Και από εκείνη τη στιγμή αρχίζει μια ανελέητη εκδίκηση από την περιφρονημένη ποίηση προς την πολιτική εξουσία. Η συσσωρευμένη, για δεκαετίες, οργή της άκοπης σελίδας, ξεχειλίζει σαν επικίνδυνος χείμαρρος. Τώρα εάν ο Μαθός ξαφνικά θυμάται ότι είναι και δημοσιογράφος (και όχι μονάχα δημοσιοσχεσίτης) ή απλώς σκέφτεται να «ψάξει» το θέμα, για να μάθει τη νεανική ζωή του πρωθυπουργού και να τον εκβιάσει, σημασία δεν έχει καμία. Γεγονός είναι ότι πολύ γρήγορα ο Μαθός θα ζει και θα αναπνέει μόνο για αυτό το θέμα. Η απουσία του άγνωστου και αινιγματικού ποιητή, του γίνεται έμμονη ιδέα. Και από εκείνη τη στιγμή αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση, η κάθοδος προς την ανωνυμία. Ο «θεάνθρωπος» της τηλεόρασης σε χρόνο ρεκόρ μεταμορφώνεται σε κοινό θνητό. Απολύεται, παρακολουθείται, εκβιάζεται, ποδοπατείται. Συντρίβεται. Ελευθερώνεται, όμως.
Επιχειρεί να δαγκώσει το χέρι που τον έτρεφε τόσα χρόνια; Θα μάθει το μάθημά του, η Εξουσία έλεος για τους αποστάτες δεν έχει. Γενικώς, δεν έχει έλεος... Αλλωστε, ούτε και αυτός ο ίδιος, μέχρι χτες, που ήταν προσκυνημένος, είχε έλεος. Το τομάρι του, η άνοδός του, τα τυχερά του... Με γρήγορο ποιητικό ρυθμό, με πολλά ευρήματα, με συναίσθημα, με χιούμορ, και κυρίως με τη γνώση του, «διδάσκει» στους επίδοξους δημοσιογράφους τι τους περιμένει τη στιγμή που θα αρνηθούν να «συμμορφωθούν προς τας υποδείξεις». Με λίγα λόγια, το πρώτο μυθιστόρημα του δημοσιογράφου και ποιητή Γιάννη Πλαχούρη καταφέρνει να αιχμαλωτίσει τον αναγνώστη, επειδή παρουσιάζει ενδιαφέρον προς τη δομή, αλλά και προς την πλοκή του. Διαβάζεται απνευστί.
Τους εξόριστους κομμουνιστές στην Ανάφη επισκέφθηκε ο Μπερτ Μπερτλς |
«Η πραγματικότητα, λένε, ξεπερνάει κάθε φαντασία και τούτο γιατί είναι τόσο μοναδική, τόσο πρωτότυπη, τόσο απρόβλεπτη κι αναπάντεχη που καμιά φαντασία δε θα μπορούσε να τη συλλάβει. Αυτόν τον κανόνα ήρθε να τον επιβεβαιώσει μια ευχάριστη έκπληξη στο χώρο των εκδόσεων: το βιβλίο του Μπερτ Μπερτλς «Εξόριστοι στο Αιγαίο», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΦΙΛΙΣΤΩΡ.
