Στο οριστικό κλείσιμο της Π - Π προσανατολίζεται η κυβέρνηση, μετά την αποτυχία του τέταρτου διαγωνισμού για το ξεπούλημά της. Υποκρισία, οι προεκλογικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ Από την προηγούμενη δεκαετία η κυβέρνηση είχε προδιαγράψει, με την πολιτική της, τη σημερινή κατάληξη
Οριστική "ταφόπλακα" στην "Πειραϊκή - Πατραϊκή" βάζει τελικά η... εκσυγχρονιστική κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Το προανάγγειλε ουσιαστικά ο πρόεδρος του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ) Α. Τσουδερός, σχεδόν τρία χρόνια μετά τις προεκλογικές δεσμεύσεις του Α. Παπανδρέου το 1983 στην Πάτρα. Τότε που τα λόγια τα ψεύτικα και τα μεγάλα είχαν επιστρατευτεί για να κλαπεί η ψήφος των Πατρινών και μοιράζοντας από τα μπαλκόνια υποσχέσεις ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ θα στηρίξει, θα ενισχύσει και θα αναπτύξει το συγκρότημα της Π - Π!
Η επιλογή της κυβέρνησης για κλείσιμο του συγκροτήματος, μετά τον τέταρτο ανεπιτυχή διαγωνισμό για την εκποίηση των τελευταίων υπαρχόντων του, ήταν προδιαγεγραμμένη, γεγονός που ο "Ρ" επανειλημμένα σημείωνε. Οχι επειδή η εφημερίδα είχε υπόψη της ξεχωριστές πληροφορίες και υπόγειες διεργασίες, αλλά αναλύοντας ψύχραιμα και αντικειμενικά τις προοπτικές που κάθε φορά δημιουργούνταν από την εφαρμοζόμενη πολιτική. Λόγος γίνεται για την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και του άγριου ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, πολιτική συνεχούς υποβάθμισης του παραγωγικού δυναμικού της χώρας και περιθωριοποίησης της οικονομίας της χώρας συνολικά.
Η ιστορία της Π - Π, όπως και η ανάλογη άλλων βιομηχανικών μονάδων, έχει τη δική της αμαρτωλή ιστορία. Πάντως από την περίοδο που σημειώθηκε το οικονομικό ξετίναγμα της επιχείρησης, που από κοινού προκάλεσαν οι Στρατοκατσαμπαίοι ως ιδιοκτήτης της και οι διοικήσεις της Εθνικής Τράπεζας, που "φούσκωσαν" τα προσωπικά χρηματοκιβώτια των πρώτων με "θαλασσοδάνεια" ατελείωτων δισεκατομμυρίων, έχουν περάσει δεκατρία χρόνια. Από τότε χρονολογείται η ένταξη της επιχείρησης στον ΟΑΕ. Από τότε, ουσιαστικά, είχε τεθεί σε εφαρμογή το σχέδιο οριστικής διάλυσής της.
Η μέθοδος γνωστή και ιδιαίτερα προσφιλής στις κυβερνήσεις και του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Πρόκειται για τη συστηματική, επί μία δεκαετία, υπονόμευση και περιθωριοποίηση της Π - Π και την έναρξη αλλεπάλληλων διαγωνισμών για την εκποίηση της τωρινής ιδιοκτησίας της επιχείρησης, στα πλαίσια των οποίων προσπαθούν να την ξεπουλήσουν μέσα από τη μετατροπή των εργοστασίων της, σε οικόπεδα. Ο τέταρτος διαγωνισμός και οι σχετικές "προσφορές" που έγιναν γνωστές τη βδομάδα που μας πέρασε, έρχεται να επιβεβαιώσει το άγχος της κυβέρνησης να απαλλαγεί, αλλά και να απαλλάξει τους ανταγωνιστές του κλάδου, από την ύπαρξη της "Πειραϊκής - Πατραϊκής". Ετσι, το τεράστιο σκάνδαλο διάλυσης της Π - Π που ξεκίνησε το ΠΑΣΟΚ το 1986, επί υπουργίας πάλι της Β. Παπανδρέου, με την αυτονόμηση των εργοστασίων της, για να μπορεί πιο εύκολα να τα παραδώσει στους ιδιώτες, και αφού μεσολάβησαν οι αντίστοιχοι χειρισμοί της κυβέρνησης της ΝΔ, ολοκληρώνεται τώρα από την κυβέρνηση Σημίτη.
