ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 10 Αυγούστου 2003
Σελ. /28
Το κράτος σώζοι τον ... καπιταλισμό

Η κυβέρνηση της Γαλλίας αποφάσισε να διαθέσει 300 εκατομμύρια ευρώ, για να αγοράσει το 31,5% της εταιρίας ALSTOM και να τη σώσει από τη χρεοκοπία.

Η είδηση προκάλεσε φρίκη και αποτροπιασμό στους θιασώτες του «νεοφιλελευθερισμού», οι οποίοι κατηγορούν την κυβέρνηση Ραφαρέν για παραβίαση του «ελεύθερου ανταγωνισμού». Το δόγμα που καθορίζει τις παγκόσμιες οικονομικές εξελίξεις τα τελευταία χρόνια, επιτάσσει το οριστικό διαζύγιο του κράτους από την επιχειρηματική δραστηριότητα, η οποία πρέπει να ασκείται αποκλειστικά από τους κεφαλαιοκράτες και με τους κανόνες της «ελεύθερης αγοράς». Στο δόγμα αυτό θεμελιώθηκε η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, δηλαδή της εκχώρησης των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών στο μεγάλο κεφάλαιο, της μεταφοράς του δημόσιου πλούτου στα θησαυροφυλάκια των καπιταλιστών. Ομως, όπως όλα τα δόγματα της αστικής πολιτικής οικονομίας έτσι κι αυτό συνετρίβη πάνω στους βράχους της πραγματικότητας, της καπιταλιστικής κρίσης. Από την άποψη αυτή η περίπτωση της γαλλικής ALSTOM είναι ιδιαίτερα διδακτική.

Η ALSTOM είναι ένας πραγματικός οικονομικός γίγαντας. Είναι μια από τις μεγαλύτερες εταιρίες παραγωγής ηλεκτρολογικού και μηχανολογικού εξοπλισμού σ' ολόκληρο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι με δικό της εξοπλισμό παράγεται το 1/5 της παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας. Απασχολεί 120.000 εργαζόμενους σε διάφορες χώρες, εκ των οποίων 30.000 στη Γαλλία.

Τα τελευταία τρία χρόνια, εξαιτίας της κρίσης στις ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Ενωση και την Ιαπωνία, αλλά και υπό το βάρος του έντονου ανταγωνισμού, η ALSTOM ακολούθησε μια καταστροφική πορεία. Η μετοχή της έχασε μέσα σε δύο χρόνια το 90% της αξίας της και πριν λίγες μέρες, στις 4 Αυγούστου, σταμάτησε η διαπραγμάτευσή της στα διεθνή χρηματιστήρια. Η καταβύθιση άρχισε, όταν έγινε γνωστό ότι τα χρέη της ALSTOM ξεπερνούν τα 5 δισεκατομμύρια ευρώ και η διοίκηση της εταιρίας δήλωσε αδυναμία αποπληρωμής τους.

Μπροστά στον άμεσο κίνδυνο της χρεοκοπίας, η γαλλική κυβέρνηση έσπευσε να προσφέρει «χείρα βοηθείας» στους δυσπραγούντες κεφαλαιοκράτες. Ανακοίνωσε την κάλυψη του 50% της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου, διαθέτοντας 300 εκατομμύρια ευρώ. Ετσι αποφεύχθηκε, προς το παρόν, η κατάρρευση της ALSTOM.

Τώρα, όμως, τι θα πει ο Γάλλος πρωθυπουργός στους εργαζόμενους της κρατικής εταιρίας ηλεκτρισμού (Electricite de France) που αντιδρούν στην ιδιωτικοποίησή της; Πώς θα δικαιολογήσει την άρνησή του να συνδράμει οικονομικά τη μεγάλη δημόσια επιχείρηση;

Η περίπτωση της ALSTOM δεν είναι μοναδική. Η τηλεπικοινωνιακή France Telecom στη Γαλλία, η κατασκευαστική Philip Holzmann στη Γερμανία, η ενεργειακή British Energy στη Βρετανία, αλλά και όλες οι χαλυβουργικές βιομηχανίες στις ΗΠΑ, όταν βρέθηκαν στη δίνη της κρίσης βρήκαν σωσίβιο στην παρέμβαση του κράτους.

Ετσι, στην περίοδο της ανάπτυξης, το «νεοφιλελεύθερο» κράτος μοιράζει το δημόσιο πλούτο στους καπιταλιστές, στην περίοδο της κρίσης, το «κεϋνσιανό» κράτος σπεύδει να τους «κρατικοποιήσει». Κρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις που αφήνουν, όμως, αναπάντητες τις αιτίες της προϊούσας σήψης του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτή τραβάει το δρόμο της.

Το «κόστος» της επιδρομής

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ εντείνει τις πιέσεις της προς τους «φίλους» και «συμμάχους» για να πάρουν μέρος στην επιχείρηση «ανασυγκρότησης» του Ιράκ. Η ανταπόκριση που βρίσκει είναι μάλλον μικρή και στρέφεται τώρα στην προσπάθεια να τους δελεάσει οικονομικά, υποσχόμενη ένα μέρος της λείας από την επιδρομή και την κατοχή.

