Eurokinissi |
Να «μαζέψει» το θέμα που προκλήθηκε από τις δηλώσεις του υπουργού Αμυνας για το περιεχόμενο του ελληνοτουρκικού «διαλόγου» επιχείρησε ο Κ. Καραμανλής, αλλά τα καυτά ερωτήματα παραμένουν.
Ο πρωθυπουργός προσπάθησε να πείσει ότι δεν έχει αλλάξει τίποτα στις «ελληνικές» θέσεις και δεν έχει γίνει κάτι σημαντικό στον εν εξελίξει «διάλογο» μεταξύ των κυβερνήσεων Ελλάδας και Τουρκίας. «Δεν έχουν αλλάξει οι θέσεις μας, είναι γνωστές, είναι οι πάγιες ελληνικές θέσεις», είπε κληθείς να σχολιάσει τις δηλώσεις του Σπ. Σπηλιωτόπουλου σε τουρκική εφημερίδα.
Ανέφερε ακόμα ότι «δεν υπάρχει κάτι σημαντικό» στη διαδικασία των λεγομένων διερευνητικών επαφών, προσθέτοντας ότι «εκείνο που υπάρχει αυτή τη στιγμή μεταξύ των ελληνοτουρκικών σχέσεων είναι μια βελτιωμένη ατμόσφαιρα, την οποία τη ζούμε όλοι και αυτό είναι θετικό». Δήλωσε ότι παραμένει το δικαίωμα της Ελλάδας για επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια και ότι αυτό «δεν συζητείται». Παράλληλα, πρόσφερε κάλυψη στον υπουργό λέγοντας ότι «παραποιήθηκαν οι δηλώσεις του».
Ο υπουργός Αμυνας στη συνέντευξή του στη «Χουριέτ» είχε αποδεχτεί μια λύση-«πακέτο» στα Ελληνοτουρκικά με αφορμή τις συνομιλίες που γίνονται εδώ και δυο χρόνια «μυστικά» (μόνο από τους δυο λαούς) μεταξύ των κυβερνήσεων των δυο χωρών. «Η λύση-πακέτο μπορεί να επιτευχθεί αν τα θέματα επιλυθούν με βάση το διεθνές δίκαιο», είπε, προσθέτοντας ότι «μπορούμε να λύσουμε τα προβλήματα ή με διμερείς συνομιλίες ή στη Χάγη».
Ο Σπ. Σπηλιωτόπουλος παραδέχτηκε ότι στον «διάλογο» που γίνεται για την υφαλοκρηπίδα έχουν ενταχθεί και οι αξιώσεις της Τουρκίας για τα χωρικά ύδατα και τον εναέριο χώρο. Παραβλέποντας(!) το γεγονός ότι η Τουρκία δεν έχει υπογράψει τη Συμφωνία για το διεθνές δίκαιο της θάλασσας καθώς και ότι δεν έχει αποσύρει την απειλή κήρυξης πολέμου (casus belli) στην περίπτωση που η Ελλάδα ασκήσει το κυριαρχικό της δικαίωμα για επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, ο υπουργός αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο «να επιστρέψουμε στα 9 ή στα 6 μίλια» στον εναέριο χώρο.
Παράλληλα, δεν αποκλείει την επανεξέταση διεθνών συμφωνιών ή του τρόπου εφαρμογής τους δηλώνοντας ότι «μπορούμε να δούμε όλες τις διεθνείς συμφωνίες», αναφερόμενος στη Συνθήκη της Λοζάνης.
Πάντως, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, στη συνέντευξή του ο Σπ. Σπηλιωτόπουλος αναφέρει τα εξής: «Η Ελλάδα το 1931 αύξησε τον εθνικό εναέριό της χώρο στα δέκα μίλια. Επεκτάθηκε ο εναέριος χώρος για τεχνικούς λόγους και με σκοπό να έχουμε περιθώριο προετοιμασίας, τεσσάρων μιλίων. Πρόκειται για εθνικό νόμο. Μπορεί να επιστρέψουμε στα εννιά ή στα έξι μίλια. Μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα. Αν οι σχέσεις μας συνεχίσουν να εξελίσσονται, πιστεύω ότι μπορούμε να λύσουμε με ειρηνικό τρόπο όλα τα προβλήματα».
