Δεν υπάρχει πλέον καμιά αμφιβολία: Οι προσπάθειες των Δυτικοευρωπαίων ιμπεριαλιστών, για μια ταχεία και ολοκληρωμένη στρατιωτικοποίηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης, παρά την αυστηρή κριτική που ασκείται από ένα μεγάλο μέρος της δημόσιας κοινής γνώμης, σχεδόν απαρατήρητα έχουν εισέλθει σε ένα πιο εντατικό στάδιο...
Πάνω στη Συμφωνία του Αμστερνταμ και στα πλαίσια μιας αρχικά προωθούμενης κοινής εξωτερικής πολιτικής των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχει εμφανιστεί ένα συγκεκριμένο Σχέδιο για τη δημιουργία ενός νέου Στρατιωτικού Συμφώνου. Η Δυτικοευρωπαϊκή Ενωση έμελλε να εξελιχθεί σε στρατιωτικό βραχίονα της Κοινότητας. Η Συμφωνία του Αμστερνταμ παραχωρεί στη γραφειοκρατία της Ευρωπαϊκής Ενωσης αισθητά ενισχυμένες δυνατότητες σε βάρος των κρατών - μελών αναφορικά με την εξωτερική πολιτική κι αυτήν της ασφάλειας. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι, "η Ενωση" και όχι πλέον "η Ενωση και τα μέλη - κράτη της", όπως εκ νέου διατυπώθηκε στο Μάαστριχτ, είναι αυτή που "καθορίζει μια νέα κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας, την οποία και εφαρμόζει...". Από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εξαρτάται αν αυτό θα έχει τη δικαιοδοσία για τον καθορισμό των αρχών και των γενικών κατευθυντήριων γραμμών, συμπεριλαμβανομένων και των ζητημάτων που έχουν αμυντικό χαρακτήρα.
Ηδη, στο Μάαστριχτ ακόμα, η Δυτικοευρωπαϊκή Ενωση είχε οριστεί σαν η εξελισσόμενη στρατιωτική πτέρυγα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και σαν "τμήμα ολοκλήρωσης της εξέλιξης της ΕΕ", αρμόδια για όλες τις αποφάσεις και δραστηριότητες, που σχετίζονται με ζητήματα άμυνας. Ντε φάκτο αυτό σημαίνει επίσης και για κράτη ουδέτερα ή για εκείνα τα οποία δεν ανήκουν σε κανένα στρατιωτικό Σύμφωνο και είναι μέλη της ΕΕ - όπως η Ιρλανδία, η Σουηδία, η Φινλανδία και η Αυστρία - την αποδοχή ατομικών όπλων και την πυρηνική στρατηγική αποτροπής. Αναφορικά με τη διαδικασία ολοκλήρωσης της Δυτικοευρωπαϊκής Ενωσης στην ΕΕ, στο άρθρο 7 της Συμφωνίας του Αμστερνταμ είχε προστεθεί ένα πρωτόκολλο, σύμφωνα με το οποίο "μέτρα για μια επιταχυνόμενη συνεργασία μεταξύ της ΔΕΕ και της ΕΕ θα ανακοινώνονται μέσα σε ένα χρόνο μετά την έναρξη της ισχύος...".
Στη Συνθήκη του Μάαστριχτ είχαν προστεθεί μερικές ουσιαστικές αλλαγές, σύμφωνα με τις οποίες, "τα κράτη - μέλη συνεργάζονται, προκειμένου να ενδυναμώσουν την πολιτική αμοιβαίας αλληλεγγύης". Εκ μέρους παραγόντων της Ευρωπαϊκής Ενωσης η διατύπωση αυτή ερμηνεύεται σαν ένα είδος αμοιβαίας συμπαράστασης. Στην πραγματικότητα, όμως και σε κάθε περίπτωση, αυτό θα πρέπει να ερμηνευτεί σαν "ένα πρώτο βήμα για μια κοινή πολιτική άμυνας". Στο άρθρο 7 υπογραμμίζεται ακόμα πιο καθαρά: Η κοινή εξωτερική πολιτική και η πολιτική ασφάλειας περιλαμβάνει όλα τα ζητήματα, τα οποία αφορούν την ασφάλεια της Ενωσης, στην οποία επίσης ανήκει και ο καθορισμός μιας κοινής πολιτικής άμυνας, που θα ήταν δυνατόν να οδηγήσει σε μια κοινή άμυνα, στην περίπτωση που το αποφασίσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Η παράγραφος 2 του ίδιου άρθρου χαρακτηρίζει τη Δυτικοευρωπαϊκή Ενωση σαν το ολοκληρωτικό συστατικό στοιχείο της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της παραχωρεί τη δυνατότητα επιχειρησιακών δραστηριοτήτων για την πραγματοποίηση αποστολών.
