Πενιχρές χρηματοδοτήσεις, αυθαίρετες παρακρατήσεις πόρων που αγγίζουν το 1 τρισ. και αλλοιώσεις του νόμου που διέπει τα οικονομικά των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης προβλέπει ο κρατικός προϋπολογισμός, που συνέταξε η κυβέρνηση για τον επόμενο χρόνο. Προϋπολογισμός, που με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί στον οικονομικό στραγγαλισμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και το παραπέρα χαράτσωμα του λαού από δήμους και νομαρχίες, καθώς αυτοί θα ψάχνουν, απεγνωσμένα, κονδύλια για να λειτουργήσουν.
Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό, το '97 η πρωτοβάθμια Τοπική Αυτοδιοίκηση θα πάρει, συνολικά, ως Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους, 343,395 δισ. Ποσό που αναλογεί στο εξευτελιστικό 2,313% του συνόλου των δαπανών του προϋπολογισμού. Επιπλέον, συνεχίζει τις αυθαίρετες παρακρατήσεις των θεσμοθετημένων υπέρ της ΤΑ πόρων. Συγκεκριμένα, παρακρατά και τον επόμενο χρόνο, από το 20% του Φόρου Εισοδήματος Φυσικών και Νομικών Προσώπων που δικαιούται η ΤΑ, 63,6 δισ. Από το 20% του Φόρου Εισοδήματος Ειδικών Κατηγοριών, 81,6 δισ. και από το 20% του Φόρου Εισοδήματος Προηγουμένων Ετών 25,5 δισ. Οι απώλειες, δηλαδή, της ΤΑ για το '97 φτάνουν τα 170,7 δισ. Οι απώλειες του θεσμού, για την περίοδο '90 - '97, αγγίζουν τα 892,240 δισ.. Το ποσό αυτό είναι σε ονομαστικές τιμές. Αν μεταφραστεί σε πραγματικές προσεγγίζει τα 1,7 τρισ.
Εκτός από τα παραπάνω, η κυβέρνηση, ενώ υπολογίζει ότι τα έσοδα από τα τέλη κυκλοφορίας τον επόμενο χρόνο θα φτάσουν τα 84 δισ. και επομένως θα έπρεπε, βάσει του νόμου 1828/89 (για τα οικονομικά της ΤΑ), να δώσει στο θεσμό 42 δισ., εγγράφει στον προϋπολογισμό για την ΤΑ μόνο 31,5. Τα υπόλοιπα 10,5 τα παρακρατά ως τη "συμβολή της ΤΑ στο δύσκολο δρόμο προς τη σύγκλιση", με τη σύμφωνη γνώμη των προσκείμενων σε ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥΝ, ηγετικών κύκλων της Κεντρικής Ενωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδας.
Να σημειωθεί, ακόμα, και το γεγονός ότι, ενώ είχε θεσμοθετηθεί ο Φόρος Ακίνητης Περιουσίας, τα έσοδα του οποίου όδευαν, αποκλειστικά, στα ταμεία των ΟΤΑ, αυτός καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από το Τέλος Ακίνητης Περιουσίας, που ευνοεί τη μεγάλη ιδιοκτησία και ρίχνει όλα τα βάρη στη μικρή. Τώρα η κυβέρνηση επαναφέρει το ΦΑΠ με τη μορφή του Φόρου Περιουσίας. Απ' αυτόν προσδοκά να αποκομίσει, το '97, έσοδα 40 δισ., από τα οποία, όμως, δε δίνει δραχμή στην ΤΑ. Τίθεται, επομένως το ερώτημα, αν αυτοί που υπερασπίζονται το Ν. 1828/89 θα διεκδικήσουν τα έσοδα του νέου φόρου, τα οποία ανήκουν στην ΤΑ.
Επιπλέον, η κυβέρνηση, κοροϊδεύοντας απροσχημάτιστα τους αιρετούς, εγγράφει στον προϋπολογισμό 1,5 δισ. "δαπάνες", ως "οικονομικά κίνητρα" για τους ΟΤΑ που θέλουν να προχωρήσουν σε συνενώσεις. Με δεδομένο ότι η κυβέρνηση θέλει να προχωρήσει σε αναγκαστικές συνενώσεις των 6,5 χιλιάδων ΟΤΑ, συμπεραίνεται ότι αν από τις συνενώσεις προκύψουν 3 χιλιάδες νέοι ΟΤΑ, αυτοί θα "ενισχυθούν" με 500 χιλιάδες ο καθένας!
