Στο προσκήνιο και πάλι το κουρδικό ζήτημα
Associated Press |
Από τη βομβιστική επίθεση στην Αττάλεια |
Οι ελπίδες των Κούρδων για αλλαγή της στάσης του τουρκικού κράτους για άλλη μια φορά διαψεύδονται. Η Αγκυρα όχι μόνο δεν οδηγείται στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, αλλά σκληραίνει διαρκώς τη στάση της. Ο ίδιος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που μιλούσε προ καιρού για τα δικαιώματα των Κούρδων - ελέω της περιλάλητης «διαδικασίας ένταξης» στην ΕΕ - περίπου απαιτεί τώρα από τις ΗΠΑ να επιτρέψουν στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις να διεισδύσουν ακόμα πιο βαθιά στο Ιράκ και να «εξαλείψουν» το πρόβλημα. Το περιοδικό «The Economist» σημειώνει ότι αυτή τη βδομάδα ανέλαβε νέος αρχηγός ΓΕΕΘΑ ο στρατηγός Γιασάρ Μπουγιούκανιτ, «ένας σκληρός διοικητής που υπηρετούσε στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας κατά το αποκορύφωμα της κουρδικής εξέγερσης τη δεκαετία του 1990... ο στρατηγός έχει δηλώσει ότι η καταπολέμηση του δίδυμου εχθρού, του αυτονομισμού και του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, θα παραμείνει κορυφαία προτεραιότητα». Το ζήτημα για την τουρκική ηγεσία, συμπληρώνει το καλό περιοδικό, είναι «πώς να εξισορροπήσει τον πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας και τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της χώρας».
Αυτή είναι μια μάλλον ροζ απεικόνιση της τουρκικής πραγματικότητας. Ο Μπουγιούκανιτ είναι ο άνθρωπος που διοικούσε μια δύναμη που βασάνιζε, βίαζε, έσφαζε και ερήμωνε χωριά κατά βούληση τη δεκαετία του 1980 και ακόμη περισσότερο επί των ημερών του, τη δεκαετία του 1990. Συνολικά, πάνω από 4.000 χωριά ερήμωσαν από τον εμφύλιο που μαίνεται στη χώρα από το 1984, ενώ ο επίσημος απολογισμός των 35.000 νεκρών απέχει παρασάγγας από την αλήθεια. Επιπλέον, ο Μπουγιούκανιτ ενεπλάκη μόνος του στο σκάνδαλο Σεμντινλί, την απόπειρα δολοφονίας ενός Κούρδου βιβλιοπώλη από κομάντος με πολιτικά, που προκάλεσε ένα τεράστιο σκάνδαλο στη γείτονα και σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, θα οδηγούσε στην απόταξή του και σε πολιτικό σεισμό. Μόνο που η Τουρκία ουδέποτε τιμώρησε τους στρατηγούς για κάτι τέτοιο, ούτε καν για τις χούντες που επέβαλαν: Ο Κενάν Εβρέν εξακολουθεί να αποτελεί σημαίνουσα φυσιογνωμία. Για να ολοκληρωθεί η εικόνα, ας προστεθεί μόνο μια φράση από την ομιλία του Μπουγιούκανιτ κατά την ανάληψη των καθηκόντων του: «Η δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα», είπε ο στρατηγός, «δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται για να υποβαθμιστεί η έννοια του ίδιου του έθνους-κράτους».
Η σκλήρυνση της στάσης του λεγόμενου βαθέος κράτους είναι όλο και πιο εμφανής: Πρόσφατα επανεισήχθησαν νόμοι που προβλέπουν βαριές ποινές φυλάκισης για δημοσιογράφους που ξεπερνούν τα όρια της ανοχής του «κοσμικού» κατεστημένου. Η Ευρώπη έβγαλε μερικούς αχνούς ήχους διαμαρτυρίας και το άφησε να το πάρει το ποτάμι.
Η παράνοια που κατατρύχει το κατεστημένο αυτό εντείνεται διαρκώς τελευταία. Το γεγονός ότι η Ουάσιγκτον δεν επέτρεψε στον τουρκικό στρατό να μιμηθεί το παράδειγμα της επέμβασης του Ισραήλ στο Λίβανο - πράγμα που το επιτελείο και ο απελθείς Α/ΓΕΕΘΑ Χιλμί Οζκιόκ θεωρούσαν απολύτως... φυσιολογικό - εξόργισε ακόμη περισσότερο τους πασάδες. Οι Αμερικανοί δεν ήθελαν όμως να επιτρέψουν στην Τουρκία να επαναφέρει σε εμπόλεμη κατάσταση τον κουρδικό θύλακα, όπου τα πράγματα είναι σχετικά πιο «ελέγξιμα» από ό,τι στο υπόλοιπο Ιράκ, το οποίο φλέγεται από την αντικατοχική αντίσταση, αλλά και διάφορες, τοπικές και ευρύτερες, εμφύλιες συγκρούσεις. Ο διορισμός του πτεράρχου ε.α. Τζόσεφ Ράλστον, πρώην υπαρχηγού ΓΕΕΘΑ των ΗΠΑ και επικεφαλής των δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη την εποχή του πολέμου της Γιουγκοσλαβίας, ως «συντονιστή» ΗΠΑ - Τουρκίας -Ιράκ - Κούρδων για την «καταπολέμηση της τρομοκρατίας του ΡΚΚ» θεωρήθηκε από πολλούς στην Τουρκία ως μια υποκριτική προσπάθεια να κατευναστεί η Αγκυρα. Αλλά η κίνηση αυτή της κυβέρνησης Μπους θα μπορούσε να ερμηνευτεί κι αλλιώς: Στο κάτω κάτω, ο Ράλστον ηγούνταν του ΝΑΤΟ την εποχή που ο UcK έγινε από τρομοκρατική οργάνωση κυβέρνηση του δυτικού προτεκτοράτου στο Κοσσυφοπέδιο...
Ομως σε μια περίοδο οξύτατης θερμής κρίσης με χιλιάδες θύματα αυτή η πολιτική κατ' ουσίαν συναινεί με τις εγκληματικές ενέργειες του συμπλέγματος ναζιστικής κυβερνητικής αντίληψης του Ισραήλ. Ηδη τα πρώτα στρατιωτικά τμήματα ιμπεριαλιστικής κατοχής στέλνονται στο Λίβανο. Οι κυβερνήσεις που τα στέλνουν προσδοκούν να βάλουν χέρι στην περιοχή για διαφορετικούς λόγους η καθεμία. Ομως ο κοινός παρονομαστής των ενεργειών τους βρίσκεται στην ανταγωνιστική συνεργασία της ιμπεριαλιστικής κατοχής, δηλαδή στις περιώνυμες οξύτατες αγκωνιές, διά μέσου των οποίων βρίσκεται η ισορροπία στη μοιρασιά.