Κλειστές επ' αόριστον θα είναι από την ερχόμενη Δευτέρα 12 Γενάρη οι λαϊκές αγορές, σύμφωνα με απόφαση της Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Συλλόγων Παραγωγών Αγροτικών Προϊόντων Πωλητών Λαϊκών Αγορών και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σωματείων Πωλητών Λαϊκών Αγορών. Επίσης, όπως ανακοίνωσαν, τη Δευτέρα θα πραγματοποιηθούν συγκεντρώσεις στις 6.30 το πρωί στις λαϊκές αγορές για την περιφρούρησή τους από πλανόδιους παράνομους πωλητές και στις 10.00 π.μ. συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο υπουργείο Οικονομικών και πορεία στο υπουργείο Ανάπτυξης. Συγκεντρώσεις στις λαϊκές αγορές έχουν προγραμματιστεί και για την Τρίτη και την Τετάρτη.
Τα αιτήματα των δύο Ομοσπονδιών σύμφωνα με τις ανακοινώσεις τους είναι:
Στη διετία 1996 - 1997 η αξία των ακάλυπτων επιταγών και των διαμαρτυρημένων συναλλαγματικών ξεπέρασε τα 670 δισ. δραχμές, ενώ ο αριθμός των επιχειρήσεων που έκαναν αίτηση πτώχευσης ή πήραν το "πιστοποιητικό" πτώχευσης ξεπέρασε τις 10.500!
Ξεπέρασαν τα 676,3 δισ. δραχμές στη διετία '96 - '97 τα "φέσια" στην αγορά, που εντόπισαν οι τράπεζες, με βάση τις ακάλυπτες επιταγές και τις διαμαρτυρημένες συναλλαγματικές. Επίσης στην ίδια διετία οι επιχειρήσεις που υπέβαλαν αίτηση πτώχευσης ή εκδόθηκε από τις αρμόδιες αρχές η απόφαση οριστικής πτώχευσης έφτασαν τον αριθμό - ρεκόρ των 10.571. Μόνο στο δωδεκάμηνο Γενάρη - Δεκέμβρη 1997 τα "φέσια" στην αγορά άγγιξαν το ποσό των 353,9 δισ. δραχμών, σημειώνοντας αύξηση κατά 9,75% σε σχέση με το 1996, ενώ συνολικά οι επιχειρήσεις που κήρυξαν οριστικά πτώχευση ή άρχισαν να δρομολογούν τις διαδικασίες του κλεισίματος έφτασαν τον αριθμό των 4.746. Τα παραπάνω στοιχεία, που αποδεικνύουν το μέγεθος της κρίσης η οποία σαρώνει κάθε χρονιά που περνάει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, έφερε στη δημοσιότητα χτες η Ενωση Ελληνικών Τραπεζών (ΕΕΤ).
Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, στο δωδεκάμηνο Γενάρη - Δεκέμβρη 1997:
Το γεγονός ότι οι "δείκτες ασφυξίας" της αγοράς και οι πτωχεύσεις εξακολουθούν να βρίσκονται σε τόσο υψηλά επίπεδα, καταμαρτυρά ότι οι περίφημοι ισχυρισμοί της κυβέρνησης πως η οικονομία βρίσκεται στην καλύτερη κατάσταση από κάθε άλλη φορά, δεν αφορούν το χώρο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Οι τελευταίες - και αυτό το καταδεικνύουν τα ίδια τα επίσημα στοιχεία - υφίστανται πολύπλευρα το κόστος της πολιτικής σκληρής λιτότητας και του καθεστώτος πλήρους απελευθέρωσης της αγοράς, που επιβάλλει η "ανάγκη" εκπλήρωσης των όρων του προγράμματος "σύγκλισης" για την είσοδο της χώρας μας στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ). Η "σφιχτή" εισοδηματική πολιτική που ασκείται όλα αυτά τα χρόνια και η μείωση που προκαλείται στην αγοραστική δύναμη των καταναλωτών έχει άμεσες παρενέργειες στην αγορά και ιδιαίτερα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ας θυμηθούμε ότι τη γιορταστική περίοδο των Χριστουγέννων τα καταστήματα υπέστησανσοβαρή πτώση του τζίρου τους εξαιτίας αυτού και έχουν εναποθέσει τις τελευταίες ελπίδες τους στη χειμερινή περίοδο των εκπτώσεων που άρχισε και φέτος πρόωρα. Εκτός από τα παραπάνω ας μην ξεχνούμε ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις από το 1994 και στο εξής βρίσκονται αντιμέτωπες με το φορομπηχτικό σύστημα των "αντικειμενικών" κριτηρίων, που αποτέλεσε το τελειωτικό χτύπημα στο συνολικό πρόβλημα επιβίωσης που αντιμετωπίζουν.
