Τραπεζικά στελέχη θεωρούν μηδαμινή την πιθανότητα αναδρομικής εφαρμογής της απόφασης του Αρείου Πάγου, που θεωρεί παράνομη την επιβολή τόκων υπερημερίας
Οι πιθανότητες να επιστραφούν από τις τράπεζες χρήματα σε πελάτες τους που τους είχαν χρεώσει τόκους υπερημερίας, είναι μηδαμινή. Αυτό προκύπτει από δηλώσεις τραπεζικών στελεχών, οι οποίοι σχολιάζοντας την απόφαση του Α' Τμήματος του Αρείου Πάγου - το οποίο με πλειοψηφία (3 - 2) έκρινε ότι είναι παράνομος ο ανατοκισμός των τόκων που επιβάλουν οι τράπεζες στους πελάτες τους σε περίπτωση καθυστέρησης των οφειλών - διευκρίνιζαν τα εξής: Πρώτον, ότι και μετά την παραπάνω απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, οι τράπεζες θα συνεχίσουν κανονικά την τοκογλυφική πολιτική των επιτοκίων υπερημερίας.Δεύτερον, δεν υπάρχει ενδεχόμενο αναδρομικής εφαρμογής της παραπάνω απόφασης, γιατί όπως εξηγούσαν, ακόμα και αν η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, στην οποία παραπέμπεται πλέον η υπόθεση, δεχτεί την απόφαση του Α' Τμήματος - και αυτό έπειτα από πολλούς μήνες - είναι ουσιαστικά μηδεμινές οι πιθανότητες να επιστραφούν χρήματα σε όσους οφειλέτες πλήρωσαν ήδη τόκους υπερημερίας.
Με την απόφαση του Α' Τμήματος, ουσιαστικά αλλάζει ο τρόπος ερμηνείας του νόμου 1083/80 που έδινε τη δυνατότητα στις τράπεζες να βάζουν πανωτόκια και για πρώτη φορά αμφισβητούνται τα λεγόμενα "νόμιμα τοκογλυφικά δάνεια" των τραπεζών. Συγκεκριμένα, με την υπ' αριθμό 868/97 απόφαση του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, για να επιβληθεί ανατοκισμός σε καθυστερούμενους τόκους χρειάζεται να έχει προηγηθεί σχετική συμφωνία ανάμεσα στην τράπεζα και τον οφειλέτη. Στην ίδια απόφαση, ο Αρειος Πάγος λαμβάνοντας υπόψη το νόμο 1083/90 και την απόφαση της Νομισματικής Επιτροπής του ιδίου έτους, θεωρεί ότι δεν μπορούν αμέσως οι καθυστερούμενοι τόκοι να γίνονται τοκοφόροι και να ανατοκίζονται από την πρώτη ημέρα καθυστέρησής τους.
Στον Αρειο Πάγο είχε καταθέσει αγωγή εταιρία, η οποία διεκδικεί την επιστροφή ποσού 52,5 εκατομμυρίων δραχμών. Το ποσό αυτό προέκυψε από ανατοκισμό καθυστερούμενων τόκων, τα οποία κατέβαλε η εταιρία καθώς εκδόθηκε διαταγή πληρωμής. Πάντως, η μειοψηφία του Α' Τμήματος του Αρείου Πάγου είχε την άποψη ότι η απόφαση του Εφετείου είναι αιτιολογημένη, καθώς ο επίμαχος ανατοκισμός μπορεί να γίνεται από τις τράπεζες για τους καθυστερούμενους τόκους.
