ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 30 Απρίλη 2005 - Κυριακή 1 Μάη 2005
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
«Το Ιράν δεν έπαψε ποτέ να είναι στόχος των ΗΠΑ»

Συνέντευξη με τον Ναβίντ Σομάλι, επικεφαλής του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων της ΚΕ του κόμματος Τουντέχ

Ο Ναβίντ Σομάλι
Ο Ναβίντ Σομάλι
«Οι ΗΠΑ προσπαθούν να ελέγξουν το Ιράν από το 1979 μέχρι σήμερα. Εχουν χρησιμοποιήσει όλους τους τρόπους και θα επιμείνουν. Πιθανότατα, όμως, θα εστιάσουν στην ανάδειξη δικών τους ανθρώπων στην ιρανική ηγεσία πριν καταλήξουν στην όποια στρατιωτική επιλογή». Αυτά, μεταξύ πολλών άλλων, λέει στο «Ρ» ο Ναβίντ Σομάλι, επικεφαλής του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων της ΚΕ του κόμματος Τουντέχ, του Ιράν.

-- Ποια είναι η εκτίμησή σας για τα αποτελέσματα των εκλογών στο Ιράκ; Πολύς λόγος γίνεται για το σιιτικό παράγοντα...

-- Ναβίντ Σομάλι: Η κατάσταση στο Ιράκ είναι εξαιρετικά περίπλοκη. Οι συνθήκες διεξαγωγής των εκλογών αποτελούν απόδειξη ότι δεν υπάρχει εύκολος δρόμος για το Ιράκ. Η χώρα είναι υπό κατοχή από ξένες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που προτίθενται να παραμείνουν για αρκετό καιρό. Εχω την εντύπωση ότι οι Αμερικανοί έχουν ευρύτατο και μακρόπνοο στρατηγικό σχέδιο, όχι μόνο για το Ιράκ, αλλά και για ολόκληρη την περιοχή του Κόλπου.

Το αποτέλεσμα των εκλογών, κατά συνέπεια, έχει συμβολική σημασία. Δε νομίζω ότι οι κατοχικές δυνάμεις δεν είχαν εξετάσει, εκ των προτέρων, ορισμένα σενάρια για την επόμενη ημέρα των εκλογών. Γεγονός είναι ότι σε ένα αρκετά σημαντικό ποσοστό ο ιρακινός λαός προσήλθε στις κάλπες. Αυτό θα μπορούσε να εκφράζει τη διάθεση του ιρακινού λαού να αναλάβει την ευθύνη της τύχης του. Υπό αυτήν την έννοια, είναι μια, μάλλον, θετική εξέλιξη.

Από αντιαμερικανική διαδήλωση στο Ιράν

Associated Press

Από αντιαμερικανική διαδήλωση στο Ιράν
Οσον αφορά στο γεγονός της εκλογικής επικράτησης των σιιτών, θα πρέπει, πάντα, να έχουμε στο μυαλό μας ότι οι σιίτες δεν είναι μια ενιαία παγιωμένη πολιτική δύναμη στο Ιράκ. Στο ενωτικό ψηφοδέλτιο που καταρτίστηκε συμμετέχουν αρκετά διαφορετικά ρεύματα της σιιτικής πολιτικής σκηνής, εκ των οποίων τρία είναι αρκετά σημαντικά. Συμμετείχε το ισλαμικό κόμμα Ντάουα, το οποίο έχει πολυετή παράδοση στην ιρακινή πολιτική. Συμμετείχε το Ανώτατο Συμβούλιο για την Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράκ, το οποίο είναι μια εντελώς διαφορετική περίπτωση. Εχει πολύ μικρό πολιτικό παρελθόν, οι ρίζες του είναι στο Ιράν και οργανώθηκε στο Ιράν. Συμμετείχε, όμως, παραδείγματος χάριν, και το κόμμα του Αχμάντ Τσαλάμπι, του, μέχρι πρότινος, «αγαπημένου παιδιού» της CIA.

