Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τους εγκληματικούς βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία έχουν μεταφερθεί και στην Ελλάδα, παρ' όλες τις καθησυχαστικές κορόνες που εκτοξεύουν κατά καιρούς οι διάφοροι κυβερνητικοί αρμόδιοι. Αυτό επιβεβαιώνεται σιγά σιγά και από τις εργαστηριακές αναλύσεις ξένων εργαστηρίων, στα οποία έχουν σταλεί δείγματα από την ατμόσφαιρα της Βόρειας Ελλάδας.
Οπως μάλιστα ανέφερε, σύμφωνα με πληροφορίες, χτες ο καθηγητής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης Σ. Ραψομανίκης,στη διάρκεια της συνεδρίασης Διεπιστημονικής Επιτροπής, που εξετάζει τις επιπτώσεις του πολέμου και πραγματοποιήθηκε στο ΤΕΕ, τα πρώτα αποτελέσματα από τις δειγματοληψίες που έγιναν κατά τις 7 και 8 Απρίλη στην Ξάνθη δείχνουν ανεβασμένες τιμές στις καρκινογόνες διοξίνες και το κλοφέν ως 15 φορές παραπάνω από τα συνήθη επίπεδα που μετρούνται στην περιοχή.Στην ίδια συνεδρίαση ο καθηγητής του ΑΠΘ Χ. Ζερεφός τόνισε ότι από την πρώτη στιγμή του πολέμου προειδοποίησε την κυβέρνηση πως αέριες μάζες με επικίνδυνους ρύπους κινούνται με κατεύθυνση τη χώρα μας.
Πάντως, οι επιστήμονες αυτοί, αμέσως μετά τη σύσκεψη δήλωσαν στους δημοσιογράφους ότι θα κάνουν επίσημες ανακοινώσεις σε τρεις μέρες, μόλις δηλαδή ολοκληρωθεί η επεξεργασία των εκατοντάδων αναλύσεων, που έχουν σταλεί από τα ξένα εργαστήρια και έφτασαν στη χώρα μας προχτές αργά το βράδυ και αφού προηγουμένως στείλουν την έκθεσή τους στην κυβέρνηση και τα κόμματα.
Κατά τη διάρκεια της σύσκεψης δεν έλειψαν οι "κόντρες", καθώς ο καθηγητής του ΑΠΘ Θ. Κουιμτζής,που έχει αναλάβει το έργο των μετρήσεων της ρύπανσης για λογαριασμό του ΥΠΕΧΩΔΕ, παρουσίασε κι αυτός πρώτες αναλύσεις από δείγματα που ελήφθησαν από δύο περιοχές της Θεσσαλονίκης. Το πρώτο δείγμα παρουσιάζει μειωμένες τιμές διοξινών, από τα επίπεδα που ήταν προ του πολέμου. Το δεύτερο δείγμα όμως που πάρθηκε από τη Χαλάστρα δείχνει αρκετά μεγάλη τιμή διοξινών (6 πικογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα), χωρίς όμως να υπάρχει μέτρο σύγκρισης με την προ του πολέμου εποχή. Ο Θ. Κουιμτζής μάλιστα, όταν ρωτήθηκε από τους δημοσιογράφους, δήλωσε ότι μπορεί εκείνη τη μέρα (21 Απρίλη) να εκλύονταν αυξημένες διοξίνες από... ξερόχορτα που καίγονταν στην περιοχή!
Πάντως, συνολικά οι επιστήμονες, σύμφωνα με δηλώσεις του προέδρου του ΤΕΕΚ. Λιάσκα,έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για την τεράστια οικολογική καταστροφή, που γίνεται εξαιτίας των συνεχιζόμενων βομβαρδισμών. Μάλιστα, παρ' όλο που οι επιπτώσεις στην ευρύτερη περιοχή - και στη χώρα μας - δεν έχουν διερευνηθεί ακόμη σε όλη τους την έκταση, αποφάσισαν να προσφύγουν τόσο στα αρμόδια όργανα του ΟΗΕ, όσο και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καταγγέλλοντας τη συστηματική παραβίαση των διεθνών συμβάσεων για το περιβάλλον, όπως η οδηγία Σεβέζο, η απαγόρευση βομβαρδισμών χημικών βιομηχανιών κ. ά. που έχει σαν συνέπεια την έκθεση σε άμεσο κίνδυνο των λαών της Βαλκανικής.
Επίσης, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι με τα μέχρι στιγμής στοιχεία, και σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας, δεν υπάρχει στη χώρα μας αύξηση ραδιενεργού ρύπανσης.
Διαπίστωσαν ακόμη ότι η χώρα μας δε διαθέτει εκείνο το δίκτυο μετρήσεων και εργαστηρίων που θα επέτρεπε την άμεση και ασφαλή εξαγωγή στοιχείων και συμπερασμάτων σε κάθε περίπτωση διασυνοριακής ρύπανσης.
Τέλος, η Επιτροπή επισήμανε ότι η καταστροφή στα μνημεία της Γιουγκοσλαβίας και κυρίως στο Κοσσυφοπέδιο είναι χωρίς προηγούμενο.