Να υπενθυμίσουμε ότι τα πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια δικαστήρια είχαν απορρίψει την αγωγή της εταιρίας και τελικά δικαιώθηκε στον Αρειο Πάγο. Σε περίπτωση που η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου υιοθετήσει την απόφαση του Α' Τμήματος, ανοίγει ο δρόμος για να διεκδικήσουν την επιστροφή των χρημάτων τους πολλοί ιδιοκτήτες επιχειρήσεων, περίπτωση που ωστόσο απέκλεισαν κατηγορηματικά με δηλώσεις τους στο "Ρ" τραπεζικοί παράγοντες. Το συγκεκριμένο ζήτημα, πάντως, είχε σαν αποτέλεσμα οι μετοχές των τραπεζών να δεχτούν σημαντικές πιέσεις στη χτεσινή συνεδρίαση του Χρηματιστηρίου.
Αποκαλυπτικές ομολογίες στελεχών του υπουργείου Οικονομικών για τις επιδιώξεις και τις προσδοκίες των κυβερνητικών εκκλήσεων για ρύθμιση οφειλών
"Δεν ξέρεις ότι οι μεγάλοι δεν περνούν από τα ταμεία της Εφορίας; Ολη η ιστορία γίνεται για τα μικρά "ψάρια"".
Με την ξεκάθαρη - αν όχι κυνική - αυτή ομολογία, στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών, αποκάλυπτε τα όρια των προθέσεων της κυβέρνησης και του υπουργείου Οικονομικών να καλέσει εκ νέου τους φορολογούμενους να εξοφλήσουν τα χρέη τους προς το δημόσιο. Το δέλεαρ που θα χρησιμοποιήσει αυτή τη φορά το υπουργείο Οικονομικών - για όποιον τελικά αποδεχτεί τη ρύθμιση και πληρώσει - θα είναι οι μειωμένες ποινές εκπρόθεσμων οφειλών που προβλέπονται στο νέο "ποινολόγιο". Το τελευταίο, σύμφωνα με παράγοντες του υπουργείου αναμένεται να δοθεί σήμερα στη δημοσιότητα.
Στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, πάντως, εκτός από την προεξόφληση της άρνησης των μεγάλων οφειλετών να συμμορφωθούν με το νόμο, αμφισβητούν και την ορθότητα των στοιχείων για το ύψος των οφειλών που δόθηκαν πρόσφατα στη δημοσιότητα από το υπουργείο. Οπως υποστηρίζουν, σημαντικό τμήμα των οφειλών προς το δημόσιο βαρύνει προβληματικές επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις που βρίσκονται σε καθεστώς εκκαθάρισης, πτώχευσης κλπ και εκτιμούν ότι η εξόφληση των οφειλών αυτών δεν είναι δυνατή. Οσο για τις βαρύγδουπες δηλώσεις περί "των 1.000 μεγάλων οφειλετών" ή για τα "ληξιπρόθεσμα χρέη ύψους 1,65 τρισ. δραχμών, για την είσπραξη των οποίων θα κινητοποιηθεί ο εισπρακτικός μηχανισμός", οι ίδιοι παράγοντες υποστηρίζουν ότι εξυπηρετούν προπαγανδιστικούς καθαρά σκοπούς και προσθέτουν με νόημα: Αλλωστε, τα τελευταία χρόνια, κάθε φορά που το υπουργείο Οικονομικών πιέζεται να μαζέψει χρήματα, λίγο - πολύ στα ίδια μέσα καταφεύγει. Και ακριβώς - συνεχίζουν - σήμερα το υπουργείο Οικονομικών δέχεται μεγάλες πιέσεις, μιας και, σύμφωνα με τα δικά του στοιχεία, τα έσοδα το πεντάμηνο Γενάρη - Μάη αυξήθηκαν 11,5% έναντι στόχου 16,5%.
Κατά τη δεκαετία του '90, έγιναν από διάφορους υπουργούς 4 ρυθμίσεις χρεών, οι οποίες, κατά γενική ομολογία, στέφθηκαν από ισάριθμες αποτυχίες. Η πρώτη έγινε το 1990 με υπουργό Οικονομικών τον Αντ. Σαμαρά, η δεύτερη το 1993 με υπουργό τον Στ. Μάνο, η τρίτη το 1994 με υπουργό τον Αλ. Παπαδόπουλο και η τετάρτη το 1996. Ολες προσέκρουσαν στην παγερή αδιαφορία των επιχειρηματιών - οφειλετών να... περάσουν από τα ταμεία του κράτους και να πληρώσουν.