Τώρα, πόσο μακριά προχωράνε οι προθέσεις αυτές διαπιστώνεται επίσης στο άρθρο 7, σύμφωνα με το οποίο, "η προϊούσα ανάπτυξη της κοινής πολιτικής άμυνας σε συνδυασμό με τους εξοπλισμούς" θα πρέπει να υποστηριχτεί. Η ιδέα της "Κοινής Υπηρεσίας Εξοπλισμών" βρίσκεται στη βάση της Συμφωνίας. Η απαίτηση αυτή έχει διατυπωθεί σε διάφορες Εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στις οποίες εκφράζεται η "λύπη", αναφορικά με τη διασκορπισμένη ευρωπαϊκή βιομηχανία εξοπλισμών και την απώλεια της ανταγωνιστικής της ικανότητας απέναντι στις εξαγωγές όπλων των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Στο Αμστερνταμ, σε τελευταία ανάλυση, αποφασίστηκε η θεμελίωση ενός στρατηγικού πλάνου.
Η ολοκλήρωση των πρακτικών ενεργειών αναφορικά με τον στρατιωτικό τομέα βρίσκεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σε μια σχετική Εκθεση του πρώην Βέλγου πρωθυπουργού, Λέο Τίντεμανς, ο οποίος στις Βρυξέλλες έχει αποκτήσει τη φήμη ενός "εξτρεμιστικού γερακιού". Σχετικά με την Εκθεση αυτή σύντομα πρόκειται να αποφασίσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Μια και δεν υπάρχει πλέον ο "παλιός εχθρός", το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, ο αετονύχης Τίντεμανς, "ζωγραφίζει στον τοίχο νέους εχθρούς...". Κι αυτοί δεν είναι, παρά "οι απειλές", που προέρχονται από εθνικές και θρησκευτικές διαφορές (πρώην Γιουγκοσλαβία, Τσετσενία, Αφρική και Αλγερία). Εδώ, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ο Τίντεμανς, κατονομάζει πολύ πιο συγκεκριμένα τις ζώνες, οι οποίες παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αποτελούν "πηγή νέων κινδύνων...". Πρόκειται για την Κασπία Θάλασσα, η οποία όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζεται, στον 21 αιώνα αναφορικά με την εξόρυξη πετρελαίου θα εμφανιστεί στη θέση της Εγγύς Ανατολής. Ακόμα, πρόκειται για την Κεντρική Ασία και τελικά για τις περιοχές της Ασίας και του Ειρηνικού. Στα πλαίσια της περιγραφής των γενικών στόχων της νέας Στρατιωτικής Συμμαχίας, Ο Τίντεμανς ξεσπαθώνει κυριολεκτικά υπογραμμίζοντας:
- Διατήρηση και στερέωση της σταθερότητας της ευρωπαϊκής ηπείρου, των συνοριακών περιοχών, συμπεριλαμβανομένου και του μεσογειακού χώρου, προκειμένου να διασφαλιστούν "οι οικονομικές δραστηριότητες και το ελεύθερο εμπόριο...".
- Διασφάλιση των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των πολιτών της, καθώς και υπεράσπιση των αξιών τους.
- Εγγύηση της ασφάλειας των κρατών - μελών της ΕΕ, στην περίπτωση που θα έχουν εξαντληθεί όλα τα διπλωματικά μέσα...
- Συντονισμένη εντατικοποίηση των δραστηριοτήτων στις αρμόδιες στρατιωτικές συμμαχίες για τη συλλογική ασφάλεια της Ευρώπης.
