Με οδηγίες προς ...«ναυτιλλομένους» συνόδεψε τη χτεσινή του εισήγηση στο Υπουργικό Συμβούλιο ο πρωθυπουργός. Αν και το θέμα της συνεδρίασης αφορούσε στην Ελληνική Προεδρία στην ΕΕ, ο Κ. Σημίτης θεώρησε σκόπιμο να «απαντήσει» σε ορισμένα δημοσιεύματα...
Ετσι, όσον αφορά στην υπόθεση Οτσαλάν, υποστήριξε ότι «δε θέλω και δεν μπορώ να σχολιάσω την απόφαση του δικαστηρίου, αλλά διάβασα κάπου ότι η κυβέρνηση επιδιώκει την αναβολή της υπόθεσης. Αυτό δεν είναι αλήθεια», όπως είπε, και ισχυρίστηκε ότι «η κυβέρνηση θέλει και αυτή η δίκη και οι άλλες δίκες, που έχουν πολιτική και κοινωνική σημασία, να προχωρήσουν. Είναι αναγκαία η δίκη», συνέχισε, προσθέτοντας ότι «πρέπει να χυθεί φως σε όλες αυτές τις υποθέσεις» (σ.σ.: εννοώντας και την υπόθεση της «17Ν»), γιατί «δεν πρέπει να υπάρξει καμία δυνατότητα μη πραγματοποίησης αυτών των δικών, μέσω της διαδικασίας της παραγραφής».
Στη συνέχεια, αναφερόμενος στα θέματα της ειδησεογραφίας, σχετικά με τη λεγόμενη καθημερινότητα της ζωής των πολιτών, έκανε λόγο για γεγονότα «από την "τρύπα" στο ΜΕΤΡΟ, μέχρι τα νοσοκομεία», σημειώνοντας ότι «δεν πρέπει να θεωρούμε ότι τα γεγονότα αυτά δεν έχουν σημασία. Και μεγάλη σημασία έχουν και εντυπώσεις δημιουργούν. Γι' αυτό και στα μικρά και στα μεγάλα θέματα πρέπει να υπάρχουν απαντήσεις σαφείς και άμεσες, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να δημιουργούμε και εμείς, με τη δουλιά μας και τις παρεμβάσεις μας, θετικά γεγονότα». Προέτρεψε, δε, τους υπουργούς του να αναδεικνύουν αυτά τα... «θετικά γεγονότα, να αναδεικνύουμε αυτό που κάνουμε, τις πρωτοβουλίες μας, να φαίνεται η δουλιά που γίνεται σε όλους τους τομείς από την κυβέρνηση. Χρειάζεται», κατέληξε, «η έντονη δική μας παρουσία».
Τέλος, ο πρωθυπουργός, με αφορμή τις αναφορές στον Τύπο για το πρόγραμμα της ΝΔ, είπε ότι πρόκειται για συνεχείς γενικολογίες και γνωστές επαναλήψεις, ότι «δεν μπορεί κανείς να πει ότι με αυτές τις θέσεις προστίθεται κάτι καινούριο», όμως παρότρυνε τους υπουργούς του «να δώσουμε και τις δικές μας απαντήσεις, να απαντήσουμε σ' αυτά που λέει η ΝΔ και να αποκαλύψουμε την πραγματικότητα»...
Μέλος της Πολιτικής Γραμματείας και υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου του ΔΗΚΚΙ
Eurokinissi |
Ο πρόεδρος, τα μέλη της Πολιτικής Γραμματείας και της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του ΔΗΚΚΙ, με ανακοίνωσή τους, εκφράζουν «τη βαθιά τους θλίψη στην οικογένειά του για την αιφνίδια απώλεια του Σπύρου Κουτσουβέλη, ο οποίος ήταν συνεπής αγωνιστής σ' όλη του τη ζωή, αλλά και εξαίρετος φίλος».
Η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Αλέκα Παπαρήγα έστειλε το ακόλουθο συλλυπητήριο τηλεγράφημα, προς τον πρόεδρο του ΔΗΚΚΙ Δημήτρη Τσοβόλα: «Για τον αδόκητο χαμό του στενού συνεργάτη σας Σπύρου Κουτσουβέλη, εκφράζω τα πιο θερμά και ειλικρινά μου συλλυπητήρια».
Επίσης συλλυπητήριο τηλεγράφημα απέστειλε και το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ προς τον πρόεδρο και την Πολιτική Γραμματεία του ΔΗΚΚΙ για το θάνατο του Σπύρου Κουτσουβέλη: «Το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ σας απευθύνει τη βαθιά του θλίψη για τον ξαφνικό θάνατο του στελέχους του ΔΗΚΚΙ και υπεύθυνο του Γραφείου Τύπου, Σπύρου Κουτσουβέλη. Εκφράζει τα θερμά συλλυπητήριά του και προς την οικογένεια του Σπύρου Κουτσουβέλη».
Συλλυπητήρια έστειλαν, επίσης, το Γραφείο Τύπου του ΠΑΣΟΚ και ο Θ. Ρουσόπουλος, υπεύθυνος Τύπου της ΝΔ.
