Το 1950 οι κάτοικοι των μεγάλων πόλεων στις αναπτυγμένες χώρες ήταν πάνω από 150 εκατ. περισσότεροι από τους αντίστοιχους των υπανάπτυκτων. Είκοσι χρόνια μετά η διαφορά ήταν μόνο 30 εκατ. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες οι χώρες του Νότου εξαπλασίασαν τον αστικό πληθυσμό τους σε βάρος του αγροτικού. Υπάρχουν μελέτες που υπολογίζουν ότι στην ανατολή του 21ου αιώνα το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε πόλεις. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο αστικός πληθυσμός στις υπανάπτυκτες χώρες είναι διπλάσιος από τον αντίστοιχο των αναπτυγμένων (γύρω στα 2 δισ.), ενώ παράλληλα ο αγροτικός πληθυσμός θα εξακολουθήσει την έξοδό του προς τις πόλεις. Στην Ευρώπη, οι πόλεις αναπτύχθηκαν σαν αποτέλεσμα της εκβιομηχάνισης και για τους λόγους που εξηγήσαμε στην αρχή. Στις υπανάπτυκτες, αντίθετα, η αστυφιλία άρχισε πριν επιτευχθεί ο στόχος της εκβιομηχάνισης και μάλιστα με πολύ ταχύτερους ρυθμούς, οι οποίοι αφαίρεσαν μεγάλο μέρος του αγροτικού δυναμικού και ταυτόχρονο μείωσαν δραματικά τα παραγόμενα αγροτικά είδη. Ετσι, μια σειρά από αυτάρκεις διατροφικά χώρες μετατράπηκαν σε εισαγωγείς αγροτικών προϊόντων!
Οικονομολόγοι, κοινωνιολόγοι, πολεοδόμοι και περιβαλλοντολόγοι συζητούν ποιο είναι το άριστο μέγεθος μιας πόλης. Ή καλύτερα το ανώτατο πληθυσμιακό όριο. Πολλοί ισχυρίζονται ότι πέρα από τις 500.000 κατοίκους δημιουργούνται δυσεπίλυτα προβλήματα. Με βάση όμως τη σημερινή πραγματικότητα και την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί παγκόσμια υπάρχει μια κατ' αρχήν συμφωνία για το 1-2 εκατ. κατοίκους. Βέβαια, δεν μπορεί να γίνονται γενικεύσεις και να μη λαμβάνονται υπόψη οι τοπικές συνθήκες. Ομως, σίγουρα οι ρυθμοί αστικοποίησης πρέπει να είναι λογικοί. Παρ' όλα αυτά η ανάπτυξη των πόλεων συνεχίζεται κι όχι μόνο δε μειώνονται οι ρυθμοί της, αλλά το μοντέλο ανάπτυξης που έχει επιλεγεί οδηγεί στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Ετσι, όλες οι μεγάλες πόλεις του Βορρά έχουν φτάσει στο μέγιστο σημείο ανάπτυξης και δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι τα προσεχή χρόνια θα υπάρξει αντιστροφή του φαινομένου. Από την άλλη πλευρά πόλεις όπως η Βομβάη, η Καλκούτα, το Μεξικό, το Σαν Πάολο ξεπέρασαν τα δέκα εκατομμύρια. Υπολογίζεται ότι το Μεξικό σύντομα θα ξεπεράσει τα 26 εκατ. και η Βομβάη με την Καλκούτα τα 18 εκατ. φτάνοντας έτσι στην πρώτη σειρά των μεγάλων πόλεων. Θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε το Κάιρο, τη Βαγδάτη, το Καράτσι, την Κωνσταντινούπολη, την Τεχεράνη κ.ά σαν τα νέα μεγάλα αστικά κέντρα που γνωρίζουν αλματώδεις ρυθμούς μεγέθυνσης. Αν στις αναπτυγμένες χώρες οι επιπτώσεις της αστικοποίησης δεν είναι έντονα εμφανείς, όσον αφορά τον αγροτικό τομέα, στις υπανάπτυκτες είναι καταστροφικές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αστικοποίηση μεγάλου τμήματος εύφορης γης στο Δέλτα του Νείλου, λόγω της επέκτασης του Καΐρου. Είναι επείγουσα ανάγκη να ελεγχθεί η συγκέντρωση του πληθυσμού σε λίγες πόλεις. Δημιουργούν πέρα από οικολογικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που μπλοκάρουν την ανάπτυξή τους, καταδικάζοντάς τες στο φαύλο κύκλο της φτώχειας.
«Πενήντα απλά πράγματα που μπορούν να κάνουν τα παιδιά να σώσουν τον πλανήτη», ονομάζεται το βιβλίο του John Jarraαπό την ομάδα Earthworks Group,που κυκλοφορεί από το ΠΟΝΤΙΚΙ. Αφού τα παιδιά πληροφορηθούν για το τι συμβαίνει στον πλανήτη γίνονται κυνηγοί μπουκαλιών και χαρτιού, εκτροφείς σκουληκιών, προστάτες ζώων και αναλαμβάνουν να περιορίσουν τη σπατάλη νερού και ηλεκτρικού ρεύματος στο σπίτι. Μια νέα γενιά οικολόγων εν δυνάμει, αν υπολογίσουμε τις πολλαπλές εκδόσεις του βιβλίου.
