Τα τελευταία 14 χρόνια αυξάνεται διαρκώς ο αριθμός των μικρών επιχειρήσεων που κλείνουν και μειώνεται ο αριθμός αυτών που ανοίγουν
Την άνιση μεταχείριση των μικρών επιχειρήσεων στην Ελλάδα, τη συνεχή συρρίκνωσή τους και τη διαρκώς αυξανόμενη ενδυνάμωση των μεγάλων επιχειρήσεων σε βάρος τους και κάτω από μια πολιτική σαφώς εχθρική για τους ΕΒΕ, επιβεβαιώνουν τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών για την περίοδο 1990-2003, τα οποία επεξεργάστηκε ο ΣΕΒ. Τα στοιχεία αφορούν στην έναρξη και στη διακοπή της λειτουργίας, από τη μια των ατομικών επιχειρήσεων, των ΟΕ και των ΕΕ και από την άλλη των ΑΕ και των ΕΠΕ, ανά έτος τη συγκεκριμένη περίοδο των 14 χρόνων.
Πρέπει να σημειωθεί ότι τα επίσημα στοιχεία για το κλείσιμο των μικρών επιχειρήσεων δεν είναι απόλυτα ακριβή, καθώς αυτές οι επιχειρήσεις δεν υποχρεώνονται να δηλώσουν επίσημα τη διακοπή της λειτουργίας τους, σε αντίθεση με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Ετσι, είναι δεδομένο ότι ο αριθμός των μικρών επιχειρήσεων που κλείνουν είναι ακόμη μεγαλύτερος από αυτόν που παρουσιάζεται, απειλώντας επί της ουσίας το θετικό ισοζύγιο που επικαλούνται οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς. Το ποιοτικό στοιχείο έχει επίσης μεγάλη σημασία, καθώς ο αριθμός των νέων μικρών επιχειρήσεων συναρτάται άμεσα από την πολιτική ενίσχυσης της «επιχειρηματικότητας», η οποία εκφράζεται με μέτρα και πιέσεις προς τους άνεργους κυρίως, να αντιμετωπίσουν την ανεργία τους μέσα από μια περιορισμένη και συνήθως αποτυχημένη εκ των προτέρων επιχειρηματική προσπάθεια.
Ταυτόχρονα, τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι ελεύθεροι επαγγελματίες (δικηγόροι και άλλοι) ξεκινούν την επαγγελματική δραστηριότητά τους, η οποία καταγράφεται ως έναρξη λειτουργίας επιχείρησης, αλλά μειώνεται διαρκώς η βιοτεχνική δραστηριότητα, με αποτέλεσμα να είναι ακόμη μεγαλύτερο το παραγωγικό έλλειμμα που αντιπροσωπεύει η μείωση του ρυθμού δημιουργίας νέων μικρών επιχειρήσεων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1990 ξεκίνησαν τη λειτουργία τους, σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, 87.877 μικρές επιχειρήσεις και έκλεισαν 36.478, διαμορφώνοντας ένα θετικό πλεόνασμα 51.399 επιχειρήσεων αυτής της κατηγορίας. Αντίστοιχα το 1990 άνοιξαν 4.309 ΑΕ και ΕΠΕ και έκλεισαν 350. Το 2003 άνοιξαν 82.552 μικρές επιχειρήσεις και έκλεισαν 61.398. Το πλεόνασμα και σε αυτή την περίπτωση είναι θεωρητικά θετικό, αλλά μόνο με 21.154 επιχειρήσεις. Τα στοιχεία για το 2003 δείχνουν και μείωση του αριθμού των νέων επιχειρήσεων που ανοίγουν ανά έτος και σημαντικότατη αύξηση του αριθμού των μικρών επιχειρήσεων που κλείνουν.
Την ίδια χρονιά, το 2003, άνοιξαν 4.629 ΑΕ και ΕΠΕ και έκλεισαν 1.545. Ωστόσο, σε αυτή την κατηγορία επιχειρήσεων τα ποιοτικά στοιχεία είναι εντελώς διαφορετικά αφού οι συγχωνεύσεις και οι εξαγορές είναι συχνές και εντατικές, ιδίως τα τελευταία χρόνια. Η πρακτική αυτή, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στις μικρές επιχειρήσεις, παραπέμπει σε φαινόμενα συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης που αντανακλούν την αύξηση της δύναμης των μεγάλων επιχειρήσεων ανεξάρτητα από την αριθμητική εικόνα που δίνουν τα στοιχεία.
Ανακοίνωση της ΝΕ Κέρκυρας του ΚΚΕ
Αντιμέτωποι με το ενδεχόμενο να καταστραφεί και η φετινή ελαιοπαραγωγή βρίσκονται οι μικρομεσαίοι αγρότες της Κέρκυρας, εξαιτίας της αδιέξοδης αντιαγροτικής πολιτικής που ακολουθήθηκε και στο θέμα της δακοκτονίας τόσο από τη νυν κυβέρνηση, της ΝΔ, όσο και από την προηγούμενη, του ΠΑΣΟΚ, υπογραμμίζει σε ανακοίνωσή της η ΝΕ Κέρκυρας του ΚΚΕ. Η επίμονη άρνηση της κυβέρνησης να στηρίξει το μεικτό σύστημα, αλλά και τα ψίχουλα που δίνει για τον από εδάφους ψεκασμό είναι η αιτία που οδήγησε τα πράγματα στη σημερινή κατάσταση.
