Στην 85χρονη ιστορία του το ΚΚΕ δεν έπαψε να μάχεται για μια Παιδεία σε όφελος του λαού. Μορφές μεγάλων παιδαγωγών συνέβαλαν σε αυτόν τον αγώνα και μέσα από το έργο, αλλά και τη ζωή τους πάλεψαν για μια τέτοια Παιδεία. Και άφησαν πίσω έργο που σήμερα, την εποχή που η Παιδεία προσεγγίζεται με όρους μάρκετινγκ για να υπηρετήσει τις ανάγκες και τα σχέδια της αγοράς, είναι επίκαιρο όσο ποτέ και αποτελεί χρήσιμο όπλο στους τωρινούς αγώνες. Χωρίς να υποτιμούνται άλλες μορφές μεγάλων παιδαγωγών, ο «Ρ» επιχειρεί σήμερα μία παρουσίαση του έργου κάποιων από αυτούς.
Από το 1911 που επιστρέφει στην Ελλάδα και ως το τέλος της ζωής του αναπτύσσει πλούσιο έργο. Η πρόταση του για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, απορρίπτεται από το βενιζελικό κόμμα το 1914 ως ανατρεπτική και ξεκινά για το Γληνό μια περίοδος αναζήτησης που τον οδηγεί στη διαπίστωση πως το εκπαιδευτικό πρόβλημα της χώρας θα λυθεί οριστικά μέσα από την πάλη των τάξεων. Το 1935 ο Δ. Γληνός εντάχθηκε στις γραμμές του ΚΚΕ. Στις εκλογές του 1936 εκλέχτηκε βουλευτής του Παλλαϊκού Μετώπου και μ' αυτή του την ιδιότητα ανέπτυξε πλούσια δραστηριότητα για τα λαϊκά προβλήματα, με αποτέλεσμα να εξοριστεί. Λόγω της κλονισμένης υγείας του επέστρεψε στην Αθήνα, σε κατ' οίκον περιορισμό. Το 1941 συλλαμβάνεται από τους Ιταλούς και το 1942 απολύεται, βαριά άρρωστος. Είναι πλέον μέλος του Πολιτικού Γραφείου της ΚΕ του ΚΚΕ. Γράφει την περίφημη μπροσούρα «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ». Το 1943 αποφασίζει να ανέβει στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας. Λίγο πριν την αναχώρησή του κατά τη διάρκεια μιας εγχείρησης, ο ταλαιπωρημένος οργανισμός του δεν άντεξε. Πέθανε στις 26 Δεκέμβρη 1943.
Η σπουδαία κομμουνίστρια παιδαγωγός Ρόζα Ιμβριώτη γεννήθηκε το 1898 και έζησε μέχρι το 1977. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συμπλήρωσε τις σπουδές της στη Γαλλία και στη Γερμανία. Το 1924, καθηγήτρια στη Μαράσλειο, κατηγορήθηκε ότι διδάσκει «υλιστικά την ιστορία». Το επεισόδιο αυτό ήταν η αφορμή να ξεσπάσουν τα Μαρασλειακά, που είχαν ως κύριο στόχο τη διδασκαλία της δημοτικής γλώσσας στα σχολεία.
Η Ρόζα Ιμβριώτη υπήρξε η πρώτη γυναίκα γυμνασιάρχης (1934) και το 1936 ίδρυσε το πρότυπο σχολείο για παιδιά με ειδικές ανάγκες. Κατά την κατοχή, συμμετείχε ενεργά στην ομάδα που συνέταξε το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), ανέλαβε τη διεύθυνση του Παιδαγωγικού Φροντιστηρίου της Τύρνας (1944) στην Ελεύθερη Ελλάδα και συνέβαλε στη συγγραφή του αναγνωστικού «Τα Αετόπουλα». Η «ευγνωμονούσα πατρίς» την αντάμειψε με φυλάκιση και εκτόπιση από το 1948 μέχρι το 1951.
Ως στέλεχος της ΕΔΑ, η Ρόζα Ιμβριώτη αντιτάχθηκε στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση των Παπανδρέου - Παπανούτσου (1964), υποστηρίζοντας ένα «δημιουργικό δυναμικό ανθρωπισμό που πρέπει να καθορίζει τους εθνικούς παιδαγωγικούς σκοπούς». Το 1967 έγινε μέλος του ΚΚΕ. Εκτός από το πρακτικό παιδαγωγικό της έργο, άφησε και σημαντικό συγγραφικό, σχετιζόμενο με εκπαιδευτικά ζητήματα και με ζητήματα που αφορούν τη νεολαία.
