ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 27 Φλεβάρη 2005
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ
Τα ίδια και χειρότερα για τη βιοτεχνία

Ενα νέο νομοσχέδιο για την αδειοδότηση βιομηχανίας και βιοτεχνίας έκανε την εμφάνισή του στη Βουλή. «Ιδρυση και λειτουργία βιομηχανικών -βιοτεχνικών εγκαταστάσεων για την αειφόρο ανάπτυξη», ο τίτλος του. Από τον τίτλο του και μόνο μπορεί κάποιος να φανταστεί ότι κάτι στραβό υπάρχει με τις διαδικασίες ίδρυσης και λειτουργίας των παραγωγικών δραστηριοτήτων που εμποδίζει την ανάπτυξη. Στην αιτιολογική έκθεση, τα πράγματα γίνονται πιο σαφή: «...με το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο παρατηρούνται σημαντικές καθυστερήσεις, κυρίως στη διαδικασία της χορήγησης της άδειας εγκατάστασης, με αποτέλεσμα την καθυστέρηση έναρξης και υλοποίησης επενδυτικής πρότασης, την υστέρηση στην απορρόφηση ευρωπαϊκών κονδυλιών και την αποθάρρυνση των επιχειρηματιών να επενδύσουν στη χώρα μας».

Εδώ, όμως, αρχίζουν τα ερωτήματα:

-- Γιατί ένα νέο νομοσχέδιο τώρα; Ο νόμος 2965/01 του ΠΑΣΟΚ είχε περίπου το ίδιο περιεχόμενο.

-- Σε ποιους αναφέρεται το νομοσχέδιο; Δηλαδή αυτό που εμπόδιζε τη μικρή βιοτεχνία να απορροφήσει κοινοτικά κονδύλια ήταν οι διαδικασίες χορήγησης άδειας εγκατάστασης;

-- Και, ωραία, αυτούς που θέλουν να επενδύσουν στις παραγωγικές δραστηριότητες τους διευκολύναμε. Αν, όμως, η επένδυση γίνεται δίπλα στα σπίτια τι θα γίνει με αυτούς που θέλουν να ζήσουν μια ανθρώπινη ζωή;

-- Επειδή η αστική πολιτική, για να επιβληθεί, επιδιώκει τον καλλωπισμό της, αναζητά και συμμαχίες, είναι χρήσιμο να ξύσουμε το μακιγιάζ, για να αποκαλυφθεί το απάνθρωπο πρόσωπό της.

Περί «αειφόρου ανάπτυξης»

Δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο νόμοι, και του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, έχουν στον τίτλο τους τη φράση «αειφόρος ανάπτυξη». Για τους αδαείς περί την ευρωπαϊκή ορολογία, θα επιχειρήσουμε μια σύντομη αποκρυπτογράφηση του όρου, έτσι όπως εμφανίζεται μέσα στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο.

Η «αειφόρος ανάπτυξη», λοιπόν, υποστηρίζει ότι το κράτος πρέπει να πάρει όλα εκείνα τα μέτρα, ώστε να απελευθερωθεί η επιχειρηματική δραστηριότητα από κάθε εμπόδιο, κάθε γραφειοκρατική διαδικασία, κάθε λαϊκή ανάγκη που μπαίνει εμπόδιο στην ανάπτυξη και την κερδοφορία της.

Γι' αυτό και διαφημίζονται οι απλουστεύσεις, οι διευκολύνσεις, η συντόμευση του χρόνου απόκτησης άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας, οι νέες υπηρεσίες που θα αδειοδοτούν σε χρόνο ρεκόρ. Και οι διαδικασίες αυτές γίνονται με τέτοιον τρόπο που νομιμοποιεί κάθε αυθαιρεσία των βιομηχάνων σε βάρος του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης ζωής. Γίνονται, κυρίως, για να μείνει η κατάσταση όπως έχει, για τη διαιώνιση μιας πραγματικότητας που έκανε αβίωτη τη ζωή των κατοίκων στα μεγάλα αστικά κέντρα και κύρια στο λεκανοπέδιο της Αττικής.

Και όχι μόνο αυτό. Παρέχεται η δυνατότητα εκσυγχρονισμού των υφιστάμενων παραγωγικών δραστηριοτήτων, με αύξηση της ενέργειας που καταναλώνεται κατά 10% - 20% κάθε τριετία. Προβλέπονται μια σειρά από εξαιρέσεις και διαδικασίες, που ακυρώνουν στην πράξη κάθε μέτρο προστασίας του περιβάλλοντος, που, μάλλον, μπήκε στο νομοσχέδιο για να «χρυσώσει το χάπι».

