Αρχικά, συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ ενόψει του 22ου Συνεδρίου του Κόμματος. Τα ζητήματα και τα καθήκοντα που προκύπτουν είναι πολλά και σύνθετα. Ταυτόχρονα, τα συμπεράσματα και η πείρα -είτε θετική είτε αρνητική- που απορρέουν, είναι χρήσιμα για το κύριο ζήτημα που μπαίνει από τις Θέσεις: πώς δηλαδή θα διευρυνθεί η πολιτική πρόταση του Κόμματος, θα κερδηθεί περισσότερος κόσμος πλάι μας, με την προοπτική του ΚΚΕ, τον σοσιαλισμό, και πώς αυτός ο σκοπός θα διαπερνά όλο το Κόμμα καθημερινά.
Ενα θέμα στο οποίο θέλω να σταθώ είναι η λειτουργία της ΚΟΒ, της καθημερινής δράσης της, του ελέγχου αυτής. Θεωρώ πως πρέπει πιο επιτακτικά να λαμβάνονται υπόψιν οι συνθήκες οι οποίες δρούμε μεν αλλά και η συνολική κατάσταση που βιώνει ένα μέλος του Κόμματος δε (δουλειά, οικογένεια, υποχρεώσεις). Οι νέοι γονείς ιδιαίτερα χρειαζόμαστε ακόμη πιο ουσιαστική στήριξη, που δεν θα μένει μόνο στις συνεδριάσεις, αλλά και στο διάβασμα, τις συνεργασίες, τη φροντίδα για να ανταπεξέλθουμε στον νέο μας ρόλο ως γονείς. Επιπλέον, για την καλύτερη διεξαγωγή των συνεδριάσεων των ΚΟΒ, η εισήγηση πρέπει να είναι προσαρμοσμένη στα ζητήματα της ΚΟΒ, με βάση τις κεντρικές κατευθύνσεις. Ο σχεδιασμός της ΚΟΒ, η συζήτηση, οι συνεργασίες, η μελέτη πάνω στα πιο εξειδικευμένα θέματα ανά ΚΟΒ, ο έλεγχος της δουλειάς και η αποτίμησή της για διεξαγωγή συμπερασμάτων πρέπει να εξυπηρετούν τον σκοπό μας και να μην υποτιμούνται. Οι πρωτοβουλίες στις ΚΟΒ με παρουσιάσεις επίκαιρων άρθρων, βιβλιοπαρουσιάσεις και συσκέψεις με ζητήματα που μας απασχολούν βάζοντας στη δράση όλα τα μέλη των ΚΟΒ -όχι μόνο τον γραμματέα ή το γραφείο της ΚΟΒ-, να πολλαπλασιαστούν. Ακόμη, η βοήθεια στη συζήτηση με τους οπαδούς με τα στελέχη της ΚΟΒ να πρωτοστατούν πρέπει να πληθύνει. Αυτό που θεωρώ ότι λείπει από την ΚΟΒ είναι το κάθε κομματικό μέλος να νιώσει πρόθυμο, ικανό και εξοπλισμένο για να μιλήσει συγκεκριμένα πάνω στο Πρόγραμμα του Κόμματος. Οχι μόνο να μιλήσει αλλά και να πείσει και να συμβάλλει στην υπόθεση της οικοδόμησης, της συγκέντρωσης δυνάμεων αλλά και στην ΚΟΒ συνολικά, ώστε η ΚΟΒ να γίνει πιο δυνατή! Να καταλάβουμε ακόμη περισσότερο ότι το ατομικό παράδειγμα του καθενός γίνεται συλλογικό, άρα συλλογική πείρα και προσπάθεια. Να μην θεωρεί το κάθε κομματικό μέλος ότι δεν μπορεί να σταθεί στην κουβέντα ολοκληρωμένα, ότι έχει αδυναμίες ή κενά, ότι είναι μόνο δουλειά του στελέχους (που είναι), ότι θα πει κάτι λανθασμένα. Αρα, η συζήτηση με βάση την κοσμοθεωρία μας πρέπει να ενταθεί τόσο στην ΚΟΒ όσο και με τους οπαδούς. Αυτή να γίνεται όχι μόνο με μαζικούς όρους που βοηθάει στο άνοιγμα και γνωριμία κόσμου. Αλλά και με προσωπική κουβέντα ξεχωριστά με σχέδιο, με στόχο να αυξάνεται το επίπεδο συμφωνίας με το Κόμμα κάθε φορά, με διάβασμα και ιδεολογική ενίσχυση. Ετσι, θα ανεβαίνει το επίπεδο συμφωνίας με αυτούς που λέμε περίγυρο της ΚΟΒ, ο οποίος δεν είναι όλος στη μάχη και όσοι είναι δεν είναι όλοι στον ίδιο βαθμό. Θέλουμε ο καθένας από το δικό του πόστο να μπει στη μάχη και να συμβάλλει με οποιονδήποτε τρόπο στην υπόθεση για τον σοσιαλισμό. Κάποιοι από αυτούς έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και ξεχωρίζουν. Με