ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 18 Μάη 2008
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
«Ιουλιανών» συνέχεια...

Η γενιά του 114 δέχεται την επίθεση της αστυνομίας (1962)
Η γενιά του 114 δέχεται την επίθεση της αστυνομίας (1962)
Τα συμπεράσματα (διδάγματα) από τα γεγονότα των χρόνων 1965 - 1967, πιο σωστά της περιόδου 1950 - 1967, αναδείχνοντας τον ταξικό ρόλο του αστικού πολιτικού συστήματος και τη σήψη του, αναδείχνουν ταυτόχρονα τον ιστορικά ξεπερασμένο χαρακτήρα του.

Η αξία τέτοιων συμπερασμάτων είναι διαχρονική, ανεξάρτητα και πέρα από το γεγονός ότι σήμερα δεν υπάρχει το Παλάτι, δεν γίνονται «αποστασίες», το ΚΚΕ δρα στη νομιμότητα και οι ενδοαστικές αντιθέσεις εκφράζονται σε διαφορετικά επίπεδα σε σύγκριση με εκείνων των χρόνων, ενώ για την ώρα μπορεί να τιθασεύονται και οι δικομματικές πλευρές να βαδίζουν χέρι χέρι, μαζί με τα συμπληρώματα της διαχείρισης.

Είναι απίστευτος ο χλευασμός που υπέστη ο λαός στα προδικτατορικά χρόνια από τις ηγεσίες των αστικών κομμάτων.

Μόλις ο Γ. Παπανδρέου υπέβαλε την παραίτησή του στο βασιλιά, ο τελευταίος όρισε πρωθυπουργό τον Γ. Αθανασιάδη - Νόβα, πρόεδρο της Βουλής και στέλεχος της «Ενωσης Κέντρου». Η κυβέρνηση, που σχημάτισε ο τελευταίος, καταψηφίστηκε από τη Βουλή. Ακολούθησε ο σχηματισμός άλλης βασιλικής κυβέρνησης, υπό τον Ηλία Τσιριμώκο, επίσης ηγετικό στέλεχος του Κέντρου, που και αυτή καταψηφίστηκε από τη Βουλή. Οι ψήφοι της ΕΡΕ και των «αποστατών» του Κέντρου δεν έφταναν. Εφτασαν αργότερα, όταν προστέθηκαν και νέοι «αποστάτες» του Κέντρου, με αποτέλεσμα η τρίτη κατά σειρά κυβέρνηση, αυτή του Στ. Στεφανόπουλου, να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή και να κυβερνήσει επί 15 μήνες.

Είναι φανερό και μόνο από τα προηγούμενα ότι υπήρξε και παρασκήνιο και εξαγορά βουλευτών. Ολα αυτά στο όνομα της δημοκρατίας και μέσα σε ένα κλίμα που οργίαζε ο αντικομμουνισμός, η τρομοκρατία των τανκς και η κινδυνολογία για το ανύπαρκτο λαϊκό μέτωπο και τον επίσης ανύπαρκτο για το αστικό σύστημα κομμουνιστικό κίνδυνο.

Απρίλης 1963: Η κυβέρνηση Καραμανλή απαγορεύει την ετήσια Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης. Στέλνει δυνάμεις της αστυνομίας και του στρατού για να καταλάβουν το δρόμο. Περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι συνελήφθησαν
Απρίλης 1963: Η κυβέρνηση Καραμανλή απαγορεύει την ετήσια Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης. Στέλνει δυνάμεις της αστυνομίας και του στρατού για να καταλάβουν το δρόμο. Περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι συνελήφθησαν
Ωστόσο, βλέποντας κανείς τα τότε γεγονότα από τη χρονική απόσταση που διανύθηκε, σε μια θεμελιώδη διαπίστωση καταλήγει ως προς τη διαφορά του τότε με το σήμερα: Ο εμπαιγμός σε βάρος του λαού γινόταν πιο απροκάλυπτα, ενώ σήμερα είναι σχετικά συγκαλυμμένος, «κοσμείται» με ιδεολογήματα και η τρομοκρατία δεν ασκείται με την απειλή κάποιας στρατιωτικής χούντας. Ασκείται με σύγχρονα ιδεολογικά και πολιτικά μέσα, με «τρομονόμους» και άλλα, που επίσης θωρακίζουν την κρατική καταστολή.