Ενδεικτικό προς αυτό είναι τα αποτελέσματα του τελευταίου διαγωνισμού, όπου το ενδιαφέρον εστιάστηκε σχεδόν αποκλειστικά στα μη παραγωγικά περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης (αποθήκες και αποθέματα), ενώ η μοναδική προσφορά για τις παραγωγικές μονάδες, εργοστάσια Πάτρας και Χαλκίδος είναι από την... τεχνική εταιρία ΕΡΓΑΣ ΑΤΕ - ΕΡΓΑ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ. Σε κάθε περίπτωση, όλες οι "προσφορές" δείχνουν τι επίλογο επιφυλάσσουν κυβέρνηση και μεγαλοεπιχειρηματίες για την Π - Π, τον πάλαι ποτέ κολοσσό της ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας, που στήριξε και θα μπορούσε να στηρίξει και στο μέλλον την οικονομία της χώρας. Οι ευθύνες είναι τεράστιες για τις κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, που όλα αυτά τα χρόνια δρομολόγησαν τη διάλυσή της, υπονομεύοντας έτσι τον στρατηγικής σημασίας για τη χώρα κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, προκειμένου να ικανοποιήσουν τα σχέδια των Βρυξελλών που επιτάσσουν "την άμεση συρρίκνωση του κλωστοϋφαντουργικού τομέα κατά 25% και του υφαντουργικού κατά 45%".
Η πορεία της Π - Π είναι συνυφασμένη με την ίδια την ιστορία της κλωστοϋφαντουργίας στην Ελλάδα. Πρόκειται για επιχείρηση - κολοσσό για τα δεδομένα της χώρας και όχι μόνο, που αριθμούσε 7.500 εργαζόμενους και διέθετε 11 εργοστάσια και παραγωγικές μονάδες σ' ολόκληρη τη χώρα, με εξαγωγές 33 δισ. δρχ., η οποία απορροφούσε πάνω από 30.000 τόνους βαμβάκι το χρόνο. Την επιχείρηση την εγκατέλειψαν ουσιαστικά, με τη μορφή της υπερχρεωμένης, "προβληματικής" εταιρίας, το 1982 οι ιδιοκτήτες Στράτος - Κατσάμπας. Λίγο αργότερα "πέρασε" στον έλεγχο του δημοσίου μέσω του ΟΑΕ με μόνο στόχο όχι βέβαια την "κοινωνικοποίησή" της, όπως υποστήριζαν οι κυβερνώντες του ΠΑΣΟΚ αλλά - όπως αποδείχτηκε από τους μεταγενέστερους χειρισμούς - την κοινωνικοποίηση των χρεών που είχαν δημιουργήσει οι Στρατοκατσαμπαίοι. Απώτερη επιδίωξη, η οικονομική εξυγίανση της επιχείρησης με μεταφορά των δεκάδων δισεκατομμυρίων χρεών στον κρατικό κορβανά και η εκ νέου απόδοσή της, "καθαρής" και "απαλλαγμένης" από υποχρεώσεις, σε ιδιώτες. Η πολιτική που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ μετά την ένταξη της επιχείρησης στον ΟΑΕ, δεν ήταν δυνατόν παρά να οδηγήσουν στη συρρίκνωση και τη συνεχή υπονόμευση της επιχείρησης. Δε θα μπορούσε άλλωστε να γίνει διαφορετικά, αφού όλες οι γαλαζοπράσινες κυβερνήσεις υιοθέτησαν τα σχέδια των Βρυξελλών που θέλουν τη δραστική μείωση συνολικά του κλάδου στην Ευρώπη, τη μεταφορά των "εργασιοβόρων" κυρίως επιχειρήσεων σε χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και γενικά σε χώρες με χαμηλό εργατικό κόστος, ενώ στα πλαίσια της ΕΕ ουσιαστικά στηρίζεται και διατηρείται η... "ελίτ" των επιχειρήσεων με το υποτιθέμενο "επώνυμο" και πάντως ακριβό προϊόν. Η πρώτη απόφαση υπονόμευσης της επιχείρησης πάρθηκε το 1986, όταν επί υπουργίας Β. Παπανδρέου αποφασίστηκε το "σπάσιμο" του ομίλου της Π - Π. Στην πραγματικότητα ο κατακερματισμός του ομίλου σε μικρότερες αυτόνομες επιχειρήσεις αποτελούσε ένα καραμπινάτο σκάνδαλο τεραστίων διαστάσεων σε βάρος του ομίλου, μια εγκληματική επιλογή εναντίον του κλάδου ένδυσης και της οικονομίας της χώρας, συνολικά.