Ο Μπους πηγαίνει για εκλογές και η επιδρομή στο Ιράκ πέραν των άλλων κινδυνεύει να γίνει μια «μαύρη τρύπα» για την αμερικανική οικονομία.

Υπολογίζεται ότι το κόστος συντήρησης των αμερικανικών στρατευμάτων υπερβαίνει τα 3 δισ. δολάρια το μήνα. Οπως προέβλεψε ο στρατηγός Φρανκς, τα στρατεύματα κατοχής θα παραμείνουν στο Ιράκ τουλάχιστον για τέσσερα χρόνια. Συνεπάγεται ότι μέχρι το 2007 οι ΗΠΑ θα πρέπει να πληρώσουν, το λιγότερο, 150 δισ. δολάρια.

Τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης εκτιμούν ότι ακόμα και αν η κυβέρνηση Μπους καταφέρει να μοιραστεί το κόστος με άλλες χώρες, οι Αμερικανοί πολίτες θα πληρώνουν για χρόνια αυτή την επιχείρηση της «αντιτρομοκρατικής σταυροφορίας». Κάθε νοικοκυριό στις ΗΠΑ αναμένεται να επιβαρυνθεί 1.000 δολάρια. Ποσό καθόλου μικρό αν ληφθεί υπόψη και η συνεχιζόμενη οικονομική ύφεση στη χώρα.

Βεβαίως, οι ιθύνοντες της Ουάσινγκτον περιμένουν ότι αυτή η εικόνα θα ανατραπεί όταν θα αρχίσει να ρέει στις διεθνείς αγορές το ιρακινό πετρέλαιο, απ' την πώληση του οποίου θα καλύψουν όχι μόνο το κόστος, αλλά και θα έχουν σημαντικά οικονομικά (και όχι μόνο) κέρδη.

Ομως, μέχρι να συμβεί αυτό, η αμερικανική κυβέρνηση θα πιέζει με κάθε τρόπο τους «φίλους» της για να βάλουν το χέρι στην τσέπη. Η κυβέρνηση της Γαλλίας, πάντως, φαίνεται ότι άρχισε να το σκέφτεται όταν έμαθε ότι οι Αμερικανοί θα δώσουν ένα μέρος των πετρελαϊκών κοιτασμάτων του Ιράκ στη γαλλική «TotalFina».

ΑΤΙΤΛΑ

ΓΕΡΜΑΝΙΑ Βολοδέρνει σε περιβάλλον οικονομικής ύφεσης η Γερμανία. Την περασμένη Τετάρτη ανακοινώθηκαν τα νέα στοιχεία για την ανεργία. Σύμφωνα μ' αυτά, ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε κατά 7.000 τον περασμένο μήνα. Σημειωτέον ότι δημοσκόπηση που δημοσίευσε το περιοδικό «Stern» φέρει το 42% των ερωτηθέντων να προβλέπει επιδείνωση της γερμανικής οικονομίας μέσα στο έτος, ενώ τα περισσότερα οικονομικά ινστιτούτα της χώρας μιλούν για μηδενική ανάπτυξη το 2003.

ΑΠΟΛΥΣΕΙΣ H γερμανική τράπεζα WestLB ανακοίνωσε χτες ότι αύξησε τις προβλέψεις ρίσκου για το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους στα 615 εκατομμύρια ευρώ και ανήγγειλε ότι θα προβεί σε περισσότερες απολύσεις, τόσο στη Γερμανία όσο και στο εξωτερικό. Η WestLb το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους σημείωσε ζημίες της τάξεως των 359 εκατομμυρίων ευρώ.

ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ Μεγάλες αυξομειώσεις σημείωσαν αυτή τη βδομάδα οι τιμές του πετρελαίου, που αρχικά εκτινάχτηκαν στα υψηλότερα επίπεδά τους μετά τον πόλεμο εξαιτίας του φόβου νέων τρομοκρατικών επιθέσεων και ανεπαρκούς προσφοράς από το Ιράκ, για να υποχωρήσουν αργότερα σε επίπεδα κοντά σε εκείνα της προηγούμενης, όταν ανακοινώθηκε ικανοποιητική αύξηση των αμερικανικών αποθεμάτων. Ειδικότερα, η τιμή του πετρελαίου Brent εκτινάχτηκε στα 30,59 δολάρια το βαρέλι στην αγορά του Λονδίνου στις συναλλαγές overnight και στην αμερικανική αγορά στα 32,80 δολάρια το βαρέλι. Τα αμερικανικά αποθέματα αυξήθηκαν την περασμένη βδομάδα κατά 2,9 εκατομμύρια βαρέλια εξαιτίας της αύξησης των εισαγωγών αργού πετρελαίου κατά 210.000 βαρέλια την ημέρα.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