Στη συνέχεια, ο Τίντεμανς, διατυπώνει τα άμεσα στρατιωτικά μέτρα, τα οποία θα πρέπει οπωσδήποτε να ληφθούν:
- Επέκταση των στρατηγικών αερομεταφορών στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
- Σύντομη προώθηση του ήδη αποφασισμένου στρατηγικού σχεδιασμού και της ενότητας του έγκαιρου προειδοποιητικού συστήματος με τις δικές μας στρατηγικές υπηρεσίες ανίχνευσης.
- Τα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα πρέπει να διαθέσουν ανάλογο στρατιωτικό και άλλο προσωπικό για τη δημιουργία μιας μόνιμης αστυνομικής δύναμης, η οποία το συντομότερο δυνατό να είναι σε θέση για επεμβάσεις σε χώρες, όπου ξεσπούν ταραχές... Οι αστυνομικές αυτές δυνάμεις, κατ' αρχήν, θα πρέπει να βρίσκονται κάτω από τις εντολές της Δυτικοευρωπαϊκής Ενωσης.
- Η πρόταση που υπάρχει στη Συνθήκη του Μάαστριχτ για τη δημιουργία μιας "Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξοπλισμών", θα πρέπει να υλοποιηθεί...
- Η χρήση στρατιωτικής βίας είναι απαραίτητη, προκειμένου να διασφαλιστούν τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Μια εξωτερική πολιτική θα πρέπει να στηρίζεται σ' όλα τα διαθέσιμα μέσα: Πολιτικός διάλογος, οικονομική συνεργασία και χρήση ή απειλή βίας...
Τέλος, παίρνοντας κανείς υπόψη του όλα τα παραπάνω, ο Τίντεμανς τονίζει προκλητικά: Το ζήτημα της ουδετερότητας ή μη της ένταξης σε Στρατιωτικά Σύμφωνα, θεωρείται πλέον ξεπερασμένο!
Πάντως, ήδη, στις χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης που δεν ανήκουν σε κανένα Στρατιωτικό Σύμφωνο, εκδηλώνονται οι πρώτες αντιδράσεις ενάντια στη στρατιωτικοποίηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Πριν λίγες μέρες, εκπρόσωποι κομμουνιστικών και άλλων αριστερών δυνάμεων, καθώς και κινημάτων ειρήνης των χωρών αυτών συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες, προκειμένου να συζητήσουν σχετικά με τις μορφές αγώνων που θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν και οι οποίοι θα συντελέσουν στην ευαισθητοποίηση της δημόσιας ευρωπαϊκής κοινής γνώμης. Βασικό θέμα των συζητήσεων αποτέλεσε και η επικείμενη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τη Συμφωνία του Αμστερνταμ: "Δε θα επιτρέψουμε στα μεγάλα κράτη της Ευρωπαϊκής Ενωσης να μας στριμώξουν κάτω από μια ατομική ομπρέλα...".
Νίκος ΗΛΙΑΔΗΣ - ΗΛΙΟΥΔΗΣ
ΜΟΣΧΑ (ανταπόκριση Ν. ΓΚΑΡΙΦΟΥΛΙΝΑ). -
"Σήμερα εκδηλώνονται όλο και περισσότεροι διάδοχοι και συνεχιστές εκείνων που διέλυσαν τη Σοβιετική Ενωση το 1991 και οι διαδικασίες ενοποίησης στα εδάφη της κάποτε μεγάλης Ενωσης συναντούν εμπόδια στους διαδρόμους όχι μόνο της εκτελεστικής εξουσίας, αλλά και του Κοινοβουλίου", δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Κρατικής Δούμας Σεργκέι Μπαμπούριν, σε συνέντευξη Τύπου στις 10 Μάρτη, με τίτλο "Ποιοι και γιατί συνεχίζουν την υπόθεση των "πρωτεργατών του Μπελοβέζσκ";". Αναφερόμενος στα ζητήματα της προσέγγισης με την Ουκρανία, που "φωτίστηκαν την τελευταία βδομάδα", ο Μπαμπούριν δεν παρέλειψε τις πρόσφατες κοινοβουλευτικές ακροάσεις στην Κρατική Δούμα, που