Τα αποτελέσματα της πολιτικής αυτής αποδείχτηκαν τραγικά. Από τα 11 εργοστάσια της Π - Π, σήμερα λειτουργούν μόνο δύο,από ιδιώτες. Το εργοστάσιο του Καρπενησίου που πουλήθηκε "αντί πινακίου φακής" στους πρώην ιδιοκτήτες Στράτο - Κατσάμπα και η μονάδα της Σάμου που εκχωρήθηκε στον επιχειρηματία Χατζή. Πρόκειται για τον επιχειρηματία που πρόσφατα αρχικά ανακοίνωσε ότι κηρύσσει πτώχευση στον όμιλό του, ενώ λίγες μέρες μετά το ...ανακάλεσε. Και τα δύο εργοστάσια λειτουργούν με μειωμένο προσωπικό και με περικοπές των κατακτήσεων, που με αγώνες οι εργαζόμενοι είχαν καταχτήσει. Από τα 7.500 άτομα που εργάζονταν συνολικά στην Π - Π, σήμερα απασχολούνται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, περίπου 500 άτομα.
Ενδεικτική του εγκλήματος είναι και η περίπτωση της Π - Π ΓΑΒΡΙΗΛ,που ξεπουλήθηκε στους Παπαθανασίου - Κατσάμπα. Επί δυόμισι χρόνια οι ιδιώτες λεηλάτησαν στην πραγματικότητα ένα εργοστάσιο αξίας 7 δισ. δρχ., δίνοντας μόνο μια εγγυητική επιστολή 300 εκατομμυρίων δρχ. και στη συνέχεια διέκοψαν τη λειτουργία του, αξιώνοντας κι από πάνω αποζημίωση από το κράτος ύψους 600 εκατομμυρίων δρχ.! Αξίζει να σημειωθεί πως μόνο τα αποθέματα που υπήρχαν στον ΓΑΒΡΙΗΛ, ήταν αξίας 2,6 δισ. δρχ. Το εργοστάσιο επιστράφηκε στον ΟΑΕ σαν "στυμμένη λεμονόκουπα", για να πουληθεί σαν παλιοσίδερα στον πλειστηριασμό που αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ανάλογη ήταν και η τύχη του εργοστασίου των Φιλιατών, το οποίο αγόρασε ο Σ. Αργυρός και αφού το ξεζούμισε, του έβαλε πέρσι το καλοκαίρι λουκέτο, πετώντας στο δρόμο τους εργαζόμενους.
Τα συμπεράσματα από το τεράστιο σκάνδαλο που συντελέστηκε, επιβεβαιώνουν την ορθότητα των προτάσεων του συνδικαλιστικού κινήματος και την ανάγκη να λειτουργήσει ο όμιλος της Π - Π ενιαία, κάτω από τον έλεγχο του δημοσίου, κάτι όμως που είναι έξω από τη λογική της κυβέρνησης, η οποία είναι ενταγμένη στην εξυπηρέτηση ντόπιων και ξένων μεγαλοσυμφερόντων.
