Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ.
Είναι σαφές ότι η ΚΕ κάνει λόγο για την ανάγκη να γίνει άλμα στη δουλειά μας με στόχο να αντιστοιχίζεται σταθερά η καθοδηγητική μας δουλειά με την επαναστατική μας στρατηγική.
Η συμφωνία από τα καθοδηγητικά όργανα και τις ΚΟΒ για αυτή την ανάγκη υπάρχει. Το ζήτημα είναι πώς υπηρετείται στην καθημερινή πολιτική επαναστατική δουλειά.
Είναι γεγονός ότι ο σχεδιασμός στην ΚΟΒ δεν ξεκινάει πάντα με το σκεπτικό τι θα κάνω για να συναντηθώ, να γνωριστώ, να επιδράσω σε χιλιάδες εργατοϋπαλλήλους, τους λαϊκούς ανθρώπους, νέους και νέες που βρίσκονται στον χώρο ευθύνης μου, αλλά πώς θα βρω «τους δικούς μου». Δεν απαντάει στο ερώτημα πώς αξιοποιώ το αυξημένο κύρος του Κόμματος που διευρύνεται σταθερά κάτω και από την κεντρική παρέμβαση του Κόμματος, πώς θα καταφέρω π.χ. να ξεσηκώσω τη γειτονιά ιεραρχώντας μέτωπα πάλης, ανάλογα και με τις εξελίξεις κ.λπ.
Αν το Τομεακό Γραφείο και πιο συγκεκριμένα το Γραφείο της ΚΟΒ βλέπει τον χώρο ευθύνης κατάματα, καταμερίζει δυνάμεις με ιεράρχηση και συναίσθηση του τι μπορεί να κάνει η ΚΟΒ με βάση τους στόχους που θέτουμε, τότε αντικειμενικά προκύπτουν πιο σύνθετα καθήκοντα, από «την πεπατημένη» που λέει απλά «πού θα βγω εξόρμηση».
Για παράδειγμα αυτή τη στιγμή σε επίπεδο δήμων εξελίσσονται σοβαρές διεργασίες σε τοπικές οργανώσεις κομμάτων και παρατάξεων που έχει σημασία να τις εξετάσεις, να τις εκτιμήσεις, όχι μόνο για την εικόνα αλλά και για να δεις τι μπορείς εσύ να κερδίσεις από ανθρώπους που κοινωνικοταξικά μας ενδιαφέρουν και, παρά το ότι δεν έχει ξεφύγει η σκέψη και οι επαφές τους από τις δαγκάνες κυρίως της σοσιαλδημοκρατίας, μας παρακολουθούν από πιο κοντά.
Επίσης, αντικειμενικά χρειάζεται επεξεργασία, ανάλογα και την περιοχή, η προσπάθεια να αναδεικνύεις σταθερά το πώς εκφράζεται η αντιλαϊκή πολιτική κυβέρνησης - Περιφέρειας - δήμων με παραδείγματα που να διευκολύνουν να κατανοείται ο χαρακτήρας του αστικού κράτους και το τι κίνημα χρειάζεται, αποφεύγοντας έναν άτσαλο τρόπο που - άθελά μας - μπορεί να οδηγεί να φαίνεται ως αιτία των προβλημάτων κάποιες φορές η ανικανότητα του κράτους ή του δημάρχου.
`Η για παράδειγμα πρέπει να φωτιστεί και να γενικευτεί η περιορισμένη πείρα που υπάρχει από το πώς καθοδηγούνται σκόρπιες δυνάμεις, πολλές φορές ο ένας π.χ. σε μια γειτονιά ή χώρο δουλειάς.