Και θα πρέπει να μας είναι ξεκάθαρο, ότι η συμμετοχή του Τσαλάμπι σε ένα τέτοιο ψηφοδέλτιο δεν είναι τυχαία. Ο Τσαλάμπι λειτουργούσε γραφεία του κόμματός του, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του '90, στο κέντρο της Τεχεράνης, χρηματοδοτούμενος από τη CIA, με ειδική έγκριση από το Κογκρέσο. Οι διασυνδέσεις του Τσαλάμπι και ο ρόλος του ήταν γνωστός, λοιπόν, εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Και ήταν γνωστός και στην Τεχεράνη.

«Δεν υπάρχει ενιαίο σιιτικό πρόγραμμα»

Μπορεί η εικόνα που δίνεται προς τα έξω να είναι ότι ένα ενωμένο σιιτικό μέτωπο κέρδισε τις εκλογές. Ομως, οι σιιτικές δυνάμεις, που συνεργάστηκαν, έχουν, μεταξύ τους, μεγάλες διαφορές και το πιθανότερο είναι ότι δε θα λειτουργήσουν με κοινό πολιτικό πρόγραμμα. Αυτό, φυσικά, το γνωρίζουν οι κατοχικές δυνάμεις και θα το αξιοποιήσουν.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι οι συγκεκριμένες σιιτικές πολιτικές δυνάμεις συμφωνούν στις αντιλαϊκές, αυταρχικές και αντιδραστικές τους πολιτικές θέσεις. Και θα προσπαθήσουν με κάθε τρόπο να ανακόψουν την οποιαδήποτε προοδευτική πολιτική αλλαγή.

Εύλογο το σύνθημα σε τοίχο της Τεχεράνης «Κάτω οι ΗΠΑ»

Associated Press

Εύλογο το σύνθημα σε τοίχο της Τεχεράνης «Κάτω οι ΗΠΑ»
Το πλέον πιθανό είναι ότι η ιρανική ηγεσία επένδυσε πολλά στο Ανώτατο Συμβούλιο για την Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράκ. Και δε θα πρέπει αυτό να μας εκπλήσσει γιατί οι εξελίξεις στο Ιράκ είναι εξαιρετικά σημαντικές για το μέλλον του Ιράν, ιδιαίτερα εφόσον οι αμερικανικές δυνάμεις έχουν περικυκλώσει τη χώρα, έχοντας βάσεις σε όλα τα γειτονικά κράτη.

Επιπλέον, αξίζει κανείς να επισημάνει ότι παρά το γεγονός ότι οι σιίτες αποτελούν την πλειοψηφία του ιρακινού πληθυσμού (60%) και ψήφισαν μαζικά, σε αντίθεση με τους σουνίτες, μετά και από τη φάτουα του Μεγάλου Αγιατολάχ Αλί αλ Σιστάνι, δεν κατάφερε το ενωτικό αυτό ψηφοδέλτιο να συγκεντρώσει αντίστοιχο ποσοστό ψήφων. Αυτό σημαίνει ότι αρκετοί σιίτες ψήφισαν, αλλά όχι το συγκεκριμένο ψηφοδέλτιο, το οποίο, υποστηρίχτηκε, τελικά, ανοιχτά από τον Μεγάλο Αγιατολάχ. Και αυτή η εξέλιξη είναι σημαντική και ενθαρρυντική για τις ανακατατάξεις που γίνονται εντός της σιιτικής κοινότητας.

«Οι ΗΠΑ θα προσπαθήσουν με πολιτικά μέσα»

-- Ας επιστρέψουμε, όμως, στο Ιράν. Οσο περνά ο καιρός, τόσο κλιμακώνεται η πολεμική ρητορική και οι απειλές κατά της Τεχεράνης. Η νέα Αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών, όπως και ο πρόεδρος Μπους δεν απέκλεισαν το ενδεχόμενο ακόμη και ανάληψης στρατιωτικής δράσης. Ποια είναι η εκτίμησή σας;

-- Ν. Σ.: Η πρώτη απάντηση είναι ότι το Ιράν είναι στόχος για τις ΗΠΑ. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι καινούριο. Το Ιράν είναι στόχος για τις ΗΠΑ εδώ και χρόνια, από την Ισλαμική Επανάσταση το 1979. Η Ουάσιγκτον επιθυμεί να επανακτήσει τον έλεγχο της χώρας, όπως τον είχε το 1979. Εκτοτε, η Ουάσιγκτον δε σταμάτησε ποτέ να προσπαθεί να επανεδραιώσει το ρόλο της. Υποστήριξε την ιρακινή επίθεση κατά του Ιράν, οργάνωσε απόπειρες πραξικοπημάτων, έκανε πολλά. Τίποτε από αυτά δε λειτούργησε μέχρι σήμερα.

