Αυξήθηκε κατά 363,6% η οικονομική επιβάρυνση των ασθενών, υπολογισμένη σε σταθερές τιμές
Η εξέλιξη αυτή αποτυπώνει τη συνεχή μείωση των δημόσιων δαπανών στην υγεία, που προωθεί η κυβέρνηση, και έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των ιδιωτικών δαπανών. Μάλιστα η επιβάρυνση του ασθενούς είναι μεγαλύτερη στο νοσοκομειακό σκέλος (σε σχέση με την ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη), γεγονός που αποκαλύπτει και τις εισπρακτικές επιδιώξεις της κυβέρνησης, με την καθιέρωση των απογευματινών ιατρείων στα δημόσια νοσοκομεία.
Τη μελέτη υπογράφουν ο Γ. Κυριόπουλος, ο Χ. Οικονόμου, ο Κ. Σουλιώτης και η Ευγ. Γεωργούση και έχει ως θέμα «Την επίδραση των τιμών στις αποφάσεις των χρηστών» και ειδικότερα την «Υποκατάσταση της νοσοκομειακής από τη φαρμακευτική περίθαλψη». Τα εργαλεία σύγκρισης που χρησιμοποιούν οι επιστήμονες είναι η συνασφάλιση, η καθαρή τιμή (βλέπε παραπλεύρως τους ορισμούς) και οι δείκτες τιμών των κατηγοριών περίθαλψης.
Οπως φαίνεται στο τμήμα Δ του Πίνακα 1 η καθαρή τιμή της νοσοκομειακής περίθαλψης από 4,4% το 1989 έφτασε στο 22% το 1998, «γεγονός το οποίο αποτυπώνει μια θεαματική ανοδική επιβάρυνση των χρηστών» σημειώνει ο Κ. Σουλιώτης στο βιβλίο «Οι δαπάνες υγείας στην Ελλάδα» (Εκδόσεις Παπαζήση). Επίσης οι καθαρές τιμές στην ιατρική περίθαλψη από 20,9% έφτασαν το 1997 στο 62,9% (πρόκειται για μια αύξηση 200%).
Τα στοιχεία του Πίνακα έχουν αντληθεί από το βιβλίο «Οι δαπάνες υγείας στην Ελλάδα», σελίδες 68-69, (Εκδόσεις Παπαζήση) |
«Η έκρηξη των τιμών, σημειώνουν οι επιστήμονες, επιβεβαιώνεται εμμέσως και από το γεγονός ότι ο πληθυσμός έχει αποστασιοποιηθεί από τη νοσοκομειακή περίθαλψη, δεδομένου ότι τα ποσοστά συνασφάλισης και κυρίως οι άτυπες συν-πληρωμές είναι υψηλές. Το 1989, το ποσοστό συνασφάλισης ήταν 13,1% και το 1997 ανήλθε στο 15% του συνόλου των νοσοκομειακών δαπανών. Τα ποσά καταβάλλονται από τους χρήστες στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και ασφαλώς είναι υψηλότερα, αν συνυπολογιστούν οι πληρωμές προς τους νοσοκομειακούς γιατρούς».
Μια αποτύπωση της έκρηξης των τιμών αποτυπώνεται και στον Πίνακα 2, όπου φαίνεται η εξέλιξη των δαπανών την περίοδο 1989-2000: Η ιδιωτική δαπάνη από 36,46% της συνολικής δαπάνης το 1989 αυξήθηκε σε 42,66% το 2000. Την ίδια περίοδο η δημόσια δαπάνη μειώθηκε από 63,54% σε 57,34%.
Τα δεδομένα της μελέτης τα οποία αφορούν στις δαπάνες Υγείας είναι από τη Διεύθυνση Εθνικών Λογαριασμών της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδας καθώς επίσης και τη Διεύθυνση Οικογενειακών Προϋπολογισμών για τον υπολογισμό της ιδιωτικής δαπάνης. Οι δείκτες τιμών εξήχθησαν από τα δεδομένα των δαπανών σε τρέχουσες και σταθερές τιμές με έτος βάσης το 1994. Με βάση αυτά τα στοιχεία υπολογίστηκαν τα μερίδια των διαφόρων κατηγοριών περίθαλψης (νοσοκομειακή, ιατρική, φαρμακευτική), τα ποσοστά συνασφάλισης τα οποία καταβάλλουν οι χρήστες τη στιγμή της ανταλλαγής και οι καθαρές τιμές.
Ως ποσοστό συνασφάλισης ορίζεται το ποσοστό των άμεσων πληρωμών στη συνολική δαπάνη την ώρα της αποπληρωμής. Η συνασφάλιση αναφέρεται σε ποσοστό επί της συνολικής δαπάνης, ενώ ως συμπληρωμή θεωρείται το ποσό το οποίο καταβάλλεται. Είναι γνωστό ότι τα επίσημα ποσοστά συνασφάλισης είναι ελάχιστα ή σχεδόν μηδενικά στη νοσοκομειακή και ιατρική περίθαλψη, ενώ στη φαρμακευτική περίθαλψη κυμαίνονται από μηδέν (0%) έως είκοσι πέντε (25%) κατά περίπτωση.
Στη μελέτη αυτή υπολογίστηκαν τα πραγματικά ποσοστά συνασφάλισης, τα οποία είναι οι άμεσες πληρωμές των νοικοκυριών, επίσημες και άτυπες, εξαιρούμενης της δαπάνης η οποία καταβάλλεται μέσω ιδιωτικής ασφάλισης.
Ως καθαρή τιμή ορίζεται η άμεση (θεσμοθετημένη και άτυπη) επιβάρυνση των νοικοκυριών για κάθε κατηγορία φροντίδας Υγείας στην εξεταζόμενη περίοδο και προκύπτει από το γινόμενο της εξέλιξης του δείκτη τιμών και του ποσοστού συνασφάλισης.