αυτούς μπορούμε να πάμε την κουβέντα πιο πέρα. Οσο δεν κάνουμε συζητήσεις με την διέξοδο του Κόμματος και πώς αυτή θα γίνει, δεν θα προκύπτουν περιπτώσεις ανθρώπων υποψήφιων για μέλη του Κόμματος. Επίσης, για αυτούς που λέμε «χρόνιες περιπτώσεις» η συζήτηση μαζί τους δεν μπορεί να μένει στο οργανώσου απλά, αλλά να είναι πιο ουσιαστική και βαθιά τονίζοντας την επιτακτική ανάγκη σε αυτούς τους καιρούς να γίνουμε περισσότεροι. Δεν υπάρχουν ιδανικές επιρροές, γιατί υπάρχει και αυτή η λογική. Μόνοι μας πολλές φορές βάζουμε εμπόδια, αν π.χ. κάποιος έχει παιδιά, ασχολίες (π.χ. αθλητισμό, χορό κ.ά.), πολλές υποχρεώσεις. Ισα - ίσα που αυτό μας δίνει ώθηση να φτάσουμε σε περισσότερους, εκείνοι να φτάσουν σε άλλους και να εμπλακούμε σε όλους τους τομείς της ζωής μας. Ο κάθε κομμουνιστής με το ήθος του, τη στάση ζωής του, την κοσμοθεωρία μας παρεμβαίνει για όλα. Ο γονιός στο γονεϊκό κίνημα, ο αθλητής στο σωματείο του, τους συναθλητές του κ.λπ. Για παράδειγμα, στον ορειβατικό σύλλογο που συμμετέχω την περίοδο των μεγάλων πυρκαγιών της Πάρνηθας, μαζί με συνορειβάτες αναδείξαμε στον σύλλογο και τη Γενική Συνέλευσή του τη σημασία παρουσίας και έμπρακτης βοήθειας στο βουνό και το δάσος και την κατάσβεση της φωτιάς, τόσο για τον φυσικό πλούτο όσο και για τις περιουσίες, τα σπίτια και τα ζώα της περιοχής. Κάτι που απασχόλησε και απασχολεί την περιοχή.
Αυτό που λέμε «ρεύμα αμφισβήτησης» μας ταλανίζει και καλώς. Μετράμε βήματα, ειδικά τα τελευταία χρόνια όπως αυτό αποτυπώνεται στο κίνημα, σε εκλογικές μάχες κ.λπ. Ομως, παρόλο που στο μαζικό άνοιγμα η δουλειά μας είναι ανεβασμένη, στο ατομικό υστερούμε. Δεν αρκεί η περιγραφή της κατάστασης ή αποκάλυψη των στοιχείων, που σίγουρα εξυπηρετούν. Π.χ. για τα σχολεία και ΚΕΔΑΣΥ που εργαζόμαστε ότι είναι ερείπια, χωρίς αντισεισμικούς ελέγχους - αντιπυρική προστασία κ.ά., ή αντίστοιχα στα ΜΜΜ, νοσοκομεία κ.λπ. Αναπαράγοντας μόνο το πρόβλημα, μπορεί άθελά μας να οδηγούμε σε απογοήτευση και τη λογική του «τίποτα δεν αλλάζει», «Ελλαδιστάν» κ.ά. Χρειάζεται να προβάλλεται πιο επιτακτικά ότι η απάντηση στη βαρβαρότητα είναι ο σοσιαλισμός, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχει από την πλευρά μας δυσκολία, λειψές γνώσεις, εκνευρισμός, απογοήτευση κάποιες φορές. Επομένως, προκύπτει ότι η ιδεολογικοπολιτική θωράκιση, η ετοιμότητα, η ανάγκη για διάβασμα θα προκύπτει όσο τριβόμαστε με τέτοια ζητήματα. Διαφορετικά, θα γίνεται η ίδια συζήτηση διάβασες, πήρες Ριζοσπάστη ή όχι. Βάσει αυτού, θεωρώ ότι μπορεί να υπάρχει κόσμος που δεν συμφωνεί σε όλα ή διαφωνεί με το ΚΚΕ είτε καλοπροαίρετα είτε όχι. Αλλά άκουσε, διάβασε και συζήτησε με το ίδιο το ΚΚΕ για όλα αυτά ή είναι απλά ακροατής της αστικής προπαγάνδας και του αντικομμουνισμού; Φυσικά, είναι μια διαδικασία καθόλου απλή και θέλει χρόνο, μεράκι, υπομονή, πείσμα, αντοχή και πίστη ότι θα τα καταφέρουμε συζητώντας με ανθρώπους του μόχθου σαν κι εμάς που έχουν τα ίδια προβλήματα στη δουλειά, στην οικογένεια. Παλεύουμε με το ΚΚΕ ως καθοδηγητή για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό, με την ανάγκη να συνεχίσει να είναι δυνατό και παρόν το Κόμμα μας κάτω απ' όλες τις συνθήκες και θα τα καταφέρουμε!