Ακόμα ένα ζήτημα είναι το αν και πώς το Τομεακό Γραφείο, η Τομεακή Επιτροπή, το Γραφείο της ΚΟΒ έχει αντικειμενική εκτίμηση για το εύρος του κόσμου που ενσωματώνονται συμπεράσματα που έχουμε βγάλει σαν Κόμμα, είτε αφορούν π.χ. μια μάχη, αλλά και στρατηγικά συμπεράσματα που τους βοηθούν να αποκτάνε κριτήριο, να έχουν εμπιστοσύνη απέναντι στο Κόμμα, που καλλιεργούν την αντοχή σε πιέσεις που θα ενταθούν το επόμενο διάστημα. Π.χ η συζήτηση για το 2ο κεφάλαιο των Θέσεων συμβάλλει για να δημιουργηθεί κριτήριο σε ευρύτερο κόσμο για το τι κόμμα είμαστε, πώς σκέφτεται ένα επαναστατικό κόμμα για να ανταποκριθεί στην αποστολή του, συμβάλλει να αναγνωρίζεται πλατύτερα ο πρωτοπόρος επαναστατικός ρόλος του Κόμματος.
Με βάση όλα τα παραπάνω σίγουρα όλες οι ΚΟΒ δεν μπορούν με τον ίδιο τρόπο να είναι στην ίδια «ταχύτητα». Αλλά το Τομεακό Γραφείο πρέπει να μπορεί να είναι σε θέση με αντικειμενικό τρόπο να προσδιορίσει τι πρέπει να λυθεί σε κάθε ΚΟΒ.
Στις Θέσεις σημειώνεται ότι πολλές φορές η καθημερινότητα περιορίζεται σε ένα άθροισμα ενεργειών, με κύριο βάρος τα οργανωτικά καθήκοντα, χωρίς να υπάρχει η ανάλογη έγνοια για το ανέβασμα της συνολικής ικανότητας του Κόμματος, για την εξασφάλιση της ετοιμότητας για να ανταποκριθούμε σε πιο σύνθετα καθήκοντα.
Εδώ να θέσω έναν προβληματισμό: Ποια όργανα και τι μέγεθος των μελών του Κόμματος συνειδητοποιούν ότι μπορεί να κληθούν να δράσουν σε απότομες εξελίξεις που πολλές φορές περιγράφουμε; Δεν είναι ψυχολογικό το θέμα αλλά βαθιά πολιτικό, κατανόησης της ρευστότητας των εξελίξεων, των ποιοτικών αλλαγών που μπορεί να συντελεστούν ως αποτέλεσμα όξυνσης των αντιθέσεων, παρακολουθώντας τις επεξεργασίες της ΚΕ, βλέποντας την ουσία του συνθήματος του Συνεδρίου, και τη συζήτηση που θέλουμε να ανοίξει σε όλο το Κόμμα.
Γιατί είναι άλλο πράγμα να σκέφτεται ένας κομμουνιστής, μία κομμουνίστρια, ένα μέλος καθοδηγητικού οργάνου, ότι «εντάξει κάνω ό,τι μπορώ, έχω όμως και τη ζωή μου» και διαφορετικό ότι «προσπαθώ να παρακολουθήσω τα ζητήματα που θέτει η ΚΕ, έχω ανησυχία για τα αποτελέσματα της δουλειάς, ψάχνομαι σταθερά για το κατά πόσο ανταποκρίνομαι σε αυτό που μου έχει ανατεθεί, δουλεύω εντατικά έχοντας στο μυαλό μου ότι μπορεί να κληθώ να αντιμετωπίσω από τη χρέωσή μου πρωτόγνωρες καταστάσεις γιατί όλα τα ενδεχόμενα είναι πιθανά», κάτι που μπορεί να δημιουργεί ακόμα και φόβο για την εξέλιξη της ταξικής πάλης αλλά ταυτόχρονα έχεις και θέληση να τα καταφέρεις και να συμβάλεις στον ανώτερο σκοπό για τον οποίο παλεύουμε. Αλλιώς θα είναι η καθοδηγητική δουλειά και η προσωπική δουλειά του ενός και αλλιώς του άλλου.
Και επειδή λοιπόν ιδανικές ΚΟΒ και μέλη του Κόμματος δεν υπάρχουν, το θέμα είναι να ανέβει η απαίτηση των ίδιων των στελεχών από τον εαυτό τους να ανταποκριθούν στον ρόλο τους με βάση και τις συλλογικές αποφάσεις, ανάλογα και την χρέωση του καθενός, για να γίνει ένα ποιοτικό άλμα στη δουλειά μας.