Ο Σπύρος Κουτσουβέλης γεννήθηκε στην Πάτρα το 1948. Ηταν παντρεμένος και είχε δύο κόρες. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στη Νάπολη της Ιταλίας. Από το 1990 ασκούσε το επάγγελμα του δημοσιογράφου.
Από μαθητής, το Γενάρη του 1964 οργανώθηκε στην τότε ΕΔΗΝ. Το φθινόπωρο του 1966, βρέθηκε στη Νάπολη της Ιταλίας, όπου συμμετείχε στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Ενωσης Ελλήνων Φοιτητών, η οποία προσχώρησε στο ΠΑΚ.
Μέχρι και τον Απρίλη του 1975, συμμετείχε στις διαδικασίες συγκρότησης του ΠΑΣΟΚ, αλλά το Μάη του 1975 μαζί με άλλα μέλη από την Οργάνωση Ιταλίας του ΠΑΚ παραιτήθηκαν από το ΠΑΣΟΚ. Κατόπιν προσχώρησε στο ΚΚΕ, όπου και παρέμεινε μέχρι το Νοέμβρη του 1989, οπότε και αποχώρησε.
Το 1995 συμμετείχε στην ίδρυση του ΔΗΚΚΙ και το 1996 εκλέχθηκε μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του, ενώ το Δεκέμβρη του 2000 επανεκλέχθηκε στο ίδιο όργανο του κόμματος. Στο ΔΗΚΚΙ ήταν υποψήφιος βουλευτής Αχαΐας στις εκλογές του 1996. Το Σεπτέμβρη του 2000 ανέλαβε τη θέση του εκπροσώπου Τύπου του Κινήματος, που διατήρησε μέχρι και σήμερα.
Πού να γυρίζει απόψε ο Σοβιετικός στρατιώτης που ύψωσε την κόκκινη σημαία στο Ράιχσταγκ; Ζει; Κι αν ναι, τι λέει για όσα βλέπει; ποια είναι τα όνειρά του τώρα; Οπου κι αν βρίσκεται θα ήθελα να ξέρει πως του χρωστάω μεγάλη χάρη και πάντα θα τον προσκυνώ. Εξαιτίας του ξυπνάω κάθε πρωί δίχως να μου δώσουν τον αγκυλωτό σταυρό σε μορφή χαπιού για να βγάλω τη μέρα μου.
Πού να γυρίζουν τώρα οι δύο σύντροφοι που μπήκαν νικηφόροι στο Βερολίνο με τα πρώτα δύο τανκς; Ανάμεσα στην Πύλη του Βρανδεμβούργου και στο γνωστό σημείο με το χρυσό άγγελο που αποκαλούν «μεγάλο άστρο» στέκονται αυτά τα δύο τανκς ακίνητα κάτω από την παγωμένη αλλά έναστρη νύχτα, έχοντας περάσει στην αιωνιότητα, που τα αγκαλιάζει και θα τα αγκαλιάζει στο διηνεκές.
Εγώ, που γνωρίζω από ιστορία και όχι από προπαγάνδα, λέω πως μόνο στο τείχος πιστεύω. Το δικό μου το φροντίζω όσο μπορώ, και εύχομαι και προσεύχομαι, όταν κλείσω τα μάτια μου, να συνεχίσει κάποιος άλλος και, αν όχι, ας υπάρχει από μόνο του, σαν μια βρισιά ενάντια στα καθάρματα που καταστρέφουν αυτόν τον πλανήτη. Το τείχος πρέπει να διευρύνεται με την ταχύτητα της συνείδησης του καθενός.
Την κατηγορηματική της αντίθεση σε οποιαδήποτε σκέψη για περιορισμό του δημοκρατικού δικαιώματος των πολιτών να διαδηλώνουν, με πρόσχημα τα προβλήματα κυκλοφορίας και την ομαλή διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων, όπως προκύπτει από σχετικά δημοσιεύματα, καταγγέλλει με ανακοίνωσή της η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ).
Η Συνομοσπονδία σημειώνει ότι το δικαίωμα των ελεύθερων συγκεντρώσεων και των διαδηλώσεων είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο και κατακτήθηκε με μεγάλους αγώνες του ελληνικού λαού. Το κράτος, τονίζει η ΓΣΕΒΕΕ, όχι μόνο δεν είναι άμοιρο ευθυνών για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα λαϊκά στρώματα και για τα οποία διαδηλώνουν, αλλά έχει την κύρια ευθύνη για τη δημιουργία τους. «Παρότι η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι με τις διαδηλώσεις θίγονται πλην των πολιτών και οι επαγγελματίες, από εμάς δεν ξεφεύγει η υποκρισία και η παραποίηση της αλήθειας», υπογραμμίζει η Συνομοσπονδία, συμπληρώνοντας ότι τα προβλήματα των 150.000 ΕΒΕ της πρωτεύουσας δεν μπορεί να εντοπίζονται σε κάποιες ώρες διαδηλώσεων σε κάποιους δρόμους της Αθήνας, αλλά στην πολιτική συρρίκνωσής τους που ακολουθεί η κυβέρνηση. «Αν η κυβέρνηση αναζητά υπεύθυνους για τα προβλήματα ας ψάξει στη δική της πολιτική, εκεί βρίσκονται», καταλήγει η ΓΣΕΒΕΕ.