Τα τελευταία 5-6 χρόνια υπάρχει όντως κλιμάκωση, σε επίπεδο ρητορικής. Οι ΗΠΑ, σαφώς, εντείνουν τις προσπάθειές τους για επανάκτηση του ελέγχου της χώρας. Και θα συνεχίσουν να το προσπαθούν με κάθε δυνατό τρόπο. Η στρατιωτική οδός είναι ο ένας τρόπος. Αλλά δεν είναι ο μοναδικός. Και θα έλεγα ότι στην παρούσα φάση δεν είναι ο κυρίαρχος, ιδιαίτερα εξαιτίας των τεράστιων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν στο Ιράκ. Μια στρατιωτική επίθεση σημαίνει ότι οι ΗΠΑ θα κληθούν να συντηρήσουν δύο μεγάλα στρατιωτικά μέτωπα ταυτοχρόνως. Είναι πολύ δύσκολο. Δεν μπορώ να το αποκλείσω, αλλά δε νομίζω ότι είναι η πλέον πιθανή λύση.

Αντίθετα, όμως, νομίζω ότι θα ενταθούν οι αμερικανικές προσπάθειες στην κατεύθυνση της πολιτικής επιρροής, έτσι ώστε να διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους έχοντας το μικρότερο δυνατό κόστος. Το Ιράν δεν είναι Ιράκ. Και αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με το μέγεθος της χώρας ή το μεγαλύτερο πληθυσμό. Στο Ιράκ, η Ουάσιγκτον είχε να αντιμετωπίσει μια ενιαία μονολιθική ηγεσία, του Σαντάμ Χουσεΐν. Στο Ιράν, όμως, η ηγεσία δεν έχει αυτή τη μορφή. Δε σημαίνει ότι δεν πρόκειται για μια θρησκευτική δικτατορία ή ότι δεν είναι αντιδραστική. Αλλά ο τρόπος λειτουργίας της είναι διαφορετικός. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί, ακόμη και στρατιωτικά, με έναν ενιαίο τρόπο.

Στο Ιράν, έχω την αίσθηση ότι θα προσπαθήσουν να βάλουν έναν άλλο Αλάουι στην εξουσία, χωρίς να ρίξουν ούτε μία σφαίρα. Τέτοιου είδους προσωπικότητες στο Ιράν υπάρχουν και έχουν ρόλο στην πολιτική σκηνή. Το πλέον πιθανό, λοιπόν, είναι η Ουάσιγκτον να προσπαθήσει να τους αξιοποιήσει τα μέγιστα.

Το «χαρτί» που λέγεται Ραφσαντζανί

Ισως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι ο πρώην πρόεδρος Χασεμί Ραφσαντζανί, ο οποίος θα είναι υποψήφιος στις επόμενες προεδρικές εκλογές. Ο Ραφσαντζανί έχει «δοκιμαστεί» από την Ουάσιγκτον με μεγάλη επιτυχία. Είναι ο άνθρωπος που λειτούργησε ως σύνδεσμος στο σκάνδαλο του Ιράνγκεϊτ.

Είναι ο άνθρωπος που είχε σχέσεις με τα πλέον αντιδραστικά στοιχεία της αμερικανικής κυβέρνησης, τη στιγμή που βρισκόταν στο απόγειό της η Ισλαμική Επανάσταση και κανένας άλλος πολιτικός ή θρησκευτικός ηγέτης του Ιράν δε διανοούνταν καν να έχει την οποιαδήποτε επαφή με τις ΗΠΑ. Είναι ο άνθρωπος που συνομιλούσε με τον Ολιβερ Νορθ και τον Μακ Φάρλαν, λάμβανε χειρόγραφα σημειώματα από τον Ρόναλντ Ρίγκαν και δεχόταν υψηλόβαθμες αμερικανικές αντιπροσωπείες στην Τεχεράνη, ενώ, παραδείγματος χάριν, βρισκόταν σε εξέλιξη η κατάληψη της αμερικανικής πρεσβείας.