Ακολούθησε η ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου του υπουργείου Αμυνας, όπου αναφέρεται: «Τα αναγραφόμενα ως δήθεν δηλώσεις του υπουργού Εθνικής Αμυνας στην τουρκική εφημερίδα "Χουριέτ" ειδικά σε ό,τι αφορά τη συζήτηση περί ενδεχόμενου μείωσης κάτω από 10 ναυτικά μίλια του εθνικού εναέριου χώρου, αποτελούν προϊόν χονδροειδούς αλλοίωσης και γόνιμης φαντασίας της συντάκτριας του κειμένου και δεν χρήζουν καν διάψευσης».
Στο μεταξύ, ο Σπ. Σπηλιωτόπουλος σε συνάντηση που είχε με τον Τούρκο ομόλογό του, Βεντζίν Γκιονούλ, έθεσε, σύμφωνα με πληροφορίες, τα αιτήματα της ελληνικής κυβέρνησης. Η Ελλάδα ζητάει από την Τουρκία: Να αποσύρει τις γέφυρες ταχείας διείσδυσης υδάτινων κωλυμάτων που τοποθετήθηκαν το 1994 στον Εβρο. Να μειωθεί στο 50% ο τουρκικός αποβατικός στόλος στα μικρασιατικά παράλια. Να αποσυρθούν από την Ιμβρο οι πύραυλοι εδάφους εδάφους, οι οποίοι μπορεί να πλήξουν ελληνικά νησιά. Ως αντάλλαγμα, η ελληνική κυβέρνηση φέρεται έτοιμη να υποστηρίξει την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, να προχωρήσει στη μείωση των εξοπλισμών κατά 20% στην επόμενη πενταετία και να προχωρήσει στο θέμα της διευθέτησης της υφαλοκρηπίδας στη Χάγη.
Καμία νέα τακτική δεν εγκαινιάζεται με την αποχώρηση του ΚΚΕ από τη συζήτηση για τον «τρομονόμο». Την απάντηση αυτή έδωσε χτες η Αλ. Παπαρήγα μετά από σχετικό ερώτημα που διατυπώθηκε στη διάρκεια της συνέντευξης που έδωσε στο Ζάππειο. Σημείωσε:
«Κατ' αρχήν το ίδιο πράγμα είχαμε κάνει και στον πρώτο "τρομονόμο". Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και η Κοινοβουλευτική Ομάδα έχουμε αποφασίσει οι στιγμές που θα αποχωρούμε να είναι ελάχιστες και μετρημένες. Δεν είμαστε υπέρ της αποχώρησης. Δίνουμε τη μάχη και διά των ομιλιών μας. Μπορεί να αποχωρήσεις όταν γίνεται μια αντιδημοκρατική διαδικασία, διατηρείται ένας κανονισμός.
Εκτιμήσαμε όμως το εξής πράγμα: Πρώτον, είχαμε αποχωρήσει και τότε και ο καινούριος νόμος δεν ήταν τίποτα καλύτερος για να μείνουμε. Δεύτερον, είναι κι ένας τρόπος να συγκεντρώσουμε την προσοχή, να προβληματιστεί ο άλλος γιατί το ΚΚΕ δεν το συζητάει, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ζητήματα δημοκρατίας. Τώρα εδώ δεν ήταν ένα ζήτημα μιας σύμβασης, μιας συνθήκης, μιας οικονομικής πολιτικής. Εδώ ήταν ένα θέμα ωμό δημοκρατικό σε μια Ελλάδα η οποία έχει υποφέρει πάρα πολύ και μέχρι πρόσφατα. Εκτιμήσαμε ότι αυτό το πράγμα πολιτικά, όχι για λόγους εντυπώσεων, ήταν πιο εύστοχο.
Δεν πρόκειται να το κάνουμε αυτό συνέχεια, ούτε εγκαινιάζουμε καμία νέα τακτική. Το είχαμε ξανακάνει, δεν άλλαξε κάτι. Το επαναλάβαμε και ξαναλέμε: στα θέματα της δημοκρατίας δεν επιδέχονται και πολλές συζητήσεις. Τώρα αν είναι ένα θέμα πιο ιδεολογικό, πιο πολιτικό, με οικονομικές αναλύσεις, εκεί μπορεί να το δεις διαφορετικά. Γενικά δεν είμαστε υπέρ των αποχωρήσεων. Να το ξεκαθαρίσω, αλλά να μην φτάνουμε και στην άλλη άκρη του ποτέ».