ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 3 Απρίλη 2005
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Γι' άλλους παράδεισος και γι΄ άλλους... .

Σύμφωνα με περσινή μελέτη της Eurostat η φορολογική επιβάρυνση για το κεφάλαιο στην Ελλάδα ήταν το 2001 μόλις 15,5% του ΑΕΠ (αντί 29,8% στην ΕΕ). Αντίθετα, η φορολόγηση της εργασίας έφτανε το 36,5% του ΑΕΠ (αντί 37% στην ΕΕ)

Τριάντα ολόκληρα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση, η Ελλάδα ήταν και παραμένει φορολογικός παράδεισος για το μεγάλο κεφάλαιο. Και καθώς η καπιταλιστική οικονομία για να αναπτυχθεί απαιτεί την ολοένα και μεγαλύτερη αφαίμαξη των λαϊκών στρωμάτων, λειτουργεί με το νόμο των «συγκοινωνούντων δοχείων» - σύμφωνα με τον οποίο για να κερδίσει κάποιος πρέπει να χάσει κάποιος άλλος - η Ελλάδα ήταν και παραμένει φορολογική κόλαση για τους εργαζόμενους και τα πλατιά λαϊκά στρώματα. Του λόγου το αληθές βεβαιώνεται και από τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Eurostat, τα οποία δεν ανήκουν στην κατηγορία των στοιχείων που ...πολυκλοφορούν.

Στα στοιχεία αυτά αποτυπώνονται ανάγλυφα με τη γλώσσα των αριθμών τα αποτελέσματα των φορολογικών «μεταρρυθμίσεων», που προώθησαν από το 1974 μέχρι σήμερα οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, οι οποίες στα λόγια διακήρυτταν τη ...«δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών».

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία μελέτης της Eurostat (δημοσιοποιήθηκε το 2003 στα πλαίσια των ερευνών που γίνονται για την εναρμόνιση της φορολογικής νομοθεσίας σε όλες τις χώρες - μέλη της ΕΕ), η μέση φορολογική επιβάρυνση του κεφαλαίου στην Ελλάδα το 2001 ήταν περίπου στο... μισό του μέσου όρου της ΕΕ! Καθώς, μάλιστα, από το 2001 μέχρι σήμερα, οι κυβερνήσεις (του ΠΑΣΟΚ μέχρι τις 7 Μάρτη 2004 και της ΝΔ από 8 Μάρτη 2004 ως σήμερα) προχώρησαν σε νέες αντιλαϊκές φορομπηχτικές μεταρρυθμίσεις για το λαό, είναι πολύ πιθανόν η «ψαλίδα» να μεγάλωσε και άλλο. Στην κατεύθυνση αυτή θα συμβάλει και η μείωση των συντελεστών φορολογίας των κερδών για τις μεγάλες επιχειρήσεις κατά 10 μονάδες που θέσπισε η κυβέρνηση της ΝΔ με το φορολογικό νόμο τον περασμένο Δεκέμβρη.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με Eurostat, στην περίοδο από το 1995 μέχρι και το 2001:

  • Η φορολόγηση του κεφαλαίου στην Ελλάδα είναι η μικρότερη μεταξύ των κρατών - μελών της ΕΕ και στην ουσία αντιπροσωπεύει μόλις το 50% του μέσου κοινοτικού όρου. Συγκεκριμένα, το 2001 η φορολογία κεφαλαίου στην Ελλάδα ανερχόταν στο 15,5% του ΑΕΠ έναντι 29,8% που ήταν ο μέσος κοινοτικός όρος.
  • Η φορολόγηση της εργασίας στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 2,1 μονάδες του ΑΕΠ, ενώ στην ΕΕ μειώθηκε κατά 0,5 μονάδες. Ετσι, ενώ το 2001 η φορολόγηση της εργασίας στην Ελλάδα ανήλθε στο 36,5% του ΑΕΠ (από 34,4% το 1995) στην ΕΕ διαμορφώθηκε στο 37% (από 37,5% το 1995).

Σημειώνεται πως το 1995 η έμμεση φορολόγηση του κεφαλαίου στην Ελλάδα ήταν επίσης μικρότερη (10,8% έναντι 24,5% που ήταν κατά μέσο όρο στην ΕΕ). Αξίζει μάλιστα εδώ να σημειωθεί ότι η μερίδα του λέοντος από την αύξηση της φορολογίας του κεφαλαίου οφείλεται στα «αντικειμενικά» κριτήρια, τις «συνάφειες» και άλλα χαράτσια που επέβαλαν οι κυβερνώντες στους αυτοαπασχολούμενους ΕΒΕ και αγρότες, αφού για το μεγάλο κεφάλαιο συνεχίστηκαν οι ρυθμίσεις που οδηγούσαν σε μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για το μεγάλο κεφάλαιο.