Το κύριο συμπέρασμα είναι η μεγάλη όξυνση εκείνα τα χρόνια των ενδοαστικών αντιθέσεων στο πολιτικό σύστημα. Ορθώνεται ανάγλυφα σε όλη την περίοδο το «τρίπολο» Παλάτι - κυβερνήσεις - στρατός. Κάθε μέρος είχε μια σχετική αυτονομία και θεωρούσε τον εαυτό του τον καλύτερο εγγυητή του συστήματος.

Ολα τα άλλα, όπως: Το έγγραφο της CIA που δημοσίευσαν ΤΑ ΝΕΑ, το αν κινδύνευε η ζωή του Καραμανλή από το Παλάτι και του Ανδρέα Παπανδρέου από τη χούντα, το αν ο Κ. Μητσοτάκης βρισκόταν (ασφαλώς και θα βρισκόταν) σε επαφή με το Παλάτι, αποτελούν δευτερεύουσας και τριτεύουσας σημασίας ζητήματα, που η ιστορική έρευνα ασφαλώς δεν πρέπει να βγάλει από το οπτικό της πεδίο. Αλλά είναι δευτερεύοντα, όπως τελείως δευτερεύον είναι και το αν υπήρχαν προσωπικές φιλοδοξίες (Κ. Μητσοτάκης κατά Α. Παπανδρέου) για τη διαδοχή του Γ. Παπανδρέου. Η γενική πορεία των ιστορικών γεγονότων δεν καθορίζεται απ' αυτές. Το κύριο, λέμε και πάλι, είναι γνωστό και αποδειγμένο: Οξυνση και αλληλοδιαπλοκή των εσωτερικών ενδοαστικών αντιθέσεων και του ξένου ιμπεριαλιστικού παράγοντα (ΗΠΑ - ΝΑΤΟ).

Από διαδηλώσεις της εποχής
Από διαδηλώσεις της εποχής
Αυτή η αλήθεια προκύπτει από τη συζήτηση που συνεχίστηκε και τη βδομάδα που πέρασε μετά το συνέδριο του «Ιδρύματος Κ. Μητσοτάκης» για το 1965, μέσα από συνεντεύξεις και άρθρα αστών παραγόντων, ανεξάρτητα από την ταξική σκοπιά που αναλύουν το συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο οι συμμετέχοντες στη συζήτηση.

1. Υπήρξε σύγκρουση Κ. Καραμανλή και βασιλέων; Υπήρξε και ήταν οξύτατη. Ο πρώην πρόεδρος του Αρείου Πάγου κ. Β.Α. Κόκκινος, δίχως να δίνει απάντηση, έθεσε το εξής ζήτημα, που είναι ουσιαστικό, αν και αποτελεί απλώς την κορυφή του παγόβουνου:

«Και το μέγα ερώτημα είναι: Πώς ο μεγάλος αυτός πολιτικός άνδρας εγκατέλειψε αιφνιδίως την πολιτική; Είναι πολύ επιπολαία η εκτίμηση ότι ο εγωισμός του δεν του επέτρεπε τον ρόλο του αρχηγού της αντιπολιτεύσεως. Εξίσου επιπόλαιες είναι οι απόψεις ότι τάχα ο Κ. Καραμανλής συνείχετο από "πλέγματα ενοχής" για τις εκλογές βίας και νοθείας του 1961, τη δολοφονία του Λαμπράκη και τη Συμφωνία της Ζυρίχης. (...) Γιατί επομένως έφυγε αστραπιαίως ο Κ. Καραμανλής από την Ελλάδα και μάλιστα με το επώνυμο της γραμματέως του; Είναι αληθές το λεγόμενο ότι απειλήθηκε η ζωή του, και προειδοποιήθηκε, όπως διαθρυλείται, από τον Σοφοκλή Βενιζέλο ή από παράγοντα των Ανακτόρων να εγκαταλείψει την Ελλάδα το ταχύτερο;» (ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 11 Μάη 2008).

