Καθένας και καθεμιά, που θέλουν να συμβάλλουν στον Διάλογο, μπορεί να στείλει ένα σημείωμα με ανώτατο όριο έκτασης τις 1.000 λέξεις. Ο καταμερισμός των κειμένων Διαλόγου στον «Ριζοσπάστη» ή στην ΚΟΜΕΠ γίνεται με ευθύνη της Επιτροπής, συνυπολογίζοντας τη χρονική διάρκεια της προσυνεδριακής περιόδου και τις δυνατότητες των δύο έντυπων οργάνων της ΚΕ του Κόμματος για την κάλυψη του Προσυνεδριακού Διαλόγου.
Σημειώματα που τυχόν έρθουν στην Επιτροπή είτε εκπρόθεσμα είτε ξεπερνούν την έκταση που έχει προσδιοριστεί, δεν θα δημοσιευτούν, θα τεθούν όμως υπόψη των αντιπροσώπων του Συνεδρίου.
Κάθε κείμενο πρέπει να έχει απαραίτητα όλα τα παρακάτω στοιχεία του συγγραφέα: Ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, τηλέφωνο, Κομματική ή ΚΝίτικη Οργάνωση στην οποία ανήκει ή έχει επαφές, αν πρόκειται για φίλο του ΚΚΕ. Τα στοιχεία αυτά αποτελούν προϋπόθεση για τη δημοσίευση του κειμένου. Αποκλείονται από τη δημοσίευση κείμενα που είναι εκτός της θεματολογίας των Θέσεων της ΚΕ για το 22ο Συνέδριο, καθώς και κείμενα με αναφορές σε πρόσωπα ή σε ζητήματα που αφορούν συγκεκριμένη Κομματική Οργάνωση, που περιλαμβάνουν υβριστικούς χαρακτηρισμούς, θέσεις εχθρικές προς την ιδεολογία και τον χαρακτήρα του ΚΚΕ.
Τα κείμενα μπορούν να στέλνονται: α) Ηλεκτρονικά στη διεύθυνση: dialogos22@kke.gr, με την ένδειξη «Για την Επιτροπή Δημόσιου Προσυνεδριακού Διαλόγου». β) Ταχυδρομικώς στη διεύθυνση: Κεντρική Επιτροπή ΚΚΕ, Λεωφόρος Ηρακλείου 145, ΤΚ 14231 με την ένδειξη: «Για την Επιτροπή Δημόσιου Προσυνεδριακού Διαλόγου». γ) Μέσω των Κομματικών Οργανώσεων του ΚΚΕ.
Στις περιπτώσεις αποστολής ταχυδρομικώς ή μέσω Οργανώσεων, παρακαλούμε τους συμμετέχοντες στον Διάλογο, εφόσον έχουν τη δυνατότητα, να διευκολύνουν τη δουλειά της Επιτροπής στέλνοντας το κείμενο και σε ηλεκτρονική μορφή.
Οι συμμετέχοντες μπορούν να απευθύνονται στην Επιτροπή Δημόσιου Προσυνεδριακού Διαλόγου, στα τηλέφωνα επικοινωνίας: Ελενα Μποτζιολή 210.2592.144, Παντελής Καλαβρέζος 210.2592.548.
Αρχικά να εκφράσω τη συμφωνία μου με τις Θέσεις της ΚΕ για το 22ο Συνέδριο του Κόμματός μας. Στο πλαίσιο της συζήτησης, θα ήθελα να καταθέσω ορισμένες σκέψεις για τη δουλειά μας στο εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα, την προσπάθεια να συνδυαστεί με τη δουλειά στο έδαφος και να θίξω ζητήματα που έχουν να κάνουν με την καθοδήγηση των Γραφείων ΚΟΒ στις γειτονιές.
