"Χόλιγουντ το Αιγαίο!", πανηγύριζαν τα δελτία ειδήσεων.
Είναι γεγονός, ότι το πρόγραμμα μετακινήσεων του πρίγκιπα Καρόλου της Αγγλίας, της Καμίλα και των άλλων πριγκιπικών μελών έγινε αφορμή μεγάλης αναστάτωσης του ελληνικού λαού... Το "πώς", "πού", "πότε" θα κινηθεί ο πρίγκιπας, "πότε", "με ποιους", "τι" και "ποιον" θα φάει. Η Καμίλα θα τον συνοδεύει με ή χωρίς μέικ απ;
Κι ακόμα, πώς περνούν στα νησιά μας ο Ρίτσαρντ Γκιρ, ο Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ, η Ορνέλα Μούτι, ο Αλέν Ντελόν; Τι εντύπωση τους κάναμε, ως λαός; Μήπως είπαμε κάτι που τους κακοκάρδισε; Γιατί δε χαμογελά συχνά ο Ρίτσαρντ; Και η Ορνέλα; Γύρισε στο σκάφος της, επειδή ήταν κουρασμένη ή δυσαρεστήθηκε από κάτι;
Δόξα τω Θεώ...! Φέτος, παρά την οικονομική αδυναμία των μισών περίπου Ελλήνων να πάνε διακοπές, τα νησιά μας γέμισαν από υψηλά πρόσωπα, πρίγκιπες και διάσημους αστέρες του Χόλιγουντ. Κοιμηθήκαμε ήσυχοι...
Η "τουριστική Ελλάδα" χαμογελά ξερά, μέσα από τα παγερά μάτια των "μπράβων", που συνοδεύουν τους VIPS, κρύβει τα ράκη της κάτω από τα μεταξωτά βρακιά της Καμίλα, τσακίζει τη μέση της μαζί με τις "τοπικές αρχές", που υποδέχονται, σαλιάζοντας, τους "υψηλούς επισκέπτες", γελοίοι Χατζηαβάτηδες, που εξασφαλίζουν, γλείφοντας, την εύνοια του πασά.
Μια "νέα Ελλάδα" δημιουργείται, διαθέσιμη σε όλα τα "τουριστικά" γούστα. Ασφαλής και υπάκουη, τουριστική και "φιλόξενη" σε πείσμα κάθε δυσφημιστικής οδηγίας, που τη θέλει άντρο και άσυλο Κούρδων τρομοκρατών, Αλβανών, Σέρβων, Ρώσων, Αφρικανών, Ασιατών "κακοποιών". Μια Ελλάδα καθαρή από "βρώμικα" κοινωνικά στοιχεία, που θα γίνει ακόμα "καθαρότερη", μετά την ψήφιση του αντιτρομοκρατικού νόμου. Κοιμηθείτε ήσυχα!
Μια "νέα Ελλάδα", χώρα παροχής υπηρεσιών. Αποβιομηχανοποιημένη, καταχρεωμένη, εξαρτημένη, υποδοχέας "τουριστικών" εσμών, υπηρέτης, πολλών αφεντάδων εν ονόματι του γενικότερου κοινοτικού ευρωπαϊκού οικονομικού σχεδιασμού, χώρα διευκόλυνσης της διεθνούς μεταφοράς προϊόντων, ενδιάμεσος σταθμός και αγωγός της "ελεύθερης" διακίνησης κεφαλαίων, προϊόντων, υπηρεσιών.
Ενα νέο είδος ανθρώπου διαμορφώνεται. Ο "τουριστικός άνθρωπος". Με μεταλλαγμένα πολιτιστικά χαρακτηριστικά, με κενά ιστορικής συνείδησης και μνήμης, με απουσία στοιχείων κοινωνικής αντίστασης.
Αν είναι έμπορος, σκέπτεται, λειτουργεί και δρα με στόχο τη γρήγορη, άκοπη, "αρπαχτή" αύξηση των κερδών του, μέσα από την εκμετάλλευση του πολιτιστικού πλούτου της χώρας, χωρίς ο ίδιος να παράγει πλούτο ή πολιτισμό. Περιμένει το καλοκαίρι, για να προσφέρει "ψευτο-υπηρεσίες", ώστε με λιγότερο κόστος να έχει περισσότερο όφελος. Σε κοιτά πονηρά και σε μετρά σαν "κεφάλι", σαν "διανυκτέρευση", σαν "λογαριασμό" στο ξενοδοχείο του, στο μαγαζί του ή στο εστιατόριό του, για να 'ρθει το φθινόπωρο, ο χειμώνας κι η άνοιξη να βρουν τις καταθέσεις του στις Ελβετικές Τράπεζες φουσκωμένες, και τον ίδιο να "τρώει απ' τα έτοιμα".
Αν πάλι, είναι υπάλληλος ή εργάτης μετρά με αγωνία τις μέρες του καλοκαιριού, όσο θα κρατήσει η δουλιά του και τις βγάζει λειψές, του τελειώνουν γρήγορα και τον φτάνουν ν' αγοράσει ίσα - ίσα τη σάκα της μικρής που θα πάει φέτος, πρώτη χρονιά στο σχολείο.