ήταν αφιερωμένες στην πιθανή επικύρωση του Συμφώνου ανάμεσα στη Ρωσική Ομοσπονδία και την Ουκρανία, το οποίο είχαν υπογράψει το 1997 οι Πρόεδροι Μπορίς Γιέλτσιν και Λεονίντ Κούτσμα. Ο Μπαμπούριν σημείωσε ότι το "νέο σύμφωνο" περιέχει απώλειες στις σχέσεις ανάμεσα στα δυο κράτη, απώλειες ουσιαστικές. Για παράδειγμα ανέφερε δυο άρθρα του ισχύοντος τώρα συμφώνου Ρωσίας - Ουκρανίας που είχε υπογραφεί στη δεκαετία του '90. Το άρθρο 7 ορίζει ότι οι δυο πλευρές αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα του συστήματος της συλλογικής ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης και της συνεργασίας των δυο κρατών στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας, λαμβάνοντας υπόψη την επιδίωξη των δυο πλευρών για την παραπέρα ενίσχυση της ειρήνης. Το άρθρο 8 του παλιού συμφώνου μιλάει για τους συντονιστικούς θεσμούς των πλευρών, ειδικότερα, για τη συνεργασία στην εξωτερική πολιτική, στον τομέα της τελωνειακής πολιτικής, στην ανάπτυξη του κοινού οικονομικού χώρου κτλ. Τώρα προτείνεται να εγκαταλειφθούν όλα αυτά.
"Το Σύμφωνο του 1997 διατυπώνει πριν απ' όλα την εγκατάλειψη της αμυντικής και στρατιωτικοτεχνικής συνεργασίας", υπογράμμισε ο Μπαμπούριν. "Και τι μένει τότε; Μόνο αυτό που αναφέρεται στην επιστολή της Ανώτατης Ράντα της Ουκρανίας προς τη Ρωσία, να κάνει επειγόντως την οριοθέτηση των συνόρων, να αναγνωρίσει την Κριμαία και τη Σεβαστούπολη στη σύνθεση της Ουκρανίας! Φυσικά, δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε μ' αυτό. Και ενώ στη δεκαετία του '90 προειδοποιούσα απ' αφορμή την επικύρωση του Συμφώνου και τότε με βεβαίωναν στο Ανώτατο Σοβιέτ ότι το Σύμφωνο με την Ουκρανία δεν έχει τέτοια οξύτητα, όπως σημείωνα εγώ, διότι η Ουκρανία είναι για πάντα μαζί με τη Ρωσία".
Ο Μπαμπούριν διαπίστωσε με λύπη την αποτυχία των κοινοβουλευτικών ακροάσεων την περασμένη βδομάδα, διότι η νεοδιορισθείσα υπεύθυνη αυτών των ακροάσεων αγνόησε όλα τα ετοιμασμένα ντοκουμέντα, δεν επέτρεψε να γίνουν ερωτήσεις στους εισηγητές, δεν επέτρεψε σε μερικούς βασικούς εισηγητές να μιλήσουν, μεταξύ και του υπουργείου Αμυνας για την κατάσταση του Στόλου της Μαύρης Θάλασσας. Ετσι, οι ακροάσεις απέβησαν προς όφελος των Ουκρανών. "Οι σχέσεις Ρωσίας και Ουκρανίας θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό το κλίμα στα πλαίσια της ΚΑΚ", τόνισε ο Μπαμπούριν. "Οι σχέσεις αυτές είναι σε θέση να επιταχύνουν την ολοκλήρωση Ρωσίας και Λευκορωσίας, είναι, όμως, και σε θέση, όπως συμβαίνει στην πραγματικότητα, να την παρεμποδίσουν ουσιαστικά. Εξετάζοντας όλα τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν γύρω από το πρόβλημα της επικύρωσης του Συμφώνου ανάμεσα στην Ουκρανία και τη Ρωσία, διαπιστώνουμε ότι έγινε, επιτέλους, ολοφάνερο αυτό που αποκρυπτόταν επιμελημένα. Οφείλουμε, αν εκτιμήσουμε αντικειμενικά τις πολιτικές θέσεις πάνω στο Σύμφωνο των διαφόρων κοινοβουλευτικών ομάδων, να διαπιστώσουμε την ύπαρξη της πραγματικής πολιτικής συμμαχίας του Προέδρου Γιέλτσιν και της ηγεσίας της ΚΟ του ΚΚΡΟ στην Κρατική Δούμα".