Σύντροφοι και συντρόφισσες, κατανοώ την ανάγκη να θιχτούν στον Προσυνεδριακό Διάλογο ζητήματα άμεσης πολιτικής παρέμβασης στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, καθώς και οργανωτικής ετοιμότητας. Ωστόσο, καθώς το γενικό σύνθημα του 22ου Συνεδρίου του Κόμματός μας αναφέρεται σε ένα ΚΚΕ δυνατό και σταθερό σε κάθε δοκιμασία και έτοιμο για το ιστορικό κάλεσμα προς τον σοσιαλισμό, νομίζω ότι οι σκέψεις μου δεν είναι άτοπες.
Καταρχάς θέλω να αναφέρω την ανάγκη το Κόμμα να επεξεργαστεί βαθύτερα την επαναστατική του πολιτική σε συνθήκες όπου η κοινωνικοποίηση των υλικών συνθηκών της παραγωγής λαμβάνει όλο και περισσότερο διεθνικό ή πολυεθνικό χαρακτήρα, ο οποίος εκφράζεται όχι μόνο στην αυξανόμενη συγκεντροποίηση σε πολυεθνικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις -ομίλους αλλά και στο βάθεμα των πολυεθνικών καπιταλιστικών πολιτικών και οικονομικών ενώσεων, όπως η ΕΕ στην περιοχή μας. Αυτές οι ιμπεριαλιστικές ενώσεις εμπλέκονται σε ανταγωνισμούς με αντίστοιχες ενώσεις ή ομόσπονδα ιμπεριαλιστικά κράτη σε παγκόσμιο επίπεδο, οξύνοντας τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, όπως σωστά επισημαίνει το Κόμμα. Είναι επίσης σωστό ότι π.χ. στο πλαίσιο της ΕΕ η εθνική βάση συνεχίζει να παίζει τον ρόλο της τόσο σε επίπεδο αστικής τάξης όσο και σε επίπεδο ταξικής πολιτικής οργάνωσης της εργατικής τάξης, με την προοπτική της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού και της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε εθνικά πλαίσια. Ωστόσο, τίθεται το θέμα της πιθανής γρήγορης μετατροπής της θεωρίας του αδύναμου κρίκου του ιμπεριαλισμού (αν μιλάμε για την Ελλάδα εντός της ιμπεριαλιστικής ΕΕ) σε εφαλτήριο για πιθανή ταχεία μετάδοση της επανάστασης σε χώρες εντός ΕΕ με παρόμοια χαρακτηριστικά με τη χώρα μας. Με αυτήν την έννοια, οφείλουμε να επεξεργαστούμε σε θεωρητικό και πολιτικό επίπεδο τα σύγχρονα ιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά του καπιταλισμού και κυρίως τις επιπτώσεις που έχει το μοίρασμα του κόσμου μεταξύ μερικών μεγάλων ιμπεριαλιστικών ενώσεων, για τη διαμόρφωση και την πιθανή εξέλιξη των επαναστατικών καταστάσεων σε μεμονωμένες χώρες. Οι λεγόμενοι διαχωρισμοί Βορρά - Νότου και ο καταμερισμός της οικονομικής και πολιτικής δύναμης εντός της ΕΕ μπορεί να αξιοποιούνται από τους οπορτουνιστές για να συσκοτίσουν την καπιταλιστική φύση της ΕΕ, αλλά από μια άλλη, ταξική σκοπιά, οφείλουν να ληφθούν υπόψη στην επαναστατική πολιτική του Κόμματος. Η ιστορική εμπειρία σε αυτό το ζήτημα είναι περιορισμένη και άρα δεν μπορεί να μας δώσει επαρκείς απαντήσεις για το πώς η καπιταλιστική περικύκλωση μπορεί, στις παραπάνω συνθήκες καπιταλιστικών - ιμπεριαλιστικών ενώσεων με εσωτερικές αντιθέσεις - διαφοροποιήσεις, να μετατραπεί σε επαναστατική μετάδοση. Πολιτικά αυτό είναι σημαντικό, γιατί μπορεί να σημαίνει την ανάγκη για καλύτερο και βαθύτερο συντονισμό των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων και κινημάτων σε χώρες εντός της ιμπεριαλιστικής ΕΕ με παρόμοια χαρακτηριστικά με τη δική μας, από την άποψη της θέσης που καταλαμβάνουν στον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό.