Ελένη ΖΑΦΕΙΡΙΟΥ
Στο ίδιο το χωριό του Μακρυγιάννη, το Κροκύλι Δωρίδας, ο αυθεντικός λόγος του στρατηγού, που μετέφερε στη σκηνή σε μια συγκλονιστική παράσταση ο Χρήστος Καλαβρούζος, καθήλωσε τους θεατές
"Αποφασίζω να δικαιώσω τους αδικημένους". Βαριά δήλωση έκανε ο "πατριότις Μακριγιάνις".Και έγινε πράξη. Τα απομνημονεύματά του, γραμμένα ανάμεσα στις 26 Φλεβάρη 1832 και το τέλος της κυνηγημένης ζωής του, ποτισμένα με την αγωνία για την ελευθερία και το δίκιο, γεμάτα ανθρωπιά, σωσμένα σε έναν τενεκέ, είναι σκέτο ευαγγέλιο.
Ο λόγος του, επίκαιρος όσο δεν παίρνει άλλο, γύρισε αυτές τις μέρες από χωριό σε χωριό, χάρη στην πολύ καλή δουλιά που 'κανε πάνω σ' αυτό το έργο η ομάδα "Θεατρική Κατάθεση".
Είχαμε την τύχη να απολαύσουμε αυθεντικό το μακρυγιάννειο λόγο μέσα σ' ένα δάσος από έλατα, ψηλά στα Βαρδούσια,στο ίδιο το χωριό του στρατηγού, το Κροκύλι Δωρίδας.
Ο ηθοποιός Χρήστος Καλαβρούζος,που έκανε την επιλογή των κειμένων και είχε επίσης τη σκηνική και μουσική επιμέλεια, επί δύο ώρες μόνος του επί σκηνής, έδωσε τον καλύτερό του εαυτό ως Μακρυγιάννης. Δε γνωρίζουμε αν αυτό συνέβη γιατί η παράσταση δινόταν μπροστά στους "απογόνους" - χωριανούς του στρατηγού ή γιατί ντεκόρ ήταν το ερημωμένο σχολειό του χωριού, μα η πίκρα εκφράστηκε ολάκερη.
Οπου κι αν παιχτεί από δω και μπρος αυτή η παράσταση - και ελπίζουμε να γίνει σύντομα γνωστό το σχετικό πρόγραμμα - αξίζει να τη δουν όλοι. Γιατί είναι τεράστια συμβολή στον τόπο το ότι προβάλλει γυμνή την αλήθεια που είπε ο Μακρυγιάννης, την οποία δυστυχώς η πολιτεία την αποσιωπά και τη διαστρεβλώνει. Μια αλήθεια που έχει διαρκή επικαιρότητα.
Απ' τη φράση - σκέψη "τι είμαι γω, γομάρι είμαι να με δέρνουν", που 'γινε η αιτία να ορκιστεί στον αγώνα ο 15χρονος τότε Μακρυγιάννης, ως την άλλη, την απόφαση "θα σημειώσω γυμνήν την αλήθεια, αλλά η αλήθεια είναι πικρή". Και από την εκτίμηση "η μαγαρισιά το φτυάρι της θέλει", ως τη δήλωση "τούτην την ελευθερία δεν τη βρήκαμε στα σοκάκια", όλα είναι επίκαιρα. Ως και ο πικρός μονόλογος "κι εχάθη αυτό το άνθος των Ελλήνων εις τους εμφυλίους πολέμους", που δύσκολο να πιστέψει κάποιος πως γράφτηκε πολύ πολύ πριν ο τελευταίος εμφύλιος σακατέψει πράγματι το άνθος των Ελλήνων.
Τέλος, να σημειωθεί πως όχι τυχαία, αντιπροσωπεία του ΚΚΕ, με επικεφαλής τον επίτιμο Πρόεδρο του Κόμματος, Χαρίλαο Φλωράκη,και τον βουλευτή και μέλος της ΚΕ Βαγγέλη Μπούτα επέλεξε, ανάμεσα στις δεκάδες εκδηλώσεις των φετινών Μακρυγιάννειων που έγιναν στο Κροκύλι, ακριβώς αυτή την παράσταση για να δώσει το δικό της "παρών".
Ξεσηκώνουμε από το λιτό αλλά μεστό σε περιεχόμενο πρόγραμμα της παράστασης τα παρακάτω στοιχεία: "Ο Μακρυγιάννης ήταν αγράμματος - δεν ήταν από τζάκι - τζομπάνηδες, γεωργοί οι γονέοι του και φτωχοί". Σ' αυτόν τον Μακρυγιάννη, βέβαια, δεν περιμένει κανείς να βρει τις ταξικές αναλύσεις. Ομως, στο κείμενό του υπάρχει υλικό που, όπως σημειώνεται στο πρόγραμμα της παράστασης, "θα έπρεπε να το αποστηθίζουν όλα τα παιδιά της Ελλάδας στα σχολεία". Χαρακτηριστικός είναι ο παρακάτω στοχασμός: "Τούτη την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί και αμαθείς, και πλούσιοι και φτωχοί, και πολιτικοί και στρατιωτικοί, και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι. Οσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσομεν εδώ. Το λοιπόν, δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμεν και όλοι μαζί, και να μη λέγει ούτε ο δυνατός "εγώ", ούτε και ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς "εγώ"; Οταν αγωνιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει, να λέγει "εγώ". Οταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λέμε "εμείς". Είμαστε εις το "εμείς" και όχι εις το "εγώ"".