Τα κονδύλια που έχουν αναγραφεί στον προϋπολογισμό για τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, προβλέπουν ότι το '97 ο θεσμός θα πάρει περίπου 566 δισ., έναντι 589 που είχε πάρει πέρσι (μείωση 3,8%). Η πενιχρή αυτή χρηματοδότηση δεν επαρκεί, όπως παραδέχονται αρκετοί νομάρχες, να καλύψει ούτε τα λειτουργικά έξοδα των νομαρχιών. Παράλληλα, οδηγεί αυτόματα στο παραπέρα χαράτσωμα του λαού, αυτή τη φορά από τις νομαρχίες, που μη έχοντας κονδύλια για να λειτουργήσουν θα επιχειρήσουν να επιβάλουν νέα φορολογικά βάρη στις πλάτες των εργαζομένων.
Παρά τη σκληρή μονόπλευρη λιτότητα σε βάρος των πλατιών λαϊκών στρωμάτων, οι υπερβάσεις των ελλειμμάτων κάθε χρόνο είχαν σαν συνέπεια το δημόσιο χρέος της χώρας να αυξηθεί κατά 12,5 τρισ. δραχμές στην τελευταία τριετία
Οι σκληρές και πολύχρονες θυσίες, τις οποίες επέβαλε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ από το 1993 μέχρι σήμερα και επιμένει να συνεχίσει και για το 1997, με πρόσχημα τη μείωση των κρατικών ελλειμμάτων και τη μάστιγα του δημόσιου χρέους, αποδείχτηκαν χωρίς αντίκρισμα. Αδιάψευστος μάρτυρας, η εισηγητική έκθεση του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Παπαντωνίου,για τον προϋπολογισμό του 1997 που κατατέθηκε χτες στη Βουλή, στην οποία περιλαμβάνονται και απολογιστικά στοιχεία για την τελική διαμόρφωση των βασικών μεγεθών των κρατικών προϋπολογισμών 1994, 1995 και 1996.
Σύμφωνα με την έκθεση αυτή:
Για να υπάρξει μια σύγκριση του τι σημαίνει αυτή η εκρηκτική αύξηση του δημόσιου χρέους, φτάνει μόνο να αναφερθεί το εξής στοιχείο: Αν θέλαμε να το εξοφλήσουμε φέτος το Δεκέμβρη, θα έπρεπε κάθε Ελληνας, ηλικίας από 0 μέχρι 99 ετών, να πληρώσει 3,6 εκατ. δραχμές ή κατά μέσο όρο κάθε τριμελής οικογένεια θα έπρεπε να πληρώσει περίπου 11 εκατ. δραχμές.
Η εκρηκτική αύξηση του δημόσιου χρέους αποτελεί την καλύτερη μαρτυρία για την αναποτελεσματικότητα της συγκεκριμένης οικονομικής πολιτικής, που τα παίρνει από τους πολλούς και φτωχούς, για να τα ξαναμοιράσει στους λίγους και πλούσιους. Μια πολιτική, που αναπαράγει το "φαύλο κύκλο" των ελλειμμάτων, του δημόσιου χρέους.
Αισιόδοξες προβλέψεις για μείωση των κρατικών ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους - σαν ποσοστό του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος - κάνει η κυβέρνηση και με τον κρατικό προϋπολογισμό του 1997, σε χαμηλότερα επίπεδα από τα φετινά. Πρόκειται για τη γνωστή επιχειρηματολογία, που αποσκοπεί να δικαιολογήσει την εμμονή της στη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής μονόπλευρης λιτότητας. Την ίδια αισιόδοξη πρόβλεψη είχε κάνει και πέρσι, αλλά και πρόπερσι. Φτάνει μόνο να αναφερθεί ότι ενώ πέρσι το Νοέμβρη, στην εισηγητική έκθεση υπήρχε η εκτίμηση - πρόβλεψη πως το συνολικό δημόσιο χρέος θα κλείσει για το 1996 στα 31,2 τρισ. δραχμές, τελικά, έκλεισε (όπως προκύπτει από τη φετινή εισηγητική έκθεση) στα 32 τρισ. δραχμές. Υπήρξε, δηλαδή, υπέρβαση κατά 800 δισ. δραχμές! Κι' αυτό, παρά το γεγονός ότι η λιτότητα επιβλήθηκε και με την παραπέρα μείωση των μισθών και συντάξεων και με την αύξηση των φόρων και με την περικοπή των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα.
