«Φωτιά» οι τιμές στην αγορά
Ακριβότερα μέχρι και 171%, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, πληρώνουν οι καταναλωτές αυτές τις μέρες τα οπωροκηπευτικά, οι τιμές των οποίων τους τελευταίους μήνες κινούνται σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα. Ηδη, λοιπόν, από τις αγορές των οπωροκηπευτικών, θα το καταλάβουν οι οικογενειάρχες ότι ο πασχαλινός προϋπολογισμός θα είναι φέτος επιβαρυμένος σε σχέση με πέρσι. Εξάλλου, και οι κρεοπώλες δεν είπαν την «τελευταία τους λέξη», αφού μπορεί τις προηγούμενες μέρες οι τιμές στα παραδοσιακά αμνοερίφια να κινούνταν ως επί το πλείστον μέχρι τις 3.000 δρχ. το κιλό, ωστόσο η αγορά κρεάτων θα φορέσει «τα γιορτινά» της στα μέσα περίπου της βδομάδας, όταν αρχίζει η αυξημένη ζήτηση και η διακίνηση μεγαλύτερων ποσοτήτων.
Ειδικότερα, όσον αφορά στις τιμές των οπωροκηπευτικών, οι ντομάτες πωλούνται τις τελευταίες μέρες μέχρι 2,50 ευρώ το κιλό έναντι 1,46 ευρώ πέρσι, οι πατάτες 0,60 - 0,72 ευρώ, τα καρότα 1,50 ευρώ, ακριβότερα κατά 70% από πέρσι, το ίδιο και τα κολοκυθάκια που πωλούνται μέχρι και 2,50 ευρώ το κιλό, το κουνουπίδι φτάνει στα 1,90 ευρώ έναντι 0,88 ευρώ πέρσι (αύξηση 115%), το λάχανο φτάνει το 1,60 ευρώ με υψηλότερη τιμή πέρσι τέτοιες μέρες 0,59 ευρώ (αύξηση 171%), το μαρούλι πωλείται προς 0,35 - 0,40 ευρώ το ένα, τα φρέσκα κρεμμυδάκια στα 1,00 - 2,00 ευρώ το κιλό, τα πράσα στα 1,00 - 1,70 ευρώ, έναντι 0,88 ευρώ υψηλότερη τιμή πέρσι (αύξηση 121%), τα ραδίκια είναι ακριβότερα φέτος κατά 70%, καθώς τις προηγούμενες μέρες πωλούνταν μέχρι 1,50 ευρώ το κιλό έναντι 0,88 ευρώ πέρσι. Τέλος, τα αχλάδια πωλούνται στα 1,00 - 1,90 ευρώ το κιλό, τα μήλα προς 0,88 - 1,90 ανάλογα με την ποικιλία και τα πορτοκάλια στα 0,95 ευρώ.
Σήμερα Σάββατο τα εμπορικά θα ανοίξουν στις 9.00 το πρωί και θα κλείσουν στις 4.00 το μεσημέρι. Τη Μ. Βδομάδα θα λειτουργήσουν ως εξής:
Τα σούπερ μάρκετ θα λειτουργήσουν ως εξής:
H Eurobank και η Πειραιώς ανακοίνωσαν την κερδοφορία τους για το α' τρίμηνο
Η ένταση της εκμετάλλευσης των καταθετών και των δανειοληπτών είναι το νέο στοιχείο της πολιτικής των τραπεζών, οι οποίες με αυτόν τον τρόπο προσπαθούν να καλύψουν τα λιγότερα για φέτος κέρδη τους από το Χρηματιστήριο και τα κρατικά ομόλογα. Οπως προκύπτει από τους ισολογισμούς που δημοσιεύουν για το α' τρίμηνο του 2002, η μάζα των κερδών όχι μόνο παραμένει σε πολύ ψηλά επίπεδα, αλλά ταυτόχρονα με όρους καθαρά τραπεζικών εργασιών συνεχίζει να αυξάνεται με αμείωτους ρυθμούς.
Ειδικότερα, η Eurobank Ergasias του Ομίλου Λάτση ανακοίνωσε αύξηση κατά 16% στα «καθαρά έσοδα από τόκους» και στα «βασικά οργανικά έσοδα», δηλαδή στα καθαρά έσοδα από τόκους μαζί με τις προμήθειες κατά 11%. Αντίστοιχα, η Τράπεζα Πειραιώς ανακοίνωσε αύξηση στα «καθαρά έντοκα έσοδα» κατά 28% και στα λειτουργικά κέρδη κατά 34%(!).