Αλήθεια, ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πριν από λίγο καιρό ότι υπάρχει ένα βιβλίο, γραμμένο από Αυστραλό δημοσιογράφο πριν από εξήντα τόσα χρόνια, που αναφέρεται στα κορυφαία πολιτικά γεγονότα του πρώτου μισού της δεκαετίας του '30 στην Ελλάδα, ιδιαίτερα την περίοδο από το φθινόπωρο του '35 έως και τη μεταξική δικτατορία, όπου κορυφώνεται η κοινωνικοπολιτική κρίση στη χώρα και ξεδιπλώνεται όλη η πολιτική της αντίδρασης κατά του λαϊκού κινήματος;
Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί ότι ένας άνθρωπος ξένος προς την ελληνική πραγματικότητα θα κατάφερνε να καταγράψει την ταξική πάλη στη χώρα μας και τους τότε αγώνες των Ελλήνων κομμουνιστών και του λαϊκού κινήματος, γενικότερα, με τέτοιον ολοκληρωμένο τρόπο που δεν το έχει κάνει ως τα σήμερα κανένας Ελληνας ιστορικός, ερευνητής ή απλός αγωνιστής που άφησε «αναμνήσεις»;
Η πραγματικότητα ξεπερνάει κάθε φαντασία κι αυτή η πραγματικότητα λέει πως αν η Ρωσική Επανάσταση είχε έναν Τζον Ριντ να την υμνήσει με μοναδικά ζωντανό και ακριβή τρόπο, τηρουμένων των αναλογιών (γιατί εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με επανάσταση) η ελληνική εργατική τάξη και το κόμμα της, για εκείνες τις κρίσιμες, τις κορυφαίες, στιγμές των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων της δεκαετίας του '30, έχουν τον δικό τους Τζον Ριντ, τον Αυστραλό δημοσιογράφο Μπερτ Μπερτλς.
Ο Μπερτλς ήρθε στην Αθήνα στα τέλη Αυγούστου - αρχές Σεπτέμβρη του 1935- για διακοπές. Είχε συμφωνήσει με τη γυναίκα του Ντόρα Τολ να ξανασμίξουν στην Ακρόπολη «στον Παρθενώνα με το ηλιοβασίλεμα». Ομως οι διακοπές κράτησαν περισσότερο απ' ό,τι είχαν υπολογίσει, περίπου ένα χρόνο, κι από απλές διακοπές με ρομαντικές περιπλανήσεις και επισκέψεις σε όμορφα τοπία και τουριστικούς αρχαιολογικούς χώρους μετατράπηκαν σ' ένα διαρκές κοινωνικό και πολιτικό ρεπορτάζ, που θα το ζήλευε κάθε δημοσιογράφος.
Το ζευγάρι θα ξεκινήσει την ελληνική του περιπλάνηση στην Ακρόπολη, στην Πλάκα, στους δρόμους της Αθήνας, στο νησί της Ιθάκης, στην Ηπειρο, στο Μέτσοβο. Η ικανότητά τους να διεισδύουν στις καταστάσεις, το πάθος τους να ζήσουν το καθετί, το δημοσιογραφικό τους δαιμόνιο και, φυσικά, η πολιτική και ιδεολογική τους συγκρότηση -που είναι μαρξιστική- τους σπρώχνουν να παρακολουθήσουν από κοντά τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, να τις διερευνήσουν, να τις αφομοιώσουν και να τις καταγράψουν.
Στο βιβλίο καταγράφονται συνεντεύξεις με τον Δημήτρη Γληνό, τον Κ. Βάρναλη, τον Γ. Σεφέρη, συνεντεύξεις με ηγέτες του ΚΚΕ, όπως ο Σκλάβαινας ή ο Πορφυρογένης, καταγράφονται το πραξικόπημα του Κονδύλη και η μοναρχική παλινόρθωση, οι εκλογές του Γενάρη του '36, οι αγώνες των κομμουνιστών για την αποτροπή του φασιστικού κινδύνου, η κορύφωση των πολιτικών τους κινήσεων σε επίπεδο δημιουργίας συμμαχιών με το «Σύμφωνο Σκλάβαινα - Σοφούλη», η κηδεία του Βενιζέλου, ο αιματηρός Μάης του '36 στη Θεσσαλονίκη, η προετοιμασία και η επιβολή του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου.
Ιδιαίτερο βάρος το βιβλίο δίνει στη ζωή των εξορίστων κομμουνιστών, τους οποίους ο συγγραφέας και η σύζυγός του επισκέφθηκαν. Οι συνθήκες ζωής των εξορίστων, οι ομάδες συμβίωσης, οι κολεκτίβες, τα όνειρα και τα ιδανικά τους, ο τρόπος σκέψης και δράσης τους, με δυο κουβέντες όλο το ανθρώπινο μεγαλείο εκείνων των κομμουνιστών - λαϊκών αγωνιστών, ξεδιπλώνονται μοναδικά και κάνει το σημερινό αναγνώστη να τα χάσει: Υπήρχαν τέτοιοι άνθρωποι; Οντως υπήρχαν, κι ο Μπερτλς τούς φέρνει μπροστά μας ολοζώντανους.