Βεβαίως, σε αυτό το ερώτημα που ο κ. Κόκκινος απλώς θέτει, έχει δοθεί απάντηση. Την έχουν δώσει οι εφημερίδες της ΕΡΕ:

«Σκοπός του πρωθυπουργού δεν είναι η διατήρησις της εξουσίας αντί πάσης θυσίας, αλλά η αποδοχή πάσης θυσίας (προσωπικής, πολιτικής και κομματικής) προκειμένου να λειτουργήσει ομαλώς το Πολίτευμα και να τηρηθεί η συνταγματική τάξις. Η πρωθυπουργία και η εξουσία πρέπει να θυσιάζονται όταν πρόκειται περί ζητημάτων αρχής», έγραφε η εφημερίδα της παράταξής του «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ», όταν ο Καραμανλής παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία το 1963 μετά τη ρήξη με το βασιλιά Παύλο. (ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ, αρχείο, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΚΕΙΜΕΝΑ, τ. 6ος, σελ. 17).

Από διαδηλώσεις της εποχής
Από διαδηλώσεις της εποχής
Την ίδια θέση διατύπωσε τότε και η εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»:

«Η απόφαση αυτή του αρχηγού της ΕΡΕ υπήρξεν από πάσης απόψεως αξιέπαινος. Διότι δεν διευκολύνει απλώς τον ανώτατον άρχοντα εις τας κινήσεις του, αλλ' αποτρέπει σοβαρωτέρας εμπλοκάς, αι οποίαι θα ήτο δυνατόν να προέλθουν εκ της εμμονής εις ωρισμένας θέσεις...». (ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ, αρχείο, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΚΕΙΜΕΝΑ, τ. 6ος, σελ. 18).

Τα παραπάνω μας λένε σαφέστατα ότι ο Καραμανλής έβαλε πάνω απ' όλα το ταξικό συμφέρον, που στη δοσμένη στιγμή πίστευε ότι έτσι εξυπηρετείται καλύτερα, ανεξάρτητα τι πιστεύει ο καθένας. Απέφυγε να έρθει σε δυναμική σύγκρουση με το Παλάτι, δηλαδή χρησιμοποιώντας στρατιωτικές δυνάμεις ή απειλώντας ότι θα χρησιμοποιήσει, αφού εκεί οδηγούσε μοιραία τυχόν εμμονή στις θέσεις του.

Αποτελούσε αντίφαση η σύγκρουση του Καραμανλή με το βασιλιά, σε σχέση με το γεγονός ότι χάρη στην επιλογή του από το Παλάτι έγινε πρωθυπουργός ο Καραμανλής το 1955, μετά το θάνατο του Παπάγου; Καμία αντίφαση. Εκείνο τον καιρό ήταν ο Καραμανλής ο εκλεκτός των Ανακτόρων. Αργότερα έγινε ο Γ. Παπανδρέου. Σε συνέχεια οι «αποστάτες». Κατόπιν (1966) προέκυψε η συμφωνία ΕΡΕ - Κέντρου - Ανακτόρων. Ακολούθως, η συμμαχία ΕΡΕ - Ανακτόρων και προέκυψε η κυβέρνηση Π. Κανελλοπούλου. Καμία αντίφαση λοιπόν...

Εχοντας πάρει τα γεγονότα την παραπάνω πορεία και έχοντας αποφύγει ο Καραμανλής τη δυναμική σύγκρουση με το Παλάτι, διαπίστωνε ο ίδιος:

«Η διάσταση με τον βασιλέα αποτέλεσε την τελευταία πράξη σε μια αλληλουχία γεγονότων (...). Η προσπάθεια για την εξασφάλιση συναινετικής διαδικασίας με σκοπό την αναθεώρηση του Συντάγματος, προϋπόθεση για την εξυγίανση του δημόσιου βίου, τον κοινωνικό εκσυγχρονισμό και την ανανέωση των μεθόδων ασκήσεως της πολιτικής εξουσίας, θα κατέληγε να ανασταλεί για μια τουλάχιστον δεκαετία». (ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ, αρχείο, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΚΕΙΜΕΝΑ, τόμος 6ος, σελ. 15, έκδοση «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ»).