Πολλές φορές έρχεται ως προβληματισμός από κομματικά μέλη το ζήτημα της συμβολής μιας εδαφικής ΚΟΒ μπροστά σε όλα αυτά που συζητάμε, στην παρέμβασή της στο εργατικό κίνημα και πώς πρέπει να δουλέψει. Από το κείμενο των Θέσεων και από την πρόσφατη Απόφαση της ΚΕ για το συνδικαλιστικό κίνημα γίνεται κατανοητό ότι δυναμώνει η απαίτηση των καθοδηγητικών Οργάνων για τη δουλειά του Κόμματος στο εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα. Οτι πρέπει να στηριχθούν τα μέλη και τα στελέχη του Κόμματος σε αυτήν την κατεύθυνση. Γίνεται, επίσης, κατανοητό ότι η δουλειά στην εργατική τάξη είναι κοινή υπόθεση τόσο των κλαδικών Οργανώσεων, όσο και των εδαφικών. Η δουλειά στην εργατική τάξη εκφράζεται στην υλοποίηση των στόχων που θέτει το Κόμμα για την ανασύνταξη του εργατικού - συνδικαλιστικού κινήματος, την ισχυροποίηση της αντικαπιταλιστικής - αντιμονοπωλιακής κατεύθυνσης.
Χρειάζεται, ιδιαίτερα, να απασχολήσει καθοδηγητικά πως ο σχεδιασμός στις εδαφικές ΚΟΒ εντάσσει πλευρές που αφορούν τη δράση στον χώρο δουλειάς των κομματικών μελών που είναι εργαζόμενοι, πώς εντάσσονται στη δράση του σωματείου τους. Είναι καθοδηγητική στροφή που οφείλουμε να κάνουμε ώστε να επιτευχθεί ένας σχεδιασμός για διακριτή αύξηση της επιρροής στους εργαζομένους, πόσο μάλλον για αύξηση των κομματικών μας δυνάμεων και της συμβολής μας για τη δημιουργία νέων ΚΟΒ σε κάθε χώρο δουλειάς, σε κάθε εργοστάσιο και σε κάθε συνοικία. Κρίσιμα ζητήματα ώστε το Κόμμα να είναι σε ετοιμότητα και επαγρύπνηση, να καλλιεργεί τη μαχητική αντιμετώπιση της επίθεσης που δέχεται από την αστική τάξη, να βρεθεί έτοιμο να ανταπεξέλθει στην ανάγκη να συνδυάσει όλες τις μορφές δουλειάς την κατάλληλη στιγμή.
Θα πρέπει, λοιπόν, να γίνει υπόθεση και των εδαφικών ΚΟΒ το πώς συμβάλλουμε σε αυτήν την κατεύθυνση, τι επαφή έχουν τα μέλη της ΚΟΒ με το σωματείο τους, την κομματική ομάδα του σωματείου, τον πρόεδρο στο επιχειρησιακό ή κλαδικό σωματείο που σε πολλές περιπτώσεις εμφανίζει σημαντικές ελλείψεις. Να γίνει προσπάθεια ώστε να γίνει παντού αντιληπτό ότι η παρέμβαση των κομμουνιστών στον χώρο δουλειάς έχει ως σκοπό την πολιτικοποίηση της πάλης, τη συγκέντρωση δυνάμεων σε αντιμονοπωλιακή - αντικαπιταλιστική κατεύθυνση για την ρήξη και την ανατροπή του σημερινού εκμεταλλευτικού συστήματος. Μέσα σε αυτήν τη διαδικασία, ο κομμουνιστής να κατοχυρώνεται ως ο πρωτοπόρος αγωνιστής και καθοδηγητής της πάλης που θα εμπνέει με τη συνολική του στάση. Ταυτόχρονα, θα ξεχωρίζει κόσμος πρωτοπόρος που θα αντιλαμβάνεται την ανάγκη για τις μεγάλες αλλαγές που χρειάζεται να γίνουν στο επίπεδο της οικονομίας και της κοινωνίας, θα συμπορευτούν δίπλα στους κομμουνιστές, θα είναι υποψήφιοι για αυριανά μέλη του Κόμματος.