***
***
Λ.Τ.
Με ρυθμό πληθωρισμού 5,5% (σε μέσα επίπεδα) και 4,7% (αρχή - τέλος), έκλεισε το 1997, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας Ελλάδος (ΕΣΥΕ) που δόθηκαν χτες στη δημοσιότητα. Αυτό ήταν το επιστέγασμα της σκληρής λιτότητας από τη μία και της πληθώρας "αλχημειών" από την άλλη, που εφάρμοσε η "εκσυγχρονιστική" κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ τη χρονιά που πέρασε, προκειμένου να επιτελέσει το "καθήκον" της προσέγγισης των κριτηρίων της Συνθήκης του Μάαστριχτ για την είσοδο της χώρας στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση.
Πάνω από το μέσο όρο αύξησης του τιμάριθμου (αρχή - τέλος) αυξήθηκαν οι τιμέςστα "άλλα αγαθά και υπηρεσίες" (7%), στην "εκπαίδευση" (6,4%), στις "επικοινωνίες" (5%), στην "ένδυση - υπόδηση" (5,7%) και στα "αλκοολούχα ποτά και καπνό" (8,9%).
Ανεξάρτητα από τις θριαμβολογίες της κυβέρνησης, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, οφείλεται κατά ένα μέρος στο γεγονός ότι τα βάρη της αντιπληθωριστικής πολιτικής σήκωσαν και το 1997 - όπως και τα προηγούμενα χρόνια - τα μέτρα άγριας συμπίεσης των λαϊκών εισοδημάτων και της λαϊκής κατανάλωσης και κατά δεύτερο λόγο στην τακτική "μαγειρέματος" του τιμάριθμου προκειμένου να τον φτάσει στα ποθητά επίπεδα. Για τη συγκράτηση του πληθωρισμού, συνεχίστηκε και το 1997 εισοδηματική πολιτική μονόπλευρης λιτότητας, ενώ παράλληλα η κυβέρνηση αποφάσισε να βγάλει από το "καλάθι" διαμόρφωσης του τιμαρίθμου το πετρέλαιο θέρμανσης με τη δικαιολογία ότι δε χρησιμοποιείται τους θερινούς μήνες κλπ.
Την υποτακτική κυβερνητική πολιτική απέναντι στα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου που εκφράζεται και μέσα από το τελευταίο φορολογικό νομοσχέδιο καταγγέλλει με ανακοίνωσή του ο Εμπορικός Σύλλογος Αγρινίου. Συγκεκριμένα, ο σύλλογος τονίζοντας με τον κατηγορηματικό τρόπο ότι οι μικρές και μεσαίες ελληνικές οικογενειακές επιχειρήσεις δε βρίσκονται απλώς στα όρια του αφανισμού αλλά σε ολοκληρωτικό αδιέξοδο, και τοκογλυφικά καταχρεωμένες καταγγέλλει την ανάλγητη κυβερνητική πολιτική και βιομηχανική παραγωγή φορολογικών νόμων, την ανοχή, κάλυψη και στήριξη μαύρων μορφών συναλλαγής, τη βοναπαρτική της συμπεριφορά απέναντι στα προβλήματα των μικρών και οικονομικά αδύνατων, τη διαρκή μείωση των εισοδημάτων των εργαζομένων και των συνταξιούχων, τη διάβρωση κάθε υγιούς νοοτροπίας διαβίωσης, με το όργιο του επίσημου κρατικού τζόγου, την επέλαση κατά της συνοχής του κοινωνικού ιστού.
Ολα αυτά, υπογραμμίζει ο Εμπορικός Σύλλογος, καταδεικνύουν την επιτακτική ανάγκη αποφασιστικής παρέμβασης του συνδικαλιστικού κινήματος ενάντια στην πολιτική της αθλιότητας που εφαρμόζεται σήμερα στη χώρα. "Το συνδικαλιστικό κίνημα", αναφέρει χαρακτηριστικά, "οφείλει και πρέπει να επιλέξει τον δρόμο της δυναμικής αντίδρασης ενάντια στον επιχειρούμενο πλήρη αφελληνισμό της οικονομίας μας και τη μετατροπή της χώρας σε αφυδατωμένη περιφερειακή διεύθυνση της ΕΕ". Καλεί τέλος τις διοικήσεις των συλλόγων και των Ομοσπονδιών να κατανοήσουν ότι μόνη διέξοδος είναι η άμεση ανατροπή της υφιστάμενης αντικοινωνικής πολιτικής και η αντικατάστασή της από μια πολιτική που θα στοχεύει πραγματικά στη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων όχι μέσα από τη μείωσή τους ούτε με αλχημικές συγκρίσεις αριθμών και λαϊκίστικες ανοησίες.