Ως πρόεδρος του Ιράν, επί 8 χρόνια, έδωσε «δείγματα» της καλής του θέλησης προς τις ΗΠΑ. Προσπάθησε να απελευθερώσει την οικονομία, να υιοθετηθεί ευνοϊκή νομοθεσία προκειμένου να διευκολυνθούν οι επενδύσεις από πολυεθνικές στο Ιράν, κυρίως αμερικανικές. Παρ' όλα αυτά, έχει καταφέρει να επιβιώσει μέσα στην ιρανική πολιτική σκηνή και μάλιστα σε περίοπτη θέση. Καθόλου τυχαία, οι Ιρανοί αναλυτές τον αποκαλούν χαμαιλέοντα. Μόλις πριν από λίγες ημέρες, παραχώρησε συνέντευξη στην αμερικανική εφημερίδα «USA Today» όπου, λίγο - πολύ, υποστήριξε ότι θα μπορούσε, αν εκλεγόταν πρόεδρος, να λύσει όλα τα προβλήματα που δυσχεραίνουν τις ιρανο-αμερικανικές σχέσεις.

Ο Ραφσαντζανί, όμως, έχει ένα μεγάλο μειονέκτημα. Δεν έχει λαϊκό έρεισμα. Δεν είναι αγαπητός και δε θεωρείται αξιόπιστος από τη συντριπτική πλειοψηφία του ιρανικού λαού. Συμμετείχε στις βουλευτικές εκλογές πριν από 5 χρόνια στην εκλογική περιφέρεια της Τεχεράνης, με απώτερο στόχο να εκλεγεί πρόεδρος του Κοινοβουλίου. Δεν κατάφερε να εκλεγεί, παρά μόνο στην τελευταία, την 30ή θέση και μετά από σειρά αλλαγών που επέβαλε ο ανώτατος θρησκευτικός ηγέτης του Ιράν. Αναγκάστηκε να παραιτηθεί...

Σήμερα, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα εκλεγεί. Ακόμη, όμως, και αν εκλεγεί, το σίγουρο είναι ότι το ποσοστό που θα συγκεντρώσει δε θα τον καθιστά τόσο ισχυρό, όσο χρειάζεται για να προωθήσει μια σειρά από αλλαγές, με βάση όσα επιθυμούν οι ΗΠΑ. Αυτό το γνωρίζει τόσο ο ίδιος όσο και η Ουάσιγκτον. Αναζητείται λοιπόν τρόπος μεταστροφής της ιρανικής κοινής γνώμης.

Εχω την αίσθηση ότι η κλιμάκωση των στρατιωτικών απειλών συνδέεται με αυτήν τη διαδικασία. Είναι σίγουρο ότι ο ιρανικός λαός δεν επιθυμεί έναν πόλεμο. Οσο η Ουάσιγκτον κλιμακώνει την πολεμική ρητορική, δίνει το περιθώριο στον Ραφσαντζανί να καλλιεργήσει την εικόνα του ως του μοναδικού που θα μπορούσε να αποτρέψει μια στρατιωτική σύρραξη. Αν η αμερικανική τακτική, αποφέρει τα αναμενόμενα, δηλαδή αν καταφέρει να ενισχύσει τη θέση του Ραφσαντζανί και τελικά αυτός καταφέρει να εκλεγεί πρόεδρος με άνετη πλειοψηφία, ως «εθνικός σωτήρας απέναντι στον κίνδυνο ενός πολέμου», τότε η Ουάσιγκτον θα έχει πετύχει το στόχο της, χωρίς να ανοίξει μύτη.

«Δύσκολα θα ελέγξουν οι ΗΠΑ την πραγματική ιρανική αντιπολίτευση»

-- Η Ουάσιγκτον, βέβαια, προσπάθησε να αξιοποιήσει και την αντιπολίτευση εντός Ιράν, παραδείγματος χάριν τις φοιτητικές διαδηλώσεις κλπ. Πιστεύετε ότι υπάρχει περιθώριο αμερικανικής επίδρασης και παρέμβασης σε αυτό το επίπεδο;

-- Ν. Σ.: Οπως είπα, η Ουάσινγκτον εξετάζει όλες τις δυνατότητες παρέμβασης και ο ιρανικός λαός, σε συντριπτική πλειοψηφία, δεν επιθυμεί, σε καμία περίπτωση, την οποιαδήποτε στρατιωτική κλιμάκωση.

