Παρέμβαση των ταξικών δυνάμεων με αφορμή τους πρόσφατους σεισμούς
«Οι μνήμες της ΡΙΚΟΜΕΞ, της ΦΑΡΑΝ και άλλων εργοστασίων είναι ολοζώντανες, γιατί είναι ποτισμένες με το αίμα της εργατικής τάξης. Οπως και για κάθε άλλο εργοδοτικό έγκλημα, κανένας κεφαλαιοκράτης δεν πλήρωσε γι' αυτούς τους θανάτους ούτε με μια μέρα φυλακή. Η "αδέκαστη" δικαιοσύνη, που λειτουργεί με ρυθμούς - αστραπή όταν πρόκειται να απαγορεύσει απεργίες, έκλεισε τα μάτια μπροστά στις ολοφάνερες ευθύνες για τα χάρτινα κτίρια. Ολες οι κυβερνήσεις μέχρι και σήμερα, που πάντα "φτάνουν το μαχαίρι στο κόκαλο", έστρωσαν απλόχερα το δρόμο για να πάρει η εργοδοσία ζεστό χρήμα από ασφαλιστικές αποζημιώσεις και να ξαναφτιάξει τις επιχειρήσεις της».
«Για το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, για το ΠΑΜΕ - συνεχίζει η ανακοίνωση - και τα ζητήματα των "φυσικών καταστροφών" δεν μπορούν, στα πλαίσια του άδικου, εκμεταλλευτικού καπιταλιστικού συστήματος, να αποτελέσουν αντικείμενο "συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων", δεν αφορούν "όλους μας το ίδιο". Αποτελούν, αντίθετα, ζήτημα ταξικής πάλης και αντιπαράθεσης, γιατί σχετίζονται με την κερδοφορία του κεφαλαίου, που προσπαθεί να "βγάλει και από τη μύγα ξίγκι", αδιαφορώντας για την ασφάλεια και την υγιεινή των εργαζομένων.
Οι στόχοι πάλης για τα ζητήματα της ασφάλειας των εργασιακών χώρων πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του διεκδικητικού πλαισίου του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος, κυριολεκτικά ζήτημα ζωής ή θανάτου για την εργατική τάξη. Δε χωράει κανένας εφησυχασμός, καμία επανάπαυση στις διαβεβαιώσεις της εργοδοσίας και των ανθρώπων της, κανένα παραμύθιασμα από ψεύτικες βεβαιώσεις "ασφάλειας και ποιότητας". Απαιτείται ενεργητική παρέμβαση και έλεγχος από τα ίδια τα ταξικά σωματεία, με ενεργοποίηση και ενημέρωση των εργαζομένων, γιατί μόνο έτσι μπορεί να διασφαλιστεί η λήψη έστω κάποιων λίγων ουσιαστικών μέτρων.
Η ασφάλεια των εργαζομένων σε περίπτωση σεισμού σχετίζεται με τη στατική επάρκεια των κτιριακών χώρων στον οποίο στεγάζεται η επιχείρηση (καταλληλότητα εδάφους, αντισεισμική θωράκιση κτιρίου κλπ.), ωστόσο δεν περιορίζεται μόνο σε αυτό το ζήτημα. Σχετίζεται και με πλήθος άλλων παραγόντων που αφορούν σε κινδύνους που μπορεί να προκληθούν στην περίπτωση ενός σεισμού ανάλογα με την παραγωγική διαδικασία (τραυματισμοί από πτώσεις υλικών, πυρκαγιές κλπ.)».
Το ΠΑΜΕ καλεί τους εργαζόμενους να απαιτήσουν άμεσα:
Σε αυτό το πλαίσιο, το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα απαιτεί:
Ανακοίνωση - παρέμβαση της ΚΟΘ, 30 χρόνια μετά το μεγάλο σεισμό στη Θεσσαλονίκη που παραμένει ανοχύρωτη απέναντι στους σεισμούς
Να διαμορφώσουν ένα πλατύ μέτωπο πάλης για να μπουν στέρεες βάσεις για την αντισεισμική θωράκιση και την προστασία του λαού από κάθε φυσικό φαινόμενο καλεί τους εργαζόμενους, τη νεολαία, την Τοπική Αυτοδιοίκηση, την επιστημονική κοινότητα, το λαό της Θεσσαλονίκης η ΚΟΘ του ΚΚΕ.