Σύμφωνα με τον Μπαμπούριν, "η αποφασιστική ενέργεια υποστήριξης της γραμμής του Προέδρου Γιέλτσιν για την κατοχύρωση των συνεπειών των Συμφωνιών του Μπελοβέζσκ από μέρους της ηγεσίας της ΚΟ του ΚΚΡΟ αποτελεί μια νέα διάταξη των πολιτικών δυνάμεων... Ακριβώς ως προάγγελοι της γιελτσινικής πολιτικής εμφανίστηκαν τελευταία δυο πολιτικά πρόσωπα, όπως η Σβετλάνα Πετρόβμνα Γκοριάτσεβα και ο Νικολάι Γκαβρίλοβιτς Μπιντιουκόφ, ο οποίος μίλησε στις ακροάσεις για το Σύμφωνο με την Ουκρανία".
Ο Μπαμπούριν επέστησε την προσοχή ότι η κατάσταση αποκάλυψε επίσης την "περίεργη συμμαχία" του ΚΚΡΟ με τους κομμουνιστές της Ουκρανίας. Θα έλεγε κανείς ότι είναι κάτι το κανονικό, αλλά στην πραγματικότητα βρεθήκαμε μπροστά στη συμμαχία της ηγεσίας του ΚΚΡΟ με το ΡΟΥΧ. Διότι ο κύριος Ουντοβένκο, υπουργός Εξωτερικών, και ένθερμος προπαγανδιστής της αναγκαιότητας επικύρωσης του Συμφώνου ανάμεσα στα κράτη μας, δεν πηγαίνει στις εκλογές με τη λίστα του ΚΚ Ουκρανίας, αλλά τρίτος στη λίστα του ΡΟΥΧ. Και ο κύριος Γκορίν, που πληροφόρησε τους μετέχοντες στις κοινοβουλευτικές ακροάσεις της Κρατικής Δούμας ότι η Ουκρανία δε θα ενωθεί ποτέ με τη Ρωσία, είναι ο άνθρωπος που εκπροσωπεί εκείνες δυνάμεις που τάσσονται υπέρ της επικύρωσης του Συμφώνου.
Ο Μπαμπούριν ανακοίνωσε την υποστήριξή του στην πρωτοβουλία του επικεφαλής της Επιτροπής της Κρατικής Δούμας για τις Υποθέσεις της ΚΑΚ Γκεόργκι Τίχονοφ για τη συγκέντρωση υπογραφών για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος των λαών της Ρωσίας και της Ουκρανίας για την κρατική ενότητα και εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για τη διάταξη των πολιτικών δυνάμεων και των θέσεων της πλειοψηφίας των βουλευτικών ομάδων σχετικά με το ζήτημα του Συμφώνου με την Ουκρανία και τη Μολδαβία και για το ζήτημα του προϋπολογισμού που υιοθετήθηκε οριστικά από την Κρατική Δούμα. Κατά την άποψή του, "η Κρατική Δούμα με τη σημερινή της μορφή δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις προσδοκίες των κατοίκων της Ρωσίας".
Πολυμερής Συμφωνία για τις Επενδύσεις
"Παγκόσμιο σύνταγμα του κεφαλαίου"
Από συνέντευξη που έδωσε ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ Γ. Θεωνάς στον "902 Αριστερά στα FM"
- Πόσο καιρό γίνονται αυτές οι συζητήσεις για τη σύναψη της Πολυμερούς Συμφωνίας για τις επενδύσεις και γιατί τόση μυστικότητα;
- Η συμφωνία αυτή συζητείται στα πλαίσια του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) από το 1995 εν κρυπτώ, όχι μόνο των Εθνικών Κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά ακόμη και των κυβερνήσεων.
