Αποκαλυπτικό το ρεπορτάζ συντάκτριας του «Ρ», που ζήτησε δουλιά σε δουλεμπορικό
Σε σύγχρονο σκλαβοπάζαρο εξελίσσεται καθημερινά η «ελεύθερη και ανοιχτή» αγορά εργασίας, όπου άφθονες εταιρίες μερικής απασχόλησης αλωνίζουν, αντιμετωπίζοντας τους εργαζόμενους κυριολεκτικά, ως «φτηνό κρέας». Κάποτε για να βρει κάποιος δουλιά, τον ρωτούσαν τι ξέρει να κάνει, τι εμπειρία έχει, ποιες είναι οι γνώσεις του. Σήμερα, στις εταιρίες promotion (προώθησης προϊόντων) σε κοιτάνε σαν άλογο στη ζωοπανήγυρη.
Ενα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί μία από τις εταιρίες promotion (το όνομά της είναι στη διάθεση της εφημερίδας), στην οποία συντάκτρια του «Ρ» παρουσιάστηκε για να ζητήσει δουλιά.
Ιδού, λοιπόν, ποια είναι τα προσόντα, που πρέπει να διαθέτει κάποιος για να βρει δουλιά, στη συγκεκριμένη εταιρία: Χρώμα μαλλιών, χρώμα ματιών, ύψος, βάρος, νούμερα ρούχων και το αποκορύφωμα έρχεται όταν ο ...φάκελος του υποψηφίου πρέπει να εμπλουτιστεί με δύο φωτογραφίες του, μία en face και μία ολόσωμη!
Βέβαια, η υπάλληλος της εταιρίας δεν παραλείπει να δώσει εξηγήσεις για τα στοιχεία που ζητούνται: «Ο πελάτης μπορεί να τηλεφωνήσει και να μας ζητήσει τόσα αγόρια με αυτό ή το άλλο χρώμα μαλλιών, ή τέτοιου ύψους». Ετσι, γίνεται κατανοητό ποιος είναι αυτός που «κινεί τα νήματα»: Ο πελάτης, δηλαδή η εταιρία που έχει καταφύγει στην εταιρία προώθησης λευκής σάρκας, για να της βρει άτομα να προωθήσουν, π.χ., μια νέα μάρκα ουίσκι και ο οποίος σε όλη τη διάρκεια της συζήτησης προβάλλει ως ο απόλυτος νομιμοποιητικός παράγοντας για ό,τι αφορά τον εργαζόμενο. Κι επειδή ο «πελάτης έχει πάντα δίκιο», αυτός έχει και τον τελευταίο λόγο για τις προσλήψεις, αφού πρώτα παρατηρήσει από κοντά τους υποψηφίους σε «συνέντευξη», για «να μπορέσει έτσι, να διαλέξει», σύμφωνα πάντα με τις επισημάνσεις της υπαλλήλου.
Από τη μία, λοιπόν, ο «πελάτης» και, από την άλλη, το «εμπόρευμα», δηλαδή αυτό που του πουλά η εταιρία προώθησης. Μόνο, που εμπόρευμα είναι ο εργαζόμενος. Τα περίφημα «εργασιακά του δικαιώματα» κόβονται και ράβονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του ...πελάτη. Ασφάλιση δεν υπάρχει, γιατί «τα χρήματα είναι καθαρά», ενώ η αμοιβή κυμαίνεται από 800 μέχρι 2.500 δραχμές.
Επίσης, δεν υπάρχει καμιά επαγγελματική κατοχύρωση, αφού ο εργαζόμενος δουλεύει, όταν και αν τον φωνάξει η εταιρία (το παράδειγμα της υπαλλήλου για να υπερασπιστεί την «οικονομική ασφάλεια», που προσφέρει η θέση, ήταν ότι «υπάρχουν προγράμματα που μπορεί να διαρκέσουν μέχρι και τρία Παρασκευοσαββατοκύριακα»)!
Τη δική της σχετική εργασιακή εμπειρία, κατέθεσε στο «Ρ» η 20χρονη φοιτήτρια Αρετή Κοτσολάκου. Το περασμένο φθινόπωρο εργάστηκε, μοιράζοντας διαφημιστικά φυλλάδια για κάποια νέα κέντρα αδυνατίσματος. Το μεροκάματο ήταν ένα χιλιάρικο για μια ώρα ορθοστασίας στο πεζοδρόμιο, όπου προσπαθούσε να πείσει περαστικούς να ενημερωθούν και να εγγραφούν σε σχετικά προγράμματα. Οι προοπτικές «οικονομικής ανέλιξης», που η εταιρία πρόσφερε στους εργαζομένους, ενεργοποιούνταν αν 6 άτομα ανέβαιναν στα γραφεία της εταιρίας, και αν 20 έδιναν τα ονόματά τους. Ηταν χαρακτηριστικό, όπως η Αρετή τόνισε, ότι για να πάρει τα χρήματα που της όφειλε η εταιρία, χρειάστηκε να διαμαρτυρηθεί τέσσερις φορές, μετά την προκαθορισμένη ημερομηνία.