Επιπλέον, στον βαθμό που το Κόμμα μας θέλει να είναι έτοιμο για παν ενδεχόμενο, συμπεριλαμβανομένης της επαναστατικής κατάστασης, θα πρέπει το επόμενο διάστημα, κατά τη γνώμη μου, να επεκτείνει και να εντείνει τις πολύ επιτυχημένες παρεμβάσεις του όχι μόνο στον χώρο του Πολιτισμού αλλά και στον χώρο της Επιστήμης, και ιδιαίτερα εκείνων των επιστημών που θα αναλάβουν σημαντικό πρακτικό βάρος στην οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας σε επαναστατικές συνθήκες. Σε αυτήν την κατεύθυνση, πολύ σωστά το Κόμμα αξιοποιεί την πείρα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού του 20ού αιώνα και ιδιαίτερα της ΕΣΣΔ, αν και θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή και στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε χώρες που είχαν παρόμοιο επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης με τη χώρα μας. Από την άλλη πλευρά, όμως, χρειάζεται επιπλέον να μελετηθεί σε βάθος και πιο συγκεκριμένα το πώς θα μπορούσε πρακτικά να εφαρμοστεί ο κεντρικός σχεδιασμός σήμερα στη χώρα μας, στο φόντο των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που ανέφερα προηγουμένως. Αυτό απαιτεί κλαδική ανάλυση και ανάλυση αναγκών εφοδιασμού σε συνθήκες πιθανού ιμπεριαλιστικού αποκλεισμού, ενώ πρέπει να ληφθεί υπόψη η κοινωνικοταξική σύνθεση της χώρας και ιδιαίτερα το έντονο μικροαστικό στοιχείο, που αποτελεί τροχοπέδη εμπορευματικών σχέσεων. Εδώ τίθεται το ζήτημα, από τη σκοπιά του εφοδιασμού, της ισορροπίας που πρέπει να υπάρχει μεταξύ ενός κρατικού τομέα βαριάς βιομηχανίας και παραγωγής μέσων παραγωγής και των τομέων παραγωγής καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών που, συμπεριλαμβανομένης της αγροτικής παραγωγής, αναγκαστικά θα έχουν υψηλή εκπροσώπηση της μικρής ιδιοκτησίας. Αυτά με δεδομένο ότι η μεταβολή της παραγωγικής βάσης της οικονομίας από το καπιταλιστικό πρότυπο μιας μικρής ανοιχτής οικονομίας, στηριγμένης στον τουρισμό και στην εγχώρια κατανάλωση, σε ένα μοντέλο με ισχυρή εγχώρια βαριά βιομηχανία, βιομηχανία μέσων παραγωγής και αγαθών για την ικανοποίηση των αναγκών του λαού, απαιτεί ικανό χρόνο για τις σχετικές ριζικές αναπροσαρμογές και κλαδικό σχεδιασμό που να ανταποκρίνεται στις κοινωνικοταξικές ιδιαιτερότητες της χώρας. Το ζήτημα είναι κρίσιμο και πολιτικά, στον βαθμό που η εργατική τάξη οικοδομεί την κοινωνική συμμαχία με τα φτωχά λαϊκά στρώματα της πόλης και του χωριού στην πάλη για τον σοσιαλισμό. Το Κόμμα μας μπορεί, σε αυτήν την κατεύθυνση, να αξιοποιήσει την ιστορική εμπειρία, τις σύγχρονες μαρξιστικές αναλύσεις και το δυναμικό μελών, στελεχών και φίλων του Κόμματος με σχετικές τεχνικο-οικονομολογικές γνώσεις και μαρξιστική - κομματική παιδεία, προκειμένου να είναι έτοιμο για το επαναστατικό ενδεχόμενο, με επεξεργασμένες πολιτικές μετάβασης της οικονομίας στις παρούσες συνθήκες.