Μέσα σε τέτοιο περιβάλλον «αειφόρου ανάπτυξης», θα πει κάποιος, δε θα βρει χώρο να ανθίσει και η μικρή βιοτεχνία; Εδώ, τα πράγματα δεν είναι έτσι και απαιτούν διαφορετική προσέγγιση.

Οι ανάγκες της βιοτεχνίας

Οι μικροβιοτέχνες και οι βιομήχανοι, πέρα από το μέγεθος του κεφαλαίου που διαχειρίζονται, έχουν και άλλες σημαντικές διαφορές.

1.Οι μικροβιοτέχνες είναι πολλοί. 60 χιλιάδες υπολογίζονται μόνο στην Αττική.

2. Εργάζονται οι ίδιοι στις επιχειρήσεις τους. Δηλαδή αντιμετωπίζουν τις ίδιες συνθήκες εργασίας με τους αντίστοιχους εργαζόμενους.

3. Ζουν δίπλα στη βιοτεχνία και πολλές φορές μέσα σε αυτήν. Δηλαδή, αντιμετωπίζουν τις ίδιες συνέπειες από τον εναγκαλισμό παραγωγικών δραστηριοτήτων και κατοικίας με τους υπόλοιπους κατοίκους των μεγάλων αστικών κέντρων.

Τι κάνει γι' αυτούς το συγκεκριμένο νομοσχέδιο;

  • Τους εγκλωβίζει στα όρια του «επαγγελματικού εργαστηρίου». Μόνο που μεγαλώνει το «κλουβί» από τα 12 KW στα 22 KW. Και αυτό το ενεργειακό όριο, όμως, έχει ήδη ξεπεραστεί από τις σύγχρονες απαιτήσεις της παραγωγικής διαδικασίας.
  • Τους εγκαταλείπει μέσα στον οικιστικό ιστό. Μόνο, που τους δίνει τη δυνατότητα να πάρουν άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας. Το ίδιο επιχείρησε και ο νόμος 2965/01 χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.
  • Τους αφήνει απροστάτευτους στον εκβιασμό της αλλαγής της χρήσης γης. Εδώ προβλέπει την προηγούμενη γνώμη του υπουργού Ανάπτυξης. Μόνο που αυτό δεν έσωσε τους βιοτέχνες στο Γκάζι.

Σαν πολύ μικρό δεν είναι το δόλωμα για μια τόσο μεγάλη φάκα;

Με άλλα λόγια, η κυβερνητική πολιτική αφήνει τη μικρή βιοτεχνία να μαραζώσει μέσα στον οικιστικό ιστό. Αφήνει τους βιοτέχνες να φαγώνονται με τους περιοίκους για την όχληση και τη ρύπανση που προκαλεί η εργασία τους. Καταδικάζει τους ίδιους και τους εργαζομένους τους, αν έχουν, σε απαράδεκτες συνθήκες εργασίας που βέβαια δύσκολα βελτιώνονται σε αυτές τις συνθήκες.

Πού είναι τα πολυθρύλητα βιοτεχνικά πάρκα που θα έδιναν διέξοδο στην ασφυξία της βιοτεχνίας και θα απελευθέρωναν την κατοικία από την παρουσία τους; Δύο μόνο φτιάχτηκαν σε ολόκληρη την Αττική. Στο Σχιστό και τα Ανω Λιόσια, και μάλιστα το δεύτερο προορίζεται για εμπορευματικό κέντρο.

Για τις αστικές κυβερνήσεις αυτά είναι «ψιλά γράμματα». Προτεραιότητα έχει η διευκόλυνση του μεγάλου κεφαλαίου και των μονοπωλίων. Και όσοι βιοτέχνες επιβιώσουν από τον εντεινόμενο ανταγωνισμό με το μεγάλο κεφάλαιο, τους αποκλείουν από κάθε αναπτυξιακό νόμο, τους τσακίζουν με τη φορολογία και μετά τους αφήνουν να αργοσβήνουν δίπλα στην κατοικία.