Μόνιμη επωδός, και για το 1997, στα περί του Κρατικού Προϋπολογισμού για τον Πολιτισμό έγινε η λέξη "ψιχία" και μόνιμος πρώτος αριθμός του ποσοστού συμμετοχής του ΥΠΠΟ στον Κρατικό Προϋπολογισμό είναι το μηδενικό.Αλλά κι οι αριθμοί που ακολουθούν θρηνωδούν για τη "μοίρα" που επιφυλάσσει η "εκσυγχρονιστική" κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στον αρχαίο και σύγχρονο Πολιτισμό μας και στους δημιουργούς του, με το 0,3% του τακτικού προϋπολογισμού. Αυτή είναι η μία, φανερή, όψη του νομίσματος της κυβερνητικής πολιτιστικής πολιτικής. Η άλλη, η κρυφή, γι' αυτό και πιο επικίνδυνη, όψη της κυβερνητικής πολιτικής όσον αφορά τον προϋπολογισμό είναι ότι τα δημοσιοποιούμενα κονδύλια είναι, σε ορισμένες περιπτώσεις, πλασματικά. Δεν αντανακλούν την πραγματικότητα, αλλά τα πελατειακά "παιχνίδια".
Πελατειακά "παιχνίδια", γιατί ενώ θα έπρεπε να κατονομάζονται οι κωδικοί με βάση τις όποιες πραγματικές ανάγκες κάποιων επιχορηγούμενων πολιτιστικών τομέων και φορέων, δίνονται κάτω απ' το τραπέζι περισσότερα χρήματα και μάλιστα από απροσδιόριστους κωδικούς ή από άλλους πόρους, λ. χ. του ΛΟΤΤΟ. Για παράδειγμα ενώ για το 1996 είχε προϋπολογιστεί το κονδύλιο του ΥΠΠΟ από τον τακτικό προϋπολογισμό (μειωμένο κατά 500 εκατ. σε σχέση με το 1995) σε 31,5 δισ., ανήλθε στα 32,173 δισ.
Το 1997, λοιπόν, θα είναι φτωχότερο για τον Πολιτισμό, αφού ο τακτικός προϋπολογισμός δίνει στην κεντρική υπηρεσία του ΥΠΠΟ 36,02 δισ. Η εμφανιζόμενη αύξηση κατά 4,5 δισ., σε σχέση με το 1996, βάλλεται από το 6,5% του πληθωρισμού. Και βέβαια, οι πλέον θιγόμενοι τομείς είναι ο πολιτισμός της ΤΑ, των εικαστικών, κινηματογραφικών και μουσικών φορέων, με την πλήρη κατάργηση των κονδυλίων γι' αυτούς (το 1995 είχαν επιχορηγηθεί με 6 εκατ. και το 1996 με 1 εκατ.).
Ποσοστό 0,3% αναλογεί στο ΥΠΠΟ και από τις Δημόσιες Επενδύσεις,που αφορούν στην πολιτιστική κληρονομιά (ανασκαφές, αναστηλώσεις, απαλλοτριώσεις, αλλά και επιχορηγήσεις - με μη κατονομαζόμενους κωδικούς - σε ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ. Λ. χ. στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου για παραγωγή ταινιών, η οποία θα έπρεπε να προβλέπεται από τον τακτικό προϋπολογισμό). Από τις Δημόσιες Επενδύσεις το 1997 θα δοθούν 30,2 δισ., έναντι των 25,7 δισ. του 1996. Και βέβαια, η ασήμαντη αύξηση που εμφανίζεται, επιχειρεί μάταια να κρύψει ό,τι αποκαλύπτουν τα "παγωμένα" στα επίπεδα του 1996, στην πλειοψηφία τους, ονομαστικά κονδύλια για την προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.(Λ. χ. για απαλλοτριώσεις δίνονται 150 εκατ. έναντι των 200 εκατ. του 1996).