Για την ανάπτυξη της ικανότητας όλων μας, ώστε και μαζική παρέμβαση στον χώρο ευθύνης μας να κάνουμε, και να βρίσκουμε τον απαραίτητο χρόνο για μελέτη, και να κάνουμε οργανωτική δουλειά με χαρτί και μολύβι, και να αφιερώνουμε σκέψη για την πείρα που βγαίνει από την παρέμβασή μας και τα συμπεράσματα που προκύπτουν. Η ισορροπία είναι δύσκολη, αλλά πρέπει να το λύσουμε και μπορούμε να τα καταφέρουμε.
Να συμβάλλουμε ώστε να βοηθιέται το κάθε μέλος του Κόμματος, το κάθε στέλεχος να αναπτύξει τις ικανότητές του. Δεν γίνεται αν θέλουμε να μετρήσουμε βήματα να μην απλωθεί η δουλειά σε όλες τις συντρόφισσες και τους συντρόφους, καθώς και σε έναν ευρύτερο περίγυρο που έχουμε διαμορφώσει με την ίδια μας τη δράση, με το σκεπτικό ότι όλοι είναι πολύτιμοι και για όλους υπάρχει δουλειά. Πρέπει να πάρει προβάδισμα η διαπαιδαγώγηση, πρώτα απ' όλα με το παράδειγμα, με ειλικρινές ενδιαφέρον που έχει μεγάλη σημασία, γιατί δεν κερδίζεις τον σεβασμό και την εκτίμηση αυτόματα αλλά την κερδίζεις κάθε μέρα.
Μπορούμε να πετύχουμε από όλη μας τη δουλειά να αποπνέει ότι ο Σοσιαλισμός δεν είναι μια ωραία ιδέα, αλλά η μόνη επιλογή για να δει προκοπή ο λαός, ενώ ο ατομικός αγώνας για να συμβάλλεις στην οικογένειά σου, για να ζεις με αξιοπρέπεια, είναι αναπόσπαστα δεμένος με τον συλλογικό αγώνα για την ανατροπή αυτού του σάπιου συστήματος.
Συμφωνώ με τις Θέσεις. Παρακάτω θέτω ορισμένες σκέψεις που αφορούν τη σημασία της ιδεολογικής δουλειάς για την παρέμβασή μας με βάση τη στρατηγική μας.
Νομίζω ότι υπάρχει μεγαλύτερη συνειδητοποίηση στα καθοδηγητικά όργανα της ανάγκης να μετρήσουμε βήματα στην ιδεολογική δουλειά με σωστό προσανατολισμό. Οτι αφορά την αναβάθμιση της ικανότητάς μας στη στρατολογία, στην αφομοίωση νέων δυνάμεων στις γραμμές μας και στην ανάπτυξη κομμουνιστικών χαρακτηριστικών, στη βελτίωση διεξαγωγής της διαπάλης τόσο με πολιτικές δυνάμεις όσο και με αντιλήψεις που συναντάμε στον ΚΝίτικο περίγυρο, ξεχωρίζοντας τα ζητήματα του ατομικού δικαιωματισμού ήδη από τις μαθητικές ηλικίες. Αυτή η ωρίμανση αφορά από την μια ότι τα τελευταία χρόνια κληθήκαμε να αναμετρηθούμε με απαιτητικά μέτωπα στην ιδεολογικοπολιτική διαπάλη όπως τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, το αστικό κράτος, το καπιταλιστικό κέρδος, τις έννοιες της ελευθερίας, του δικαιώματος κ.ά. Από την άλλη, είναι απόδειξη της συμβολής του σχεδιασμού μας που υλοποιήθηκε με ευθύνη του Κεντρικού Συμβουλίου.
Αυτό που ξεχωρίζει είναι η δουλειά που έχει γίνει με τον Οδηγητή σαν στοιχείο συγκρότησης της ΟΒ και η σημασία της υλοποίησης θεματικών συζητήσεων γύρω από τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης που εμφάνισαν δυσκολίες και προβλημάτισαν για το πώς θα γίνουμε συλλογικά καλύτεροι στο να συζητάμε πλατύτερα και πιο ικανά την πρόταση διεξόδου. Πρέπει να υπάρξει συνέχεια με τη συζήτηση γύρω από τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής επανάστασης και τα καθήκοντα των κομμουνιστών συμβάλλοντας στην άνοδο της διαπάλης με τον οπορτουνισμό και τη σοσιαλδημοκρατία, στην ενίσχυση της εκλαϊκευτικής μας ικανότητας στο πώς αλλάζει ο κόσμος, αν μετράει η δράση μας σήμερα κ.α.- ζητήματα που συναντάμε από νέους στους χώρους νεολαίας.