Για τις ΗΠΑ, σίγουρα, η ευκολότερη λύση είναι μια πολιτική νίκη του Ραφσαντζανί. Αλλά δε σημαίνει ότι δεν προσπαθούν και με άλλους τρόπους. Είναι γεγονός ότι σε ένα κομμάτι της ιρανικής αντιπολίτευσης, σε αυτό που ονομάζαμε κεντροαριστερά πολιτικά κόμματα, προς στιγμήν, επικράτησε η άποψη ότι θα μπορούσε να υπάρξει κάποια συνεργασία με την Ουάσιγκτον στην κατεύθυνση της ανατροπής του καθεστώτος των Αγιατολάχ. Εμείς ως κόμμα, αλλά και οι υπόλοιπες προοδευτικές αριστερές δυνάμεις του Ιράν, απορρίψαμε κατηγορηματικά κάθε τέτοια πρόταση μέσα στις πολιτικές δυνάμεις, στους φοιτητές, στα εργατικά συνδικάτα, οπουδήποτε και αν τέθηκε.

Δε χρειάζεται να δούμε μόνο τι γίνεται στο Ιράκ σήμερα. Εχουμε τα δικά μας παραδείγματα, με το αμερικανοκίνητο πραξικόπημα του 1953. Είναι αυταπάτη να πιστέψει κανείς ότι η Ουάσιγκτον θα βοηθούσε για μια κοινωνική αλλαγή προς όφελος του ιρανικού λαού και όχι προς όφελος των συμφερόντων της. Η πρόταση αυτή, λοιπόν, δε βρήκε απήχηση στους κόλπους της αντιπολίτευσης.

Στο Ιράκ, η Ουάσιγκτον είχε συνομιλητές στην αντιπολίτευση, που είχαν κάποια λαϊκή βάση, έστω και μικρή, και δε μιλώ μόνο για τα γνωστά κόμματα, αλλά π.χ. για το κόμμα Ντάουα ή για το Ανώτατο Συμβούλιο για την Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράκ. Στο Ιράν, η Ουάσιγκτον δεν έχει αυτή τη δυνατότητα. Δεν υπάρχουν τέτοιοι συνομιλητές, και όσοι υπάρχουν δεν έχουν λαϊκή βάση.

Αυτές οι δυνάμεις, ας πούμε, πρότειναν την πραγματοποίηση ενός δημοψηφίσματος για τη δομή της ιρανικής ηγεσίας και του κράτους, όπως είναι δομημένο. Και ποιος θα διεξήγαγε το δημοψήφισμα; Το θρησκευτικό καθεστώς; 'Η θα ερχόταν ο ΟΗΕ, δηλαδή αμερικανικές δυνάμεις στη χώρα, για να έχουμε μια άλλη κατοχή, όπως στο Ιράκ; Απορρίψαμε το αίτημα, το οποίο τελικά δεν υιοθετήθηκε παρά από ένα ελάχιστο μέρος της αντιπολίτευσης. Γι' αυτό και εκτιμώ ότι η στάση και ο ρόλος του Ραφσαντζανί είναι κομβικός και μπορεί να χαρακτηριστεί ως «άνθρωπος - κλειδί» για τα αμερικανικά συμφέροντα στη χώρα.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ

Περί ελληνοτουρκικών...

Είναι γνωστό το χρόνιο πρόβλημα - από γενέσεως του νεοελληνικού κράτους - των ελληνο-τουρκικών σχέσεων. Εάν τώρα προστεθούν οι σύγχρονες αντιθέσεις, τότε αποκαλύπτεται το συνολικό πλέγμα των ελληνο-τουρκικών σχέσεων και το πολιτικό έδαφος από το οποίο αντλούνται οι πάσης φύσεως κατά καιρούς ιμπεριαλιστικοί υποδαυλισμοί στις σχέσεις των δυο λαών. Το καινούριο αποπροσανατολιστικό των ημερών μας είναι η αναπτυσσόμενη διαρκής φλυαρία περί «βαθέως τουρκικού κράτους».