Ως κομμουνιστές που εντασσόμαστε σε εδαφικές ΚΟΒ, προσπαθούμε να επιβεβαιώσουμε τον τίτλο του αγωνιστή με επίκεντρο τα οξυμένα προβλήματα της εργατικής τάξης που έχουν να κάνουν με την εργασία, την κατοικία, την ακρίβεια κ.τ.λ. Βοήθησαν και διαπαιδαγώγησαν μια σειρά από πρωτοβουλίες που πήραμε τα τελευταία χρόνια με κινητοποιήσεις ή πικετοφορίες, μέσα από μαζικούς φορείς και σωματεία, για την προστασία της πρώτης κατοικίας, ενάντια στους πλειστηριασμούς, την αύξηση του κόστους ζωής, της ανάγκης περισσότερου πρασίνου στις λαϊκές γειτονιές, ενάντια στη ρυπογόνο λειτουργία εργοστασίων κ.ά. Οι πρωτοβουλίες αυτές πρέπει να πυκνώσουν το επόμενο διάστημα και να απλωθούν σε θέματα Υγείας, αντισεισμικής θωράκισης, παιδικών σταθμών κ.τ.λ., όλα όσα δηλαδή αφορούν την καθημερινότητα των εργαζομένων.
Τέτοια χαρακτηριστικά στη δουλειά και τον έλεγχο πρέπει να προσανατολίσουμε ώστε να αναπτύξουν οι γραμματείς και τα στελέχη στα Γραφεία ΚΟΒ, και ειδικότερα αυτοί που έχουν την χρέωση του εργατικού υπευθύνου. Είναι ζήτημα, το ότι τα πλαίσια αυτής της χρέωσης αρκετές φορές «στενεύουν» στο να μαζεύει απλά μια εικόνα για το πόσους εργαζόμενους έχουμε στον περίγυρο της εδαφικής ΚΟΒ, σε έναν συγκεκριμένο κλάδο, όταν πλησιάζουν οι αρχαιρεσίες ενός συγκεκριμένου σωματείου. Στις απαιτήσεις που έχει σήμερα το εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα αλλά και στο κλίμα που δίνουν οι ίδιες οι Θέσεις της ΚΕ για το 22ο Συνέδριο του Κόμματος, πρέπει να καλλιεργηθεί ένα αίσθημα μεγαλύτερης ευθύνης για την συγκεκριμένη χρέωση.
Ο εργατικός υπεύθυνος πρέπει να συμβάλλει στον σχεδιασμό της εδαφικής ΚΟΒ με επίκεντρο την εργατική τάξη του χώρου ευθύνης της ΚΟΒ (σχέδιο για τους μεγάλους εργασιακούς χώρους της περιοχής, ανάπτυξη πολιτικών δεσμών με τον κόσμο που μας στηρίζει συνδικαλιστικά, έλεγχος των αποφάσεων κ.λπ.). Ο εργατικός υπεύθυνος, είτε σε επίπεδο ΚΟΒ είτε σε επίπεδο Τομεακής Οργάνωσης, πρέπει να γίνει ο κρίκος μεταξύ εδαφικής και κλαδικών Οργανώσεων.
Για να υλοποιηθεί η παραπάνω κατεύθυνση πρέπει να μας διακατέχει και ένα πνεύμα αισιοδοξίας και μαχητικότητας απέναντι στην απογοήτευση που εκτρέφεται συστηματικά, έχοντας στο μυαλό μας ότι τη δεδομένη χρονική στιγμή μπορούμε να επηρεάσουμε την κοινωνική συνείδηση και όχι να την καθορίσουμε. Η υποχώρηση του κινήματος δεν είναι κάτι που το αντιλαμβανόμαστε ως ένα φαινόμενο που συμβαίνει έξω και πέρα από τις γραμμές μας. Είναι μια κατάσταση την οποία την κουβαλάμε και εμείς. Συχνά, η υπόκλιση στις δυσκολίες και στη μειωμένη συμμετοχή κρύβει και δικές μας αδυναμίες.
Οι κομμουνιστές οφείλουμε ως επαναστάτες να συγκρουόμαστε καθημερινά με τη συνήθεια, τη ρουτίνα την συνολικότερη υποχώρηση, και πρέπει να «επενδύουμε» περισσότερο στην πρωτοβουλία, να εμπνέουμε με το προσωπικό μας παράδειγμα. «Κόντρα στο ρεύμα» κινηθήκαμε τις μέρες διακίνησης του «Ριζοσπάστη» με τις Θέσεις του Συνεδρίου, φροντίζοντας ότι αυτή η δουλειά δεν θα χαρακτηριστεί ως απλά μια «αστραπή». Για αυτό ακριβώς θέλει υπομονή, δουλειά βήμα το βήμα, δουλειά «μυρμηγκιού» και πίστη στην ανωτερότητα της ιδεολογίας και του συστήματος για το οποίο παλεύουμε, τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό.