Ενώ για τη συμμαχία που είχε προκύψει το 1963, ανάμεσα στο Παλάτι και στην Ενωση Κέντρου, ο Καραμανλής έγραψε φανερά οργισμένος:

«Ο βασιλεύς όχι μόνον έδωσεν εις τον Παπανδρέου την εντολήν, αλλ' απέφυγε να δώση και οιανδήποτε απάντησιν εις το τελευταίο μου διάβημα (...). Την επομένην της αναθέσεως της εντολής εις τον Παπανδρέου, συνεκάλεσα εις σύσκεψιν τους επιτελείς του κόμματός μου και υπεστήριξα την ανάγκην όπως ασκηθή κριτική επί της ενεργείας αυτής του βασιλέως. Οι περισσότεροι εφάνησαν επιφυλακτικοί, διότι εφοβούντο την ρήξιν με το Στέμμα. Και τελικώς επεκράτησεν η άποψις της αναμονής». (ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ, αρχείο, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΚΕΙΜΕΝΑ, τόμος 6ος, σελ. 113, έκδοση «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ»).

Ο Καραμανλής, λοιπόν, αποχώρησε από την πολιτική, επειδή δεν μπορούσε πια να κυβερνήσει όπως εκείνος επιδίωκε, δηλαδή στη βάση μιας πολιτικής εκσυγχρονισμού του αστικού πολιτικού συστήματος. Δεν είχε νόημα να παραμένει στην πολιτική. Είχε αποφύγει τη σύγκρουση, ακριβώς επειδή δεν ήθελε, ή δεν είχε το πολιτικό θάρρος, ή δεν μπορούσε, ή όλα αυτά μαζί. Επέλεξε να παραμείνει η μεγάλη πολιτική εφεδρεία της αστικής τάξης.

2. Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ και το Παλάτι δεν ήθελαν το 1965 την κυβέρνηση της «Ενωσης Κέντρου», όπως επίσης και την επάνοδό της στη διακυβέρνηση, που θεωρούνταν σίγουρη αν γίνονταν οι εκλογές του Μαΐου 1967, το γεγονός αυτό, λοιπόν, δεν σημαίνει και ότι η «Ενωση Κέντρου» δεν ήταν κόμμα της πλουτοκρατίας. Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ και με τη Βρετανία είχαν έρθει στο παρελθόν διάφορες κυβερνήσεις, π.χ. για χειρισμούς στο Κυπριακό. Δεν αποτελούσε αυτό στοιχείο προοδευτικότητας. Ηταν ενδοαστική διαφορά. Το 1974 ο Κ. Καραμανλής έβγαλε την Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Σε τι άλλαζε αυτό την ταξική πολιτική του κατεύθυνση;

Εξάλλου, στο παρελθόν είχε συμβεί και το ακριβώς αντίθετο. Από το 1950 ως το 1952 οι ΗΠΑ προτιμούσαν τον Πλαστήρα από τον Παπάγο. Οταν ο Παπάγος και μετά ο Κ. Καραμανλής έγιναν πρωθυπουργοί, οι ΗΠΑ ενθάρρυναν και υπογράμμιζαν την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα ισχυρό «εθνικό κόμμα», του Κέντρου. Αυτές οι κινήσεις τους εντάθηκαν μετά τις εκλογές του 1958, όταν η ΕΔΑ έγινε αξιωματική αντιπολίτευση. (Ας σημειωθεί εδώ ότι η ηγεσία της «Ενωσης Κέντρου» γνώριζε το καθεστώς «της βίας και της νοθείας» μέσα στο οποίο θα διεξάγονταν οι βουλευτικές εκλογές του 1961. Ομως υπολόγιζε ότι θα επωφεληθεί εκείνη σε βάρος της ΕΔΑ και όχι η ΕΡΕ, όπως τελικά έγινε. Ετσι, «θυμήθηκε» το γεγονός αμέσως μετά τις εκλογές και κήρυξε τον «ανένδοτο αγώνα»!). Το 1963 και το 1964 οι ΗΠΑ δεν αντιτάχθηκαν, αντίθετα είδαν με καλό μάτι την άνοδο της «Ενωσης Κέντρου» στη διακυβέρνηση.

