Από πανηγυρισμούς στη Ραμάλα για το αίτημα της Παλαιστίνης να αναγνωριστεί ως ανεξάρτητο κράτος στον ΟΗΕ |
Οι ισχυρισμοί αυτοί επανέφεραν στην επιφάνεια σειρά ερωτημάτων που είχαν μείνει αναπάντητα από την ξαφνική ασθένεια και το θάνατο του Γιάσερ Αραφάτ, ο οποίος πρωτοεμφάνισε συμπτώματα στις 14 Οκτώβρη του 2004 και υπέκυψε έχοντας μεταφερθεί στο στρατιωτικό νοσοκομείο Περσί της Γαλλίας στις 11 Νοέμβρη της ίδιας χρονιάς. Το κατά πόσο έχουν βάση ή όχι οι τωρινοί ισχυρισμοί και οι τότε έντονες φημολογίες περί δηλητηρίασης του Αραφάτ ίσως αποδειχθεί μέσα από την εκταφή της σορού του και τη διενέργεια περαιτέρω εξετάσεων, ενδεχόμενο που μοιάζει πιθανό μετά από τις σχετικές δηλώσεις τόσο της χήρας του, Σούχα, όσο και της Παλαιστινιακής Αρχής. Ακόμη, όμως, και αν διαλευκανθούν τα αίτια της θανατηφόρας ασθένειάς του, δεν είναι βέβαιο ότι τα στοιχεία που θα προκύψουν θα ξεκαθαρίζουν ποιος σχεδίασε να βγει από τη μέση ο Αραφάτ: Οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες - η Μοσάντ είχε και στο παρελθόν αποπειραθεί να τον δολοφονήσει - οι εσωτερικοί πολιτικοί του αντίπαλοι ή κάποιο άλλο κέντρο.
Το Μάρτη φέτος το Ισραήλ ξαναεπιτέθηκε στην αποκλεισμένη Γάζα |
Ηδη, από την ημέρα της ταφής του, επισημαινόταν από πολλούς και ορθώς ότι η έξοδος του Γιάσερ Αραφάτ από το προσκήνιο της παλαιστινιακής και αραβικής πολιτικής σκηνής θα εισάγει μια νέα εποχή στο Παλαιστινιακό και οι συνέπειές της πιθανότατα δε θα περιοριστούν στα στενά όρια των παλαιστινιακών εδαφών, αλλά θα επηρεάσουν το σύνολο του αραβικού κόσμου. Ασχέτως των πολιτικών διαφωνιών που κάποιος θα μπορούσε να διατυπώσει για τις επιλογές του, ο Αραφάτ αναδείχτηκε σε σύμβολο του παλαιστινιακού αγώνα για ανεξαρτησία, ενώ διαδραμάτισε με επιτυχία το ρόλο του ενοποιητικού στοιχείου για τον παλαιστινιακό λαό. Η ισραηλινή πλευρά δεν έκρυψε ποτέ τη δυσφορία της για την ενωτική επιρροή που ο Αραφάτ ασκούσε στον παλαιστινιακό λαό, επιρροή η οποία ελαχιστοποιούσε τις συνέπειες των επίμονων ισραηλινών προσπαθειών για ενδο-παλαιστινιακό διχασμό. Ηδη, από την κατάρρευση των συνομιλιών του Καμπ Ντέιβιντ, το καλοκαίρι του 2000, φαινόταν ότι η ισραηλινή πλευρά είχε αποφασίσει να αποκαθηλώσει τον «εταίρο της» στην «ειρηνευτική διαδικασία», μετά την άρνησή του να δεχτεί υπό πίεση μια τελική συμφωνία που επί της ουσίας θα απεμπολούσε σειρά παλαιστινιακών δικαιωμάτων, αφήνοντάς τα σε κατά βούληση ερμηνεία στην ισραηλινή κατοχική δύναμη, και να τον επαναφέρει στην πρότερη θέση του: Αυτή του «επικίνδυνου τρομοκράτη». Το ξέσπασμα της δεύτερης Ιντιφάντα, οι ισραηλινές αιματηρές προκλήσεις, οι αποκλεισμοί, οι δολοφονίες ακριβείας κορυφώθηκαν με την εισβολή του ισραηλινού στρατού το Φλεβάρη του 2002 στη Δυτική Οχθη, που οδήγησε σε λουτρό αίματος, σε επανακατοχή, ουσιαστικά, μεγάλου τμήματος των αυτόνομων εδαφών και, πολύ βασικό, σε καταστροφή πληθώρας αρχείων, ιστορικών, δημογραφικών και περιουσιακών, τα οποία αποτελούν και τις απτές αποδείξεις της παρουσίας του παλαιστινιακού πληθυσμού στην περιοχή. Ουσιαστικά από το 2002 μέχρι το 2004, οπότε και πέθανε, η ισραηλινή ηγεσία κράτησε φυλακισμένο, με μικρά διαλείμματα, στο αρχηγείο του στη Ραμάλα τον Αραφάτ. Και δήλωνε ανοιχτά ότι επιδιώκει την ανάδειξη άλλου ηγέτη. Χρησιμοποιώντας την πιο ακραία βία κατά των Παλαιστινίων, έθρεψε οργή και απόγνωση, έσπειρε φτώχεια και θάνατο και τελικά υπέσκαψε όλη τη λογική της εξεύρεσης λύσης διά μέσου του διαλόγου που ο Αραφάτ και η οργάνωσή του «Φατάχ» είχαν καλλιεργήσει από τη συμφωνία του Οσλο και μετά. Ο διάδοχός του, μετά από εκλογές, στην Προεδρία της Π. Αρχής Μαχμούντ Αμπάς ήταν, πρακτικά, μια λύση «ανάγκης» για την «Φατάχ», αφού ο ισραηλινός στρατός είχε ήδη συλλάβει και καταδικάσει πολλάκις σε ισόβια τον λαοπρόβλητο και δημοφιλή Μαρουάν Μπαργκούτι στη Δ. Οχθη. Το Ισραήλ φρόντισε να καλλιεργήσει την εικόνα ότι «προτιμά» τον Αμπάς. Η τακτική αυτή του διχασμού και της υπόσκαψης, η έκφραση προτίμησης για τον έναν και όχι για τον άλλο Παλαιστίνιο αξιωματούχο αποτελεί αγαπημένη τακτική των ισραηλινών κατοχικών δυνάμεων.
Από τις εκδηλώσεις στην Ελλάδα, που διοργάνωσε η Παγκόσμια Συνδικαλιστική Ομοσπονδία, φέτος στις 17 Απρίλη , ως μέρα δράσης των εργατών όλου του κόσμου για τα δίκαια του παλαιστινιακού λαού |
Η λογική του «διαίρει και βασίλευε» αποτελεί πάγια τακτική σχεδόν όλων των κατοχικών δυνάμεων και το Ισραήλ δεν αποτελεί εξαίρεση. Επικαλούμενο την μη ύπαρξη συνομιλητή, το Ισραήλ έμμεσα αλλά σταθερά, αυτά τα τελευταία οκτώ χρόνια, προώθησε τα σχέδιά του επί του εδάφους - εποικισμούς, τείχη, αποπαλαιστινιοποίηση της ανατολικής Ιερουσαλήμ κλπ. - βοηθούμενο ταυτόχρονα από το φονικό εμπάργκο που παραμένει σε ισχύ στη Γάζα. Οι πιέσεις που ασκήθηκαν από τις ΗΠΑ, κυρίως, αλλά και άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, προκειμένου να «αναθερμανθεί» ο ισραηλινο-παλαιστινιακός διάλογος, με γνώμονα τα δικά τους συμφέροντα, ήταν πολλές, αλλά - το βασικό εμπόδιο - η ισραηλινή άρνηση σε οτιδήποτε λιγότερο από τους ισραηλινούς όρους πάντα ίδια. Οσο οι συναντήσεις, οι χειραψίες και τα διπλωματικά χαμόγελα επαναλαμβάνονταν, τόσο πιο αρνητική γινόταν, επί της ουσίας, η κατάσταση στα παλαιστινιακά εδάφη. Μάλιστα, στη Γάζα, ο ισραηλινός στρατός εξαπέλυσε ευρεία στρατιωτική επιχείρηση, με πρόσχημα την εκτόξευση ρουκετών, στις αρχές του 2009, η οποία αιματοκύλισε τον παλαιστινιακό λαό και ταυτόχρονα διέλυσε σχεδόν όλες τις στοιχειώδεις υποδομές - νερό, ηλεκτρικό κλπ. - υποχρεώνοντας, ουσιαστικά, σε ακόμη μεγαλύτερη φτώχεια και εξαθλίωση τους επιζήσαντες, οι οποίοι εξαρτώνται πλέον πολύ περισσότερο από τη βοήθεια των ανθρωπιστικών οργανώσεων και του ΟΗΕ αλλά και των δικτύων της «Χαμάς». Η τελευταία απόπειρα αναθέρμανσης των συνομιλιών έγινε υπό την ασφυκτική πίεση της αμερικανικής διπλωματίας το φθινόπωρο του 2010. Δεν κατέληξε πουθενά, αφού η ισραηλινή ηγεσία αρνήθηκε, όπως και σήμερα, πεισματικά να «παγώσει» έστω την εποικιστική διαδικασία και να δεχθεί ως αφετηρία συζήτησης τα σύνορα του 1967. Ενα χρόνο αργότερα, η Παλαιστινιακή Αρχή προχώρησε στην κατάθεση μονομερούς αιτήματος αποδοχής της στον ΟΗΕ, κίνηση που θα ισοδυναμούσε με αναγνώριση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους. Παρά το γεγονός ότι η σχετική ομιλία Αμπάς, τον Σεπτέμβρη του 2011, ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ καταγράφηκε ως μία από τις σημαντικότερες στην ιστορία του ΟΗΕ, το παλαιστινιακό αίτημα εκκρεμεί λόγω της άρνησης των ΗΠΑ στο Συμβούλιο Ασφαλείας να το προωθήσουν «αδειάζοντας» τον καλό τους σύμμαχο στην περιοχή. Η αποδοχή της Παλαιστίνης ως μέλος στην UNESCO προκαλεί ακόμη αναταράξεις, με το Ισραήλ να διακηρύσσει ότι «παγώνει» τη συμμετοχή του στον οργανισμό. Η θλιβερή ενδο-παλαιστινιακή διχαστική εικόνα επηρέασε σημαντικά και τον τρόπο που το Παλαιστινιακό λειτουργούσε ως μέσο εκτόνωσης για τους λαούς άλλων αραβικών αυταρχικών χωρών, αλλά και ως ενωτικό στοιχείο απέναντι σε έναν κοινό εχθρό: Το Ισραήλ και όσους το στηρίζουν, δηλαδή τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Το κύμα ανατροπών που σάρωσε τον αραβικό κόσμο, τον τελευταίο κυρίως χρόνο, στο πλαίσιο ευρύτερων ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών για την περιοχή κατέστησε, ως ένα βαθμό, το Παλαιστινιακό περιθωριακό ζήτημα στην ευρύτερη ιμπεριαλιστική σκακιέρα της ευρείας Μέσης Ανατολής αφού στο νέο συσχετισμό δύναμης δεν μπορεί να διαδραματίσει το ρόλο του πολιορκητικού κριού, για προώθηση σχεδίων και συμφερόντων, όπως γινόταν μέχρι πρότινος. Ο αγώνας του παλαιστινιακού λαού μοιάζει να εντάσσεται, πλέον, στο γενικότερο αυτό πλαίσιο, όπου ολοένα σημαντικότερο ρόλο διαδραματίζουν οι ισλαμιστές «Αδελφοί Μουσουλμάνοι», οι οποίοι, ασχέτως των λεκτικών ριζοσπαστικών τους διακηρύξεων, εκπροσωπούν τμήματα της εκάστοτε αστικής τάξης και συνδιαλέγονται με τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, χειραγωγώντας σε αδιέξοδες και κυρίως αβλαβείς για το σύστημα κατευθύνσεις τη δικαιολογημένη λαϊκή οργή. Αυτή η, υπό διαμόρφωση, κατάσταση θα επηρεάσει, χωρίς να μπορεί να προβλεφτεί πώς ακριβώς, τον αγώνα του παλαιστινιακού λαού, που για να έχει επιτυχία απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μπουν εμπόδια και να ανατραπούν τα ιμπεριαλιστικά σχέδια. Σε αυτήν την πάλη ο παλαιστινιακός λαός έχει τη στήριξη των εργαζομένων όλου του κόσμου.