Το κείμενο των Θέσεων της ΚΕ για το 22ο Συνέδριο του Κόμματος επιβεβαιώνει την ιδεολογική και πολιτική υπεροχή του Κόμματός μας μέσα στις σημερινές δύσκολες και διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες.
Σωστά νομίζω ρίχνουμε το βάρος στο Κόμμα και το ζήτημα της Οικοδόμησης, ξεχωρίζοντας ως κριτήριο το αν η καθοδηγητική μας δουλειά αντιστοιχεί στον κατεκτημένο από το Κόμμα - προγραμματικά και καταστατικά - επαναστατικό του χαρακτήρα.
Διαβάζοντας τις Θέσεις, ένιωσα έντονα την ικανοποίηση γι' αυτόν τον σωστό προσανατολισμό μέσα στον κυκεώνα των εξελίξεων κάτω από τον συνολικά αρνητικό συσχετισμό, αλλά και συνάμα έντονη τη συναίσθηση του καθήκοντος για τα πολλά και γοργά βήματα που πρέπει να πετύχουμε, ώστε να γίνει η καθοδηγητική μας δουλειά πιο βαθιά και ουσιαστική, μακριά από μηδενισμούς και ωραιοποιήσεις, που δεν ταιριάζουν με τον χαρακτήρα του Κόμματος.
Ξεχωρίζω ιδιαίτερα τα ζητήματα λειτουργίας και συγκρότησης των ΚΟΒ και των καθοδηγητικών οργάνων με κομβικό σημείο την εκτίμηση ότι παρότι στα όργανα υπάρχει ιδεολογική - πολιτική συμφωνία με τη στρατηγική μας, αυτή πολλές φορές δεν εκφράζεται στην πράξη, τουλάχιστον όχι στον βαθμό που θα έπρεπε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα που επιβεβαιώνει την εκτίμηση αυτή είναι η δουλειά μας με το ίδιο το Πρόγραμμα του Κόμματος. Ολοι συμφωνούμε πως πρέπει να εντείνουμε τη δουλειά με τη στρατηγική και την πιο ουσιαστική προβολή του Προγράμματός μας για τον Σοσιαλισμό. Ας αναλογιστούμε όμως, πόσοι από τις επιρροές μας, τα ψηφοδέλτια και τις συνδικαλιστικές μας ψήφους στην ΕΝΙΘ και στα σωματεία των νοσοκομείων - που σε πολλά σημειώσαμε άνοδο - γνωρίζουν την προγραμματική μας αντίληψη για την Υγεία στον Σοσιαλισμό; Με πόσους προχωρήσαμε την κουβέντα για το πώς θα φτάσουμε ως εκεί, αναλύσαμε τον δρόμο κατάκτησης του σοσιαλισμού και δεν τους αφήσαμε ευάλωτους σε κοινοβουλευτικές αυταπάτες και στον «ομαλό - ειρηνικό» δρόμο μετάβασης; Οσο αναβάλλουμε αυτή τη συζήτηση με μεγάλη μερίδα κόσμου, τόσο ρίχνουμε εμείς οι ίδιοι τον πήχη και συντηρούμε τη μη συμμετοχή του στους αγώνες του σήμερα, καθιστώντας τον ακόμα πιο επιρρεπή στο σοσιαλδημοκρατικό και ρεφορμιστικό ρεύμα που σίγουρα δεν έχει συρρικνωθεί σήμερα, άσχετα αν αυτή τη στιγμή δεν βρίσκει επαρκή για το σύστημα κομματική έκφραση.