Αυτό είναι το κύριο στοιχείο της κερδοφορίας, που αποδείχνει το γεγονός ότι η μείωση των επιτοκίων λειτούργησε σε όφελος της κερδοφορίας του τραπεζικού κεφαλαίου και σε βάρος των εργαζόμενων. Από κει και πέρα η λεηλασία και ανακατανομή του πλούτου που έγινε τα περασμένα χρόνια, μέσω του χρηματιστηριακού τζόγου, στις διάφορες μορφές του (μετοχές και κρατικά ομόλογα) δεν επαναλαμβάνεται φέτος και στο γεγονός αυτό οφείλεται η παρατηρούμενη στο α' φετινό τρίμηνο μείωση της κερδοφορίας τους. Ετσι, η Eurobank ανακοίνωσε κέρδη προ φόρων στα 93 εκ. ευρώ (από 115 εκ. στο περσινό τρίμηνο) με μείωση 19%. Η ίδια τράπεζα ανακοίνωσε ότι τα προ φόρων κέρδη έφτασαν φέτος στα 168 εκ. ευρώ.
Ο Ομιλος της Πειραιώς ανακοίνωσε ότι τα κέρδη προ φόρων έφτασαν σε 30,7 εκ. ευρώ (από 31,2 εκ πέρυσι) με μείωση 1,7%.
Σε κάθε περίπτωση ούτε κοινωνική πολιτική, ούτε αυξήσεις μπορούν να δοθούν εάν δεν εξασφαλίσουμε κέρδη στις επιχειρήσεις. Αυτή είναι, με άλλα λόγια, η ουσία των όσων με έμφαση είπε ο υπουργός Ανάπτυξης Α. Τσοχατζόπουλος, μιλώντας στη φιέστα που διοργάνωσε χτες η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), για να παρουσιάσει την «ετήσια έκθεση ελληνικού εμπορίου 2001». Ουσιαστικά, ο Α. Τσοχατζόπουλος φωτογράφισε το αξίωμα της κυβερνητικής πολιτικής ότι είναι αποφασισμένη να εξασφαλίσει τα κέρδη των επιχειρήσεων. Και, βέβαια, γνωρίζοντας για ποιες «μικρομεσαίες» επιχειρήσεις «κόπτεται» η κυβέρνηση αυτονόητο είναι ότι ο Α. Τσοχατζόπουλος δεν αναφερόταν στα κέρδη των αυτοαπασχολούμενων εμπόρων που αποτελούν πάνω από το 90% του συνόλου. Επίσης, μεταξύ άλλων ο ίδιος ανέφερε ότι μετά το Πάσχα θα κατατεθεί στη Βουλή το νομοσχέδιο για το περίφημο πια εγγυοδοτικό κεφάλαιο για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που απομένει να δούμε για τι μεγέθους μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα γίνεται λόγος και πόσες τελικά από αυτές θα ωφεληθούν απ' αυτές τις εγγυήσεις. Μέχρι το τέλος του χρόνου, δε, σύμφωνα με τον υπουργό Ανάπτυξης θα επανεξεταστεί η συμμετοχή του εμπορίου στο Γ' ΚΠΣ, με στόχο να αλλάξει η σχέση 95% προς 5% μεταξύ βιομηχανίας και εμπορίου υπέρ του δεύτερου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην έκθεση της ΕΣΕΕ, τα στοιχεία που έχουν να κάνουν με τη συντριπτική πλειοψηφία των εμπορικών επιχειρήσεων που είναι μικρές και επιχειρήσεις αυτοαπασχολούμενων εξαντλούνται στο 1995, ενώ τα πιο πρόσφατα στοιχεία, εκείνα που αναφέρονται στο 1999 και στο 2000 και απαρτίζουν υποτίθεται την «ετήσια έκθεση 2001» προέρχονται από ΑΕ και ΕΠΕ. Αυτές που για την πλειοψηφία της ΕΣΕΕ αποτελούν το «ελληνικό εμπόριο».
Κέρδη από την κατεδάφιση του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας περιμένουν να βγάλουν οι τραπεζίτες. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η Εμπορική Τράπεζα μετά την ίδρυση εταιρίας που θα διαχειρίζεται τα αποθεματικά των Ασφαλιστικών Ταμείων προχώρησε από κοινού με τους Γάλλους της Credit Agricole στην ίδρυση νέας εταιρίας - «Εμπορική Ζωής» - που θα δραστηριοποιείται στις λεγόμενες τραπεζοασφάλειες, δηλαδή στη χορήγηση ασφαλιστικών προϊόντων (συνταξιοδοτικών, υγείας κ.ά.) μέσα από τα καταστήματά της. Ο πρόεδρος της Εμπορικής, Γ. Στουρνάρας, στο πλαίσιο της χτεσινής παρουσίασης της νέας εταιρίας ανέφερε χαρακτηριστικά ότι πρώτος παράγων που θα βοηθήσει «είναι το Ασφαλιστικό και ενδεχομένως το φορολογικό πλαίσιο», καθώς -όπως είπε- οι φορολογικές απαλλαγές για ασφάλιστρα στη χώρα μας είναι μέχρι σήμερα «οι χειρότερες στην Ευρώπη». Αναφερόμενος στην προοπτική διεύρυνσης της ασφαλιστικής πίτας στη χώρα είπε ότι σήμερα τα ασφάλιστρα στην Ελλάδα αποτελούν το 1,1% του ΑΕΠ έναντι 5,25% στην Ευρώπη.