Χρύσα ΛΙΑΓΚΟΥ
Στη γραμμή που χάραξε η ΝΔ με το ομολογιακό δάνειο του 1991 και που πρόβλεπε τη δυνατότητα εκποίησης "πακέτων" μετοχών της Εθνικής σε ιδιώτες, κινείται και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με το νέο ομολογιακό που ανακοινώθηκε τη βδομάδα που πέρασε
Πού βαδίζει η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας (ΕΤΕ), η μεγαλύτερη ελληνική τράπεζα, η οποία ελέγχεται από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα; Ως πότε και πόσο θα αντέξει ακόμη η Εθνική να αποτελεί το μεγάλο πλυντήριο - που με την καθοδήγηση και τις ευλογίες της εκάστοτε κυβέρνησης - ξεπλένει τις βρωμιές των διαφόρων μεγαλοεπιχειρηματιών από τα παλιά και νέα "τζάκια", με τα δανεικά και αγύριστα, εις βάρος τόσο της ίδιας της Τράπεζας, όσο και της εθνικής οικονομίας;
Τα παραπάνω ερωτήματα γίνονται ιδιαίτερα επίκαιρα, μετά και τη συμφωνία στην οποία κατέληξε την περασμένη Τρίτη η διοίκηση της ΕΤΕ με το υπουργείο Οικονομικών, για τη ρύθμιση του "αμαρτωλού" ομολογιακού δανείου - με ρήτρα μετατροπής των ομολογιών σε μετοχές - το οποίο είχε εκδοθεί το 1991. Ερωτήματα, που απασχολούν ή πρέπει ν' απασχολούν όχι μόνο τους 17.000 περίπου εργαζόμενους στην Εθνική, αλλά και το σύνολο του ελληνικού λαού, καθώς η τύχη και η πορεία της ΕΤΕ συνδέεται άμεσα με την εθνική οικονομία της χώρας, αλλά και τα ασφαλιστικά Ταμεία των εργαζομένων, που κατέχουν ένα αξιόλογο πακέτο μετοχών της ΕΤΕ.
Αποτελεί κοινό μυστικό ότι η πολιτική που ακολούθησαν όλες οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις και οι διοριζόμενες από την εκάστοτε κυβέρνηση διοικήσεις στην Τράπεζα, έχει προκαλέσει τεράστια προβλήματα στην Εθνική Τράπεζα.Φτάνει μόνο ν' αναφερθεί ότι, όπως είχε αποκαλύψει τον Ιούλη του 1991 ο τότε διοικητής της ΕΤΕ, Μιχάλης Βρανόπουλος (δολοφονήθηκε το 1992), "η Εθνική, τα τελευταία 20 χρόνια, δάνεισε, χωρίς επιστροφή, το ποσό των 2.326 δισ. δραχμών". Πρόκειται, κατά κύριο λόγο, για δανεικά και αγύριστα - τα γνωστά ως "θαλασσοδάνεια" - που είχε χορηγήσει η Τράπεζα στη μεγάλη ιδιωτική πρωτοβουλία.