Μια «βιώσιμη» πολιτική για τη μικρή βιοτεχνία

Στον αντίποδα της αστικής πολιτικής βρίσκονται οι θέσεις του ΚΚΕ, που διέπονται από δύο βασικές αρχές:

  • Τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των κατοίκων του Λεκανοπεδίου και των μεγάλων αστικών κέντρων, με την αντιστροφή της σημερινής άθλιας πραγματικότητας.
  • Την υπεράσπιση της θέσης εργασίας και του εισοδήματος των βιοτεχνών και τη διευκόλυνση της εργασίας τους, με τη συγκέντρωσή τους σε μεγάλες συνεταιριστικές μονάδες, που είναι δυνατόν να ενταχθούν σε ένα γενικότερο περιβαλλοντικό σχεδιασμό.

Δεν μπορούμε να ανεχτούμε τη συμβίωση της κατοικίας με τη βιοτεχνία. Αυτό καθόλου δε σημαίνει ότι η μικρή βιοτεχνία πρέπει να εκδιωχθεί από εκεί που βρίσκεται σήμερα, χωρίς να έχει λυθεί το πρόβλημα της μετεγκατάστασής της σε χώρους που να μη δημιουργεί όχληση και ρύπανση στα επιβαρυμένα αστικά κέντρα και κύρια στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Δεν μπορεί, επίσης, να μετεγκατασταθεί με όρους τέτοιους που να οδηγούν στην επιβάρυνση της θέσης της στον καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας.

Με βάση τη σημερινή πραγματικότητα, ένα τμήμα της βιοτεχνίας πολύ μικρού μεγέθους (π.χ. επισκευή ρούχων, επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών), που εξυπηρετεί τις άμεσες ανάγκες των κατοίκων, και δε δημιουργεί όχληση και ρύπανση μπορεί να συμβιώσει με την κατοικία χωρίς επιβάρυνση του περιβάλλοντος.

Μετεγκατάσταση όλων των μικρών βιοτεχνιών χαμηλής όχλησης, που εξυπηρετεί τον ευρύτερο οικιστικό ιστό (ξυλουργεία, σιδεράδικα, καθαριστήρια, συνεργεία αυτοκίνητων) σε «βιοτεχνικά τετράγωνα» (κατά το πρότυπο των εμπορικών κέντρων) σε εγκαταστάσεις που παραχωρούνται από το δήμο σε προσιτή τιμή (είτε ενοικιάζονται είτε πωλούνται).

Μετεγκατάσταση των μεγαλύτερων βιοτεχνιών σε βιοτεχνικά πάρκα στα όρια των δήμων (όπου υπάρχουν κατάλληλες εκτάσεις). Αυτά τα βιοτεχνικά πάρκα πρέπει να ανήκουν στους ίδιους τους βιοτέχνες, στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και το κράτος. Να είναι αυτοδιοικούμενα, να διευκολύνουν τη συνεταιριστικοποίηση και την εφαρμογή κλαδικών πολιτικών.

Μετεγκατάσταση όλων των ρυπογόνων βιοτεχνιών σε οργανωμένα βιοτεχνικά πάρκα έξω από το λεκανοπέδιο της Αττικής.

Τέτοια μέτρα πρέπει να συνοδευτούν με την εφαρμογή κάθε διαθέσιμης αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος και ανθρώπινες συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, τόσο των εργαζόμενων όσο και των βιοτεχνών.

Για να γίνουν πράξη τα παραπάνω απαιτούνται: Καταγραφή της σημερινής κατάστασης, ισορροπημένος χωροταξικός σχεδιασμός, ισχυρά κίνητρα (κρατική επιχορήγηση, ευνοϊκή χρηματοδότηση κ.ά.) για τη μετεγκατάσταση των βιοτεχνιών και λήψη κάθε επιστημονικά εφικτού μέτρου για την άμβλυνση της κατάστασης μέχρι τότε.

Αλλά αυτά στις σημερινές συνθήκες, με την πολιτική ενίσχυσης του μεγάλου κεφαλαίου δε μπορουν να εφαρμοστουν.Γι' αυτό απαιτείται ενίσχυση της πάλης των βιοτεχνών, για να ξεφύγει η βιοτεχνία από τη σημερινή ζοφερή πραγματικότητα, ενίσχυση της λαϊκής πάλης για τη λαϊκή εξουσία και οικονομία, στα πλαίσια της οποίας μέτρα σαν κι αυτά θα αποτελούν πρώτη προτεραιότητα.


Του
Βασίλη ΜΑΜΑΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