Ηταν παντρεμένη με το μαρξιστή φιλόσοφο και αγωνιστή Γιάννη Ιμβριώτη, μία εξίσου σπουδαία προσωπικότητα με μεγάλη προσφορά στην υπόθεση της Παιδείας. Ο Γ. Ιμβριώτης ήταν μέλος της σοσιαλιστικής πτέρυγας του Εκπαιδευτικού Ομίλου, καθηγητής της Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης. Απολύθηκε από αυτή τη θέση το 1948 για τη συμμετοχή του στην Εθνική Αντίσταση, εξορίστηκε για τις μαρξιστικές ιδέες του τόσο στην περίοδο του εμφυλίου πολέμου, όσο και κατά τη φασιστική δικτατορία του 1967. Βουλευτής της ΕΔΑ το 1951 και στέλεχός της συγκρούστηκε με τον εμφανιζόμενο αναθεωρητισμό και στη συνέχεια εντάχθηκε κι οργανωτικά στις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος. Τον Οκτώβρη του 1975 συμμετείχε στην ίδρυση του Κέντρου Μαρξιστικών Ερευνών και για την επιστημονική και ιδεολογική του συνέπεια εκλέχτηκε πρόεδρός του.
Η σημαντική πεζογράφος και παιδαγωγός, η κομμουνίστρια «δασκάλα του λαού» γεννήθηκε το 1894 στο Ηράκλειο της Κρήτης και πέθανε στην Αθήνα το 1988. Καταγόταν από οικογένεια προοδευτικών διανοουμένων της πόλης. Μέλος του ΚΚΕ η ίδια, πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση, μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ. Το 1949, μετά την ήττα του ΔΣΕ, κατέφυγε στη Ρουμανία, όπου συνέχισε το παιδαγωγικό της έργο, διδάσκοντας την ελληνική γλώσσα και φιλολογία στα παιδιά των πολιτικών προσφύγων. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1962, με ειδική άδεια, για να παραβρεθεί στην κηδεία της αδελφής της, Γαλάτειας και έμεινε έκτοτε, μέχρι που έφυγε από τη ζωή, πλήρης ημερών.
Η Ελλη Αλεξίου άφησε πίσω της ένα πλούσιο συγγραφικό έργο, που διαπνέεται από την αγάπη για τον άνθρωπο και τη στοργή για τα παιδιά, στοιχεία που συνυφαίνονται αρμονικά με τον ανθρωπιστικό χαρακτήρα των κομμουνιστικών ιδανικών. Ιδανικά που περιέγραψε η ίδια με το μοναδικό της τρόπο: «Νιώθω πολύ ευτυχισμένη στη ζωή μου. Και νιώθω ότι η ευτυχία μου είναι το Κόμμα μου. Η ιδέα πως είμαι ένα κομμάτι απ' αυτό τον ωραίο κόσμο, μου δίνει μια δύναμη που δεν μπορώ να την περιγράψω. Αγαπώ τη ζωή γιατί είμαι στο Κόμμα. Είναι σαν να ζω μέσα σ' έναν παράδεισο».
Το 1946 εντάχθηκε στο ΔΣΕ. Από τα τέλη του 1949 έζησε, επί 30 χρόνια, πολιτικός πρόσφυγας στις ανατολικές χώρες. Εκεί εργάστηκε για τη μόρφωση, την ταξική και πατριωτική διαπαιδαγώγηση των παιδιών των πολιτικών προσφύγων, αναπτύσσοντας παράλληλα πλούσιο συγγραφικό και ιστορικό έργο. Επιμελήθηκε αναγνωστικά και ιστορικά βιβλία για τα Ελληνόπουλα. Υπήρξε πρόεδρος της Κεντρικής Επιτροπής Πολιτικών Προσφύγων και γραμματέας της Ομοσπονδίας Αντιστασιακών Ελλάδας, ενώ παράλληλα ανέπτυξε σημαντική διεθνή δράση. Εως το τέλος της ζωής του ήταν μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και του Ιστορικού Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ.
Ο μαρξιστής παιδαγωγός Γ. Μωραΐτης, μέσα από το πλούσιο συλλογικό και συγγραφικό του έργο, ανέδειξε κρίσιμα ζητήματα της ελληνικής κοινωνίας και του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ και του ΚΜΕ προχώρησε στην επεξεργασία προτάσεων για τη δημιουργία του ενιαίου 12χρονου δημόσιου και δωρεάν σχολείου, του σχολείου της πολυτεχνικής εκπαίδευσης, που στήριζαν την πολιτική του Κόμματος στην πάλη για το λαϊκό Μέτωπο και τη λαϊκή Παιδεία. Ανέπτυξε έργο επίσης πάνω στο πρόβλημα της ενότητας, της συνέχειας και της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας, για το δημόσιο σύστημα παιδικών κέντρων προσχολικής διαπαιδαγώγησης, για τις τεχνικές μάθησης στην εκπαιδευτική διαδικασία, για τη λειτουργικότητα των σχολικών κτιρίων κ.ά.
2. Να ξεχαστούν όσοι σπέρνουν την αμφιβολία, την πιο επικίνδυνη αρρώστια, την οποία παίζουν στα δάχτυλα οι τεχνικοί της εξουσίας.
3. Να ξεχαστούν αυτοί που, μπαίνοντας στο κίνημα, κατάλαβαν γρήγορα πως βρέθηκαν σε μια ιστορία που δε χωράνε κι αντί να διαλέξουν το δικαίωμα της εξόδου, προσπάθησαν να χωρέσει το κίνημα μέσα τους. Πράξη τρελή, αλαζονική που της άξιζε η χειρότερη των απαντήσεων.