Ομως, αντί να εφαρμοστεί μια πολιτική ουσιαστικής εξυγίανσης της Εθνικής Τράπεζας, στην κατεύθυνση να ενισχυθεί η συμβολή της στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας και της καλύτερης εξυπηρέτησης των συμφερόντων των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων, οι κυβερνώντες αξιοποιούν τα υπαρκτά και μεγάλα προβλήματα της ΕΤΕ για την παραπέρα συρρίκνωση του δημόσιου χαρακτήρα της. Στα πλαίσια αυτά κινήθηκε και το ομολογιακό δάνειο των 119 δισ. δραχμών που είχε εκδοθεί το 1991, επί διοίκησης Βρανόπουλου,που έδινε τη δυνατότητα στον υπουργό Οικονομικών να πουλήσει σε ιδιώτες ομολογίες αξίας 102,1 δισ. δραχμών, που στη λήξη τους ήταν μετατρέψιμες σε μετοχές, περιορίζοντας έτσι δραστικά τη συμμετοχή του δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο της ΕΤΕ. Τα σχέδια αυτά δεν "περπάτησαν", καθώς οι ομολογίες μπορούσαν να μετατραπούν σε μετοχές από το 1994 και μετά, και στο διάστημα αυτό μεσολάβησε αλλαγή της κυβέρνησης (τον Οκτώβρη του 1993 επανήλθε το ΠΑΣΟΚ στην κυβερνητική εξουσία) και το θέμα "πάγωσε", χωρίς όμως να "παγώσουν" παράλληλα και τα μεγάλα προβλήματα της Εθνικής, που απαιτούσαν γενναία αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου.
Η αλλαγή της κυβέρνησης, όμως, δε σήμανε και αλλαγή πολιτικής. Ετσι, στην περίοδο 1994 - 1996 έγιναν πολλές κυβερνητικές συσκέψεις, με επίκεντρο την τύχη του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της Εθνικής Τράπεζας και μέσω αυτής του ομίλου των θυγατρικών της επιχειρήσεων. Στο διάστημα αυτό, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έδειξε ότι αναζητά την αντιμετώπιση των προβλημάτων της Εθνικής - όπως και των μεγάλων προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας - με μέτρα και πολιτικές που κινούνται στον αστερισμό των ιδιωτικοποιήσεων, που εφάρμοζε η κυβέρνηση της ΝΔ και είχαν χαραχτεί από το Διευθυντήριο των Βρυξελλών με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, την οποία υπερψήφισαν τα δύο μεγάλα κόμματα και οι μικροί συνοδοιπόροι τους (Πολιτική Ανοιξη και "ΣΥΝ"). Τελευταίο παράδειγμα, η "ρύθμιση" στην εκκρεμότητα του ομολογιακού δανείου του 1991, που συμφώνησε η διοίκηση της ΕΤΕ με το υπουργείο Οικονομικών και εγκρίθηκε από την επαναληπτική Γενική Συνέλευση των μετόχων την περασμένη Τρίτη.
Οπως έγραψε την περασμένη Τετάρτη ο "Ρ", η ρύθμιση αυτή εναποθέτει την τύχη του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της Εθνικής στην πολιτική βούληση του κόμματος ή του συνασπισμού κομμάτων που θα βρίσκονται στην κυβερνητική εξουσία στα αμέσως επόμενα χρόνια. Με δεδομένο ότι η σύμβαση προβλέπει πως από το 1997 μέχρι και το 2001 το νέο ομολογιακό δάνειο ύψους 102,1 δισ. δραχμών της ΕΤΕ - που αποτελείται από 8.076.371 ομολογίες - θα μετατραπεί υποχρεωτικά σε μετοχές με ρυθμό 20%, προκύπτει ότι στην επόμενη πενταετία θα μπορεί να μειωθεί ο έλεγχος του δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο της Εθνικής από 51% σήμερα στο 33,8% και να ενισχυθεί αντίστοιχα ο έλεγχος των ιδιωτών από 49% σε 66,2%!
