ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 9 Γενάρη 2005
Σελ. /32
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΕΝΤΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ
«Πρόσω ολοταχώς» για 65 ώρες δουλιά τη βδομάδα!

Ο εργασιακός μεσαίωνας, που προωθούν το ευρωενωσιακό κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του, προβλέπει την πλήρη κατάργηση του 8ωρου και την επέκταση του χρόνου υπερεργασίας. Αποκαλυπτική η νέα πρόταση οδηγίας της ΕΕ για το χρόνο εργασίας

Κεφάλαιο και κυβερνήσεις ...ακονίζουν τα μαχαίρια. Στο χέρι των εργαζομένων είναι να αποτρέψουν τη σύγχρονη σκλαβιά
Κεφάλαιο και κυβερνήσεις ...ακονίζουν τα μαχαίρια. Στο χέρι των εργαζομένων είναι να αποτρέψουν τη σύγχρονη σκλαβιά
Εως και 65 ώρες δουλιά τη βδομάδα, από 48 που είναι το μέγιστο όριο σήμερα, επιφυλάσσει το μέλλον για τους εργαζόμενους της ΕΕ, σύμφωνα με νέα ευρωπαϊκή πρόταση οδηγίας για το χρόνο εργασίας (COM (2004) 607 τελικό, 22/09/2004 - διοργανικός φάκελος 2004/0209 (COD)) που υιοθετήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το Σεπτέμβρη του 2004, συζητήθηκε από το αρμόδιο Συμβούλιο των υπουργών Εργασίας στις 6-7 Δεκέμβρη του 2004 και προβλέπεται να ενσωματωθεί στην εθνική νομοθεσία των κρατών - μελών μέχρι το τέλος του 2005.

Η πρόταση οδηγίας προβλέπει ακόμα τον υπολογισμό του «ανενεργού» τμήματος της εφημερίας σαν «μη εργάσιμο χρόνο», ενώ παρέχει τη δυνατότητα στους εργοδότες να αυξήσουν ακόμα παραπέρα τα μέγιστα όρια του χρόνου εργασίας μέσα από απευθείας διμερείς και εκβιαστικές διαπραγματεύσεις με τους εργαζόμενους.

Η νέα πρόταση οδηγίας έρχεται να ικανοποιήσει τα αιτήματα του ευρωενωσιακού κεφαλαίου για μεγαλύτερη ευελιξία στην οργάνωση του χρόνου εργασίας και δίνει έτσι νέα ώθηση στην αύξηση των καπιταλιστικών υπερκερδών μέσα από την παράταση του χρόνου υπερεργασίας, του χρόνου, δηλαδή, κατά τον οποίο ο εργάτης παράγει με τη δουλιά του την υπεραξία για τον εργοδότη του.

Πλήγμα για το κατοχυρωμένο, με σκληρούς και αιματηρούς αγώνες, 8ωρο αποτέλεσαν και οι τρεις προηγούμενες οδηγίες (1993, 2000 και 2003) που ρύθμιζαν το χρόνο εργασίας στην ΕΕ, αφού παρέτειναν το μέγιστο όριο της εργάσιμης βδομάδας στις 48 ώρες, μακριά από το ρεαλιστικό και ώριμο αίτημα για 7ωρο, 5ήμερο, 35ωρο, με αύξηση των αποδοχών. Με την οδηγία, μάλιστα, του 2000, εισάγεται για πρώτη φορά και ο όρος «οικειοθελής υπέρβαση της 48ωρης βδομάδας», που έδινε στον εργοδότη τη δυνατότητα να διαπραγματευτεί με τον εργαζόμενο το μεγαλύτερο ξεζούμισμά του και την παράταση του χρόνου υπερεργασίας.

Η νέα πρόταση οδηγίας έρχεται να συμπληρώσει τις προηγούμενες και στην ουσία επιβάλλει συνθήκες σύγχρονης δουλείας στους εργασιακούς χώρους: Εντείνει την εκμετάλλευση των εργαζομένων είτε με τη συρρίκνωση του αναγκαίου χρόνου εργασίας, είτε με την παράταση του χρόνου υπερεργασίας.

Περισσότερη «ευελιξία» στην εκμετάλλευση

Σύμφωνα με την ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία, ο υπολογισμός του μέσου εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας γίνεται σε διάστημα 4 μηνών και δεν πρέπει να ξεπερνάει τις 48 ώρες μαζί με τις υπερωρίες. Παρά τα τυπικά κατοχυρωμένα χρονικά όρια, ο υπολογισμός του 48ωρου μπορεί να προκύψει και ύστερα από διάστημα 6 μηνών, γεγονός που δίνει το δικαίωμα στον εργοδότη να οργανώνει ασύδοτα το χρόνο εργασίας του εργαζόμενου, να γενικεύει την εποχιακή και τη μερική απασχόληση και να προσαρμόζει ευέλικτα την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης στις ανάγκες της επιχείρησής του.