Σε ανακοίνωσή της, με αφορμή τη συμπλήρωση 30 χρόνων από το καταστροφικό χτύπημα του σεισμού των 6,8 ρίχτερ στις 20 Ιούνη 1978 που άφησε πίσω του 47 νεκρούς, πάνω από 150 τραυματίες και σοβαρές ζημιές, η ΚΟΘ του ΚΚΕ επισημαίνει:
«Το ΚΚΕ από χρόνια έχει βάλει το ζήτημα ότι πρέπει να υπάρχει ένας έλεγχος των συνεπειών που έχουν τα οικοδομήματα από τους σεισμούς. Ενας τέτοιος έλεγχος στη Θεσσαλονίκη δεν έχει γίνει, με ευθύνη των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ και της Νομαρχιακής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης εδώ και 30 χρόνια. Και όπου έχει γίνει έλεγχος, δεν πάρθηκαν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να διασφαλιστεί η ασφάλεια των κατασκευών. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα 4.500 δημόσια κτίρια που προβλεπόταν, έλεγχος έγινε μόνο στα 500.
Το γεγονός ότι 30 χρόνια μετά το μεγάλο σεισμό, οι κάτοικοι του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης εξακολουθούν να ζουν εγκλωβισμένοι σε οικοδομικά τετράγωνα με ογκώδεις πολυκατοικίες και με ελάχιστες οδούς ασφαλούς διαφυγής, χρειάζεται να μας προβληματίσει. Οι ελεύθεροι χώροι στους οποίους θα μπορούσαν να καταφύγουν οι κάτοικοι σε περίπτωση σεισμού είναι ελάχιστοι.
Αν στα παραπάνω προστεθεί και το γεγονός ότι δεν έχει θεσμοθετηθεί διαδικασία επέμβασης και ελέγχου των δημοσίων κτιρίων και δεν έχουν διατεθεί πιστώσεις για ολοκληρωμένο σεισμικό έλεγχο των παλιών κτιρίων, τότε, μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η Θεσσαλονίκη, 30 χρόνια μετά τον καταστροφικό σεισμό, εξακολουθεί να παραμένει μια προσεισμικά ανοχύρωτη πόλη.
Καταλήγοντας η ανακοίνωση της ΚΟΘ, τονίζει: Μια αντισεισμική πολιτική απαιτεί ολοκληρωμένο σχεδιασμό. Καταγραφή, έρευνα και μελέτη της σεισμικής επικινδυνότητας των διαφόρων περιοχών της χώρας. Μικροζωνικές μελέτες για να προσδιορίζονται οι όροι πολεοδόμησης. Δημόσιο έλεγχο που να επιβεβαιώνει την εφαρμογή των κανόνων πολεοδόμησης. Επιστημονικό έλεγχο όλων των κτιρίων και ιδιαίτερα των αυθαίρετων. Ελεγχο για την ασφάλεια των εργαζομένων στις βιομηχανίες. Συνεχή ενημέρωση του κόσμου για τη σεισμική δραστηριότητα στην περιοχή που ζει. Θεσμοθέτηση σχεδίου αντιμετώπισης των σεισμών σε όλη τη χώρα, ανά περιφέρεια και νομό.
Αυτή είναι η πρόταση που εδώ και καιρό έχει καταθέσει το ΚΚΕ για την αντισεισμική θωράκιση της χώρας και μέσα από την ημερίδα που πραγματοποίησε η ΚΟΘ με σημαντικούς επιστήμονες της Πολυτεχνικής Σχολής και του Γεωφυσικού Εργαστηρίου του ΑΠΘ το Γενάρη του 2008. Πρόταση "χτισμένη" με γνώμονα το συμφέρον της εργατικής τάξης».
Κατεδαφιστέα κρίθηκαν συνολικά 12 σχολεία στους Νομούς Ηλείας και Αχαΐας, ύστερα από τους δευτεροβάθμιους ελέγχους που πραγματοποίησε ο ΟΣΚ. Ειδικότερα, στην Ηλεία κατεδαφιστέα κρίθηκαν τα σχολεία: 1ο Λύκειο Πύργου, Γυμνάσιο - Λύκειο Καράτουλα, Δημοτικό Νέας Μανωλάδας, Δημοτικό Περιστερίου Αμαλιάδας και Γυμνάσιο - Λύκειο Σιμόπουλου, ενώ στην Αχαΐα τα: Δημοτικό Βραχνέικων, Γυμνάσιο Ερυμάνθιας, Δημοτικό Ερυμάνθιας, Δημοτικό Κρίνου, Δημοτικό Μετοχίου, 2ο Δημοτικό Κάτω Αχαγιάς και Γυμνάσιο Λουσικών.
Οι μεγάλες πληγές και στα δημόσια εκπαιδευτήρια των νομών Ηλείας και Αχαΐας, που άφησε πίσω του ο σεισμός των 6,5 Ρίχτερ που χτύπησε την Πελοπόννησο, επιβεβαιώνουν την αναγκαιότητα των προσεισμικών ελέγχων σε όλη την Ελλάδα, στο πλαίσιο ενός γενικότερου προγράμματος αντισεισμικής θωράκισης και προστασίας.