Σύμφωνα με τη σύμβαση δημοσίου και Εθνικής, από τις ομολογίες που θα έχει στα συρτάρια του ο υπουργός Οικονομικών, θα μετατρέπονται σε μετοχές κάθε χρόνο - από το 1997 μέχρι το 2001 - 1.615.214 ομολογίες.Και το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται είναι: Τι θα κάνουν οι κυβερνώντες; Θα δώσουν εντολή στον υπουργό Οικονομικών να κρατήσει στα συρτάρια του υπουργείου τις ομολογίες της ΕΤΕ που θα είναι μετατρέψιμες σε ομολογίες - ενισχύοντας έτσι τη συμμετοχή του δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο της Τράπεζας - ή θα του πουν να τις πουλήσει σε ενδιαφερόμενους μεγαλοεπιχειρηματίες από την Ελλάδα και το εξωτερικό για να καλύψει τα κρατικά ελλείμματα, στα πλαίσια της πολιτικής του "λιγότερου κράτους";
Ο διοικητής της Εθνικής δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο ιδιωτικοποίησης της Τράπεζας, αφήνοντας με σαφήνεια να εννοηθεί ότι το θέμα είναι καθαρά ΠΟΛΙΤΙΚΟ. Αναφερόμενος στην τύχη του ομολογιακού δανείου, αν δηλαδή οι μετατρέψιμες σε ομολογίες μετοχές θα παραμείνουν στο δημόσιο ή θα πουληθούν σε ιδιώτες, είπε πως "αυτό είναι κάτι που θα μας το πει ο υπουργός Οικονομικών".Σχετικά με τις προθέσεις της διοίκησης της Εθνικής, δήλωσε: "Εμείς δε θα κάνουμε τίποτα ώστε να διαταράξουμε το σημερινό ιδιοκτησιακό καθεστώς της Εθνικής Τράπεζας, το μέλλον της οποίας στηρίζεται και θα στηρίζεται στα ασφαλιστικά Ταμεία (σ.σ. ελέγχουν περίπου το 42%). Εμείς ως Εθνική ελπίζουμε και θέλουμε να αναλάβουμε τη διαχείριση των ασφαλιστικών Ταμείων".
Τον κίνδυνο ιδιωτικοποίησης της Εθνικής επισήμανε και ο πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων στην ΕΤΕ, Σταύρος Κούκος,στην επαναληπτική συνέλευση των μετόχων της Τράπεζας, όπου δεν έθεσε μόνο εύλογα ερωτηματικά για τον τρόπο και τη διαδικασία με την οποία θα γίνεται η διαχείριση των μετοχών που θα προκύπτουν από τη σταδιακή μετατροπή των ομολογιών σε μετοχές.Διαβλέποντας τον κίνδυνο που ελλοχεύει για την ιδιωτικοποίηση της Εθνικής, υπογράμμισε:
Τα κείμενα έγραψε
ο Λάμπρος ΤΟΚΑΣ
Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου των επιχειρήσεων, κυρίως εκείνων που ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από το δημόσιο, με την έκδοση ομολογιακών δανείων που μετατρέπονται σε μετοχές σε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και με προκαθορισμένη την ονομαστική τιμή της μετοχής (ορίζεται ότι κάθε ομολογία θα αντιστοιχεί σε μία σε δύο ή σε παραπάνω μετοχές), δεν είναι ελληνική πατέντα. Αποτελεί μηχανισμό που εφαρμόζεται εκτεταμένα διεθνώς και χρησιμοποιείται για τη συγκαλυμμένη ιδιωτικοποίηση δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών, στα πλαίσια του "λιγότερου κράτους" και ενίσχυσης της κερδοσκοπικής ασυδοσίας των πολυεθνικών και των μεγαλοεπιχειρηματιών, που εύσχημα αποκαλούν "ιδιωτική πρωτοβουλία".
Ενδεικτικό από αυτή την άποψη είναι το γεγονός ότι ο όγκος των νέων εκδόσεων στις διεθνείς αγορές μετατρέψιμων ομολόγων, ξεπέρασε ήδη το σύνολο του 1995 φτάνοντας τα 15 δισ. δολάρια (περίπου 3,6 τρισεκατομμύρια δραχμές) και βρίσκεται καθ' οδόν να ξεπεράσει το ρεκόρ των 22 δισ. δολαρίων του 1994, καθώς οι επενδυτές αντισταθμίζουν τις θέσεις τους σχετικά με την κατεύθυνση των ομολογιακών και χρηματιστηριακών αγορών.