Ενα πρωτοποριακό εικονογραφημένο λεξικό, ιδανικό για μαθητές του David Burnieκυκλοφορεί από τις εκδ. «Ερευνητές» και τιτλοφορείται «Το λεξικό της φύσης». Πάνω από 2000 όροι και έννοιες που καλύπτουν ένα ευρύ επιστημονικό φάσμα που ξεκινά από τη βοτανική, τη βιολογία, τη βιοχημεία και φτάνει μέχρι τη ζωολογία και την ανατομία. Με τετρακόσιες εικόνες, σχεδιασμένες με μοναδικό τρόπο από τον Nicola Webb.Δίνει απαντήσεις για το τι είναι και τι επιτελεί η φύση, εξετάζει τα κύτταρα, τη χημεία της ζωής, την κληρονομικότητα, τη γενετική, τις τροφικές αλυσίδες και τις αλληλεπιδράσεις των ειδών.
Τρίτη μας επιλογή «Το βιβλίο του μικρού πράσινου καταναλωτή» των J.Elkington, J.Haile, D.Hillαπό τις εκδ. «Σέλας». Με θεματολογία όπως το προηγούμενο απευθύνεται σε μικρότερης ηλικίας παιδιά με μοναδική εικονογράφηση που σπάνια συναντάμε σε βιβλία, αλλά και στον τρόπο που παρουσιάζει τα θέματα όπως λ.χ. το τεστ για το πόσο πράσινο είναι το σπίτι μας, το σχολικό περιβαλλοντικό έλεγχο κ.ά. Πάντως, το σύνολο των τριών αυτών βιβλίων είναι ένα πολύ καλό υλικό για τις ανάγκες της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Η πρώτη σοβαρή εκτίμηση για το μέγιστο πληθυσμό της γης έγινε το 1891 από τον Ε. Ρεβενστάιν που τον υπολόγισε στα 6 δισ. για το έτος 2070. Βασικές παραμέτρους που πήρε υπόψη του ήταν οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις, η παραγωγικότητά τους και η βελτίωση της αποδοτικότητάς τους. Από τότε βέβαια η κατάσταση έχει αλλάξει πολύ και στις αρχές της δεκαετίας του ογδόντα (αφού είχε προηγηθεί η πράσινη επανάσταση) ο FAOσε συνεργασία με το Διεθνές Ινστιτούτο IIASAπραγματοποίησε μια μεγάλη έρευνα για να προσδιορίσει το μέγιστο πληθυσμό της Γης. Εγινε υπολογισμός της δυνητικής απόδοσης μιας ομάδας προϊόντων με βάση τρεις υποθέσεις. Της «χαμηλής απόδοσης» που εξαρτάται από τη χειρωνακτική εργασία, χωρίς λιπάσματα και φυτοφάρμακα. Της «Μέσης απόδοσης» με τη χρησιμοποίηση ορισμένων αγροτοχημικών και αρότρων με ζώα, και της «υψηλής απόδοσης» όπου έχουμε πλήρη εκμηχάνιση, λιπάσματα, φυτοφάρμακα και γενετικά υλικά (από τότε επίσημα εμφανίζεται ο εφιάλτης αυτός). Χρησιμοποιήθηκαν σαν έτη σύγκρισης το 1975 και το 2000. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 2000 οι περισσότερες υπανάπτυκτες χώρες θα μπορούσαν να συντηρήσουν τους πληθυσμούς τους μόνο αν απασχολούσαν τους παραγωγικούς τους συντελεστές στο υψηλότερο επίπεδο. Αναλυτικότερα στο χάρτη χαμηλής απόδοσης μόνο η βορινή ακτή της Ιάβας εμφανίζεται σε θέση να εκθρέψει ως πέντε άτομα το εκτάριο, ενώ το Μπουτάν, η Ινδία, το Πακιστάν, το Νεπάλ και οι Φιλιππίνες έπρεπε να περάσουν στο τρίτο επίπεδο. Η συζήτηση της μελέτης αυτής συνεχίζεται και εμπλουτίζεται συνεχώς με νέες παραμέτρους που αφορούν τη συσχέτιση «περιβάλλοντος - δημογραφικής πίεσης». Οι ενστάσεις είναι πολλές και από πολλούς ως προς την εγκυρότητα των εκτιμήσεων. Οι οικολόγοι επιμένουν ότι υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ δημογραφικής πίεσης και υποβάθμισης του περιβάλλοντος. Αυτό πάντως που δεν αμφισβητείται πλέον είναι ότι η περιβαλλοντική υποβάθμιση μπορεί να επέλθει, τόσο σε υψηλές, όσο και σε χαμηλές πληθυσμιακές πυκνότητες, όπως και σε συνθήκες φτώχειας, αλλά και αφθονίας. Κάτι που δεν πρέπει να ξεχνάμε.