Το βιβλίο περιλαμβάνει «τριάντα ιστορίες ενηλικίωσης, γεμάτες αναμνήσεις και νοσταλγία», όπου διακρίνονται «η Θεσσαλονίκη του παρελθόντος, τα νιάτα, ο έρωτας, η φιλία, η φτώχεια, αλλά και η αλληλεγγύη, ο αγώνας για ένα καλύτερο αύριο (...) ειπωμένα με την απλή, λαγαρή γλώσσα της Ελένης Γερασιμίδου (...) δοσμένα σαν μια θεατρική παράσταση, σαν ένας θεατρικός μονόλογος, που μας προτρέπει να αναλογιστούμε τις δικές μας εμπειρίες του παρελθόντος, οι οποίες καθορίζουν τις επιλογές του μέλλοντός μας».
Για το έργο μίλησαν η Ελένη Μακίσογλου, ηθοποιός, ο Βασίλης Καλαμαράς, αρθρογράφος στον «Ριζοσπάστη», η Σίσσυ Πολυκάρπου, φιλόλογος και μέλος του Τμήματος Πολιτισμού της ΚΟ Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ, καθώς και η ίδια η συγγραφέας και ηθοποιός Ελένη Γερασιμίδου.
Ανοίγοντας την εκδήλωση η Σ. Πολυκάρπου υπογράμμισε ότι το βιβλίο «παρά τη μικρή του έκταση είναι πλούσιο σε αναμνήσεις, συναίσθημα, προβληματισμό και σύγχρονα μηνύματα». Πρόσθεσε ότι «τα "30 μικρά διηγήματα" είναι σύντομα στιγμιότυπα του χτες, που δένουν αρμονικά με το σήμερα και το αύριο. Είναι φανερό πως η συγγραφέας δεν βυθίζεται στο παρελθόν, στη νοσταλγία, στην αναπόληση. Είναι παρούσα στο παρόν, δημιούργημα της πορείας της, που ξεκίνησε στο φτωχικό προσφυγικό σπίτι στο Πανόραμα, δεμένη με την καταγωγή της, την ταξική θέση και την πολιτική στάση των γονιών της. Είναι έτοιμη να συνεχίσει τον αγώνα και στο μέλλον, για να μην πάνε χαμένοι οι αγώνες του παρελθόντος, για να δικαιωθεί το μικρό κορίτσι, που το υποτιμούσε η δασκάλα για το ταπεινό επάγγελμα του πατέρα του, και η νεαρή κοπέλα που δεν ανεχόταν τον οίκτο για την ανέχειά της».
Ο Β. Καλαμαράς επεσήμανε ότι «τα αποτυπώματα αυτά, τριάντα τον αριθμό, γραμμένα με το αίμα της καρδιάς και χωρίς ψευδή διλήμματα, είναι νησίδες αυτογνωσίας των πέντε ηπείρων πανανθρώπινης γνώσης, πάντα όμως σε διαλεκτική σχέση με τη νεοελληνική Ιστορία». Ιδιαίτερη μνεία έκανε στη μεταπολεμική περίοδο, «των δεκαετιών του '50 και του '60, μετά την ηρωική ήττα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, εικονογραφημένων με πληγές ανεπούλωτες, πυορροούσες», καθώς και στον αντιδικτατορικό αγώνα κατά την περίοδο της χούντας.
«Απ' αυτό λοιπόν το καταματωμένο και βασανισμένο αγωνιστικό παρελθόν έλκουν την καταγωγή τους αυτές οι ιστορίες μιας δύσκολης προετοιμασίας για την εφηβεία», συνέχισε, διευκρινίζοντας ότι παρ' όλα αυτά «δεν έχουν τίποτα το ρετρό, το παλιομοδίτικο, το ξεβαμμένο, το ξεθωριασμένο, το ανεπίληπτο». Αντίθετα, «το παρόν, το παρελθόν και προπαντός το μέλλον γίνονται ένα και δεν ξεχωρίζουν, για να σκιαγραφήσουν το πορτρέτο μιας συγκλονιστικής περίπτωσης, που σου κόβει την ανάσα (...) της μίας και μοναδικής, της τραγωδού και κωμωδού ομού του ζωντανού νεοελληνικού θεάτρου, της Ελένης Γερασιμίδου».
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης η ηθοποιός Ελ. Μακίσογλου διάβασε αποσπάσματα από το βιβλίο, «με το δικό της χρώμα και ύφος», προσφέροντας μια απολαυστική ερμηνευτική εμπειρία στο κοινό.
Η ίδια η συγγραφέας, αφού ευχαρίστησε όλους τους παρευρισκόμενους, ανέφερε: «Βούτηξα σε εκείνη τη δύσκολη αλλά απόλυτα αισιόδοξη εποχή, τη φωτισμένη από τα όνειρα των γονιών μου, της γενιάς των ανυποχώρητων, που δεν αυτοπροσδιορίστηκαν ποτέ ως "προδομένη γενιά", αλλά γέμισαν το φτωχό μας σπίτι με τραγούδια, γέλια και σοσιαλιστικά υποδείγματα (...) Τα διηγήματά μου - σας το εγγυώμαι - είναι αγαπησιάρικα και η προσδοκώμενη επαναστατικότητα είναι κρυμμένη τρυφερά πίσω από μια χαμογελαστή καθημερινότητα...».
Η παρουσίαση ολοκληρώθηκε με θερμή ανταπόκριση από το κοινό, που έκανε «ουρά» με το βιβλίο στο χέρι ώστε να το υπογράψει η συγγραφέας.
Κάθε ταινία θα προβάλλεται για μία και μοναδική βραδιά, με ψηφιακά αποκατεστημένη κόπια, αρχής γενομένης από την προβολή της «Εντασης» («Heat») του Μάικλ Μαν, η οποία και ξεκινά το αφιέρωμα, σήμερα Παρασκευή στις 21.15.
Στο πλαίσιο του αφιερώματος θα προβληθούν ακόμα οι ταινίες: «Τα Σαγόνια του Καρχαρία» («Jaws») του Στίβεν Σπίλμπεργκ, «Σκυλίσια μέρα» («Dog Day Afternoon») του Σίντνεϊ Λιούμετ, «Επάγγελμα Ρεπόρτερ» («The Passenger») του Μικελάντζελο Αντονιόνι, «Seven» του Ντέιβιντ Φίντσερ, «Γέφυρες του Μάντισον» («The Bridges of Madison County») του Κλιντ Ιστγουντ, «Πριν το Ξημέρωμα» («Before Sunrise») του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, «Συνήθεις ύποπτοι» («The Usual Suspects») του Μπράιαν Σίνγκερ, «Η Αιώνια Λιακάδα Ενός Καθαρού Μυαλού» («Eternal Sunshine of the Spotless Mind») του Μισέλ Γκοντρί.
Η 48η φετινή διοργάνωση είναι ξεχωριστή, γιατί το Φεστιβάλ έχει νέο καλλιτεχνικό διευθυντή και αρκετούς νέους επικεφαλής στα τμήματα του. Χαρακτηριστικά, ο Γιώργος Αγγελόπουλος, εκτός από τον κρίσιμο ρόλο του νέου καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ είναι επίσης επικεφαλής του Εθνικού Διαγωνιστικού Προγράμματος και του Kiddo.
Φέτος το Φεστιβάλ συγκέντρωσε πολύ μεγάλο αριθμό υποβαλλόμενων ταινιών σε όλα του τα τμήματα. Συνολικά υποβλήθηκαν 3.714 ταινίες απ' όλον τον κόσμο. Το Φεστιβάλ θα προβάλει συνολικά 151 ταινίες μικρού μήκους σε όλα τα διαγωνιστικά τμήματά του. Από αυτές, 35 ταινίες θα διαγωνιστούν στο επίσημο ελληνικό πρόγραμμα και 24 στο ελληνικό σπουδαστικό - οι περισσότερες σε παγκόσμια πρεμιέρα. Υπάρχουν αρκετές ελληνικές συμμετοχές σε όλα τα διεθνή διαγωνιστικά προγράμματα, όσο για τις υπόλοιπες ταινίες θα ανακοινώνονται σταδιακά τον Αύγουστο.
Επίσης, το Φεστιβάλ Δράμας γιορτάζει τα 30 χρόνια από τη διεθνοποίησή του και πραγματοποιεί ένα αφιέρωμα, που περιλαμβάνει μία επιλογή από τις ταινίες που απέσπασαν το Grand Prix του Διεθνούς Διαγωνιστικού Προγράμματος, όλα αυτά τα χρόνια, ενώ το αναλυτικό πρόγραμμα των παράλληλων δράσεων του Φεστιβάλ θα ανακοινωθεί τον Αύγουστο.
Ανάμεσα σε άλλα, ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ επεσήμανε ότι «ο κινηματογράφος από τη γέννησή του είχε πάντα μια οργανική σχέση με την αλλαγή. Σαν το ίδιο το μέσο, το οποίο βασίζεται στην εναλλαγή εικόνων, να είναι προορισμένο συνεχώς να αλλάζει και να εξελίσσεται. Από το ασπρόμαυρο στο έγχρωμο, από το βωβό στον ήχο, από τη σκοτεινή αίθουσα σε κινητά τηλέφωνα, οι ταινίες παραμένουν κομμάτι της ζωής μας όχι μόνο παρά τις αλλαγές, αλλά ίσως και λόγω αυτών. Αντίστοιχα κι ένα Φεστιβάλ Κινηματογράφου οφείλει να αλλάζει, να δοκιμάζεται, να αμφισβητεί και να διερευνά τρόπους να εξελίσσεται και πάντα να παραμένει επίκαιρο. Η αλλαγή της καλλιτεχνικής διεύθυνσης σηματοδοτεί ένα νέο κεφάλαιο για το Φεστιβάλ. Είναι μεγάλη πρόκληση ο εκσυγχρονισμός ενός κινηματογραφικού φεστιβάλ, όπως μεγάλη πρόκληση είναι και να βρεθεί ο δρόμος να πάει ακόμη ένα βήμα παραπέρα, ακόμη ένα σκαλί παραπάνω».
Τέλος, παρουσιάστηκε, όπως πάντα, η νέα οπτική ταυτότητα του Φεστιβάλ, που αντλεί τη δύναμή της από τη γεωμετρία. Στο κέντρο της, βρίσκεται ένα μάτι - το βλέμμα κυριολεκτικά ως μέσο θέασης αλλά και μεταφορικά ως το φίλτρο μέσα από το οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο και τις ιστορίες του κινηματογράφου.