Με τη νέα ευρωπαϊκή πρόταση οδηγίας, ο μέσος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας μπορεί να υπολογίζεται πλέον σε διάστημα ενός έτους και τα μέγιστα όριά του αυξάνονται στις 65 ώρες τη βδομάδα. Ετσι, ο εργοδότης αποκτά το δικαίωμα μέσα σε διάστημα ενός έτους να ξεζουμίζει, στην κυριολεξία, την εργατική δύναμη του εργαζόμενου με 13 ώρες δουλιά την ημέρα για την περίοδο - ή τις περιόδους - που τον χρειάζεται και να τον αφήνει χωρίς δουλιά - και άρα χωρίς μισθό - όταν πλέον δεν του είναι απαραίτητος!

Το γεγονός, εξάλλου, ότι στη νέα πρόταση οδηγίας δηλώνεται ρητά πως στις διαπραγματεύσεις για την εφαρμογή της δεν είναι απαραίτητο να συμμετέχει το συλλογικό συνδικαλιστικό όργανο των εργαζομένων, αλλά αρκεί η συγκατάθεση του ίδιου του εργαζόμενου, δείχνει τη διάθεση του κεφαλαίου και των πολιτικών του εκφραστών να καταργήσουν πλήρως τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας.

Με δεδομένη την καλπάζουσα ανεργία και την ασυδοσία του κεφαλαίου, που ενισχύεται ακόμη περισσότερο από την απουσία ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος στην πλειοψηφία των κρατών - μελών, ο εργάτης μένει πλέον ανυπεράσπιστος και άρα πιο ευάλωτος στη διαπραγμάτευση για το κόστος και τους όρους πώλησης της εργατικής του δύναμης.

Απλήρωτοι στην... εφεδρεία

Η παράταση του μέσου εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας και της περιόδου υπολογισμού του συμπληρώνεται από τα μέτρα που αφορούν στις εφημερίες και τα οποία επίσης θα ενσωματωθούν στην εθνική νομοθεσία ύστερα από την υιοθέτησης της νέας πρότασης οδηγίας. Σύμφωνα με τα όσα θα ισχύουν από το τέλος του 2005, η εφημερία χωρίζεται σε δυο τμήματα: τον «ανενεργό χρόνο», κατά τον οποίο ο εργαζόμενος θα βρίσκεται στο χώρο της δουλιάς του χωρίς όμως να προσφέρει τις υπηρεσίες του και τον λεγόμενο «ενεργό χρόνο», κατά τον οποίο ο εργαζόμενος προσφέρει τις υπηρεσίες του. Το ανενεργό τμήμα της εφημερίας δε θα θεωρείται πλέον εργάσιμος χρόνος, δίνοντας έτσι το δικαίωμα στον εργοδότη να κρατάει τον εργαζόμενο δεσμευμένο στο χώρο της δουλιάς χωρίς να τον πληρώνει και να τον πληρώνει μόνο για την περίπτωση που χρειαστεί κάποια στιγμή να ζητήσει τις υπηρεσίες του!

Η παραπάνω (απο)ρύθμιση του εργάσιμου χρόνου δεν αφορά μόνο όσους απασχολούνται στα ιατρικά επαγγέλματα, αλλά επεκτείνεται και στο σύνολο των εργαζομένων, αφού επιτρέπει στον εργοδότη να κρατάει σε επιφυλακή τμήμα των εργαζομένων στην επιχείρησή του, χωρίς να χρειάζεται να τους πληρώνει. Το μοντέλο του «απασχολήσιμου» που επιχειρεί να επιβάλει το κεφάλαιο επιβάλλει την πλήρη παράδοση του εργαζόμενου στις διαθέσεις της εργοδοσίας και την απόλυτη προσαρμογή του στην ανάγκη παραγωγής και αναπαραγωγής του καπιταλιστικού υπερκέρδους, με ανυπολόγιστες συνέπειες στον ελεύθερο χρόνο αλλά και την ικανοποίηση των πραγματικών αναγκών για το σύνολο της εργατικής τάξης.

Να απαντήσουν επιθετικά οι εργαζόμενοι

Η μάχη για τα όρια του χρόνου εργασίας στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος δεν τελείωσε ούτε θα τερματιστεί ποτέ. Παρά τις τεράστιες παραγωγικές δυνατότητες που διαθέτει σήμερα το κεφάλαιο εξαιτίας της εξέλιξης της τεχνολογίας και της ανάπτυξης των μέσων παραγωγής, η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης παραμένει η βασική πηγή του καπιταλιστικού κέρδους. Κατά συνέπεια, οι παράγοντες που καθορίζουν την τιμή της, άρα και τα όρια του χρόνου εργασίας, θα αποτελούν πάντα στόχο της επίθεσης των κεφαλαιοκρατών.