Παρά την αποτυχία των ρυθμίσεων οφειλών, σαν μηχανισμού μεσολάβησης μεταξύ του υπουργείου Οικονομικών και επιχειρηματιών - οφειλετών, οι υπουργοί συνεχίζουν να τον χρησιμοποιούν, ομολογώντας έμμεσα τη γενικότερη κρίση του φορολογικού - αντιλαϊκού - συστήματος της χώρας.
Ερώτηση βουλευτών του Κόμματος στη Βουλή
Το θέμα της ιδιωτικοποίησης ή της όποιας αλλαγής της νομικής μορφής της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδας (ΕΣΥΕ) σε Ινστιτούτο, φέρνουν στη Βουλή με Ερώτησή τους προς τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας οι βουλευτές του ΚΚΕ Μπ. Αγγουράκης και Στρ. Κόρακας.Οι βουλευτές του Κόμματος, με αφορμή σχετική καταγγελία της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σωματείων Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, ρωτούν τον αρμόδιο υπουργό εάν κάτι τέτοιο είναι στις προθέσεις της κυβέρνησης και πώς προσδιορίζει το μελλοντικό ρόλο και την αναβάθμιση της Υπηρεσίας. Το πλήρες κείμενο της Ερώτησης έχει ως εξής:
"Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Σωματείων Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, με έγγραφό της προς το υπουργείο (αριθμ. πρωτ. 20/20-11-1997) εκφράζει την καθολική της αντίθεση στην "ιδιωτικοποίηση της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας Ελλάδας ή ακόμα και της αλλαγής της νομικής μορφής της Υπηρεσίας σε Ινστιτούτο".
Σημειώνει ακόμα ότι "ο συγκεντρωτισμός, οι πελατειακές σχέσεις, η εύνοια προσώπων, η έλλειψη υποδομής, είναι μερικά από εκείνα τα χαρακτηριστικά που επιδρούν αρνητικά στη λειτουργίας της Υπηρεσίας, την εκθέτουν στην κοινωνία, τη βάζουν καθημερινά στο στόχαστρο μιας επίθεσης που γίνεται από πολλές πλευρές, άλλοτε κάτω από την αγωνία για καλύτερη λειτουργία και άλλοτε κάτω από σκοπιμότητες που εξυπηρετούν την πολιτική της υποβάθμισης και της διάλυσης".
Διαπιστώνει, επίσης, ότι χρειάζονται μέτρα και ρυθμίσεις για να αναβαθμιστεί και να ενισχυθεί ο ρόλος της ΕΣΥΕ, ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στις σύγχρονες απαιτήσεις της κοινωνίας για πληροφόρηση. Θεωρεί αναγκαία την αναγνώριση της ΕΣΥΕ ως επίσημου και μοναδικού φορέα Στατιστικής πληροφόρησης και ζητά νομοθετική ρύθμιση ώστε οι δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμοί, καθώς και οι θυγατρικές αυτών, για τη διεξαγωγή οποιασδήποτε έρευνας να έχουν την έγκριση της ΕΣΥΕ. Τέλος, εκτιμά ότι θα πρέπει να γίνουν νέες προσλήψεις που να καλύπτουν τις ανάγκες της Υπηρεσίας και τις νέες απαιτήσεις των χρηστών οι οποίες πολλαπλασιάζονται με γρήγορους ρυθμούς.