Ειδικότερα, όπως ανέφερε ο πρόεδρος του ελληνικού τμήματος του ICOMOS Ν. Αγριαντώνης,οι ζημιές στα μνημεία τις τελευταίες μέρες μεγιστοποιήθηκαν, ιδιαίτερα στο Κοσσυφοπέδιο, όπου βρίσκονται τα 1.700 από τα 3.000 καταγραμμένα μνημεία της Γιουγκοσλαβίας. Συγκεκριμένα έχουν καταστραφεί ολοκληρωτικά 90 μνημεία (τα περισσότερα του 15ου αιώνα), μεταξύ αυτών το ιστορικό κέντρο του Πετς,της ιστορικής και θρησκευτικής πρωτεύουσας των Σέρβων. Αλλα 242 μνημεία έχουν υποστεί σοβαρές ζημιές κυρίως στο φέροντα οργανισμό, ενώ σε άλλα 400 έχουν προκληθεί σοβαρές ζημιές σε τοιχογραφίες.Οι καταστροφές αυτές είναι συνεχείς και μάλιστα με εντεινόμενο ρυθμό τις τελευταίες μέρες.
Η Επιτροπή - που θα συνεδριάσει πάλι στις 13 Μάη - αποφάσισε να βρίσκεται σε συνεννόηση με τις αντίστοιχες οικολογικές και επιστημονικές οργανώσεις της Γιουγκοσλαβίας και των άλλων βαλκανικών χωρών, ώστε να πραγματοποιήσει το ταχύτερο δυνατόν επίσκεψη και επιτόπια αυτοψία για την ακριβή καταγραφή των ζημιών και την από κοινού ενημέρωση της διεθνούς κοινής γνώμης.
Τις "βολές" του βρώμικου πολέμου του ΝΑΤΟ και των "βρώμικων" συμφερόντων της ΕΕ δέχονται αυτό το διάστημα οι παραγωγοί σπαραγγιών.
Μια διεπαγγελματική οργάνωση της Γαλλίας, που φέρεται να δραστηριοποιείται στο χώρο των σπαραγγιών, έβγαλε μια ανακοίνωση, στην οποία αναφέρεται ότι "τα σπαράγγια των Βαλκανίων" έχουν επιβαρυνθεί με τοξικές ουσίες λόγω των βομβαρδισμών στη Γιουγκοσλαβία και ως εκ τούτου συνίσταται ακόμη και η απομόνωσή τους από την αγορά. Ομως, στα Βαλκάνια, σπαράγγια καλλιεργούνται μόνο στην Ελλάδα και η γαλλική αγροτική οργάνωση έσπευσε να εξυπηρετήσει τα δικά της συμφέροντα.
Ο υπουργός Γεωργίας χτες δήλωσε πως δεν υφίσταται πρόβλημα τοξικής επιβάρυνσης στα σπαράγγια, όπως και στις άλλες αγροτικές καλλιέργειες και πρόσθεσε πως αν η ανακοίνωση είχε γίνει από επίσημη κρατική υπηρεσία της Γαλλίας, τότε θα υπήρχε... άμεση αντίδραση. Παράλληλα ανακοίνωσε ότι δε διαπιστώθηκε απόρριψη ή κατάσχεση φορτίου σπαραγγιών από κανένα τελωνειακό σταθμό της ΕΕ και πως το θέμα των εξαγωγικών ροών των ελληνικών αγροτικών προϊόντων θα συζητηθεί ...στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας στις 17 και 18 Μάη.
Ωστόσο όμως, πέρα από όλα αυτά, τίθεται ζήτημα ανησυχίας για τους παραγωγούς, αλλά και το καταναλωτικό κοινό, αφού ήδη ανακοινώσεις επιστημονικών ομάδων κάνουν λόγο για αύξηση των τοξικών ουσιών στην ατμόσφαιρα και ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα. Εκτός αυτών με αφορμή το παράδειγμα των σπαραγγιών, δεν αποκλείεται ο "βρώμικος" εμπορικός πόλεμος σε βάρος ελληνικών αγροτικών προϊόντων να συνεχιστεί από συμφέροντα διάφορων χωρών της ΕΕ και τα επόμενα "θύματα" να είναι τα κεράσια και τα ροδάκινα.
Πρέπει να σημειωθεί ότι φέτος οι εξαγωγές στα σπαράγγια είναι μειωμένες κατά 30% και, όπως αναφέρουν αρμόδιοι παράγοντες, σε αυτό συνέβαλε και η ΝΑΤΟική επίθεση, καθώς έκλεισε η σύντομη δίοδος μέσω Γιουγκοσλαβίας και τα σπαράγγια που συγκαταλέγονται στα ευπαθή αγροτικά προϊόντα, μεταφέρονται αναγκαστικά μέσω Ιταλίας, πράγμα που σημαίνει καθυστέρηση και υποβάθμιση της ποιότητάς τους. Παράλληλα, οι παραγωγοί σπαραγγιών πέφτουν και "θύματα" της κερδοσκοπίας των εμπόρων, αφού ήδη πουλάνε σε μισή τιμή σε σύγκριση με πέρσι και οι τιμές πέφτουν συνεχώς.