Συνεπώς, το γεγονός ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ στράφηκε αργότερα κατά των Γεωργίου και Ανδρέα Παπανδρέου, έδειχνε ότι είχε έρθει η ώρα να πέσει η «Ενωση Κέντρου» σε δυσμένεια.

3. Οπως συνάγεται από τις ίδιες τις ομολογίες αστών πολιτικών, όλοι περίμεναν τότε ότι θα γίνει στρατιωτική δικτατορία. Και ο Γ. Παπανδρέου και ο Κ. Μητσοτάκης και ο Κ. Καραμανλής και άλλοι. Ολοι περίμεναν, αλλά δεν έκαναν τίποτα για να την αποτρέψουν. Κυρίως, δεν ήθελαν τη λαϊκή κινητοποίηση. Επομένως, το να ρίχνει ο Κ. Μητσοτάκης και οι πολιτικοί απόγονοι των Παπανδρέου ο ένας την ευθύνη στον άλλο, δείχνει απλώς το μέγεθος της υποκρισίας τους.

Ωστόσο, πώς συνέβη και αιφνιδιάστηκαν όλοι από το στρατιωτικό πραξικόπημα; Συνέβη, επειδή περίμεναν, αν αυτό εκδηλωνόταν, να γίνει από το Παλάτι, που έλεγχε το στρατό. Ας θυμηθούμε τον Καραμανλή:

«...δεν εξεπλάγην όταν επληροφορήθην το κίνημα της 21ης Απριλίου. Εξεπλάγην όμως για τη μορφήν που έλαβε, δεδομένου ότι εκείνο το οποίον θα ηδύνατο να αναμένεται ήτο η επέμβασις του στρατού κατά το προηγούμενον της Τουρκίας και με σκοπόν να κατασιγάση τα πάθη, να μεταρρυθμίση το Σύνταγμα και να αποκαταστήση εν συνεχεία τη λαϊκήν κυριαρχία». (ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ, αρχείο, ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΚΕΙΜΕΝΑ, τόμος 6ος, σελ. 275, έκδοση «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ»).

Αναμενόμενο, λοιπόν, το πραξικόπημα! Για «να κατασιγάση τα πάθη»! Δηλαδή, για να φέρουν ο καθένας στα δικά του μέτρα τη λαϊκή ετυμηγορία.

Ομως οι συνταγματάρχες πρόλαβαν τους στρατηγούς. Και έδεσαν και το Παλάτι και τους πολιτικούς. Οι συνταγματάρχες, που πραγματοποίησαν συνωμοσία μέσα στη συνωμοσία, ανήκαν στη στρατιωτική οργάνωση ΕΕΝΑ (Εθνική Ενωσις Νέων Αξιωματικών), που ήταν παρακλάδι του ΙΔΕΑ1 (Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών).

Τον ίδιο φόβο με του Καραμανλή, να συγκρουστεί με το Παλάτι, τον έδειξε και ο Γ. Παπανδρέου το ίδιο βράδυ της 15ης Ιουλίου. Αντί να καλέσει εκείνος το λαό σε κινητοποίηση, με τη στάση του «κατέστειλε» το μεγάλο εύρος της λαϊκής διαδήλωσης που ξέσπασε αυθόρμητα και αποφασιστικά για να τον στηρίξει από την πρώτη στιγμή.

Τον ίδιο φόβο επανέλαβε πριν από λίγες μέρες και ο Κ. Μητσοτάκης: «Θα γινόταν Χιλή του Πινοσέτ», είπε (ΑΛΤΕΡ, 12 Μάη 2008).