Η απάντηση των εργαζομένων πρέπει να αντιστοιχηθεί με το μέγεθος αυτής της επίθεσης. Το οχτάωρο βάλλεται και στην ουσία δεν ισχύει παρά μόνο τυπικά. Η διατήρησή του ωστόσο αποτελεί σήμερα αμυντικό αίτημα για τους εργαζόμενους, αφού η αύξηση της παραγωγικότητας μέσω της εξέλιξης στα μέσα παραγωγής και την εξειδίκευση στην εργασία έχουν δημιουργήσει όλες τις προϋποθέσεις για δραστική μείωση του χρόνου εργασίας. Το αίτημα για 7ωρο, 5ήμερο, 35ωρο είναι ρεαλιστικό και επίκαιρο, παραμένει όμως «κενό γράμμα» για τους εργαζόμενους όταν δε συνοδεύεται από την πάλη για ουσιαστική αύξηση στις αποδοχές, για την κατάργηση κάθε μορφής ελαστικής απασχόλησης, για σταθερή και μόνιμη εργασία με πλήρη ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα.

Μόνο ένας τέτοιος ολομέτωπος αγώνας, με βαθιά ταξικά χαρακτηριστικά, μπορεί σήμερα να αποτελέσει απάντηση στην επίθεση του κεφαλαίου, να δώσει ώθηση στην πάλη για την ανατροπή του ίδιου του εκμεταλλευτικού συστήματος και την κατάκτηση της εξουσίας από την ίδια την εργατική τάξη και τους συμμάχους της.


ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Περικλής ΚΟΥΡΜΟΥΛΗΣ

ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Η αντεργατική... ατμομηχανή της ΕΕ

Με τους χειρότερους οιωνούς ξεκίνησε για τα 4,5 εκατομμύρια άνεργους (10,8% του εργασιακά ενεργού πληθυσμού) της Γερμανίας η νέα χρονιά. Η μεταρρύθμιση «Χαρτζ 4» που τέθηκε σε εφαρμογή από τις 1-1-2005 προβλέπει ανάμεσα στα άλλα τη μείωση του επιδόματος ανεργίας στα 345 ευρώ για τους Δυτικογερμανούς και στα 331 για τους κατοίκους της Ανατολικής Γερμανίας, όπου η ανεργία είναι κατά πολύ υψηλότερη. Στο στόχαστρο της κυβέρνησης Σρέντερ μπαίνουν και μια σειρά άλλα επιδόματα κοινωνικής προστασίας που μέχρι σήμερα συνέβαλαν στην επιβίωση κυρίως των 2,7 εκατομμυρίων μακροχρόνια άνεργων.

Η μεταρρύθμιση «Χαρτζ 4» αποτελεί μέρος της σοσιαλδημοκρατικής έμπνευσης «Ατζέντας 2010», της δέσμης μεταρρυθμίσεων που εκπονήθηκε κατ' εντολή του γερμανικού κεφαλαίου προκειμένου να αυξήσει την ανταγωνιστικότητά του και να αγγίξει μέχρι το τέλος της δεκαετίας τους στόχους που έθεσε το 2000 η στρατηγική της Λισαβόνας. Από το 2003 οπότε και τέθηκε σε εφαρμογή, αποψιλώνονται σταδιακά οι κοινωνικές υπηρεσίες και οι υπηρεσίες Πρόνοιας.

Η λογική της μεταρρύθμισης «Χαρτζ 4» κινείται στα πλαίσια των «ενεργητικών πολιτικών» για την απασχόληση που επιτάσσει η στρατηγική της Λισαβόνας. Μια στρατηγική που στηρίζουν «νεοφιλελεύθεροι» και «σοσιαλδημοκράτες» αλλά και οι εκπρόσωποι του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού.

Προβλέπει τη συρρίκνωση των κοινωνικών παροχών για την προστασία των ανέργων και τη γενναία επιχορήγηση του κεφαλαίου με στόχο τη μείωση του κόστους εργασίας και την αύξηση της ανταγωνιστικότητάς του. Είναι ενδεικτικό το μέτρο που προωθεί η κυβέρνηση Σρέντερ στα πλαίσια της μεταρρύθμισης «Χαρτζ 4»: οι άνεργοι στο εξής θα «συμπληρώνουν» το πενιχρό επίδομα ανεργίας, με την εργασία τους στις λεγόμενες «δουλιές του ενός ευρώ» (πρόκειται για θέσεις απασχόλησης με ωρομίσθιο ενός ευρώ).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