Η τρέχουσα τάση χαμηλών ομολογιακών αποδόσεων, σημαίνει πως οι εταιρίες και τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα μπορούν να συγκεντρώσουν χρηματοδότηση με πολύ ευνοϊκούς όρους.Σ' αυτόν τον τομέα, έχουν δραστηριοποιηθεί φέτος και γνωστές πολυεθνικές όπως η DAIMLER Benz, η Sumitomo Bank of Japan, οι βρετανικές Hemmerson και BAA.
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί, πως στην αγορά μετατρέψιμων ομολόγων μπήκε φέτος στο τελευταία δεκαήμερο του Ιούνη και η ιταλική κυβέρνηση. Εγινε το πρώτο κράτος - μέλος του "Ομίλου των Επτά", που χρησιμοποιεί την αγορά για την ιδιωτικοποίηση κρατικών εταιριών.Στα πλαίσια αυτά, η ιταλική κυβέρνηση αποφάσισε να εκδώσει μετατρέψιμο ομολογιακό δάνειο, προκειμένου να διαθέσει το 34,38% των μετοχών της INA (κρατικές εταιρίας ασφαλειών), σε ιδιώτες, μέσω των διεθνών χρηματαγορών.
Ισως, σύντομα δούμε και την ελληνική κυβέρνηση, να ακολουθεί το δρόμο της Ιταλίας, προσφέροντας στα διεθνή χρηματιστήρια την πώληση μετατρέψιμων σε μετοχές ομολογιακών δανείων της Εθνικής ή άλλων επιχειρήσεων, που ελέγχονται από το δημόσιο, προσφέροντας έτσι δείγματα γραφής για τις προθέσεις της να αξιοποιεί κατάλληλα όλους τους μηχανισμούς για την υλοποίηση της πολιτικής ιδιωτικοποιήσεων, που έχει ανοίξει για τα καλά την όρεξη των πολυεθνικών.
Από αυτή την άποψη,είναι αξιοσημείωτή η θέση που διατύπωσε ο διοικητής της ΕΤΕ Θ. Καρατζάς, στην ετήσια γενική συνέλευση των μετόχων της τράπεζας, που, φωτογραφίζοντας τις εξελίξεις, είπε: "Η κεφαλαιακή ενίσχυση της τράπεζας εξακολουθεί να αποτελεί επιδίωξη πρώτης προτεραιότητας, ώστε να μπορέσει η ΕΤΕ να επεκταθεί σε νέες προσοδοφόρες εργασίες και αγορές. Η ενίσχυση αυτή - είπε - θα επιτευχθεί με την άντληση πόρων από το Χρηματιστήριο και τις διεθνείς αγορές, τη μετατροπή του ομολογιακού δανείου του 1991 σε μορφή που να υπολογίζεται στα ίδια κεφάλαια της τράπεζας, καθώς και την ενίσχυση της εξυγίανσης του χαρτοφυλακίου της"...
Στον παραπάνω πίνακα φαίνεται η σύνθεση του μετοχικού κεφαλαίου της Εθνικής, που σήμερα αποτελείται από 15.883.342 μετοχές και μετά την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου - με το μετατρέψιμο ομολογιακό δάνειο των 102,1 δισ. δραχμών - το σύνολο των μετοχών της ΕΤΕ θα διαμορφωθεί σε 23.959.713 μετοχές.
Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι:
Κατά πόσο θα ανατραπεί το σημερινό ιδιοκτησιακό καθεστώς της Εθνικής, θα το διαπιστώσουμε στα αμέσως επόμενο χρόνια, από τον τρόπο που θα υλοποιηθεί η συμφωνία υπουργείου Οικονομικών και ΕΤΕ, καθώς επίσημα η κυβέρνηση δεν έχει κάνει καμιά δήλωση αν προτίθεται ή όχι να περιορίσει τη συμμετοχή του δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο της ΕΤΕ.