4. Αξιοθρήνητη, αντάξια του πολιτικού ρόλου που παίζουν εδώ και δεκαετίες, ήταν η συμμετοχή στη συζήτηση των οπορτουνιστών (ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ). Είπε, μεταξύ άλλων, ο Μ. Γλέζος:

«Ο ισχυρισμός του κ. Μητσοτάκη ότι η ΕΔΑ δεν έκανε αυτό που έπρεπε την εποχή εκείνη, είναι αβάσιμος. Αντιθέτως, έκανε ό,τι μπορούσε. Κατ' αρχάς πολιτικά, είναι πασίγνωστο ότι έθεσε τα πέντε σημεία που ήταν σημαντικά για την ομαλή πορεία της χώρας. Ταυτοχρόνως, υποστήριξε τη λύση της οικουμενικής κυβέρνησης. Η πρόταση δεν έγινε αποδεκτή. Γιατί λοιπόν η ευθύνη να πέφτει στην ΕΔΑ και όχι σε αυτούς που απέρριψαν την πρόταση; Εχουμε κάνει πολύ συγκεκριμένα πράγματα, π.χ. σε όσες περιοχές δεν είχαμε υποψήφιο ψηφίζαμε την Ενωση Κέντρου...» (ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 11 Μάη 2008).

Το γεγονός ότι η ΕΔΑ είχε γίνει ουρά των αστικών κομμάτων, όχι μόνο το προσπερνά ο Μ. Γλέζος, αλλά και το θεωρεί ως τη μόνη ενδεδειγμένη ρεαλιστική πολιτική στάση. Το ίδιο και οι υπόλοιποι της ηγεσίας του οπορτουνισμού, που, μαζί με το ΠΑΣΟΚ, επαναλαμβάνουν τις αποδείξεις (!) της «αποστασίας» του Κ. Μητσοτάκη! Εγραψε πρόσφατα ο Τ. Μπενάς για εκείνη την εποχή:

«Το βασικό πρόβλημα στην Ελλάδα τότε ήταν η δημοκρατία και υπήρχε το παρακράτος, το Παλάτι, οι ξένοι, όλο αυτό το συγκρότημα. Δεν παράδωσε την εξουσία στην κυβέρνηση την οποία και υπέσκαπτε μέχρι που ένα χρόνο μετά, το 1965, έκανε τα Ιουλιανά. Αυτή τη φάση, λοιπόν, όπου δεν αποδέχεται η Δεξιά συνολικά την ήττα της, ότι έχασε την εξουσία, ενώ βλέπεις ότι η δημοκρατία κινδυνεύει από αυτές τις δυνάμεις, η δική σου σωστή σύλληψη είναι να κάνεις την τομή ανάμεσα στη δημοκρατία και τις αντιδημοκρατικές δυνάμεις, πώς θα την υπερασπιστείς και διατηρήσεις. (...) Παρά τις ταλαντεύσεις του, παλινωδίες κλπ., το Κέντρο δεν συνθηκολογεί με τη Δεξιά, και είναι σε αντιπαράθεση και με το Παλάτι...» (Η ΕΠΟΧΗ, 4 Μάη 2008).

Δεν συνθηκολόγησε; Μαζί υπέγραψαν το περιβόητο «Μνημόνιο» για το σχηματισμό της επίσης βασιλικής κυβέρνησης Ι. Παρασκευόπουλου. (Το δέχτηκε και ο Ανδρέας Παπανδρέου). Ενώ ο Γ. Παπανδρέου είχε σταματήσει από πολύ πριν και στα λόγια τον εμπαιγμό του λαού με το νέο «ανένδοτο αγώνα».