Το γεγονός ότι οι συζητήσεις έγιναν σε κλειστό κύκλο και ήταν μια μυστική διαπραγμάτευση, δεν είναι καθόλου τυχαίο. Αυτό έγινε, ακριβώς, γιατί οι συνέπειές της θα είναι τρομακτικές. Πολλοί χαρακτήρισαν αυτή τη συμφωνία σαν το παγκόσμιο σύνταγμα του κεφαλαίου, ή σαν το παγκόσμιο μανιφέστο του καπιταλισμού. Πρόκειται για μια συμφωνία η οποία θα έχει τραγικές συνέπειες για τους εργαζόμενους, τις κοινωνικές τους ελευθερίες και τα εργασιακά τους δικαιώματα. Το πιο σημαντικό όμως από όλα είναι ότι μεταφέρει ουσιαστικά σε παγκόσμιο επίπεδο το περιεχόμενο της NAFTA, της συμφωνίας που έχει γίνει στη Β. Αμερική, μεταξύ ΗΠΑ, Καναδά και Μεξικού, σαν περιοχική ολοκλήρωση, όπου η πρωτοβουλία ανήκει κυριολεκτικά στις πολυεθνικές επιχειρήσεις, στα πολυεθνικά μονοπώλια και οι κυβερνήσεις είναι υποχρεωμένες να ακολουθούν αυτό που επιτάσσει το συμφέρον των μονοπωλίων.
Δε λέμε βέβαια ότι και χωρίς αυτή τη συμφωνία οι κυβερνήσεις δεν ήταν επί της ουσίας αναγκασμένες να ακολουθούν αυτά που επιτάσσουν τα πολυεθνικά μονοπώλια, αλλά εδώ έχουμε πλέον θεσμοθέτηση, νομική υποχρέωση του κράτους, να στηρίζει με ίδιους όρους τις ξένες και ντόπιες επενδύσεις, να στηρίζει τα συμφέροντα των επενδυτών, οι οποίοι θα έχουν τη δυνατότητα να σύρουν τα κράτη ακόμη και στα δικαστήρια, όταν θεωρούν, ότι από την πολιτική τους, την κοινωνική, την οικονομική, τη γενικότερη πολιτική του κράτους, θίγονται τα κέρδη τους.
- Θα καθορίζουν δηλαδή την πολιτική του κράτους;
- Ασφαλώς και αυτό είναι πρωτοφανές. Να σας δώσω ένα παράδειγμα: Αν μία ξένη επιχείρηση, που έχει κάνει επένδυση στην Ελλάδα, θεωρεί ότι η εργατική νομοθεσία ή μία διάταξη νόμου που ψηφίζεται στη Βουλή, για να προστατέψει τα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων ή για να λύσει κάποιο κοινωνικό πρόβλημα των εργαζομένων, μειώνει τα κέρδη της, έχει τη δυνατότητα πια, στη βάση αυτής της συμφωνίας, να προσφύγει στο δικαστήριο και να δικάσει το κράτος. Αν τώρα συνδυάσουμε εδώ την οικονομική και νομισματική ενοποίηση, το ενιαίο νόμισμα και τους θεσμούς που το συνοδεύουν, δηλαδή το ευρωπαϊκό σύστημα κεντρικών τραπεζών, στα χέρια του οποίου περνά το σύνολο της νομισματικής και συναλλαγματικής πολιτικής, με αυτήν τη συμφωνία για τις επενδύσεις, όπου το κεφάλαιο και τα συμφέροντά του τίθενται πάνω από την ίδια την κρατική εξουσία και την κρατική πολιτική, τότε μπορούμε να πούμε πια ότι το κράτος ολοκληρωτικά και σε θεσμικό επίπεδο, όχι μόνο επί της ουσίας, υποτάσσεται στα συμφέροντα του πολυεθνικού κεφαλαίου. Γι' αυτό μιλάμε για παγκόσμιο μανιφέστο του καπιταλισμού.