Το βιβλίο θα μπορούσε να γίνει μια εκπληκτική ταινία. Αλλά κι αν δεν περάσει ποτέ στο κινηματογραφικό πανί, πάντοτε θα διαβάζεται μονορούφι αποτελώντας βιβλίο - σταθμό, ως λογοτέχνημα και ιστόρημα, για τη ζωντανή γνώση της ιστορίας του τόπου, του λαϊκού και του κομμουνιστικού μας κινήματος, ανεκτίμητο φροντιστήριο δημοσιογραφίας για κείνους τους δημοσιογράφους, που επιθυμούν να κυνηγούν και να φέρνουν στο φως την αλήθεια.
«Στο Παρίσι κυριολεκτικά κάθε περιοχή είναι όμορφη, θελκτική και γεμάτη απρόσμενες απολαύσεις, ιδιαίτερα αυτές που εκτείνονται γύρω από τον Σηκουάνα από το πρώτο έως το 8ο διαμέρισμα. Αυτό είναι το κλασικό Παρίσι, που ορίζεται από την αψίδα του Θριάμβου και τον Πύργο του Αϊφελ στα δυτικά και από τη Βαστίλλη και το Πάνθεον στα ανατολικά. Μέσα σ' αυτό το μαγευτικό παραλληλόγραμμα, αξίζει κανείς να επισκεφτεί τα πάντα με τα πόδια, ξεκινώντας από τα δυο νησάκια του ποταμού, το Ιλ ντε λα Σιτέ και το Ιλ Σεν Λουί, και συνεχίζοντας ανηφορικά στη Λεωφόρο Σεν Ζερμέ από το Ιλ Σεν Λουί στην καρδιά του Σεν Ζερμέν ντε Πρε, με τα τρία διάσημα κτίριά του, το εστιατόριο Lipp και τα δίδυμα καφέ, το Flor και το Les deux Mageots.
Από το Σεν Ζερμέν μ' αρέσει να συνεχίζω κατηφορίζοντας την οδό Μποναπάρτ, προσπερνώντας τα καταστήματα επίπλων και υφασμάτων, την Academie des Beaux Arts και τα καταστήματα που πουλάνε γκραβούρες, και να καταλήγω στο Ινστιτούτο, στο κτίριο δηλαδή, που στεγάζει τη Γαλλική Ακαδημία και τη βιβλιοθήκη της, την Bibliotheque Mazarine. Μπροστά στο Ινστιτούτο, που είναι το αγαπημένο μου οικοδόμημα στο Παρίσι λόγω του αριστοκρατικού τρούλου και των τέλειων ιταλιάνικων αναλογιών του, βρίσκεται μια ξύλινη γέφυρα πεζών που οδηγεί στο Λούβρο και στο Cour Carre, το οποίο το βράδυ είναι τόσο έξυπνα φωτισμένο, που μοιάζει να υπερίπταται, να πετάει πάνω από τους λιγοστούς επισκέπτες σαν ένα ήρεμο, σοφό, εξιδανικευμένο όραμα του εαυτού του».
Το πρώτο μέρος παρέχει σημαντικές πληροφορίες για όλα τα γνωστά, εξωτικά, αλλά και ασυνήθιστα φρούτα, που εμπλουτίζονται με αναφορές σχετικά με τον τρόπο καλλιέργειας, την αγορά, τη διατήρησή τους, όπως και λεπτομερείς οδηγίες για την προετοιμασία και το μαγείρεμα. Ενώ στο δεύτερο μέρος περιλαμβάνονται εκατό δοκιμασμένες συνταγές, που παρουσιάζονται με εικονογραφημένες οδηγίες, όπως τα ζεστά και κρύα επιδόρπια, τάρτες, παγωτά, σορμπέ, κομπόστες, μαρμελάδες, κέικ, μάφιν και πολλές άλλες ξεχωριστές και υπέροχες γεύσεις. Καλή μας όρεξη!