«Οι εργαζόμενοι σε εταιρίες promotion (προώθησης) δεν έχουν σταθερό μισθό, δεν έχουν σταθερό ωράριο, δεν έχουν ασφάλιση. Στις περιπτώσεις αυτές, ισχύει το ημερομίσθιο, το οποίο δεν ακολουθεί τις εκάστοτε συλλογικές συμβάσεις του εμπορίου, αλλά προκύπτει από συμφωνία ανάμεσα στις δύο εταιρίες», δήλωσε στο «Ρ» ο Γ. Κομνηνός, πρόεδρος του Σωματείου Ιδιωτικών Υπαλλήλων Αθήνας. «Υπάρχουν κοπέλες που δουλεύουν πλασάροντας προϊόντα σε σούπερ - μάρκετ με 700 και 800 δρχ. την ώρα. Ελεγχος δε γίνεται από πουθενά. Οι εργαζόμενοι δουλεύουν χωρίς σύμβαση, χωρίς δικαιώματα, χωρίς τίποτα. Βρίσκονται εντελώς "στον αέρα"», υπογραμμίζει.
Το δίκτυο προσφοράς μερικής απασχόλησης είναι οργανωμένο πλέον, με τα γνωστά «γραφεία ενοικίασης εργαζομένων». Εκεί, συνέχισε ο Γ. Κομνηνός, «σε ξεσκονίζουν από όλες τις πλευρές, αν είσαι υγιής, αν είσαι παντρεμένος, αν έχεις άλλες δραστηριότητες, σε ποια δουλιά δούλευες πριν και γιατί έφυγες. Από όλη αυτήν τη διαδικασία, το γραφείο βγάζει κάποια χρήματα. Εκείνος που θα πάει εκεί, θα ακουμπήσει δέκα χιλιάδες (τόσο ήταν το 1998 - 1999) και βέβαια από το μισθό του θα παρακρατείται ένα ποσοστό, για να συντηρείται το γραφείο ενοικίασης».
Πλέον, δεν αναζητούνται προσχήματα και δικαιολογίες για τη συγκεκριμένη πολιτική που ακολουθείται στα εργατικά ζητήματα. Η καθιέρωση της μερικής απασχόλησης βασίζεται στη Λευκή Βίβλο της ΕΕ και τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, που υπογράφτηκε με τη συναίνεση ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥΝ, όπως υπογράμμισε ο Γ. Κομνηνός. «Το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα και το ΠΑΜΕ είχε προειδοποιήσει τους εργαζόμενους για το τι προβλέπει η Λευκή Βίβλος, που ήταν και εξακολουθεί να είναι μαύρη για τα δικαιώματα των εργαζομένων. Προβλέπει μια σειρά ζητήματα, όπως η πλήρης ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, οι ανασφάλιστοι εργαζόμενοι, η κατάργηση, ουσιαστικά, των συλλογικών συμβάσεων, κι αυτά είναι θεμελιώδη ζητήματα που έχουν κατακτηθεί από την εργατική τάξη με αγώνες και αίμα. Πρόκειται για μαύρη εργασία». Και συνέχισε: «Οταν ο εργοδότης έχει το δικαίωμα να τον καλέσει οποιαδήποτε ώρα της ημέρας να προσφέρει τις υπηρεσίες του, ακόμα και στις δέκα το βράδυ, θα υπάρχουν σοβαρές επιπτώσεις στην προσωπική του ζωή και την πολιτική - συνδικαλιστική του δραστηριότητα».
Η φράση «ελαστικά και ελκυστικά ωράρια» φιγουράρει ως σύνθημα στα διαφημιστικά φυλλάδια των εταιριών αυτού του τύπου. Σ' αυτό το μήκος κύματος, κινείται κι η μέθοδος που η κυβέρνηση επιστρατεύει και χειροκροτεί η πλειοψηφία της ηγεσίας της ΓΣΕΕ, με στόχο οι εργαζόμενοι να αποδεχτούν και να επιδοκιμάσουν τη μερική απασχόληση. Με το νέο καθεστώς υποτίθεται πως η εργασία προσαρμόζεται εύκολα σε κάθε πρόγραμμα, ότι «μοιράζονται» οι θέσεις εργασίας σε πολλούς, για να πέσει η ανεργία. Με αυτόν τον τρόπο, κάποιος που δουλεύει τρεις ή τέσσερις ώρες, για δύο ή τρεις φορές την εβδομάδα, ονομάζεται πλέον «εργαζόμενος». Μαζί με τις ώρες εργασίας, συρρικνώνονται βίαια τα ασφαλιστικά, συνδικαλιστικά και μισθοδοτικά δικαιώματα των εργαζομένων. Η αλήθεια είναι πως η «πίτα» μοιράζεται σε κομμάτια πείνας, ώστε να καλλιεργείται η εντύπωση πως «όλοι παίρνουμε», χωρίς να θίγεται καν το αν «μας αρκούν αυτά που παίρνουμε».
Στη «μερική επιβίωση» που υπόσχεται ο καπιταλισμός στους εργαζόμενους, εκείνοι απαντούν με διαρκή αγώνα για ολοκληρωτική ικανοποίηση του δικαιώματός τους σε πλήρη εργασία, ασφάλιση, αποδοχές για ένα αξιοπρεπές επίπεδο ζωής, ανάλογες με τις σύγχρονες ανάγκες τους. Οι εργαζόμενοι μάχονται μέσα από τις συνεπείς, αγωνιστικές δυνάμεις, μέσα από το ΠΑΜΕ. Κι αυτή τους η μάχη θα τελεσφορήσει με την επικράτηση του Αντιιμπεριαλιστικού, Αντιμονοπωλιακού, Δημοκρατικού Μετώπου, για να δίνει η εργατική τους δύναμη καρπούς στα δικά τους χέρια, κι όχι στις τσέπες των εκμεταλλευτών τους.