Και λόγω αυτών των αδυναμιών δεν έχουμε μετρήσει ανάλογα βήματα στην οικοδόμηση. Σίγουρα σε αυτό επιδρά η καθημερινότητα, τα ωράρια - λάστιχο, οι δυσκολίες των πολλών υποχρεώσεων που δεν επιτρέπουν σταθερή, συνεχή δουλειά με υγειονομικούς εργαζόμενους. Πόσο όμως εμείς υποκλινόμαστε σ' αυτές τις δυσκολίες και δεν προσπαθούμε να γίνουμε πιο εύστοχοι και επιτελικοί στις παρεμβάσεις μας; Για να συμβεί αυτό, προϋπόθεση είναι η σκέψη. Και η σκέψη πυροδοτείται από τη μελέτη. Του «Ριζοσπάστη», των επεξεργασιών μας, του θεωρητικού βιβλίου. Οι Θέσεις αναδεικνύουν ως πρώτο καθήκον του κάθε κομματικού μέλους τον «Ριζοσπάστη». Κι εδώ όμως, παρά τη συμφωνία μας με την αντίστοιχη Απόφαση της ΚΕ και την ανάγκη να αποκατασταθεί η καθημερινή σχέση μας με την εφημερίδα, συνεχίζει να υπάρχει μεγάλη απόσταση. Πρέπει να ασχοληθούμε ως καθοδηγητικά όργανα πιο βαθιά με αυτό το πρόβλημα. Σίγουρα δεν λύνεται με «φωνές». Χρειάζεται να πληθύνουν οι συνεργασίες με τους συντρόφους και να πειστούν πως το πρόβλημα έγκειται στη δική μας μικρή επαφή με τον «Ριζοσπάστη» και αυτό επιδρά και στην αυτοπεποίθησή μας να τον διακινήσουμε. Απέχουμε αρκετά από το να κατακτήσουμε η ΚΟΒ να είναι το Κόμμα στον χώρο της, να σηκώνει την αντιπαράθεση με τους σχεδιασμούς της αστικής τάξης, με τις άλλες δυνάμεις που παρεμβαίνουν, να επεξεργάζεται μακρόπνοο σχέδιο και να έχουν όλα τα κομματικά μέλη ξεκάθαρο στόχο προς υλοποίηση, οργανώνοντας δράσεις και συσκέψεις. Κι εδώ η κύρια ευθύνη βαραίνει εμάς που για να φτάσουμε κοντά σ' αυτό τον στόχο πρέπει να ανεβάζουμε συνεχώς το ιδεολογικοπολιτικό επίπεδο και να το ενσωματώνουμε στην τρέχουσα καθοδηγητική δουλειά. Ειδάλλως, υπάρχει ο κίνδυνος να υποκλινόμαστε στις δυσκολίες, να γινόμαστε συγκεντρωτικοί ή ακόμα χειρότερα, να μετακυλίουμε τις ευθύνες προς τα κάτω, μετρώντας δυνάμεις που απομακρύνονται από την εσωκομματική λειτουργία και δράση.
Ιδιαίτερη βαρύτητα να δώσουμε στα ζητήματα της κομμουνιστικής διαπαιδαγώγησης, αξιοποιώντας και το λογοτεχνικό βιβλίο, τις εκδόσεις της «Σύγχρονης Εποχής», την Ιστορία μας και τον πολιτισμό, αντιμετωπίζοντας με ωριμότητα φαινόμενα χαλαρότητας και φιλελευθερισμού στις γραμμές μας. Να μην υποτιμήσουμε την επίδραση που έχει ο κομμουνιστής και τα χαρακτηριστικά που πρέπει να τον ξεχωρίζουν, όπως η κομουνιστική σεμνότητα, η ανάδειξη του συλλογικού σε αντιπαράθεση με το ατομικό που καλλιεργούν τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη. Είναι βασικό στο πρόσωπο του κομμουνιστή να καθρεφτίζεται ο νέος τύπος ανθρώπου κι αυτό πρέπει να το προσπαθήσουμε όλοι τόσο ατομικά όσο και συλλογικά. Εχουμε όλα τα «εργαλεία» για να κατακτήσουμε τους στόχους μας και να ανεβάσουμε ακόμα πιο ψηλά το Κόμμα μας. Θα τα καταφέρουμε.