλίκων: 155 (από αυτούς οι 146 ήταν Αλβανοί, που απελάθηκαν). Θεραπευτικά μέτρα: 1.Σωφρονιστική ποινή επιβλήθηκε σε 81 ανήλικους και φυλάκιση σε 118 νέους, που έχουν συμπληρώσει το 21ο έτος ηλικίας.
Από αυτούς τους νέους οι 485 είχαν παραβιάσει τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, τρεις παραπέμφθηκαν για κατοχή εκρηκτικών υλών, 20 για ληστείες, 126 για κλοπές, τρεις για απόπειρα βιασμού ή βιασμό, 14 για βία στα γήπεδα, 386 για αλητεία - επαιτεία, τέσσερις για εμπρησμό και τέσσερις για κατοχή ναρκωτικών. Οι 103 από αυτούς μετά την έκτιση της ποινής ξαναδιέπραξαν κάποιο αδίκημα.