Κανένα συμπέρασμα δεν είναι σε θέση να βγάλει ο οπορτουνισμός, έστω κι αν πέρασαν 43 χρόνια από τότε. Ολα καλώς καμωμένα... Η μάχη, ας ήταν σκληρή και δύσκολη, δινόταν για τον εκσυγχρονισμό του αστικού πολιτικού συστήματος. Σε αυτή τη βάση διαπαιδαγωγούνταν και το λαϊκό κίνημα κάνοντας αγώνα οπισθοφυλακών, με κυρίαρχη την παρακάτω οπορτουνιστική λογική: Αφού στόχος πρέπει να είναι το να φύγει ή να μην έρθει η Δεξιά, χρειάζεται να συνενωθούν οι αντιδεξιές δυνάμεις. Στη συνέχεια: Προκύπτει κίνδυνος στρατιωτικής δικτατορίας; Πρέπει να συνενωθούν όλες οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις, μέχρι και τη Δεξιά, για να αποτραπούν τα χειρότερα! (Οπως υποστήριξε στον πρώτο και στο δεύτερο γύρο των εκλογών και το Γαλλικό ΚΚ, στις εκλογές που ανέδειξαν πρώτο τον Σιράκ και δεύτερη δύναμη τον Λεπέν). Και μετά τη δικτατορία: Εθνική δημοκρατική ενότητα για να διαφυλαχθεί και να διευρυνθεί η δημοκρατία! Η αστική δημοκρατία, δηλαδή, μόνιμη έγνοια... Μόνιμη έγνοια τους η διαχείριση.

Η αυτοτελής δράση της εργατικής τάξης, η συμμαχία της με τα φτωχά λαϊκά στρώματα, με στόχο τη λαϊκή εξουσία, άρα και η καθημερινή δράση, για να διαμορφώνεται ανάλογου ποιοτικού επιπέδου κίνημα και όχι κίνημα αδιέξοδης διαμαρτυρίας, είναι το υπ' αριθμόν ένα δίδαγμα που πρέπει να βγει σήμερα σε ό,τι αφορά την πείρα του λαϊκού κινήματος εκείνων των χρόνων.

1. Η οργάνωση ΙΔΕΑ ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1944. Προερχόταν από την «ΕΝΑ» (Ενωση Νέων Αξιωματικών) και την «Τρίαινα», που είχαν ιδρυθεί από αξιωματικούς του Ελληνικού Στρατού στη Μέση Ανατολή κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Η σχέση του με τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είναι αναμφισβήτητη. Ο στρατηγός Καραγιάννης έγραψε:

«Κατά τον Ιανουάριον 1950, είκοσι πέντε περίπου εκ των ευρισκομένων εις Αθήνας δρώντων μελών του ΙΔΕΑ, συνεκεντρώθησαν ίνα αποφασίσωσι περί της περαιτέρω πορείας τούτου, μετά τη συντριβήν των κομμουνιστών. Εν αρχή της συσκέψεως ταύτης, ήτις έλαβε μορφήν γενικής συνελεύσεως, ετέθη εν αρχή το ερώτημα: Μετά τη συντριβήν των κομμουνιστοσυμμοριτών και την εμπέδωσιν της τάξεως καθ' άπασαν την Ελλάδα, πρέπει ν' αυτοδιαλυθή ο ΙΔΕΑ ή παρίσταται ανάγκη συνεχίσεως της υπάρξεώς του; Κατόπιν μακράς διεξοδικωτάτης συζητήσεως, ομοφώνως εγένετο δεκτόν, ότι ο ΙΔΕΑ όχι μόνον δεν έπρεπε να διαλυθή, αλλά αντιθέτως θα έπρεπε να καταβληθή πάσα προσπάθεια διά την αναδιοργάνωσίν του και αποκατάστασιν της κανονικής λειτουργίας του μηχανισμού του, όστις είχε διαταραχθή επαισθήτως κατά τη διάρκειαν του πολέμου κατά των κομμουνιστοσυμμοριτών... Ούτος θα έπρεπε να αναλάβη δράσιν...». (Γιώργη Δ. Κατσούλη, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΚΕ, τόμος 7ος, σελ. 33 - 34, εκδόσεις «Νέα Σύνορα»).


Του
Μάκη ΜΑΪΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