Μπορούμε, βέβαια, με συλλογική καθοδηγητική μέριμνα να αντιμετωπίσουμε ορισμένες συνήθειες που προκύπτουν κυρίως λόγω απειρίας και περιορισμένης τριβής. Παραθέτω μια πρώτη κωδικοποίησή τους χωρίς να έχουν, βέβαια, την ίδια αφετηρία ή έκταση σε κάθε περίπτωση.
Αρχικά, ότι το διάβασμα και η επαφή με τις επεξεργασίες μας είναι κυρίως ατομικό ζήτημα ή θέμα κλίσης. Εδώ η αδυναμία μας να οργανώσουμε συλλογικά αυτή τη δουλειά θεωρητικοποιείται, μένει στο ότι παίρνουμε απλά κάποιες πρωτοβουλίες συλλογικά και μετά επαφίεται στον κάθε σύντροφο ατομικά τι θα κάνει. Η κλίση, βέβαια, διαμορφώνεται και καλλιεργείται, δεν είναι απλά στη «φύση» του ανθρώπου.
Δεύτερον, ότι ο σχεδιασμός της ιδεολογικής δουλειάς αφορά τα «ελεύθερα» διαστήματα της Οργάνωσης. Αυτό αντικειμενικά πηγαίνει κόντρα στην κατεύθυνση για άνοδο στην ιδεολογικοπολιτική συζήτηση στα τρέχοντα ζητήματα, στο πώς συζητάει ένα όργανο την διαπάλη σε μια ανεβασμένη δραστηριότητα παίρνοντάς την υπόψη στον σχεδιασμό του.
Τρίτον, ότι το πρόβλημα είναι πως δεν διαβάζουν οι ΟΒ, ότι πρέπει να καλλιεργήσουμε απλά συνήθειες εκεί. Βέβαια το σύνολο των θετικών παραδειγμάτων αρχίζουν από τον καθοδηγητή, πως η δική του σχέση με το βιβλίο, η συζήτηση με αυτό και η παραπομπή σε αντίστοιχη βιβλιογραφία παρακινεί συντρόφους να ασχοληθούν παραπάνω. Η δυσκολία δεν πρέπει να μεταφέρεται στην ΟΒ καθώς αφορά τη συγκρότηση του στελεχικού δυναμικού, τους όρους συνεδρίασης και συζήτησης των Τομεακών Συμβουλίων, την αναβάθμιση του δικού τους ιδεολογικοπολιτικού επιπέδου. Αυτό εκφράζεται και με φαινόμενα αυτάρκειας, υποτίμησης του διαβάσματος στη λογική ότι «είναι γνωστά ζητήματα», «τα έχω ξαναδιαβάσει» και όχι στο πώς θα σκεφτώ καθοδηγητικά για τον χώρο ευθύνης.
Τέταρτον, ότι η ιδεολογική δουλειά αφορά μόνο την αφομοίωση βασικών γνώσεων από τις δυνάμεις της ΚΝΕ. Φυσικά, η ιεράρχηση είναι να μετρήσουμε βήματα και σε αυτό έχοντας αρκετά όπλα από τις εκλαϊκευτικές εκδόσεις της ΚΝΕ, την μικρή μαρξιστική βιβλιοθήκη με εκδόσεις όπως Για τον Μαρξ και τον Μαρξισμό, τα εσωκομματικά συστήματα μόρφωσης κ.ά. Το θέμα είναι να δίνουμε συνέχεια καθώς εξελίσσεται από την μια η ιδεολογική επίθεση της αστικής τάξης και από την άλλη ανεβαίνει η ανάγκη ανάπτυξης κομμουνιστικού υποβάθρου. Μπορεί να έχεις την ικανότητα να πεις ορισμένα πράγματα για την εκμετάλλευση αλλά η διαπάλη σήμερα δίνεται για την τεχνητή νοημοσύνη, να κατέχεις βασικές πλευρές για το κράτος αλλά σήμερα να πρέπει να αποδείξεις γιατί είναι εχθρικός ο ψηφιακός μετασχηματισμός του κ.λπ. Από τα συστήματα εσωκομματικής μόρφωσης έχουμε και αρνητική πείρα όπου η λειτουργία τους γίνεται με όρους τυπικού ελέγχου αλλά και θετική πείρα όπου το όργανο συζητά και δουλεύει συλλογικά κενά που εντοπίστηκαν κατά τη διάρκειά τους, προχωρά σε οργανωμένες παραγγελίες σαν συνέχεια του διαβάσματος κ.ά.