Μέχρι τώρα γνωρίζουμε από την Ιστορία ότι οι πράξεις των ιθυνόντων της ποικίλης πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής εξουσίας δεν είναι μια ευθεία απόφαση, αλλά συνήθως καταστάλαγμα εσωτερικών ανταγωνισμών. Σε αυτή τη βασική αντιφατική λειτουργία ανήκει και το πολιτικο-στρατιωτικό σύμπλεγμα εξουσίας της Τουρκίας. Οι φλύαροι πολιτικολογούντες του ελληνικού κουβέρνου και της πάσης φύσεως θεσμικής πολιτικής εξουσίας (Βουλή, κόμματα κλπ.) εν Ελλάδι εννοούν να παρουσιάζουν την τουρκική εξουσία ως διηρημένη σε «βαθύ» και «ρηχό» κράτος. Μέντορες του «βαθέως» οι στρατιωτικοί εξουσιαστές. Μέντορες του «ρηχού» η πολιτική κυβέρνηση της Τουρκίας με σήμα της την περιλάλητη «μαντίλα». Ετσι παρουσιάζεται το αντιφατικό φαινόμενο οι συντηρητές των ισλαμικών παραδόσεων του «τσαντόρ», έστω και διαφοροποιημένοι από άλλες ακραίες ισλαμικές εκδοχές, να προβάλλονται στην ελληνική κοινή γνώμη οι δυνάμει εκμοντερνισθέντες του ευρω-τουρκικού μέλλοντος.

Αυτή η φαεινή ιδέα αυτού του περίεργου διαχωρισμού από τους εν Ελλάδι πολιτικούς για τα συμβαίνοντα στην τουρκική κοινωνία παρουσιάστηκε ως άρτι αφιχθέν πολιτικό γεγονός από τον καιρό που οι ευρωλάγνοι είδαν την επίλυση των ελληνο-τουρκικών διαφορών μέσα από το κοίλο κάτοπτρο της τουρκο-ευρωενωσίτικης εξέλιξης. Ετσι το «βέτο» από ελληνικής πλευράς έναντι των ανελεύθερων, αντιδημοκρατικών ενεργειών της τουρκικής πολιτικο-στρατιωτικής εξουσίας εις βάρος του τουρκικού λαού και των επικρατικών βλέψεων έναντι της Ελλάδας αντικαταστάθηκε από την «προσήνεια» και «κατανόηση» των εν Ελλάδι πάσης φύσεως υιοθετημένων παιδιών της Ουασιγκτόνας και των Βρυξελλών. Ο χώρος του ελληνικού Αιγαίου και της Θράκης πρέπει να μετατραπεί σε συνδιαχειριζόμενο και συγκυριαρχούμενο ελληνοτουρκικό χώρο υπό την υψηλή εποπτεία και τα κελεύσματα των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Ενα από τα πολλαπλά σενάρια επίτευξης αυτού του σκοπού είναι κι αυτό της διαίρεσης του «κακού» βαθέως τουρκικού κράτους από το «καλό» ευρωλάγνο της τουρκικής ευρωμαντίλας. Πίσω απ' αυτό το αηδιαστικό παρασκήνιο κι ως επιπλέον στοιχείο της ιμπεριαλιστικής επιβολής στον ευρύτερο χώρο Βαλκανίων - Μέσης Ανατολής, βρίσκεται η προσπάθεια συνεχούς εισδοχής του ελληνικού κεφαλαίου στο όνομα της οποίας έχει αποδεχτεί τα ιμπεριαλιστικά σχέδια. Το χρόνιο πρόβλημα των ελληνο-τουρκικών σχέσεων δε βρίσκεται στα «ρηχά» και στα «βαθιά» του τουρκικού κράτους αλλά στην ανάγκη αντίστασης έναντι των ντόπιων και ξένων ιμπεριαλιστικών βλέψεων με την παράλληλη διαμόρφωση φιλίας μεταξύ του ελληνικού και του τουρκικού εργαζόμενου λαού. Αυτό δεν μπορεί να γίνει από τους εκπροσώπους του κεφαλαίου τόσο στη μία όσο και στην άλλη χώρα. Μπορούν να το κάνουν μόνο οι λαοί με την οργανωμένη συντονισμένη πάλη τους.


Αντώνης ΔΑΜΙΓΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