- Στις συζητήσεις που έγιναν για τη διαμόρφωση αυτής της συμφωνίας δε συζητήθηκαν οι επιπτώσεις, δεν προβλέπονται κάποιες δικλείδες ασφαλείας για ορισμένα πράγματα;
- Οχι, διότι αυτή τη στιγμή, αυτό που προέχει είναι η εξασφάλιση του συμφέροντος του επενδυτή, όπως λέγεται, απέναντι στην ίδια την κρατική πολιτική και την κρατική εξουσία. Επομένως, έχουμε μια διαδικασία όπου και αν ακόμα θέλει το κράτος, αν εξαναγκάζεται απ' την πάλη των εργαζομένων, από την κοινωνική πάλη να λύνει κάποια προβλήματα των εργαζομένων, απέναντί του θα έχει από κει και πέρα τις επιδιώξεις του κεφαλαίου, το οποίο θα πετυχαίνει και με τη νομοθεσία πια, και με τη δικαστική εξουσία, να ανατρέψει, ότ,ι το κράτος θα ήταν υποχρεωμένο να δεχτεί κάτω από την πάλη του λαϊκού κινήματος. Εχουμε λοιπόν μια εξέλιξη η οποία είναι πρωτοφανής και πραγματικά είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι αυτή η συμφωνία προωθούνταν εν κρυπτώ, ερήμην όχι μόνο των Κοινοβουλίων, αλλά και των κυβερνήσεων και ότι έγινε γνωστή γιατί αντέδρασαν κάποιοι, ιδιαίτερα στη Γαλλία, άνθρωποι του πολιτισμού, διότι και οι συνέπειες στον πολιτισμό θα είναι τρομακτικές από τη διείσδυση των αμερικανικών εταιριών και της αμερικανικής υποκουλτούρας. Στο όνομα της υπεράσπισης των συμφερόντων τους θα ανατρέπουν κάθε πολιτική του κράτους, που θα έχει στόχο να προστατέψει τον πολιτισμό, την ιστορική και πολιτισμική παράδοση της Ευρώπης και των λαών της Ευρώπης.
- Μια τέτοια συμφωνία όμως δεν είναι φανερό ότι πρέπει να γίνει δεκτή και από τις κυβερνήσεις που αφορά;
- Μα φυσικά και αν θέλετε να πάρουμε υπόψη μας την τοποθέτηση που έκανε ήδη στην ελληνική Βουλή η ελληνική κυβέρνηση, η λογική της είναι απλή. Αυτές οι συμφωνίες διαπραγματεύονται από τις κυβερνήσεις και όταν θα ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση θα πάει στη Βουλή για επικύρωση. Αυτή είναι η εξάντληση της δημοκρατικής διαδικασίας. Εδώ πρέπει να πούμε ότι είναι ως ένα σημείο θετικό ότι ακούστηκαν πολλές φωνές αντίθεσης και σε χώρες - μέλη της ΕΕ, κυρίως στη Γαλλία, αλλά και μέσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Είναι ενδιαφέρον, διότι από πολλές πλευρές ακούστηκαν φωνές ενάντια σε αυτή τη διαδικασία και ενάντια σε αυτή την επιλογή του μεγάλου πολυεθνικού κεφαλαίου.
- Τι θα μπορούσε να εμποδίσει την υπογραφή και την εφαρμογή αυτής της συμφωνίας;
- Νομίζω ότι είναι θέμα άμεσα και των συνδικάτων και των κοινωνικών οργανώσεων και του λαϊκού κινήματος. Είναι ευκαιρία να διαμορφωθεί και να αναπτυχθεί ένα λαϊκό κίνημα που θα αγκαλιάσει περισσότερες χώρες της Ευρώπης και που θα προβάλει την απαίτηση να σταματήσει αμέσως αυτή η διαδικασία, η οποία επρόκειτο να ολοκληρωθεί τέλη Απρίλη με αρχές Μάη, με υπογραφή της συμφωνίας αυτής στα πλαίσια του ΟΟΣΑ. Αννα ΜΠΑΛΛΗ
Η Συμφωνία του Αμστερνταμ παραχωρεί στη γραφειοκρατία της Ευρωπαϊκής Ενωσης αισθητά ενισχυμένες δυνατότητες σε βάρος των κρατών - μελών αναφορικά με την εξωτερική πολιτική κι αυτήν της ασφάλειας. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι "η Ενωση" και όχι πλέον "η Ενωση και τα μέλη - κράτη της", όπως εκ νέου διατυπώθηκε στο Μάαστριχτ, είναι αυτή που "καθορίζει μια νέα κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας, την οποία και εφαρμόζει..."