Πέμπτον, ότι η ιδεολογική δουλειά αφορά απλά το να γίνουμε καλύτεροι στη θεωρία μας σαν «σωστοί κομμουνιστές». Εδώ το κύριο λάθος είναι ότι όλα αυτά τα συζητάμε για εμάς, για εσωτερική κατανάλωση και όχι προκειμένου οι ιδέες μας, η πρότασή μας να αγκαλιάσουν τους πολλούς, να γίνουν πόλος συσπείρωσης μαζών. Σε αυτό ρόλο παίζει και το πώς δίνουμε ορισμένες πλευρές. Για παράδειγμα, οι έννοιες του ατομικού δικαιωματισμού και του υποκειμενικού ιδεαλισμού πρέπει να δοθούν στο ότι δεν αφορούν απλά μια αντιπαράθεση μεταξύ φιλοσόφων αλλά ζητήματα που συναντάμε μέσα στη συνείδηση της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Από το «έχω δικαίωμα να εργαστώ κόντρα στην απεργία», «θα κάνω μάθημά κόντρα στην απόφαση του συλλόγου μου» μέχρι και ζητήματα όπως «ο καθένας έχει την αλήθεια του», «εγώ σκέφτομαι σαν επιχειρηματίας» κ.λπ., αντιλήψεις που υπάρχουν μέσα στη νεολαία. Αντίστοιχα, έχει σημασία το πώς φωτίζουμε τον επαναστατικό τρόπο ζωής και την κομμουνιστικής ηθική. Οχι ηθικίστικα σαν να λέμε «να γίνει καλός πιστός του Θεού» αλλά γιατί χωρίς αυτά δεν μπορείς να αποτελέσεις επίκεντρο των εργαζομένων και της νεολαίας, να τους εμπνεύσεις, να δουν σε εσένα το διαφορετικό κόντρα στη μαζική κουλτούρα του καπιταλισμού.
Τέλος, ορισμένες πλευρές για την οργάνωση αυτής της δουλειάς. Ενα βασικό ζήτημα είναι η αξιοποίηση των δεικτών της ιδεολογικής δουλειάς αξιολογώντας, για παράδειγμα, τα βήματα με το συνδρομητικό δίκτυο της ΚΟΜΕΠ, με τη διακίνηση των εκδόσεων του ΚΣ της ΚΝΕ, την σωστή διεξαγωγή των συστημάτων εσωκομματικής μόρφωσης. Να εντάξουμε την νέα έκδοση της ΙΕ του ΚΣ «Αλήθειες και Ψέματα για τον καπιταλισμό 3. Για την εκμετάλλευση» στην προετοιμασία των μαθητών για τα αντίστοιχα σχολικά μαθήματα, των φοιτητών με «αντι-μαθήματα» στα αμφιθέατρα, των εργαζομένων για τη διαμόρφωση πλαισίων πάλης κ.ά. Να γίνει καλή προετοιμασία των Οργάνων στην διαπάλη γύρω από το κράτος, το μεταβατικό πρόγραμμα, το τι είναι σύγκρουση κ.λπ. μέσα και από θεματικές συζητήσεις για την σοσιαλιστική επανάσταση. Να αναπτύξουμε την λειτουργία και συνεδρίαση των Ιδεολογικών Επιτροπών με έμφαση ιδιαίτερα στην κωδικοποίηση της διαπάλης.