4. Να ξεχαστούν τα ονόματα όσων χρησιμοποίησαν το θολό πέρασμά τους από το κίνημα για να χτυπήσουν την πόρτα για μια θεσούλα (έτσι το λένε ακόμη) μέσα στην αγκαλιά του διώκτη τους, που ο ήλιος ο κυκλοδίωκτος του Αντρέα Κάλβου πάντοτε τον ξεσκέπαζε και θα τον ξεσκεπάζει.
5. Να ξεχαστούν όσοι δεν κατάλαβαν τη δύναμη της Αριστεράς (αυτό αφορά γνωστούς εμπόρους ζωγράφους), όπως ακριβώς την απεικόνισε ένας ανώνυμος ζωγράφος. Περί αγιογραφίας πρόκειται: Ο Αγιος Γεώργιος, ενώ ορμάει να ελευθερώσει την κόρη, που υποτίθεται ότι έχει αιχμαλωτίσει ο Δράκος, με έκπληξη βλέπει πως η κόρη κρατά τον Δράκο από το λαιμό μ' ένα μαντίλι και τον πηγαίνει βόλτα. Ογδόντα πέντε χρόνια η Αριστερά βγάζει τον Δράκο βόλτα.
6. Να ξεχαστούν οι κάθε λογής συνεργάτες δυνάμεων κατοχής, αρχίζοντας από τα τάγματα ασφαλείας με τους Γερμανούς έως τους συνεργάτες της χούντας. Να ξεχαστούν όλοι οι χαφιέδες που έμπαιναν στα σπίτια λαϊκών αγωνιστών, ψάχνοντας και εξευτελίζοντας οικογένειες στο όνομα μιας διαταγής που είχαν λάβει άνωθεν, όπως έλεγαν.
7. Να ξεχαστούν όσοι βασάνιζαν αγωνιστές μέσα στις φυλακές και εξορίες, ανθρωπάκια φτηνά που τα διαπερνά το σύνδρομο της συμμορίας. Δε χωράει συγγνώμη ο τάφος, δεν παραγράφεται η αγωνία.
8. Να ξεχαστούν όλοι οι αστοί που πίστεψαν πως το δικαίωμα της εμφάνισης του Κομμουνιστικού Κόμματος στη Μεταπολίτευση ήταν μια παραχώρηση δική τους, με κριτήρια πρώτα χριστιανικά και έπειτα της μεγαλόθυμης δημοκρατίας. Αυτή η κατάσταση της τυφλότητας των αστών τούς είχε κάνει να μη βλέπουν τον συνάνθρωπό τους όπως ακριβώς είναι, αλλά όπως ήθελαν αυτοί να είναι. Ιλουστρασιόν μετριότητες, που δε συγχώρεσαν ποτέ στους λαϊκούς αγωνιστές ότι, παρόλο το κυνηγητό, μορφώθηκαν μόνοι τους, μεγάλωσαν τα παιδιά τους κι όχι μόνο αυτό, αλλά ήταν οι μόνοι που έλεγαν τα πράγματα με τ' όνομά τους.
9. Να ξεχαστούν όσοι ζωγράφοι, ποιητές, μουσικοί δε μοίρασαν το δώρο που είχαν στα σπλάχνα τους στους συνανθρώπους τους, αλλά το πούλησαν σε τιμή ευκαιρίας και έγιναν διασκεδαστές, καραγκιόζηδες, μυστικοσύμβουλοι και στηρίγματα του αντεστραμμένου κόσμου, δίχως το ελάχιστο ίχνος που αφήνει η ντροπή επάνω σου όταν σε χαράζει.
10. Να ξεχαστούν όσα ονόματα δημοσιογράφων, πολιτικών, στελεχών κομμάτων αναμείχθηκαν σε οικονομικά σκάνδαλα και δεν επισκέφθηκαν ούτε μία μέρα τις φυλακές Κορυδαλλού. Και όχι μόνο αυτό, αλλά τολμούν και γυρίζουν ανάμεσά μας, με μάτι που γυαλίζει σαν να μην έχει συμβεί τίποτα.
11. Να ξεχαστούν οι γνωστοί ρασοφόροι που, συμφωνώντας με τη γενική ψευδαίσθηση του καπιταλισμού, λατρεύουν το θάνατο σαν το πολυτιμότερο γεγονός που μπορεί να μας συμβεί. Αποκαλούν όνειρο απατηλό και τρεμάμενο αυτή τη ζωή και τη σκεπάζουν με όσο χώμα μπορούν.
12. Ολους αυτούς θα τους θυμόμαστε σαν ανθρωποειδή, που κάποτε πέρασαν από δίπλα μας και νόμιζαν πως μας βώόμισαν με τη σκιερή παρουσία τους. Οχι, έτσι κι αλλιώς θα ξεχαστούν. Να ξεχαστούν!