Ηδη ολοκληρώθηκε ο «πρώτος κύκλος δολωματικού ψεκασμού» και η δακοκτονία έγινε μόνο σε τρεις δήμους (Λευκίμμης, Κορισσίων, Κερκυραίων, ενώ στους Παξούς διακόπηκε) και σε άλλους δέκα δε φαίνεται πως θα γίνει γιατί δεν πήραν εργολάβοι τις δημοπρασίες. Και αν μέχρι τώρα ο καιρός ήταν σύμμαχος των αγροτών κανείς δεν εγγυάται ότι θα συνεχίσει να είναι όλη την καλλιεργητική περίοδο, και οι αγρότες έχουν αρχίσει να ρίχνουν μόνοι τους τόνους φαρμάκων από εδάφου,ς με αποτέλεσμα μεγάλη μόλυνση του περιβάλλοντος.
Η ΝΕ Κέρκυρας τονίζει ότι η ευθύνη για ενδεχόμενη καταστροφή της σοδειάς και απώλεια εισοδήματος των παραγωγών, αλλά και το πλήγμα που θα δεχτεί συνολικά η οικονομία του νησιού βαρύνει αποκλειστικά την κυβέρνηση. Επίσης, γίνεται κριτική στο ΣΥΝ που, επιρρίπτοντας ευθύνη σε όλους - μαζί και στο ΚΚΕ(!) - αθωώνει τις προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, τη σημερινή της ΝΔ και την αντιαγροτική πολιτική της ΕΕ. Την ίδια, όμως, τακτική της διάχυσης σε όλους της ευθύνης για τη δακοκτονία ακολουθούν και τα στελέχη της ΝΔ, προκειμένου να απαλλάξουν την κυβέρνηση από το βάρος της ευθύνης.
Η ΝΕ Κέρκυρας υπογραμμίζει ότι η αντιαγροτική πολιτική της ΕΕ, που υλοποιεί η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ, με τη συναίνεση του ΠΑΣΟΚ και την ανοχή του ΣΥΝ θέλει λίγους ελαιοπαραγωγούς και περιορισμένη ελαιοπαραγωγή. Εκεί στοχεύει και η μέχρι τώρα πολιτική τιμών - ενισχύσεων, η ενδιάμεση αναθεώρηση ΚΑΠ, σημειώνεται χαρακτηριστικά και καλείται η αγροτιά να ξαναζωντανέψει τους αγροτικούς συλλόγους και να οργανώσει τον αγώνα της.
Διαμαρτύρονται για τις εξευτελιστικές τιμές που αξιώνουν οι έμποροι να αγοράσουν τη σοδειά τους
Προειδοποιητική συγκέντρωση διαμαρτυρίας πραγματοποίησαν προχτές το βράδυ στο Πνευματικό Κέντρο της Ν. Βύσσας του Β. Εβρου οι πατατοπαραγωγοί της περιοχής, εκφράζοντας την αγανάκτησή τους, καθώς βλέπουν να παραμένουν απούλητες οι πατάτες στα χωράφια τους, αφού οι έμποροι αξιώνουν να αγοράσουν τη σοδειά τους στην εξευτελιστική τιμή των 7 λεπτών το κιλό. Ποσό το οποίο ούτε κατ' ελάχιστο δεν μπορεί να καλύψει το κόστος καλλιέργειας του προϊόντος, μια και μόνο η αγορά του σπόρου ανέρχεται στα 350 ευρώ το κιλό.
Οι συγκεντρωμένοι κατήγγειλαν ότι το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης κάνει «τα στραβά μάτια» στους εκβιασμούς των εμπόρων, οι οποίοι αναμένουν κάποια στιγμή να «λυγίσουν» οι πατατοπαραγωγοί, βλέποντας τη σοδειά τους να σαπίζει στα χωράφια, τη στιγμή που γίνονται αθρόες εισαγωγές από το εξωτερικό.
Στη συγκέντρωση που οργάνωσε ο Αγροτικός Σύλλογος Ν. Βύσσας έγινε αναφορά και στα άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αγρότες από την Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΕ. Λόγω των μεγάλων βροχοπτώσεων της άνοιξης, πολλοί παραγωγοί αναγκάστηκαν να σπείρουν για δεύτερη φορά τα χωράφια τους, με αποτέλεσμα να μεγαλώσει ακόμη περισσότερο το κόστος παραγωγής, ενώ από τις καταστροφές που έγιναν στις καλλιέργειες από το χαλάζι δε δόθηκε καμία αποζημίωση. Επίσης, φέτος, οι τιμές που δόθηκαν για τα σπαράγγια ήταν ιδιαίτερα χαμηλές (10 λεπτά το κιλό), χαμηλότερες και από πέρσι, όπως εξευτελιστικές είναι οι τιμές που προσφέρουν οι έμποροι για την αγορά σιτηρών.
Τέλος, οι παραγωγοί εκφράζουν τις διαμαρτυρίες τους, σχετικά με τις προτάσεις της ΕΕ για την τευτλοκαλλιέργεια και που αν εφαρμοστούν θα πλήξουν μαζί με άλλες περιοχές της χώρας και το Β. Εβρο.