ΕΡΩΤΑΤΑΙ ο κ. υπουργός:
Σημαντική καθυστέρηση σημειώνουν μέχρι στιγμής τα υπουργεία στην εντολή του υπουργείου Οικονομικών να καταρτίσουν και να υποβάλλουν σχέδια προϋπολογισμών για το 1998 μέχρι τις 23 Ιούνη. Την παραπάνω υποχρέωση επέβαλε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους στην εγκύκλιο με τις γενικές κατευθύνσεις για την κατάρτιση του κρατικού προϋπολογισμού του 1998 που είχε αποστείλει τον προηγούμενο μήνα σε όλα τα υπουργεία και τους επιχορηγούμενους από τον κρατικό προϋπολογισμό φορείς του δημοσίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες μέχρι στιγμής κανένα υπουργείο δεν έχει προβεί στην παραπάνω κίνηση, κάτι που δείχνει - αν ληφθεί υπόψη και η εικόνα που παρατηρήθηκε από τις προηγούμενες χρονιές - ότι η ίδια κατάσταση θα επικρατεί και την ερχόμενη Δευτέρα 23 Ιούνη, με αποτέλεσμα η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών να προχωρήσει για άλλη μια φορά σε σιωπηρή παράταση. Στα πλαίσια αυτά πάντως, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους απέστειλε τις προηγούμενες μέρες νεότερη εγκύκλιο στους ίδιους φορείς, τους οποίους καλεί να προχωρήσουν στην έγκαιρη υποβολή των προτάσεών τους μέχρι τις 23 Ιούνη 1997.
Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι η εγκύκλιος για την κατάρτιση του προϋπολογισμού του 1998 - το περιεχόμενο της οποίας είχε αποκαλύψει ο "Ρ" - προανήγγειλε για το 1998 έναν ακόμη προϋπολογισμό λιτότητας και παραπέρα συρρίκνωσης των εναπομεινασών δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα, αφού προβλέπει το "πάγωμα" όλων των επιχορηγήσεων στα φετινά επίπεδα. Βασικότερα σημεία της σχετικής εγκυκλίου ήταν η συγκράτηση των συνολικών πρωτογενών δαπανών και των επιχορηγήσεων στα φετινά επίπεδα, η καθιέρωση ανώτατου ορίου πιστώσεων για κάθε υπουργείο, οι περικοπές παλαιότερων δραστηριοτήτων των υπουργείων στις περιπτώσεις που υπάρχει ανάγκη για νέα προγράμματα και η κάλυψη των δαπανών των νομικών προσώπων κατ' εξοχήν από δικά τους έσοδα. Στην ίδια εγκύκλιο εκφράζεται για άλλη μια φορά η τυφλή προσήλωση της κυβέρνησης στην επίτευξη των όρων του προγράμματος "σύγκλισης" και όπως αναφέρεται, ο κρατικός προϋπολογισμός "εκφράζει τη δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης η οποία πρέπει να είναι σύμφωνη με το πρόγραμμα σύγκλισης 1994 - 1999".
Εξάλλου, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, έχει ήδη αποστείλει στους ίδιους φορείς εγκύκλιο με οδηγίες για την κατάρτιση των προϋπολογισμών τους για το 1998 στο σκέλος των εσόδων. Σύμφωνα με πληροφορίες, στη συγκεκριμένη εγκύκλιο, αν και δεν προσδιορίζεται ο ρυθμός αύξησης των εσόδων που θα προβλέπεται για το επόμενο έτος, επισημαίνεται ότι η προσπάθεια στο σκέλος των εσόδων το επόμενο έτος, θα πρέπει να είναι ακόμη μεγαλύτερη από τη φετινή. Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, η γενικότερη κυβερνητική πολιτική στο συγκεκριμένο τομέα και το επόμενο έτος, θα βασίζεται στην αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, στην πολιτική των αποκρατικοποιήσεων και στη λειτουργία του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ).
Στις προθέσεις της κυβέρνησης και του υπουργείου Οικονομικών είναι να καλέσει εκ νέου τους φορολογούμενους να εξοφλήσουν τα χρέη τους προς το δημόσιο