Οταν μιλούν οι αριθμοί

Το γενικό συμπέρασμα της μελέτης της Eurostat είναι πως παρά την αξιόλογη αύξηση της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης (σύνολο φορολογικών εσόδων μαζί με τις εισφορές για την κοινωνική ασφάλιση), η φορολογική επιβάρυνση στην Ελλάδα είναι χαμηλότερη σε σχέση με το μέσο κοινοτικό όρο. Αυτό βέβαια οφείλεται - κάτι που αποσιωπούν οι συντάκτες της μελέτης - στο γεγονός ότι η φορολογική επιβάρυνση στο μεγάλο κεφάλαιο ήταν και παραμένει συμβολική. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη μελέτη της Eurostat, η συνολική φορολογική επιβάρυνση στην Ελλάδα αναλογούσε το 2001 στο 36,8% του ΑΕΠ έναντι 32,6% που ήταν το 1995. Στην ΕΕ των «15» η συνολική φορολογική επιβάρυνση αναλογούσε το 2001 στο 41,1% του ΑΕΠ έναντι 40,8% το 1995.

Είναι αξιοσημείωτο, πάντως, ότι η Ελλάδα εμφάνισε τη δεύτερη σημαντικότερη αύξηση μεταξύ των κρατών - μελών της ΕΕ ανάμεσα στο 1995 και το 2001, με τη Σουηδία να κατέχει την πρώτη θέση. Συγκεκριμένα, η συνολική φορολογική επιβάρυνση σαν ποσοστό του ΑΕΠ είχε διαμορφωθεί το 2001 σε 54,1% στη Σουηδία (από 49,1% το 1995) και 36,8% στην Ελλάδα (από 32,6% το 1995).

Με βάση τις πηγές προέλευσης της φορολογικής επιβάρυνσης στην Ελλάδα το κύριο βάρος το σηκώνει η έμμεση φορολογία (με την οποία βαρύνονται κυρίως τα πλατιά λαϊκά στρώματα που ξοδεύουν όλο το εισόδημά τους), ενώ η άμεση φορολογία και οι κοινωνικές εισφορές (που είναι κοινωνικά πιο δίκαιες) υστερούν.

Οπως προκύπτει από τα αναλυτικά στοιχεία, η κατανομή του συνόλου των φορολογικών εσόδων (μαζί με τις κοινωνικές εισφορές) παρουσιάζει στην Ελλάδα την εξής εικόνα:

  • Οι έμμεσοι φόροι αντιπροσώπευαν το 2001 το 40,8% του συνόλου των φόρων. Ηταν δηλαδή περίπου 7 μονάδες πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ των «15» που αντιπροσώπευαν το 33,7% του συνόλου των φόρων.
  • Οι άμεσοι φόροι το 28,3% (στην ΕΕ 34,9%).
  • Οι κοινωνικές εισφορές το 30,9% αντί 31,4% στην ΕΕ.

Η εν λόγω μελέτη της ΕΕ αποκαλύπτει την ουσία της φορολογικής πολιτικής των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και των «φορολογικών μεταρρυθμίσεων» που έκανε προς όφελος, υποτίθεται, των εργαζομένων. Η καραμέλα της «ισχυρής Ελλάδας», που «πιπιλούσε» επί σειρά ετών η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, αποδείχτηκε στην πράξη φορολογικός παράδεισος για το μεγάλο κεφάλαιο (ξένο και ντόπιο) και κόλαση για τους εργαζόμενους και τους οικονομικά αδύνατους και ανίσχυρους (αγρότες, επαγγελματοβιοτέχνες κλπ.). Βέβαια και η ΝΔ συνέχισε τη φορομπηχτική και φοροεισπρακτική που εφάρμοζαν μέχρι τις 7 Μάρτη 2004 οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Αδιάψευστος μάρτυρας τόσο ο φορολογικός νόμος που ψηφίστηκε το Δεκέμβρη (μειώνει δραστικά τη φορολογία των κερδών, ενώ με πρόσχημα την αντοχή της οικονομίας άφησε ατιμαριθμοποίητη τη φορολογική κλίμακα) όσο και η πρώτη δέσμη των μέτρων που ανακοινώθηκαν την περασμένη Τρίτη.