Αλλη μια χρονιά σκληρής λιτότητας για την Παιδεία θα είναι η φετινή, αφού και ο νέος κρατικός προϋπολογισμός καταδικάζει τη δημόσια δωρεάν εκπαίδευση σε ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση και τους εργαζόμενους να βάλουν ακόμα πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη για να καλύψουν τα έξοδα της μόρφωσης των παιδιών τους.
Το νέο ποσοστό - παρωδία που προβλέπει ο προϋπολογισμός του '97 να δοθεί στην Παιδεία φτάνει μόλις το 7,39%, στην πραγματικότητα αποτελεί ακόμα μεγαλύτερη μείωση αν αναλογιστεί κανείς τα προβλήματα που συσσωρεύτηκαν και τις ανάγκες που αυξήθηκαν πολύ περισσότερο σε σχέση με τα κονδύλια. Για παράδειγμα, ενώ τα ΤΕΙ απειλούν να "κλείσουν" κάτω από το βάρος των οικονομικών τους προβλημάτων (με πρώτο το ΤΕΙ Πειραιά) ο προϋπολογισμός του ΥΠΕΠΘ προβλέπει μια ονομαστική αύξηση μόλις 9% στις δαπάνες των ΤΕΙ.
Βέβαια η κυβέρνηση επιδόθηκε σε σειρά αλχημειών για να μπορέσει να παρουσιάσει το ποσοστό της Παιδείας αυξημένο, και το κατάφερε μεταφέροντας κονδύλια που πέρσι κατατάσσονταν στον προϋπολογισμό των Νομαρχιών και αφορούσαν δαπάνες των Νομαρχιών για την Παιδεία, στον προϋπολογισμό του υπουργείου Παιδείας.
Ετσι κι αλλιώς και αυτό το ποσοστό είναι πολύ μακριά από το 15%,πάγιο αίτημα του εκπαιδευτικού κινήματος, που θα μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες που υπάρχουν σήμερα σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Σχολιάζοντας τα φετινά ποσοστά που δίνονται στην εκπαίδευση στελέχη, των δασκάλων και των καθηγητών τα χαρακτήρισαν κοροϊδία και τα οποία σε καμιά περίπτωση δεν πρόκειται να αμβλύνουν τις οξύτατες αντιδράσεις που εδώ και καιρό έχουν εκδηλωθεί από την εκπαιδευτική κοινότητα για την πολιτική λιτότητας που επιβάλλει η κυβέρνηση.
Μόλις κατά 4,6% προβλέπεται να αυξηθεί το συνολικό ποσό των επιχορηγήσεων του προϋπολογισμού του 1997, τη στιγμή που ο πληθωρισμός στην καλύτερη περίπτωση θα τρέχει με ρυθμό 6,5%
"Αγριο σφαγιασμό" στις επιχορηγήσεις που διατίθενται σε φορείς κοινωνικού χαρακτήρα, ακόμη και σ' αυτές που απευθύνονται σε ιδιαίτερα ευπαθείς κοινωνικές ομάδες - όπως πολύτεκνες, άτομα με ειδικές ανάγκες κλπ. - περιλαμβάνει ο "εκσυγχρονιστικός" προϋπολογισμός του 1997. Λόγος γίνεται για τις επιχορηγήσεις προς τα ασφαλιστικά ταμεία, τα εκπαιδευτικά (ΑΕΙ, ΤΕΙ) και νοσηλευτικά ιδρύματα, τους συγκοινωνιακούς φορείς, τα αθλητικά σωματεία, τα πολιτιστικά ιδρύματα και στο σύνολο των υπόλοιπων κοινωνικών φορέων. Το συνολικό ποσό των επιχορηγήσεων του προϋπολογισμού προβλέπεται να αυξηθεί το 1997 μόνο κατά 4,6%, ενώ ο πληθωρισμός σύμφωνα με τις επίσημες κυβερνητικές εκτιμήσεις αναμένεται να τρέχει το 1997 με ρυθμό 6,5%. Συγκεκριμένα, το σύνολο των επιχορηγήσεων του προϋπολογισμού προβλέπεται να ανέλθει στα 1.286,4 δισ. δρχ. το 1997 έναντι 1.230,3 δισ. δρχ. το 1996.
Ο πίνακας με την ανάληψη των επιχορηγήσεων κατά τομέα, που περιέχει η εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού, είναι αποκαλυπτικός: