ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 13 Μάρτη 2005
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«Τούτες οι μέρες το 'χουνε... »

«Τούτες οι μέρες το 'χουνε, τούτες οι εβδομάδες/ για να χορεύουν τα παιδιά, να χαίροντ' οι μανάδες/ Δώστε του χορού να πάει/ τούτ' η γης θα μας εφάει/ Τούτ' η γης που την πατούμε/ όλοι μέσα θε να μπούμε/ Χορέψετε, χορέψετε, τα νιάτα να χαρείτε/ γιατί σε τούτο τον ντουνιά δε θα τα ξαναβρείτε...» (Νάξου).

Οι μέρες της Αποκριάς επιβάλλουν τη μεταμφίεση, το γλέντι, το χορό, το τραγούδι... Για να χαρεί, να ξανανιώσει ο λαϊκός άνθρωπος, σε αυτό το πρόσκαιρο σταμάτημα της γρήγορης περιστροφής του χρόνου. Για να διακωμωδήσει, να σαρκάσει, να παραβιάσει ταμπού και, έστω πρόσκαιρα, να ανατρέψει δεδομένα και να νιώσει απελευθερωμένος. Και αν στα ασφυκτικά πλαίσια του εμπορευματοποιημένου στις περισσότερες περιπτώσεις αστικού καρναβαλιού, σύμβολα, αξίες και καθαρτήριες τελετουργίες του αγροτικού καρναβαλιού έχουν υποχωρήσει, ακόμα και σήμερα υπάρχουν κάποιες εστίες ανά την Ελλάδα, όπου αναβιώνουν πανάρχαια έθιμα συνδεδεμένα με αυτήν την «ιεροτελεστία της Ανοιξης».

Ενταγμένα λειτουργικά στα αντίστοιχα έθιμα του κάθε τόπου, τα τραγούδια και οι χοροί της Αποκριάς, αυτά που η λαϊκή ψυχή δημιούργησε, συμπυκνώνουν με τον παραστατικότερο τρόπο την αρχέγονη δύναμη και το παραδοσιακό ήθος που διακρίνουν αυτήν την ελληνική «ιεροτελεστία». Οπως το τραγούδι από τη Νάξο, που προαναφέραμε, όπου συνυπάρχουν η χαρά του γλεντιού με τη θλίψη του θανάτου. Για να τονιστεί ακόμα πιο πολύ η νίκη της ζωής - άνοιξης πάνω στο θάνατο - χειμώνα. Στα τραγούδια της Αποκριάς, παρατηρούμε μιαν αρμονική συνύπαρξη τέτοιων «γνωμικών» τραγουδιών με το υπόλοιπο ρεπερτόριο των σατιρικών και των «άσεμνων». Τα τελευταία, κυρίως λόγω της υποκριτικής αστικής ηθικής, αντιπροσωπεύουν μια πτυχή του λαϊκού μας πολιτισμού που ελάχιστα έχει ανιχνευτεί και μελετηθεί.

Μια αντιπροσωπευτική επιλογή γνωμικών και «άσεμνων» αποκριάτικων τραγουδιών από διάφορες περιοχές της χώρας μας περιλαμβάνεται στο CD με τίτλο «Τούτες οι μέρες το 'χουνε», το οποίο προσφέρει σήμερα η εφημερίδα μας στους αναγνώστες της. Ερμηνευτής των τραγουδιών είναι ο Βαγγέλης Κώτσου, ενώ την επιμέλεια παραγωγής υπογράφει ο λαογράφος Γιώργος Λεκάκης. Περιλαμβάνονται τα τραγούδια: «Με τη θεια μου την Κοντύλω», «Χαραλάμπης» (πανελλήνιο), «Θεια μου Νικολάκαινα» (Καρύστου), «Στης ακρίβειας τον καιρό», «Γέρασα, μωρέ παιδιά», «Πέντε - δέκα παπαδιές», «Ρογκατσάρικος - Το γαϊτανάκι», «Τα κουκιά» (Θεσσαλίας), «Τώρα που ιχιάσ' κα στου χορό» (Φανών Κοζάνης), «Πέντε αδέλφια ήμασταν» (Φανών Κοζάνης), «Τα κορίτσια τα καημένα» (Φανών Κοζάνης), «Ο γανωτής» (Ηπείρου), «Πώς το τρίβουν το πιπέρι» (Ηπείρου), «Πέθανε ο Κρέας».

Θυμίζουμε, επίσης, το άλμπουμ «Τα Αποκριάτικα. Ανίερα - Ιερά» της Δόμνας Σαμίου, που είχε κυκλοφορήσει πριν από δέκα χρόνια και το υλικό του, ως γνωστόν, μπήκε πριν από λίγο καιρό στο στόχαστρο του εκκλησιαστικού σκοταδισμού.

Με ανατρεπτική διάθεση...

Κορυφαία γιορτή χαράς και ανανέωσης για το λαϊκό άνθρωπο, η Αποκριά παρέμεινε η μόνη καθαρά εξωεκκλησιαστική λατρευτική ψυχαγωγική γιορτή. Η ανατρεπτική της διάθεση είναι και αυτό που την κατέστησε υπό διωγμόν από την Εκκλησία, ενώ παράλληλα της χάρισε αυτήν την αξιοθαύμαστη μακροζωία ανά τους αιώνες. Περιλαμβάνοντας ένα ευρύ φάσμα παμπάλαιων εθίμων, είναι μια γιορτή με ψυχαγωγική, αλλά και κοινωνική διάσταση. Σήμερα, σε μια εποχή όπου τα περισσότερα από τα έθιμά μας έχουν βυθιστεί στη λησμονιά για να αντικατασταθούν από τις κάθε λογής κακόγουστες φιέστες, αξίζει να θυμηθούμε κάποια από αυτά. Από την πληθώρα των εθίμων της Αποκριάς σημειώνουμε:

Στη Νάουσα συνεχίζει να αναβιώνει το έθιμο του «Γιανίτσαρου και της Μπούλας», που ενσωμάτωσε στοιχεία της τοπικής παράδοσης και των ηρωικών αγώνων. Ο Γιανίτσαρος, ο περήφανος φουστανελοφόρος, με τα πολλά ασημικά, τη μακριά πάλα (σπαθί) και το κέρινο «πρόσωπο» είναι ο πρωταγωνιστής. Κύριο ρόλο έχει η Μπούλα, άνδρας που υποδύεται τη γυναίκα με φαρδιά φουστάνια και «πρόσωπο» στολισμένο με τούλια και λουλούδια. Τα παιδιά που προπορεύονται του μπουλουκιού αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του δρώμενου. Στο τέλος της πομπής, η μουσική, ο ζουρνάς και το νταούλι.

Στη Μακεδονία, οι πρόσφυγες της Ανατολικής Ρωμυλίας έφεραν το έθιμο του Κωστιανού Καλόγερου («δαίμων» της βλάστησης). Οι ρίζες του ανάγονται σε πανάρχαιες ευετηρικές τελετές, κατά τις οποίες οι άνθρωποι ζητούσαν από τις ανώτερες δυνάμεις να επενεργήσουν στη βλάστηση και να γονιμοποιήσουν τη γη. Οι χωριανοί συναγωνίζονταν ποιος θα τον παραστήσει καλύτερα, όπως και τα άλλα πρόσωπα: Βασιλιάς, Βασίλισσα, Βασιλόπουλο, Κορίτσα, Ζευγολάτης, Σιδεράς, Ψωμάς, Δαμαλάκια (παλικάρια που σέρνουν το άροτρο για την ιερή γονιμοποίηση της γης). Κι όλα αυτά με νταούλια, λύρες κι άλλα όργανα, με νεροκολοκύθες - μάσκες, σατιρικά στιχάκια, χορό και φαγοπότι. Το δρώμενο ολοκληρώνεται με την εικονική νεκρανάσταση του Καλόγερου. Αλλά και στη Θράκη είχαν θεατρικά δρώμενα με τον Καλόγερο, τον Κούκερο (ή Χούχουτο), τον Σταχτά, τον Κιοκμπέη, τους Πιτεράδες.


Κοζάνη, Τύρναβος, Σκύρος...

Στην Κοζάνη από το 1650 καθιερώθηκαν το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων τα Ρογκατζιάρια, που παραλλαγμένα αργότερα γίνονταν το Φλεβάρη. Η Κοζάνη είναι γνωστή για το έθιμο του φανού. Ανάβουν οι φανοί στις γειτονιές και, γύρω - τριγύρω, τραγουδούν και χορεύουν. Κεντρικά πρόσωπα στο Φανό ήταν οι τραγουδιστάδες, οι οποίοι, εκτός από δημοτικά, τραγουδούσαν και σατιρικά, αλλά και «πονηρά» τραγούδια. Στο Σοχό Θεσσαλονίκης, ήταν οι Τράγοι (μεταμφιεσμένοι άντρες). Στη Σύρο, οι άντρες ντυμένοι Ζεϊμπέκ τραγουδούσαν και έπαιζαν λατέρνα στις γειτονιές.

Στην Κεφαλονιά το γαϊτανάκι του Μάσκαρα, με προβάτινες προσωπίδες, κουδούνια και άλλες Μασκαρίες, συνοδευόταν με σκορτσάμπουνο κι άλλα όργανα, με λόντρες κι άλλους χορούς, πειρακτικές παρλάτες και παράσταση (λ.χ., με σκηνές από τον «Ερωτόκριτο», με «υποκριτές» τους κατοίκους των χωριών). Ανάλογη ήταν η Αποκριά σε όλα τα Επτάνησα, οργανωμένη από επιτροπή κατοίκων, με συμποσιαστές όλους τους χωριανούς και κορυφαίο τον ραβδούχο (όπως οι ακόλουθοι του Διονύσου) Ματζαδόρο ή Μπουλούμπαση - αγγελιοφόρο της πομπής των μασκαρεμένων. Η Ζάκυνθος πλούτισε τις Αποκριές με τη μεγάλη, αυτοσχέδια, προφορική παράδοση των τοπικών θεατρικών δρώμενων, των λεγόμενων Ζακυνθινών Ομιλιών.

Η Μυτιλήνη είχε τις Μουτσούνες, τους κουδουνάτους θιάσους που ελευθεροστομούσαν, αλλά έπαιζαν και σκηνές του «Ερωτόκριτου», της «Θυσίας του Αβραάμ» και άλλων δραμάτων. Και τις τρεις Κυριακές της Αποκριάς, οι Κουδουνάτοι, άνδρες που φορούν ποιμενικά κουδούνια, μεταμορφώνονται σε ζώα και αναβιώνουν την εθιμική παράδοση. Συμβολίζουν ψυχές πεθαμένων, που έχουν τη δύναμη να γονιμοποιούν τη γη και τριγυρίζουν στους δρόμους του χωριού.

Την πλέον αθυρόστομη, συμβολική και φαλλική αποκριάτικη τελετή που επιβίωσε μέχρι τις μέρες μας αποτελεί το Μπουρανί, στον Τύρναβο, που πιθανά αποτελεί την τοπική εκδοχή των αρχαίων βακχικών συμποσίων. Το μπουρανί είναι το φαγητό της Καθαρής Δευτέρας, μια χορτόσουπα χωρίς λάδι, το μαγείρεμα της οποίας συνοδεύεται με άσεμνα πειράγματα και τραγούδια. Κεντρικό σύμβολο του εθίμου είναι ο φαλλός σε διάφορες μορφές, σύμβολο, το οποίο, όπως είπαμε, εκφράζει την ανάγκη επίκλησης των «μαγικών» δυνάμεων της γης για να «γεννήσει». Αρχικά στο έθιμο συμμετείχαν μόνον άνδρες, αλλά σήμερα συμμετέχουν και γυναίκες, ενώ χιλιάδες είναι οι επισκέπτες του Τυρνάβου για να δουν από κοντά την τέλεση του εθίμου.

Τρανή παράδοση ήταν και ο Βλάχικος Γάμος, που ακόμα τελείται στη Θήβα, στην Κορινθία και το Μαραθώνα Αττικής. Στη Σκυριανή Αποκριά κεντρικά πρόσωπα είναι ο Γέρος, η Κορέλα και ο Φράγκος. Ο Γέρος είναι ντυμένος με ολόσωμη, τραγίσια προβιά, φοράει δεκάδες κουδούνια προβάτων και μια μάσκα επίσης από προβιά μικρού γιδιού. Η Κορέλα είναι ένας νέος ντυμένος με γυναικεία παραδοσιακή φορεσιά και με μάσκα ίδια με του Γέρου, ενώ ο Φράγκος φορά παντελόνι, οποιαδήποτε μάσκα, ένα μεγάλο κουδούνι πίσω στη μέση και κρατά ένα μεγάλο κοχύλι, το οποίο φυσά συνέχεια. Η ετερόκλητη αυτή παρέα γυρνάει στους δρόμους σκορπίζοντας το κέφι και τη χαρά στους περαστικούς και στους νοικοκυραίους. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι θεατρικές παραστάσεις και οι απαγγελίες από ερασιτέχνες ηθοποιούς, στις οποίες σατιρίζονται θέματα της επικαιρότητας. Ο χορός και το τραγούδι της Κοκάλας είχαν ιδιαίτερη παράδοση στην Αττική, στη Θεσσαλία και αλλού. Στη Σίφνο, μεταξύ άλλων πειραγμάτων, λέγανε και τα Ξίκολα τραγούδια. Στη Χίο, οι άντρες χορεύανε την αστεία κινησιολογικά Μόστρα και οι γυναίκες περίμεναν τις Καρκαλούες, τους μεταμφιεσμένους σε γυναίκες άντρες. Στη Μύκονο γυρολόγοι γύφτοι, και όχι μόνο, χόρευαν το γαϊτανάκι, ενώ άλλοι μεταμφιεσμένοι την Καμήλα, στις Μυκήνες παράσταιναν τον Πεθαμένο κ.ά.


Ρ. Σ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