Είναι δε βέβαιο πως η Ελλάδα θα διατηρεί το πιο φιλομονοπωλιακό φορολογικό σύστημα και εξακολουθεί να παραμένει το πιο αντιλαϊκό και το πιο φιλομονοπωλιακό φορολογικό σύστημα στο σύνολο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) και της Ευρωζώνης, όσο οι κυβερνώντες (πράσινοι ή γαλάζιοι) δε βρίσκουν την απαιτούμενη αγωνιστική αντίσταση από τους εργαζόμενους και τα πλατιά λαϊκά στρώματα.


Λάμπρος ΤΟΚΑΣ


Η φορολογική λεηλασία των ΕΒΕ

Τον Οκτώβρη του 1993, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με τα επικρατούντα ήθη του αστικού πολιτικού κόσμου, κατάγγειλε την κυβέρνηση της ΝΔ, ότι της παρέδωσε άδεια ταμεία και καμένη γη. Οπως κάνει σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ, η οποία καταγγέλλει την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ για δημοσιονομικό εκτροχιασμό κλπ. Το 1993 το δημοσιονομικό έλλειμμα διαμορφώθηκε στο 13,8% του ΑΕΠ, ήταν δηλαδή υπερδιπλάσιο από το έλλειμμα 6,1% του ΑΕΠ το 2004, που τόσος θόρυβος γίνεται σήμερα.

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, διατήρησε το 1993 άθικτες όλες τις αντιδραστικές φορολογικές μεταρρυθμίσεις που είχε θεσπίσει η κυβέρνηση της ΝΔ, οι οποίες αποτελούν και σήμερα τη βάση του φορολογικού συστήματος. Και, για να... σώσει την οικονομία από την κατάρρευση, άπλωσε το βλέμμα της προς τους μικρομεσαίους. Ετσι μας προέκυψαν τα «αντικειμενικά» κριτήρια φορολόγησης των μικρών εμπορικών - βιοτεχνικών επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών.

Αυτοί, που υποτίθεται ότι αποτελούσαν τη «ραχοκοκαλιά» της οικονομίας, κλήθηκαν - μαζί με τους εργαζόμενους - πέρα και έξω από κάθε έννοια φορολογικού δίκαιου, να καταβάλλουν τον οβολό τους στην πορεία της χώρας προς την ΟΝΕ... Ηταν η εποχή κατά την οποία ο τότε υπουργός Οικονομικών Αλ. Παπαδόπουλος ζητούσε η Συνθήκη του Μάαστριχτ να γίνει συνταγματική συνθήκη της χώρας... Τα «αντικειμενικά» κριτήρια προσδιορίζονταν από αυθαίρετους συντελεστές (εμπορικότητας, απόδοσης) και σύμφωνα με τη λογική τους, καμιά μικρή επιχείρηση δεν επιτρεπόταν να είχε ζημιά... Ολες οι επιχειρήσεις έπρεπε να είναι κερδοφόρες!

Το φοροεισπρακτικό αυτό σύστημα διατηρήθηκε, με διάφορες παραλλαγές, μέχρι το 2003. Τα «αντικειμενικά» κριτήρια του ΠΑΣΟΚ αντικαταστάθηκαν από το «αυτόματο κλείσιμο» της ΝΔ και η λεηλασία των μικρομεσαίων καλά κρατεί.

Μια άλλη πλευρά της φορολογίας των ΕΒΕ, συνιστούν οι φορολογικοί έλεγχοι και οι συνεχείς εξοντωτικές ρυθμίσεις για την «αυτόματη περαίωση παλαιότερων φορολογικών ετών». Επί της ουσίας πρόκειται για φορολογικούς τρομοκρατικούς μηχανισμούς, οι οποίοι εξαναγκάζουν τους μικροεπαγγελματίες να καταβάλλουν κάθε χρόνο επιπλέον φόρους στα κρατικά ταμεία. Οσοι αρνούνταν να ενταχθούν στις ρυθμίσεις, τους απειλούσαν με το ΣΔΟΕ, το οποίο είχε εξελιχθεί σε πραγματικό φόβητρο. Η δράση του Σώματος αυτού συνδέθηκε με εκτεταμένα φαινόμενα διαφθοράς, η οποία όμως είχε σαν βάση τον παρασιτικό χαρακτήρα των δραστηριοτήτων του Σώματος των φοροκυνηγών.


Θ.Κ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